Ο Νίκος Καναρέλης παρουσιάζει μία σειρά ζωγραφικών έργων και σχεδίων της περιόδου 2020-2024. Τα έργα εστιάζουν στην ακινησία του χρόνου και στην αποτύπωση του αόρατου και της στασιμότητας της στιγμής, ενώ παράληλλα ενασύρουν μνήμες και διευρύνουν την αντίληψή μας για τον χώρο, τον χρόνο και την Ιστορία.
***
-Η προηγούμενη ατομική σου έκθεση στο Μέγαρο Μουσικής το 2019 είχε ως κεντρικό θέμα το θυμό και συγκεκριμένα τα έργα εστίαζαν στις εκρήξεις θυμού μιας δεκαεξάχρονης έφηβης, με αποτέλεσμα να υπάρχει ένταση. Αντίθετα στη σημερινή σου έκθεση αποτυπώνεις την ακινησία του χρόνου. Δημιουργείς μία πιο ήρεμη κατάσταση. Και στις δύο ενότητες, ο άνθρωπος είναι σίγουρα στο κέντρο. Πώς όμως συνδέονται μεταξύ τους;
Η προηγούμενη έκθεση μου στο Μέγαρο Μουσικής το 2019 ήταν μια εξερεύνηση του θυμού, ιδιαίτερα μέσα από προσωπογραφίες μιας οργισμένης δεκαεξάχρονης έφηβης, αποτυπώνοντας εκρήξεις συναισθημάτων που προκαλούσαν προσωπική ένταση και κοινωνική ανησυχία. Αυτή η ενότητα εστίαζε στην αμεσότητα και τον αναβρασμό της συναισθηματικής κατάστασης.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Στη σημερινή έκθεση, ωστόσο, η προσοχή μου στρέφεται προς την ακινησία και και την έννοια του ρεμβάζω και το πώς αυτά μπορούν να αποτυπώσουν τον χρόνο που «σταματά» ή που βιώνεται με έναν διαφορετικό, μη γραμμικό τρόπο. Ο άνθρωπος παραμένει στο κέντρο, καθώς τα έργα μου λειτουργούν σαν «στιγμιότυπα» που αιχμαλωτίζουν την εσωτερική διάσταση, τη σιωπή, την απουσία και την αιωνιότητα που αναβλύζει μέσα από το διαρκές παρόν.
Οι δύο εκθέσεις συνδέονται μέσα από την κοινή μου αναζήτηση για την ανθρώπινη κατάσταση, το πώς δηλαδή η ζωγραφική μου μπορεί να διερευνήσει την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης φύσης. Ενώ στη μία ενότητα επικεντρώνομαι στις εκρήξεις θυμού ως δυναμικές εκφάνσεις, στην άλλη αναδεικνύω μια πιο ήσυχη, στοχαστική κατάσταση, προσπαθώντας να συλλάβω την ουσία της παρουσίας ακόμα και μέσα στην ακινησία.
-Στους πίνακες της έκθεσης «Τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται όταν ο χρόνος στέκεται ακίνητος» βλέπουμε ότι ζωγραφίζεις μόνο ένα άτομο χωρίς όμως να βλέπουμε το πρόσωπό του. Μόνο στην περίπτωση του έργου με το φάντασμα, ζωγραφίζεις τη φιγούρα από το κεφάλι, αλλά και πάλι δεν βλέπουμε το πρόσωπο. Μπορούμε να το φανταστούμε όπως και στις άλλες περιπτώσεις των έργων της ενότητας. Γιατί σε ενδιαφέρει αυτή η προσέγγιση; Τι σημαίνει για σένα το πρόσωπο του ανθρώπου; Και γιατί δεν θέλεις να το φανερώσεις;
Δε συμβαίνει γενικά αυτό, δηλαδή υπάρχουν έργα σε αυτήν την ενότητα που έχει ζωγραφιστεί και το κεφάλι αλλά η απουσία του προσώπου στα όποια έργα μου δεν είναι τυχαία αλλά μια συνειδητή επιλογή που συνδέεται με τη γενικότερη καλλιτεχνική μου προσέγγιση και φιλοσοφία. Για μένα, το πρόσωπο του ανθρώπου δεν είναι μόνο τα φυσικά χαρακτηριστικά ή η έκφραση των συναισθημάτων, αλλά κάτι πολύ βαθύτερο. Πρόκειται για έναν συμβολικό τόπο, έναν χώρο ενδοσκόπησης και αυτογνωσίας, καθώς και ένα σημείο που λειτουργεί ως αντανάκλαση του άρρητου, του άφατου. Το να μην αποκαλύπτω τα πρόσωπα σημαίνει ότι προσφέρω στους θεατές μια ανοιχτή κατάσταση για τη φαντασία τους, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να προβάλουν τα δικά τους βιώματα και συναισθήματα στις εικόνες αυτές.
