Ο σκηνοθέτης και συγγραφέας Νίκος Παναγιωτόπουλος μας μιλά για το «Τίποτα» που βιώνει ο ηλικιωμένος ήρωάς του, ο κοσμοπολίτης ζωγράφος Ζ., όχι μόνο ως απάντηση στον απολογισμό αλλά και ως κίνητρο για δημιουργία και ζωή, βρίσκει αγεφύρωτο το χάσμα μεταξύ τέχνης και πολιτικής και αναμένει την προβολή στις αίθουσες της νέας του ταινίας «Η κόρη του Ρέμπραντ».

Συνέντευξη: Πηνελόπη Πετράκου

Culturenow. gr: Ο Ζ. βιώνει έντονα τη διαλεκτική σχέση με τον εαυτό του. Αυτό συμβαίνει κυρίως λόγω ηλικίας ή λόγω ιδιοσυγκρασίας;


Νίκος Παναγιωτόπουλος: Συνήθως οι απολογισμοί γίνονται πάντα στο τέλος. Όταν είναι ήδη πολύ αργά. Επί πλέον, στην περίπτωση του Ζ. είναι μια επίπονη διαδικασία  που προσπαθεί να αποφύγει χωρίς επιτυχία. Αυτό συμβαίνει στην καρδιά μιας κρίσης που βιώνει ξαφνικά και είναι απροετοίμαστος να αντιμετωπίσει. Αντίθετα, δεν είναι στον χαρακτήρα του οι επιστροφές στο παρελθόν και οι αυτοαναλύσεις. Είναι κάποιος «ελαφρύς» που θα ήθελε να ζει σαν φτερό στον άνεμο.

Cult. N.: Λέτε για τον Ζ: «Αν ήταν αδιάλλακτος στις ιδέες του το έκανε από ιδιοτροπία παρά από πίστη»· αυτή είναι μια απόλυτα ηθική στάση. Έχει κόστος;


Ν. Π.: Μετά τον θάνατο του Θεού, που οι αλήθειες σταμάτησαν να πέφτουν από τον ουρανό, κάπως έπρεπε να εγκατασταθεί ένα σύστημα αξιών για να γίνει δυνατή η συνέχιση της Ζωής. Ο Ζ. αποφασίζει να πιστεύει στις αλήθειες που ανακαλύπτει μόνος του. Το κόστος είναι ότι δεν μπορεί να φορτώσει τα λάθη του και τις συνέπειες σε κανέναν άλλον.

Cult. N.: Ποια είναι η σχέση σας με τα όνειρα;


Ν. Π.: Δεν μου αρέσει να ονειρεύομαι ούτε κοιμισμένος, ούτε ξύπνιος. Αν κι ένα από τα ωραιότερα βιβλία που έχω διαβάσει είναι  Η ερμηνεία των ονείρων του Φρόυντ. Το ενδιαφέρον κατά τη γνώμη μου, στην ανάλυση του Φρόυντ, βρίσκεται στα κόλπα και στα παιχνίδια που μας παίζουν τα όνειρα για να μας ξεγελάσουν.

Cult. N.: Γνωρίζουμε πως έχετε ζήσει στο Παρίσι. Θα θέλατε να διαλέξετε και να μας πείτε κάτι που σας ευχαρίστησε και κάτι που σας δυσαρέστησε ή σας έφερε σε δύσκολη θέση όσο ήσασταν εκεί;


Ν. Π.: Μου έλειπε η Ελλάδα. Τα Καλοκαίρια. Τα οικεία μου πρόσωπα. Να κάτι που με δυσαρεστούσε. Αυτό όμως που με ευχαριστούσε, σ’ όλες τις δύσκολες στιγμές, είναι ότι σε αντίθεση με τους Γάλλους που δεν μπορούσαν να γυρίσουν πουθενά, εγώ είχα τη δυνατότητα να γυρίσω στην πατρίδα μου. Ο Καμύ λέει κάπου πολύ εύστοχα: «Oι κοσμοπολίτες στις δύσκολες στιγμές θυμούνται την πατρίδα τους».

Cult. N.: Πώς πιστεύετε ότι αντιμετώπισαν την Τέχνη οι πολιτικοί στην Ελλάδα;


Ν. Π.: Δεν εκτιμώ τους πολιτικούς. Είναι λαϊκιστές. Η τέχνη από τη φύση της είναι αριστοκρατική. Το χάσμα είναι αγεφύρωτο.

Cult. N.: Από σημείο του βιβλίου: «Οι είρωνες δεν είναι κατάλληλοι για καλλιτέχνες». Η θρησκευτική προσήλωση που βάζετε στον αντίποδα έχει να κάνει με την ταπεινότητα; Ποιος φοβάται περισσότερο, ο ευλαβής ή ο είρων;


Ν. Π.: Χρειάζεται μια πίστη  για να χτίσεις κάτι και μια μεγάλη πίστη για να χτίσεις κάτι μεγάλο. Η διαύγεια που απορρέει από την ειρωνεία ή η ειρωνεία που απορρέει από τη διαύγεια είναι πάντα στείρα στο βάθος, αφού δεν παίρνει στα σοβαρά ούτε τον εαυτό της. Δικαίως ο Πούσκιν έλεγε ότι «οι ποιητές πρέπει να είναι και λιγάκι χαζούληδες».

Cult. N.: Ποια η είναι η τελευταία πιο ωραία ταινία που είδατε;


Ν. Π.: Έχω πολύ καιρό να πάω στον κινηματογράφο. Τον τελευταίο χρόνο με απασχόλησε η ταινία που γύρισα. Θα βγει στους κινηματογράφους το φθινόπωρο και έχει τίτλο: «Η κόρη του Ρέμπραντ». Το διάστημα που γυρίζω μια ταινία αποφεύγω να πηγαίνω στον κινηματογράφο.

Cult. N.: Το «Ζ» έχει σχέση με τη ζωή;


Ν. Π.: Το Ζ. είναι το αρχικό γράμμα της λέξης ζωγράφος. Είναι όμως και το αρχικό γράμμα της λέξης ζωή, όπως πολύ εύστοχα αφήνετε να εννοηθεί. Πράγματι, αυτό το βιβλίο παρ’ όλο που αναφέρεται στα γηρατειά είναι ένας ύμνος στη νεότητα. Είναι περίεργο πως ένα θέμα τόσο απόν, κάνει τόσο έντονη την παρουσία του σε κάθε σελίδα.

Το βιβλίο του Νίκου Παναγιωτόπουλου, με τίτλο Τίποτα, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Τόπος.