H Ρούλα Πατεράκη υπογράφει τη σκηνοθεσία και τη δραματουργική μεταγραφή του θεατρικού κειμένου που έγραψε η ίδια η Τριανταφυλλίδη, με τη Νάνα Παπαδάκη να ενσαρκώνει τον ρόλο της κεντρική ηρωίδας.
Από το Σάββατο 14 Μαΐου και κάθε Σάββατο και Κυριακή, στο Θέατρο «Φούρνος», για λίγες μόνο παραστάσεις, θα παρουσιάζεται η παράσταση «Νίκη, απόψε στο πάρτι».
Πρόκειται για το πρώτο ανέβασμα του θεατρικού έργου της Τριανταφυλλίδη (το οποίο έχει βραβευτεί απ’ την Εταιρεία Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων) ύστερα φυσικά απ’ το 1994, όπου έπαιξε η ίδια, στο θέατρο που διατηρούσε εκείνη την εποχή, το νυν «Προσκήνιο». Η παράσταση είχε ανέβει σε παραγωγή της καλλιτεχνικής εταιρίας της, «Γκραγκάντα».
Πρόκειται για μια επίπονη ανασκαφή σε έναν καλλιτεχνικό ψυχισμό, ο οποίος, με συνοδοιπόρο το σύμπαν του οπτικοακουστικού περιβάλλοντος που ζωντανεύει ο σκηνοθέτης και εικαστικός Αβραάμ Παπαβραμόπουλος, ταξιδεύει μες στο συλλογικό ασυνείδητο, τις μεταμορφώσεις της φύσης και καθρεφτίζει τη διαχρονική περιπέτεια του ανθρώπινου πνεύματος.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
-Πρωταγωνιστείτε στην παράσταση «Νίκη, απόψε στο πάρτι», έναν φόρο τιμής στην Νίκη Τριανταφυλλίδη. Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για το έργο;
Πρόκειται για μεταγραφή του θεατρικού έργου, που έγραψε η σπουδαία ηθοποιός Νίκη Τριανταφυλλίδη, την οποία κάνει μια άλλη σπουδαία γυναίκα του θεάτρου μας, η Ρούλα Πατεράκη. Η παράσταση είναι διαποτισμένη από το πνεύμα και των δύο. Το αποτέλεσμα, κατά τη γνώμη μου, είναι γοητευτικό, ευφυές, παράξενο, καινούριο. Η κεντρική ηρωίδα περνά μέσα από μια σειρά μεταμορφώσεων, οι οποίες, επί της ουσίας, λειτουργούν ως όχημα για να μας αφηγηθεί τη ζωή της και μέσα απ’ αυτήν να αισθανθούμε την ιστορία της ελληνικής κοινωνίας.
-Ποιο ήταν το έναυσμα για να αρχίσει η ενασχόλησή σας με την συγκεκριμένη παράσταση;
Η τρέλα μου. Ψάχνω συνέχεια νέους δρόμους, κείμενα, μου αρέσει να φωτίζω πτυχές του θεάτρου μας, θεωρώ ότι έτσι γνωρίζουμε καλύτερα τους εαυτούς μας. Απ’ την εμμονή μας να κοιτάμε όλη την ώρα μπροστά, έχουμε ξεχάσει από πού ερχόμαστε και άρα δεν ξέρουμε και πού πάμε. Κι εγώ μπροστά κοιτάζω, αλλά για να δω, πρέπει να γνωρίζω τον εαυτό μου. Αλλιώς, κοιτάζουμε μπροστά, αλλά τίποτα δεν βλέπουμε. Ας κάνουμε κι ένα διάλλειμα απ’ το πολύ μπροστά. Είδαμε πού μας οδήγησε. Θεωρώ, επίσης, ότι για να υπάρξει κάτι καινούριο, ευρύτερο, πιο δίκαιο, οφείλουμε να ακούμε τις φωνές των γυναικών. Όχι μόνον όταν κολακεύουν τα αυτιά μας, αλλά και όταν μιλούν γενικότερα για την εμπειρία τους απ’ τον κόσμο.
