Ως τις 12 Ιουνίου ο «κόσμος των γηπέδων» και οι πολλαπλές παράμετροι του, αγαπημένο θέμα του Νίκου Παπαδημητρίου, ζωντανεύουν μέσα από διάφορες εικόνες και αναφορές, μέσα και υλικά. Σύμφωνα με τον ιστορικό της τέχνης Γιάννη Μπόλη: «στις συνθέσεις του Παπαδημητρίου, η υψηλή ιδέα συνυπάρχει με την εξαιρετική τεχνική πραγμάτωση και απόδοσή της. Στην προέκταση των βιωμάτων, της πραγματικότητας και της ατομικής και συλλογικής μνήμης, ο κόσμος του δημιουργού αναδύεται αμφίσημος και ανοιχτός σε προσεγγίσεις, συνδέσεις και ερμηνείες. Ένας κόσμος όπου οι ιδεολογικές, οικονομικές, εθνικιστικές ή θρησκευτικές εντάσεις δημιουργούν αδιαπέραστες διαχωριστικές γραμμές, εγκλωβίζουν τον άνθρωπο, εγκαθιστούν, με τον πιο κυνικό και αμείλικτο τρόπο, το «κράτος» του φόβου και της απειλής».
Έργα με διάφορες κλίμακες επιτυγχάνουν ένα δυνατό σχόλιο για τις τεράστιες διαστάσεις της φυσικής και ψυχολογικής βίας των ανθρώπινων κοινωνιών. Περνάμε νοητικά από έναν μικρόκοσμο, σχεδόν σαν αυτόν του αθώου κόσμου των παιδικών παιχνιδιών, στην σκληρότητα του αληθινού κόσμου.
-Ο τίτλος της έκθεσης σου είναι The end of the game. Από πού προήλθε η έμπνευση για τον τίτλο αυτό;
Ο τίτλος της ατομικής μου έκθεσης, The end of the game (Το τέλος του παιχνιδιού), προέρχεται από το ομότιτλο βιβλίο (2007) του φωτογράφου, Peter Beard, το οποίο καταγράφει συγκλονιστικά το ανελέητο κυνήγι και τη σφαγή του αφρικανικού ελέφαντα. Η ανθρώπινη απληστία, ή έλλειψη σεβασμού προς τα άλλα είδη, η στέρηση του δικαιώματος των άγριων ζώων να υπάρχουν στον πλανήτη μας γιατί έτσι το αποφάσισε ένα πρωτεύον είδος, είναι κάτι εξοργιστικό. Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για τον σύγχρονο άνθρωπο (sapiens) μετά από τα άπειρα επιτεύγματά του -κυρίως τεχνολογικά- και φέρει τεράστια και αποκλειστική ευθύνη για την εξαφάνιση ειδών όπως ο λευκός ρινόκερος για παράδειγμα που παρουσιάζω σε μικρή κλίμακα με τερακότα στον υπόγειο χώρο της έκθεσης. Αυτό αφορά τον άνθρωπο με το περιβάλλον και την ανταγωνιστική σχέση που ανέπτυξε με άλλες μορφές ζωής στο σημείο να τις εξαφανίζει. Όμως υπάρχει κ η ανταγωνιστική σχέση μεταξύ του είδους μας που απεικονίζεται μέσω των αγώνων ή των παιχνιδιών σε κατ’ εικόνα “ευγενή” περιβάλλοντα όπως τα γήπεδα.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
-Τα τελευταία χρόνια σε απασχολεί το θέμα της βίας σε όλες τις εκφάνσεις της. Πότε ξεκίνησε αυτό το ενδιαφέρον και με ποιά αφορμή;
