Σε ένα χωριό στα Πυρηναία, η μνήμη των διωγμών και των εκτελέσεων του εμφυλίου πολέμου είναι ακόμη νωπή. Ωστόσο η μαγευτική ομορφιά του τόπου, μιας γης που ευνοεί το φαντασιοκόπημα και την αφηγηματική υπερβολή, έχει μείνει απαράλλαχτη.
Μέσα σ’ αυτήν την οργιώδη φύση, κεραυνός χτυπά έναν αγρότη –στον οποίο αρέσει να περιπλανιέται στις βουνοπλαγιές σκαρώνοντας ποιήματα που απαγγέλλει φωναχτά– ενώ προσπαθεί να ελευθερώσει από το σύρμα του φράχτη το πόδι ενός από τα μοσχαράκια του. Οι κυράδες των βουνών και ολόκληρης της πλάσης μαζεύονται γύρω του κι αρχίζει να ξετυλίγεται η κόκκινη κλωστή της ανέμης ενός σαγηνευτικού παραμυθιού.
Η Irene Solà αφηγείται με πηγαία χαρά και μοναδική ευαισθησία τις σκληρές ιστορίες ανθρώπων ζωντανών, νεκρών και νεκροζώντανων, στοιχειών και ζώων, κρίκων μιας βιοαλυσίδας που θα κουμπώσει ένα ζεστό βράδυ με φεγγάρι στα ξύλινα σκαλάκια ενός σπιτιού, με τη συνάντηση μιας γυναίκας κι ενός άντρα που αγαπιούνται από παιδιά.
Απόσπασμα από το βιβλίο
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Τα σπόρια πετάνε σαν πεταλουδίτσες. Τα σπόρια είναι θυγατέρες, μανάδες και αδερφές, όλα μαζί. Κάθε σπόρι σαν πτώση. Σαν μάνα. Σαν σπέρμα. Σαν πεταλουδίτσα. Σπόρια που έχετε γνωρίσει όλους τους άντρες, όλους τους κεραυνούς και όλα τα αγριογούρουνα και τις κατσαρόλες και τα καλάθια και τα κουνέλια. Τα σπόρια κοιμούνται κάτω από τη σκοτεινή γη, την υγρή. Φυλάνε μέσα τους όλα τα ξυπνήματα. Όλους τους κυνόδοντες του αγριογούρουνου. Όλα τα χέρια της γυναίκας. Φυλάνε μέσα τους όλα τα καπέλα και τη σάρκα και τη μνήμη. Κοιμισμένα, κουλουριασμένα, κάτω από τη σκοτεινιά, αναζητούν μια αγκαλιά. Ανοίγοντας δρόμους και φτιάχνοντας ζωή και φτιάχνοντας μανιτάρια και αναμνήσεις. Η σκοτεινιά. Ναι, η σκοτεινιά σαν αγκαλιά. Απολαυστική, χωματένια, προστατευτική, θαλπερή, επικείμενη. Και η βροχή. Σαν πηγή. Θυμόμαστε τη βροχή. Τη θυμόμαστε εκεί στο βάθος της αρχής, στη σκοτεινιά της αρχής. Τη θυμόμαστε στο σκούρο καπέλο εκείνων που θα τη δεχτούν. Πριν. Μμμμμμ, της έλεγαν, Μμμμμμμ, και την έπιναν. Ύστερα. Η κρύα βροχή. Μμμμμμμ, λέγαμε, μμμμμμμμμ. Η βροχή. Η χλιαρή βροχή. Η βροχή που είναι ψιλή κι εκείνη που είναι βαρύτερη.
Το βιβλίο «Τραγουδώ εγώ και το βουνό χορεύει» αποτελεί μια ωδή στη δύναμη της φύσης: Ζώα, φαντάσματα, άνθρωποι, βουνά και σύννεφα μοιράζονται την αφήγηση διαμορφώνοντας ένα πρωτότυπο μυθιστόρημα που ισορροπεί ανάμεσα στον πεζό λόγο και την ποίηση.
Η Irene Solà ζωντανεύει τους καταλανικούς θρύλους και τον πολυφωνικό κόσμο γύρω μας, συνδυάζοντας τους άγριους ήχους των εποχών με τις ιστορίες που λέμε για να κατανοήσουμε την απώλεια και την αγάπη. Το βιβλίο τιμήθηκε με το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας 2020 και τα βραβεία Anagrama 2019, Núvol 2019 και Cálamo 2019.
Irene Solà
H Irene Solà (Ιρένε Σολά) γεννήθηκε στην Καταλονία το 1990. Είναι συγγραφέας, ποιήτρια και καλλιτέχνις. Τα ποιήματα και οι ταινίες μικρού μήκους της έχουν παρουσιαστεί στην γκαλερί Whitechapel του Λονδίνου, καθώς και στη Βαρκελώνη, το Σανταντέρ και τη Χιρόνα. Το βιβλίο της Τραγουδώ εγώ και το βουνό χορεύει (Ίκαρος, 2022), το πρώτο της που κυκλοφορεί στα ελληνικά, κέρδισε τέσσερα λογοτεχνικά βραβεία, συμπεριλαμβανομένου του Ευρωπαϊκού Βραβείου Λογοτεχνίας 2020· αναμένεται να μεταφραστεί σε περισσότερες από δεκαεπτά γλώσσες. Η θεατρική μεταφορά του βιβλίου πραγματοποιήθηκε το 2021 στην Καταλονία. Η Solà αρθρογραφεί τακτικά στην εφημερίδα La Vanguardia. Έχει συμμετάσχει ως writer-in-residence στο Alan Cheuse International Writers Center στο Πανεπιστήμιο George Mason της Βιρτζίνια και στο πρόγραμμα Writers Art Omi-Ledig House στη Νέα Υόρκη.