Καταπιάστηκα να κάνω θέατρο το συγκλονιστικό αυτό κείμενο του Γιάννη Ρίτσου πριν από αρκετά χρόνια. Και όλο μπαινόβγαινε στα συρτάρια. Γιατί να κάνω μια παράσταση για μια απ’ τις πιο μαύρες και πονεμένες στιγμές της Ελλάδας και του κόσμου όλου; Τι έχω να πω, τι έχω καταλάβει, τι θα δει ο θεατής;
Το κείμενο είναι τόσο σπουδαίο, τόσο πυκνό που στεκόμουν με αμηχανία μπροστά στη θέλησή μου αυτή. Πώς να διασκευάσεις τις Γειτονιές του κόσμου; Πολλά τα ερωτήματα, πολλές οι αναστολές αλλά μεγάλη η ανάγκη. Μεγάλο και το ρίσκο. Ίσως οι άνθρωποι εκτός καλλιτεχνικού χώρου να βλέπουν ρομαντικά τις αποφάσεις μας για κάθε μας βήμα, ότι δηλαδή ακολουθούμε τις εμπνεύσεις μας και τις ανάγκες μας, αλλά στην πραγματικότητα για όσους παράγουμε και χρηματοδοτούμε τις δουλειές μας, κάθε παράσταση είναι κατάθεση ψυχής αλλά και ρίσκο.
Μέσα σε αυτή την αμφιταλάντευση, μια μέρα ήρθε η επιφοίτηση, αποφασιστικά, τελειωτικά, είπα ότι θα το κάνω, με όλους τους κινδύνους. Ο Δημήτρης Χατζημιχαηλίδης, σύζυγος και συνεργάτης, το ήξερε απ’ την πρώτη στιγμή. Θυμάμαι ότι βρήκα κατευθείαν τον Λάζαρο Βαρτάνη και του πρότεινα να συνεργαστούμε. Ήθελα να δεσμευτώ και να μην υπάρχει πισωγύρισμα. Βρήκα την πιο πιστή και ωραία παρέα για να γίνει η παράσταση αυτή. Από τη συγκινητική απλότητα και γενναιοδωρία της Έρης Ρίτσου, τους αφοσιωμένους συνεργάτες, τους γονείς και τους φίλους που μας στάθηκαν, τους τεχνικούς, ως τους υπέροχους, πιστούς και μεγαλόψυχους ηθοποιούς.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Οι Γειτονιές είναι δουλειά όλων μας, μαζί. Έφερε ο καθένας και η κάθε μια ό,τι καλύτερο και σπουδαιότερο είχε και σας το καταθέτουμε με αυτό το υπέροχο κείμενο του Ρίτσου.
Ένα βράδυ μετά την παράσταση ένας φίλος μου έγραψε ότι έκλαιγε από τα μέσα της παράστασης ασταμάτητα ως το μετρό. Έκλαιγε όχι από στεναχώρια και μαυρίλα αλλά από ανακούφιση, από χαρά, από τη δύναμη και την ελπίδα και το φως του κειμένου.
Πόσο σημαντικό είναι να κλαίει σήμερα ένας άνθρωπος στο δρόμο από χαρά και ανακούφιση. Μου απαντήθηκαν όλα τα ερωτήματα.
Τέσσερα χρόνια μετά, ακούγοντας το κείμενο ξανά και ξανά, σκέφτομαι ότι τελικά όλοι οι άνθρωποι μια μέρα πεθαίνουμε. Κάποιοι όμως δεν τελειώνουν την ιστορία τους εκεί. Γίνονται σύμβολα που οδηγούν, σκόνη που ενοχλεί, αέρας που φυσάει και χτυπάει τις πόρτες στις Γειτονιές του Κόσμου και μέσα μας.
Αφιερωμένη η παράσταση σε όλους αυτούς, σε όλες αυτές.