Το 2007 παρουσίασα την γκαλερί ΑΔ στου Ψυρρή την έκθεση με τίτλο “Gallery Trophy”. Το τρόπαιο μια κεφαλή αγριόχοιρου συμβόλιζε για μένα τον ίδιο τον καλλιτέχνη. Μετέτρεψα την γκαλερί σε γήπεδο τένις θέλοντας να σχολιάσω τον ανταγωνισμό που επικρατεί στον «ευγενή» χώρο του πολιτισμού, τους καλλιτέχνες στάρ, την κούρσα της αγοράς και του χρηματιστηρίου στο εικαστικό γίγνεσθαι. Στην εξέλιξή της η δουλειά με πήγε το 2009 στην έκθεση “Glorious Days” όπου ζωγραφίζω εικόνες από χαρακτικά του Γκόγια επάνω σε τεμαχισμένους τάπητες της προηγούμενης εγκατάστασης με το γήπεδο τένις. Εκεί υπάρχει η ανθρώπινη ανταγωνιστική φύση σε άμεση συνάρτηση με τη βία ως μέθοδο. Παρουσιάζω στην ίδια έκθεση και το γλυπτό “headless horseman” όπου ένας καβαλάρης μεσαιωνικής εποχής κρατάει στο χέρι το κεφάλι του και από την άλλη πλευρά κρατάει ένα λάβαρο στο οποίο αναγράφεται η φράση «τιμή και δόξα». Προφανώς υπάρχει έντονο το σαρκαστικό στοιχείο στη δουλειά μου και το φέρουν ξεκάθαρα οι τίτλοι τόσο των έργων όσο και των εκθέσεών μου. Με το συγκεκριμένο έργο ήθελα να υπογραμμίσω το αδιέξοδο της βίας, την αυτοακύρωση και την αυτοκαταστροφή που συντελείται όταν επιλέγουμε τη βία ως δρόμο.
-Βρίσκω ενδιαφέρουσα την αντιπαραβολή ανάμεσα στον «κόσμο των γηπέδων» που αντιπροσωπεύεται από τις μπάλες του μπάσκετ, τις πίστες και τα αυτοκίνητα της Formula 1 και τον «κόσμο της ζούγκλας» που ζωντανεύει μέσα από τα γλυπτά σου στον κάτω χώρο της γκαλερί. Πόσο διαφορετικοί ή παρόμοιοι είναι στην πραγματικότητα αυτοί οι δύο κόσμοι;
Σε πρώτη ανάγνωση είναι πραγματικά εντελώς διαφορετικοί κόσμοι. Υπάρχει όμως ένας κοινός άξονας που συνδέει για μένα αυτά τα δυο πεδία. Είναι ο άξονας γύρω από τον οποίο περιστρέφετε το καλλιτεχνικό μου έργο τα τελευταία 15 χρόνια. Η ανθρώπινη ανταγωνιστική φύση, η ανάγκη για επικράτηση και κυριαρχία, η ανάγκη για επιβολή, η ανάγκη να υπάρχει νικητής και ηττημένος. Αυτή η ανάγκη αποτυπώνεται μέσα από τις ανακαλύψεις παιχνιδιών που επινοεί ο άνθρωπος, αγώνες σε στίβους, σε γήπεδα και σε πίστες. Το ζήτημα όμως ξεφεύγει και πέρα από το είδος του. Περνά και στη σχέση του ανθρώπου με τη φύση και τα άλλα είδη. Κατάφερε να εξαφανίσει πολλά αυτά και οδηγεί τον πλανήτη με τις παρεμβάσεις του ως κυρίαρχο είδος στην καταστροφή.
-Υπάρχει κάποιος λόγος που έδωσες τον τίτλο Blind animal στον γορίλλα από τερακότα, ενώ στα υπόλοιπα γλυπτά, τον ελέφαντα και τον ρινόκερο, οι τίτλοι αντιστοιχούν στο είδος τους; Πρόκειται για κάποια παραπομπή στη φύση του ανθρώπου;
Ακριβώς αυτή είναι η παραπομπή. Ο sapiens που παρά την εξέλιξή του δεν μπορεί να δει μπροστά του. Παραμένει ζώο περπατώντας στα τέσσερα και μάλιστα όχι ιδιαίτερα προικισμένο μιας και τα μαλλιά που πέφτουν στα μάτια του κρύβουν το οπτικό του πεδίο.