Αυτή η απόκρυψη δημιουργεί μια αίσθηση απουσίας, που θεωρώ πως έχει μεγαλύτερη δύναμη από την παρουσία του ίδιου του προσώπου. Όταν ένα πρόσωπο μένει κρυφό ή αποσπασματικό, οι θεατές δεν μπορούν να εστιάσουν σε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Αντίθετα, τους καλώ να ανακαλύψουν τις αφανείς όψεις της εικόνας και του ανθρώπινου ψυχισμού, μετατρέποντας το έργο μου σε έναν «ενδιάμεσο χώρο» μετάβασης μεταξύ της πραγματικότητας και της φαντασίας.
Το πρόσωπο, λοιπόν, λειτουργεί σε μια εικαστική γλώσσα που ενσωματώνει τόσο την ατομικότητα όσο και τη συλλογική εμπειρία. Επιλέγω να αναπαριστώ ανθρώπινες μορφές, κάποιες φορές, χωρίς πρόσωπα ή με το πρόσωπο στραμμένο, γιατί έτσι τονίζω την καθολικότητα των συναισθημάτων και των εμπειριών, επιτρέποντας στους παρατηρητές να ταυτιστούν με τη φιγούρα ανεξαρτήτως ταυτότητας. Αυτή η πρακτική δημιουργεί, επίσης, ένα πλαίσιο ανοιχτής ερμηνείας, όπου οι θεατές γίνονται συνδημιουργοί της ιστορίας, προσδίδοντας δικά τους νοήματα και συναισθήματα στο έργο.
Η επιλογή να μην αποκαλύπτω τα πρόσωπα, λοιπόν, δεν είναι απλώς μια αισθητική προσέγγιση αλλά και μια υπαρξιακή στάση. Θέλω να παρακινήσω τον θεατή να επανεξετάσει τη θέση του στον κόσμο και να βιώσει την εικόνα όχι ως μια πλήρη αφήγηση, αλλά ως ένα ανοιχτό πεδίο όπου η απουσία γίνεται παρουσία. Οι φιγούρες μου μιλούν σιωπηλά για το τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος σε έναν αβέβαιο και αποσπασματικό κόσμο, υπενθυμίζοντας ότι το ορατό συνδέεται άρρηκτα με το αόρατο, ότι κάθε παρόν ενέχει το παρελθόν και το μέλλον του.
-Όπως αναφέρθηκα και παραπάνω τοποθετείς τον άνθρωπο στο κέντρο των έργων σου. Γιατί όμως επιλέγεις να υπονοείς την παρουσία του μέσω της απουσίας του είτε «κρύβοντας» τα πρόσωπα είτε με την κυριολεκτική απουσία τους από το κρεβάτι;
Η απουσία της ανθρώπινης μορφής στα έργα μου «κρύβοντας» τα πρόσωπα, είναι ένας τρόπος να αποδώσω την ανθρώπινη παρουσία με έναν υπαινικτικό και πολυσήμαντο τρόπο. Αυτό που λείπει, που δεν είναι παρόν, αποκτά το δικό του βάρος και νόημα, προκαλώντας τον θεατή να συμπληρώσει την ιστορία με τη φαντασία του και να στοχαστεί πάνω στην ανθρώπινη εμπειρία, την ανάμνηση, ακόμα και την απώλεια. Η αίσθηση της απουσίας δημιουργεί έναν χώρο όπου η φαντασία, η μνήμη και η προσμονή αναλαμβάνουν ρόλο, καλώντας τον θεατή σε μια πιο εσωτερική και βιωματική σχέση με το έργο.