-Το έργο, το οποίο είναι μεταγραφή του βραβευμένου έργου της Νίκης Τριανταφυλλίδη «Πάρτι στο σπίτι της Ελισάβετ Π», έχει προσαρμοστεί για ένα μόνο πρόσωπο. Ποιες θα λέγατε ότι είναι οι προκλήσεις του να βρίσκεται κανείς μόνος επί σκηνής;
Θεωρώ ότι αποτελεί μια απαραίτητη εμπειρία, προκειμένου να συναντήσει κανείς, ακόμη πιο ουσιαστικά και δημιουργικά, τους συναδέλφους του επί σκηνής. Άλλωστε και ο μονόλογος ομαδική δουλειά είναι. Ο ηθοποιός είναι ένας ανάμεσα σε τόσους άλλους καλλιτεχνικούς συντελεστές. Θα ‘ναι η δεύτερη φορά που ανοίγομαι σε μονόλογο. Την πρώτη φορά είχαμε παρουσιάσει Γιάννη Ρίτσο. Διαφορετικό κείμενο, άλλες απαιτήσεις, η πορεία μάς δικαίωσε και μας χάρισε μεγάλες χαρές. Τώρα καταπιανόμαστε πάλι με ελληνικό κείμενο, αυτή τη φορά, όμως, πολύ διαφορετικό, σφραγισμένο με τη ματιά της Ρούλας Πατεράκη, τη διδασκαλία, το πνεύμα, τη σύλληψή της. Η πρόκληση είναι μεγάλη. Και η ευθύνη. Η ευθύνη, όμως, αυτή μού αρέσει πολύ. Οι ηθοποιοί δεν είμαστε εκτελεστικά όργανα, είμαστε πνευματικά όντα. Και πάνω στη σκηνή έχουμε δύναμη και μπορούμε, έστω για λίγο, να μεταμορφώσουμε τον κόσμο και να μπούμε μες στις ψυχές των ανθρώπων που παρακολουθούν και μετέχουν, ο καθένας με τον τρόπο του, την ανάσα του, το δρώμενο.
-Στην αναμέτρησή σας με τον συγκεκριμένο ρόλο, εντοπίσατε σημεία σύνδεσης με την Νίκη Τριανταφυλλίδη;
Κατανοώ το ψυχικό της βάσανο, τον κόπο, την άρνησή της να εφησυχάσει, τον αγώνα της, όπως αυτός διαγράφεται μέσα απ’ τα πρόσωπα που παρουσιάζονται στο έργο, τα οποία πρέπει να επισημάνουμε ότι δεν είναι πραγματικά. Δανείζονται, δηλαδή, στοιχεία απ’ τη φαντασία και το δημιουργικό της δαιμόνιο. Ο ρόλος που δημιούργησε στο κείμενό της, καθώς και η μεταγραφή του απ’ τη Ρούλα Πατεράκη με συγκινεί και δε με αφήνει να ησυχάσω. Με απασχολεί συνέχεια και μου προσφέρει νέο υλικό για σκέψη και εμβάθυνση.
-Παρά το γεγονός ότι η Νίκη Τριανταφυλλίδη υπήρξε μια σημαντική προσωπικότητα για την πολιτιστική ζωή της χώρας, απεβίωσε παραγκωνισμένη. Πού πιστεύετε ότι οφείλεται αυτό;
Ω, σε πολλές παραμέτρους. Πολλά σκέφτηκα. Δεν ξέρω αν πρέπει να τα πω όλα. Και δεν ξέρω και πώς θα ακουστούν. Ήταν δυνατή, ήταν γυναίκα, ήταν αριστερή, δεν το έβαζε κάτω, είχε ισχυρό χαρακτήρα, μιλούσε, ήταν έξυπνη και όμορφη. Με λίγα λόγια, συγκέντρωνε όλα εκείνα τα στοιχεία που θα την οδηγούσαν, αργά ή γρήγορα, στο περιθώριο. Έτσι είναι. Η πολιτεία, ίσως, να μη θέλει ανθρώπους ισχυρούς ανάμεσα στα πόδια της, άνδρες και γυναίκες, αλλά μόνον αυτούς που μπορεί να ελέγξει. Η Τριανταφυλλίδη δεν ανήκε σε αυτή την κατηγορία.
-Θα λέγατε πως αυτό το εγχείρημα -η παράσταση προς τιμήν της Νίκης Τριανταφυλλίδη- δύναται να ευαισθητοποιήσει την κοινωνία σχετικά με την ανάγκη που έχουν οι ηθοποιοί, αλλά και συνολικότερα οι καλλιτέχνες κάθε ηλικίας, για περισσότερη στήριξη από την πολιτεία;
Όχι. Πρέπει να είμαστε όλοι μαζί και να διεκδικούμε πράγματα όχι μόνο όταν έχουν διογκωθεί τα προβλήματα και βγαίνουν στο προσκήνιο, αλλά και όταν λειτουργούμε στο παρασκήνιο. Και τότε οφείλουμε να είμαστε έντιμοι, έξυπνοι και διεκδικητικοί. Και, φυσικά, εκτός από επαγγελματίες, να μην ξεχνάμε ότι είμαστε και καλλιτέχνες. Αν εμείς δεν προπορευόμαστε και δεν μιλάμε, ποιος θα το κάνει;
-Υπάρχει κάτι στο έργο που σας έκανε μεγαλύτερη εντύπωση και που κρίνετε πως είναι αξιοσημείωτο;
Ναι. Το μυαλό της Τριανταφυλλίδη. Που απλώνεται ταυτόχρονα προς όλες τις κατευθύνσεις σαν να θέλει να αγκαλιάσει μονομιάς όλο το σύμπαν. Αυτή η σφαιρική αντίληψη του κόσμου, σε αντίθεση με την εμμονή του μυαλού που θέλει όλα να τα κατακερματίζει, με συγκινεί.