-Ενώ η έκθεση πραγματεύεται την έννοια της βίας, η αισθητική εντύπωση της δεν παρουσιάζει καμία σχέση με επιθετικότητα, αντιθέτως εξυπηρετεί μια διανοητική πρόσληψη. Αποτελεί αυτό το αποτέλεσμα συνειδητή επιδίωξή σου;
Δεν ξέρω πόσο συνειδητά φτιάχνουμε πάντα τις εικόνες μας. Πολλές φορές το ένστικτο και η ασυναίσθητη επιλογή υπάρχουν για να μας θυμίζουν την πέρα από τον ορθολογισμό κατάσταση. Την επαφή με τον εσωτερικό εαυτό μας που προτρέχει και επιλέγει πριν το νου. Βέβαια ανήκω στην κατηγορία καλλιτεχνών που σκέφτομαι και ξέρω το έργο πριν την εκτέλεση με αποτέλεσμα να χάνω από την αγωνία και την έκπληξη του αποτελέσματος αλλά συνειδητά έχω επιλέξει αυτή την οδό. Έχω σκεφτεί πολλές φορές αυτό το ζήτημα του αισθητικού αποτελέσματος σε σχέση με το θέμα που πραγματεύομαι. Η αισθητική του σοκ δεν με ενδιέφερε ποτέ ως τώρα σαν πρακτική στη δουλειά μου. Ακόμα και όταν κρεμάω την κεφαλή του αγριόχοιρου στον τοίχο της ΑΔ στο gallery trophy δεν περνάει από το μυαλό μου το σφάγιο. Υπάρχει η εικόνα – σύμβολο περισσότερο. Την κατασκευάζω με χειρουργικό τρόπο, με εμμονή στη λεπτομέρεια σεβόμενος απόλυτα αυτό που αναπαριστά το γλυπτό αλλά δεν πάω στο κρεοπωλείο να πάρω ένα σφαχτό και να το καρφώσω στην γκαλερί. Για παράδειγμα στο έργο που υπάρχει στην τρέχουσα έκθεση “The End of The Game” υπό τον τίτλο “Spectator” (παρατηρητής) σχολιάζει ένα τρομακτικά βίαιο περιστατικό βγαλμένο από αλλοτινές εποχές βαρβαρότητας σε ένα γήπεδο της Βραζιλίας. Οι οπαδοί μιας ομάδας τεμαχίζουν τον διαιτητή και τοποθετούν το κεφάλι του στο κέντρο του γηπέδου σε ένα πάσσαλο. Ο ορισμός της βίας και του κανιβαλισμού. Αυτό που αποπνέει το έργο είναι μια ηρεμία μέσα από ένα άδειο γήπεδο ποδοσφαίρου. Η πληροφορία – κείμενο χαράζεται στο πίσω μέρος των κερκίδων όπως στα μνημεία. Μπορεί να είναι και ένα μνημείο περί του τέλους της αθώας και αφελής προσέγγισης του «ευ αγωνίζεσθαι».
-Υπάρχει κάποιος συνήθης τρόπος ανάπτυξης της καλλιτεχνικής διαδικασίας που ακολουθείς; Ξεκινάς από την γενική ιδέα και την εκφράζεις μέσα από τα έργα σου ή το αντίστροφο;
Ξεκινάω από την ιδέα πάντα. Αυτή είναι η συνήθης πρακτική που ακολουθώ στα έργα μου. Μια περίοδο που είχαμε κοινό studio με ένα φίλο και συνάδελφο ζωγράφο κάναμε άπειρες κουβέντες σχετικά με αυτό. Εκείνος ξεκίναγε μη ξέροντας που θα καταλήξει η εικόνα που δούλευε ενώ εγώ απλά εκτελούσα την ιδέα που από πριν είχα αποφασίσει. Είναι λιγότερο γοητευτικό αυτό σαν διαδρομή σίγουρα αλλά αυτή την οδό επέλεξα σαν πιο εγκεφαλικός μάλλον.