-Στα έργα αυτής της ενότητας, υπάρχει ένας υπαινιγμός στον ύπνο ή σε μία συναφή κατάσταση ύπνωσης, ονειροπόλησης ή λήθαργου. Ο ύπνος, όπως πολύ σωστά η Αλεξάνδρα Κοροξενίδη επισημαίνει στο κείμενό της, αποτελεί τον τόπο απελευθέρωσης της φαντασίας. Στα έργα σου όμως δεν βλέπουμε ονειρικές συνθήκες. Αντίθετα, είναι πολύ πιο κοντά στην πραγματικότητα.
Η νέα ενότητα έργων μου προσεγγίζει έννοιες που συνδέονται με τον ύπνο και τη φαντασία, χωρίς όμως να προβάλλει μία ονειρική πραγματικότητα. Αντί να «δραπετεύουν» στο φαντασιακό, οι εικόνες παραμένουν κοντά στον ορατό κόσμο, αν και αναδύουν μια αίσθηση διαρκούς αναμονής και λανθάνουσας κίνησης. Αυτή η στατικότητα δεν είναι αδρανής, αλλά δημιουργεί έναν διάλογο μεταξύ του αθέατου και του ορατού. Στην ακινησία των έργων, η φαντασία αιωρείται σε μια κατάσταση μεταξύ ύπνωσης και εγρήγορσης.
Για μένα, κάθε πίνακας είναι ένα κατώφλι μεταξύ παρουσίας και απουσίας, όπου ο θεατής ενθαρρύνεται να «δει» το αθέατο, να νιώσει την παρουσία του απουσιάζοντος. Σε καταστάσεις ύπνωσης, όπως στην τέχνη, συχνά διασταυρώνονται η επιθυμία, ο έρωτας και ο θάνατος, στοιχεία που συνυφαίνονται στο έργο. Ο ύπνος, όπως τον περιγράφει η Κοροξενίδη, είναι ο τόπος απελευθέρωσης της φαντασίας. Παρόλα αυτά, η δική μου φαντασία μένει σιωπηλή, πιο κοντά στην πραγματικότητα, παρά στο απόκοσμο και το υπερβατικό.
Η στατικότητα των μορφών, οι λεπτές παραλλαγές και η επαναληπτικότητα σε ορισμένες εικόνες, όπως στα δίπτυχα, δημιουργούν ερωτήματα για τον θεατή και μια αίσθηση απορίας. Κάθε εικόνα αποτελεί και ένα συμβολικό σημείο διαλόγου μεταξύ παρελθόντος και παρόντος, όπως φαίνεται στη χρήση του χώρου και του χρόνου στον πίνακα «Ένας μη Ιστορικός άνθρωπος».
Όλα αυτά τα στοιχεία, η επανάληψη, η ακινησία, η υπονοούμενη εγγύτητα του θεατή με τον εαυτό του μέσα από την εικόνα, συνιστούν μια κατάσταση υπαινιγμού και αναμονής, σαν να βρίσκεται κάποιος στα όρια μεταξύ ύπνου και ξύπνου, σε έναν χώρο που παραμένει συνεχώς ανοιχτός σε ερμηνείες και νέες αναγνώσεις
-Επίσης ο ύπνος συνδέεται με τον θάνατο.
Σε φιλοσοφικό και μυθολογικό επίπεδο, ο ύπνος έχει συσχετιστεί με τον θάνατο. Στην αρχαία ελληνική μυθολογία, ο Ύπνος και ο Θάνατος ήταν δίδυμα αδέλφια, παιδιά της Νύχτας. Αυτή η σύνδεση υπογραμμίζει τη μεταβατική φύση του ύπνου ως «μικρό θάνατο».
