Η έκθεση που παρουσιάζει οΝικόλαος Τόπακας, «Το κατάστημα», εγκαινιάζεται την Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου.
Στην ενότητα αυτή έργων του ο καλλιτέχνης εμπνέεται από τον μαγικό κόσμο των μαγαζιών της πόλης. Οι διαφορετικές προσόψεις τους, τα χρώματα, οι φωτεινές επιγραφές αλλά και το προσωπικό και ο κόσμος που συχνάζει και τους δίνει ζωή, ενίοτε και τα εσωτερικά τους, του κεντρίζουν το ενδιαφέρον και τον ωθούν στο να τα αποτυπώσει με ζωντάνια και αμεσότητα στον καμβά του. Συνδυάζει ζωγραφικά τα έντονα φωτεινά χρώματα που συνδέονται περισσότερο με την παλέτα των Ποπ καλλιτεχνών, με την πιο κλασική αναπαραστατική απεικόνιση που έχει πηγή έμπνευσης στους σπουδαίους εκπροσώπους της γενιάς του ’30 και του ’60. Η απλότητα που χαρακτηρίζει τις ζωγραφικές του αφηγήσεις συνάδει με τις εικόνες – τα μέρη: κτήρια, καφενεία, bar, η αγορά, το χασάπικο, το ιχθυοπωλείο κλπ, όλ’ αυτά αποτελούν πηγή έμπνευσής του. Παρατηρεί και καταγράφει τα απλά αυτά καταστήματα που συναντά κανείς σε μια βόλτα του στην πόλη με ένα μαγικό ρεαλισμό που μοιάζει σαν να βγαίνουν από ταινία. Αποτυπώνει με τον χρωστήρα του τις βιτρίνες τους, την αρχιτεκτονική, τα χρώματα, τα σχήματα, τη ζωή την κίνηση που υπάρχει γύρω τους μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Τον ενδιαφέρει η καταγραφή του σήμερα, καθώς το κατάστημα δεν παραμένει πάντα με την ίδια πρόσοψη, αποτυπώνει λοιπόν τη δεδομένη χρονική στιγμή τον μικρόκοσμο αυτόν που δίνει την πνοή, την κίνηση, το στίγμα μιας πόλης και γίνεται το σημείο συνάντησης διαφορετικών ανθρώπων.
Ο ίδιος αναφέρει σε σχέση με αυτή τη σειρά έργων του: «Περιπλανήσεις. Στο χθες και το σήμερα. Στο παλιό και το καινούργιο. Στο παρελθόν και το μέλλον. Στη ζωή που προχωρά, αναδομείται, αλλάζει, τρέχει αλλά κρατά πάντα φυλαγμένο ένα κομμάτι από τη ζωή της παλιάς πόλης. Στην καρδιά, στο μυαλό αλλά και σε τοίχους, προσόψεις καταστημάτων και κτιρίων. Η δική μου βόλτα σε αυτά με οδηγεί στην Ομόνοια και το καφενείο “το Νέον” όπως είχε καταγράψει και ο Γιάννης Τσαρούχης. Τα κτίρια γύρω άλλα χαμηλά, να κρατούν με πάθος το άρωμα του τότε, και άλλα ψηλά – αγέρωχα να συμπορεύονται με την εξέλιξη και τον χρόνο. Επιγραφές με φως άλλες από πλαστικό άλλες από μέταλλο άλλες από ξύλο ή γυαλί. Όλες όμως με χρώμα. Αυτά κρατά το δικό μου μάτι. Το έντονο κόκκινο, το ιδιαίτερο πορτοκαλί, το ενθουσιώδες πράσινο, το αρχοντικό μπλε, το διακριτικό γκρι, το αθώο λευκό, το μελαγχολικό μαύρο.
Και οι άνθρωποι; Αυτοί γεμίζουν τον καμβά με συναίσθημα. Τους κοιτώ και βλέπω την ψυχή τους έντονα ζωγραφισμένη στο πρόσωπό τους ή άλλοι μου φαίνονται πιο διακριτικοί – μουντοί, σχεδόν ξεθωριασμένοι. Όλοι τους όμως απαραίτητοι και σημαντικοί στον πίνακά μου. Αυτό λοιπόν είναι το έργο μου.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Η ζωγραφική είναι μια περιπλάνηση του καλλιτέχνη στα βαθύτερα σημεία της ψυχής του, χρειάζεται αυτοσυγκέντρωση και όλο του το είναι. Αυτό είναι και για εμένα η ζωγραφική».
Περιπλανήσεις λοιπόν στο χθες και στο σήμερα. Στο παλιό και το καινούργιο. Στο παρελθόν και το μέλλον. Στη ζωή που προχωρά, αναδομείται, αλλάζει, τρέχει αλλά κρατά πάντα φυλαγμένο ένα κομμάτι από την ζωή της παλιάς πόλης. Στην καρδιά, στο μυαλό αλλά και σε τοίχους, προσόψεις καταστημάτων και κτιρίων.