-Για την υλοποίηση των έργων σου χρησιμοποιείς πολλαπλά και διαφορετικά μέσα και υλικά (ζωγραφική, γλυπτά, χαρακτική, κατασκευές). Υπάρχουν συγκεκριμένα κριτήρια που σε οδηγούν στις εκάστοτε επιλογές;
Η αποψή μου και το υποστηρίζω όσο πιο έντονα μπορώ και σε κάθε ευκαιρία, είναι να χρησιμοποιείς το υλικό ή το μέσο που εξυπηρετεί καλύτερα την επίτευξη του στόχου σου. Ως στόχο θέτω το εκάστοτε εννοιολογικό περιεχόμενο του εκάστοτε project. Είμαι κάθετα αντίθετος στην συντηρητική και χωρίς ενδιαφέρον κατά την άποψή μου στάση μιας συντεχνιακής καταγωγής που κρατάει ακόμα στις μέρες μας ειδικά σε κάποιες σχολές Καλών Τεχνών. Μα το 2021 δεν είναι δυνατόν να υποστηρίζει κανείς την μονοδιάστατη έρευνα και μιλάω ακόμα και σε επίπεδο μέσων. Βρίσκω άκυρο ακόμα και τον διαχωρισμό των εργαστηρίων σε ζωγράφους, γλύπτες ή χαράκτες. Σήμερα με τον βομβαρδισμό εικόνας και πληροφορίας μέσα από τις νέες πλατφόρμες στα social media (facebook, Instagram κλπ) τα ζητήματα έκφρασης και αλλαγής δεδομένων δεν μπορεί να μας αφήνουν αμέτοχους. Είμαι υπέρ των κανόνων όπως ανέφερα προηγουμένως και της καλής γνώσης του εικαστικού λεξιλογίου αλλά αντίστοιχα υπέρ της διεύρυνσής των μέσων και του πειραματισμού. Στο δικό μου μυαλό ο καλλιτέχνης είναι όπως ακριβώς ο επιστήμονας. Οφείλει να ερευνά και να ρισκάρει θέλοντας να πει πράγματα που γι’ αυτόν έχουν νόημα άρα και για το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Αλλιώς είναι μια φασόν αναγνωρίσιμη εμπορική βιοτεχνία. Οπότε ανάλογα με το τι θέλω να πω σε κάθε έργο βρίσκω το υλικό που με εξυπηρετεί.
Η ενότητα του καλλιτεχνικού έργου προσδιορίζεται από το εννοιολογικό περιεχόμενο μακράν και πέρα από τεχνικές και υλικά. Λέγοντας αυτό δεν υποβαθμίζω τη σημασία της επιλογής των υλικών έκφρασης αλλά αντίθετα την υπερτονίζω. Έχει σημασία ότι επιλέγω για παράδειγμα τον τάπητα σαν βάση για να ζωγραφίσω επάνω αντί του κάμποτου. Έχει σημασία ότι επιλέγω να κατασκευάσω τη φόρμουλα συναρμολογώντας την αντί να αγοράσω ένα έτοιμο μοντέλο υπερτονίζοντας τη σημασία της χειροναξίας σε μια εποχή που αυτό εκλείπει σιγά -σιγά. Γι αυτό θαυμάζω και την ζωγραφική όταν αυτή έχει νόημα σήμερα. Είμαι λάτρης της ζωγραφικής αλλά της ζωγραφικής από παράδοση ή συνήθεια. Πιστεύω ότι η δυνατή ζωγραφική εικόνα πηγάζει όταν υπάρχει και η ανάγκη εκτέλεσής της.