Ο ύπνος, είναι άμεσα συνδεδεμένος με την έννοια του θανάτου, αλλά με έναν τρόπο που υπαινίσσεται την αλληλοπεριχώρηση της ζωής, της απουσίας και της μνήμης. Γίνεται μία κατάσταση «ύπνωσης», στην οποία το υποκείμενο βρίσκεται μεταξύ της ζωής και μιας συναισθηματικής «λήθης». Αυτή η κατάσταση συσχετίζεται με την αναζήτηση και την επιθυμία του υποκειμένου να βρει την ένωση με το απόκρυφο ή το ανείπωτο. Ο ύπνος γίνεται έτσι το σημείο στο οποίο συναντώνται η επιθυμία, ο έρωτας και ο θάνατος.
-Στο κείμενο της έκθεσης υπάρχει αναφορά στη σχέση του σώματος με τον χώρο. Σε πολλά από τα έργα σου όμως δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε τον χώρο. Μπορείς να μας μιλήσεις για αυτή την σύνδεση;
Η ζωγραφική μου αναδεικνύει έναν χώρο που είναι απροσδιόριστος και άχρονος. Για μένα, η ζωγραφική δεν ορίζει συγκεκριμένα τοποθετημένο περιβάλλον, καθώς πιστεύω ότι οι εικόνες είναι συνθέσεις που αντανακλούν την εσωτερικότητα και τις αφανείς πτυχές των πραγμάτων. Έτσι, το σώμα υπάρχει σε έναν μεταβατικό, σχεδόν τελετουργικό χώρο, που περισσότερο εγείρει ερωτήματα παρά προσδιορίζει και εξηγεί.
-Επίσης βρήκα πολύ ενδιαφέρον το γεγονός ότι πολύ συχνά αφετηρία των ζωγραφικών σου έργων αποτελεί η επιτέλεση που διενεργείς στο εργαστήριο σου καλώντας τα μοντέλα σου να αυτοσχεδιάσουν πάνω σε μια συγκεκριμένη συναισθηματική κατάσταση. Στην προηγούμενη ενότητα σου με το θυμό είναι ξεκάθαρη αυτή η προσέγγιση. Σε αυτή τη νέα ενότητα, ακολούθησες αυτή την επιτέλεση, και αν ναι, σε ποια συναισθηματική διαδικασία έβαλες τα μοντέλα σου;
Στην τρέχουσα ενότητα της δουλειάς μου, συνέχισα να εφαρμόζω την επιτέλεση ως αφετηρία, καλώντας τα μοντέλα μου αυτοσχεδιάσουν μέσα σε ένα πλαίσιο που όριζα. Σε αντίθεση με την ενότητα που εστίαζε στον θυμό, αυτή τη φορά κατεύθυνα τα μοντέλα σε μια πιο λεπτή και αδιόρατη συναισθηματική διαδικασία, βασισμένη στη σιωπή, την ακινησία και την προσμονή.
Τα έργα μου εξερευνούν αυτό που θα μπορούσε να περιγραφεί ως μια μετέωρη κατάσταση, ένα «κατώφλι» μεταξύ παρουσίας και απουσίας. Μέσα από την προσέγγιση αυτή, επιδίωξα να δημιουργήσω εικόνες που θυμίζουν στιγμές παγωμένες στον χρόνο, σαν μια στιγμή που ξεφεύγει από τη γραμμική ροή και διαστέλλεται, αποκαλύπτοντας την αίσθηση του αέναου. Αυτή η «στατική κίνηση» προσφέρει μια ιδέα ενός διαρκούς παρόντος, στο οποίο το παρελθόν και το μέλλον διαπλέκονται και αναδιαμορφώνουν την αίσθηση του «τώρα».
Η ζωγραφική δεν λειτουργεί μόνο ως αναπαράσταση μιας εξωτερικής πραγματικότητας, αλλά ως ένα μέσο για να φανερώσει όψεις του εσωτερικού κόσμου, των αναμνήσεων και των λανθάνουσων αισθήσεων.