-Πώς βίωσες την περίοδο της πανδημίας; Ποιές δυσκολίες, αλλά και πιθανές ‘διευκολύνσεις’, αντιμετώπισες στο δημιουργικό πεδίο;
Την περίοδο της πανδημίας θα ήθελα να την περάσω περισσότερο δημιουργικά αλλά δυστυχώς αυτό δεν συνέβη. Βγήκε ένα έργο όμως της τελευταίας έκθεσης το “DEFENCE” που με έναν τρόπο προέκυψε από ατύχημα. Το αρχικό έργο ήταν μια κατασκευή νέον. Πράσινα φωτεινά γράμματα επάνω σε μια μαύρη πλάτη από plexiglass. Δούλευε πολύ ωραία με το παρκέ του γηπέδου μπάσκετ. Κατά την μεταφορά των έργων για το στήσιμο της έκθεσης που ήταν προγραμματισμένη τον Νοέμβριο μετά από δυο αναβολές το νέον έσπασε σε δυο σημεία. Τα καταστήματα και εργαστήρια έκλεισαν. Έτσι μπήκα στη λογική ενός νέου “DEFENCE” με ζωγραφική προσέγγιση. Έβαλα και την ψηφιακή διάσταση που βιώσαμε έντονα στο κοινωνικό και εργασιακό περιβάλλον. Έτσι το έκανα pixelized με ακρυλικά σε χαρτί. Χειροναξία που κούμπωσε με το lockdown.
-Τί είδους «παιχνίδι» αποτελεί η σύγχρονη τέχνη;
Το ενδιαφέρον για μένα στην σύγχρονη τέχνη είναι ότι οι καλλιτέχνεςπαίρνουν θέση σε κυρίαρχα ζητήματα κοινωνικά και πολιτικά μέσα από τη δουλειά τους πέρα από τα πλαστικά ζητήματα και την αισθητική. Βέβαια στην δική μου οπτική η φόρμα και οι πλαστικοί κανόνες ενυπάρχουν και δεν υπολείπονται σε καμία περίπτωση του μηνύματος. Άλλωστε είμαι από μια γενιά που σέβεται το λεξιλόγιο και τους κανόνες της εικαστικής γλώσσας και αδυνατώ να τα παραβλέψω ή να τα υπερβώ καλώς ή κακώς…Όπως προανέφερα από το 2007 έχω σχολιάσει το ανταγωνιστικό πεδίο του καλλιτεχνικού γίγνεσθαι. Όπως και σε όλα τα παιχνίδια υπάρχουν και εδώ κανόνες μόνο που με μερικούς δεν συμφωνώ, αλλά τι να κάνουμε από τη στιγμή που μπαίνεις στο παιχνίδι υπάρχουν και τα προκαθορισμένα πλαίσια, τα στημένα παιχνίδια, τα φαλστοσφυρίγματα όπως και στο γήπεδο. Το ίδιο όμως όχι πολύ καλύτερα…Η ανθρώπινη ιδιοτελής φύση είναι θέσφατο παντού σε όλους τους χώρους πιστεύω χωρίς εξαιρέσεις…
-Ποιές θεωρείς ότι θα είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις για την ελληνική εικαστική σκηνή τα επόμενα χρόνια;
Θεωρώ ότι βρισκόμαστε σε άμυνα οι εικαστικοί αλλά και γενικότερα ως καλλιτεχνική κοινότητα θα έλεγα για να χρησιμοποιήσω και τη λέξη του έργου μου “Defence”. Η πολιτεία δεν βοηθά και εμείς ως εικαστικοί που συνεχίζουμε να παράγουμε έργο στραγγίζουμε τα τελευταία μας αποθέματα. Χρειαζόμαστε τη στήριξη από θεσμούς και φορείς της πολιτείας που επιτέλους πρέπει να αναγνωρίσει τη σημασία του σύγχρονου πολιτισμού. Η Ελλάδα δεν έχει μόνο αρχαιότητες. Έχει πολλούς σημαντικούς και ταλαντούχους καλλιτέχνες τους οποίους οφείλει να στηρίξει όπως κάνουν σε άλλες πολιτισμένες χώρες. Δεν πετάνε τους καλλιτέχνες στα αζήτητα τους στηρίζουν ουσιαστικά και αυτό γυρίζει πίσω σαν πλούτος κυριολεκτικά και μεταφορικά μιλώντας. Οι Άγγλοι έχουν τον σύγχρονο πολιτισμό σα βαριά βιομηχανία που τους αποφέρει τρομερά έσοδα και δημοφιλία. Εμείς σα χώρα και οι εκάστοτε ηγεσίες δεν πίστεψαν στην σύγχρονη καλλιτεχνική παραγωγή ούτε υπάρχει κάποια συνέχεια στην πολιτιστική πολιτική. Ελπίζω με το νέο ξεκίνημα του ΕΜΣΤ και τη νέα διεύθυνση κάτι να αλλάξει προς το καλύτερο επιτέλους. Διαφορετικά θα είμαστε μια πτωχή χώρα σε παραγωγή πολιτισμού με πολλές σχολές Καλών Τεχνών. Και δεν μπορεί ο μόνος στόχος ενός απόφοιτου μιας σχολής Καλών Τεχνών να είναι μια θέση στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Παλιά το χλευάζαμε θυμάμαι. Τώρα είναι μονόδρομος για τους περισσότερους απόφοιτους.
Οι γκαλερί από την άλλη συρρικνώνονται και όλο το σκηνικό στο εικαστικό πεδίο περιστρέφεται γύρω από δυο τρεις μεγάλους ιδιωτικούς φορείς. Καλό και αυτό δε λέω αλλά η γκαλερί είναι ο πρώτος κρίκος μεταξύ του καλλιτέχνη και της αγοράς και δεν πρέπει να απαξιωθούν και να εκλείψουν. Φυσικά υπάρχουν και οι ανεξάρτητοι καλλιτεχνικοί χώροι που δημιουργούν ένα κλίμα και μια τάση στη σύγχρονη εικαστική σκηνή αλλά δεν αντικαθιστούν το ρόλο των αιθουσών τέχνης και θα είναι λάθος να μην το κατανοήσουμε. Η αλυσίδα εικαστικός – εργαστήριο – επιμελητής – γκαλερί – κοινό – τεχνοκριτικός – περιοδικά Τέχνης – συλλέκτης – ίδρυμα – μουσείο, πρέπει να υπάρχει για να λειτουργούν έστω στοιχειωδώς τα πράγματα σε ένα σύστημα τέχνης. Κάποιοι κρίκοι έχουν αδυνατήσει επικίνδυνα και πρέπει να αποκατασταθούν αν θέλουμε να υπάρξει σύγχρονη εικαστική σκηνή στη χώρα μας.
Νίκος Παπαδημητρίου
Ο Νίκος Παπαδημητρίου γεννήθηκε στη Χίο. Σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας ζωγραφική και χαρακτική. Το 1995 με υποτροφία Erasmus σπούδασε στο Εδιμβούργο (Edinburgh College of Art) και το 2000 αποφοίτησε με master degree στην οπτική επικοινωνία από το Πανεπιστήμιο του Κεντ (Kent Institute of Art & Design). Έχει διενεργήσει 16 ατομικές εκθέσεις και έχει συμμετάσχει σε πολλές ομαδικές στην Ελλάδα και διεθνώς μεταξύ των οποίων σε πέντε Μπιεννάλε (Σαράγιεβο, Τελ-Αβίβ, Πράγα, Αθήνα και Κωνσταντινούπολη). Από το 1999 έως σήμερα διδάσκει σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Το διάστημα 2012 – 13 δίδαξε στο Konkuk University στη Ν.Κορέα (KUB school of design) σαν visiting professor, ενώ από το 2002 έως το 2018 δίδαξε στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής (πρώην ΤΕΙ Αθήνας). Μαζί με άλλους καλλιτέχνες ίδρυσε το 2008 την αστική μη κερδοσκοπική πλατφόρμα “Lo and Behold”. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.