Η τελετουργία της επιτέλεσης αυτής της νέας ενότητας επιτρέπει στα μοντέλα να αγγίξουν αυτή τη συναισθηματική πολυσημία και ανοιχτότητα σε πολλαπλές ερμηνείες, που αποτελεί στοιχείο της τέχνης μου. Στόχος μου είναι να δημιουργήσω «τελετουργικές εικόνες», εικόνες δηλαδή που προσκαλούν τον θεατή να εμπλακεί βαθύτερα, να νιώσει τη σιωπηλή ένταση και να φανταστεί το υπολανθάνον υπόβαθρο κάθε στιγμής. Το έργο δεν μένει στον καμβά αλλά επεκτείνεται στην αντίληψη και την εμπειρία του θεατή, προκαλώντας τον να συμπληρώσει τα κενά με τις δικές του συναισθηματικές αντιδράσεις.
-Είναι εύκολο τελικά η κίνηση και η επανάληψη να χωρέσει σε μία στιγμή ακινησίας, ταυτόχρονα άχρονη και μαγική;
Νομίζω ότι επιδιώκω να δημιουργήσω αυτό το συναίσθημα, όπου η ακινησία δεν είναι μια απλή παύση, αλλά ένα πεδίο γεμάτο δυνατότητες και εντάσεις. Μέσα από τα έργα μου, η ακινησία γίνεται η σκηνή όπου ο χρόνος διαστέλλεται και διαφορετικές χρονικότητες συγκλίνουν σε ένα διαρκές παρόν. Η κίνηση δεν υπάρχει μόνο σαν οπτική αναπαράσταση αλλά και σαν ενέργεια που πάλλεται στην ίδια τη στιγμή, ενσωματώνοντας και την ανάμνηση του παρελθόντος και τη δυνατότητα του μέλλοντος. Σαν σε τελετουργία, κάνοντας την εικόνα ένα πεδίο στοχασμού, όπου η στασιμότητα αποκτά μια άλλη διάσταση, γεμάτη ζωή.
-Πιστεύεις ότι η ζωγραφική ακόμα και σήμερα αποτελεί δυναμικό παράγοντα της Ιστορίας;
Ναι, η ζωγραφική εξακολουθεί να αποτελεί δυναμικό παράγοντα της Ιστορίας, και κατ’ επέκταση της κοινωνίας μας, καθώς δεν είναι μόνο ένα μέσο καλλιτεχνικής έκφρασης, αλλά και ένα εργαλείο που αντικατοπτρίζει, επηρεάζει και διαμορφώνει την κοινωνική και πολιτική συνείδηση. Οι σύγχρονοι καλλιτέχνες συχνά θίγουν θέματα κοινωνικής δικαιοσύνης, πολιτικής διαμαρτυρίας και ταυτότητας, ενώ παράλληλα επανερμηνεύουν ιστορικά γεγονότα και πολιτισμικές κληρονομιές. Η ζωγραφική, μέσα από τα σύμβολα και τις εικόνες που δημιουργεί, επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο κατανοούμε τον κόσμο και τη θέση μας σε αυτόν, καθιστώντας την ουσιώδη παράγοντα στη διαμόρφωση της Ιστορίας και του πολιτισμού ακόμα και στις μέρες μας.
Η ζωγραφική για μένα είναι ένας ζωντανός διάλογος με την Ιστορία, ένας τρόπος να συνδεθώ με τις βαθύτερες ρίζες της ανθρώπινης εμπειρίας και να εκφράσω τις ανησυχίες, τις ελπίδες και τις δυσκολίες της κοινωνίας μας. Κάθε φορά που στέκομαι μπροστά σε έναν καμβά προσπαθώ να συνδέσω το τώρα με το τότε, να φέρω κοντά το ορατό με το αόρατο, να αναμείξω την πραγματικότητα με το φανταστικό.
Μέσα από τη ζωγραφική, μπορώ να επανεξετάσω τις σχέσεις μας με τον ίδιο μας τον εαυτό. Είναι ένα ανοιχτό, ζωντανό αρχείο που κουβαλά το παρελθόν, το παρόν και τις προσδοκίες για το μέλλον μας.
Διαβάστε επίσης:
Νίκος Καναρέλης – Nothing as it seems when time stands still: Έκθεση στην Batagianni Gallery