Ενάμιση χρόνο πριν, ο Νικορέστης και ο Γεράσιμος, φίλοι και συνεργάτες που δουλεύουμε μαζί χρόνια, μου πρότειναν να παίξω τον Κατούριαν στον Πουπουλένιο. Ένα έργο που αγαπάμε και οι τρεις από παλιά (ήταν μάλιστα η πτυχιακή του Νικορέστη στη σχολή του στο Λονδίνο) και φυσικά, ένα έργο από έναν συγγραφέα που εκτιμούμε, επικοινωνούμε βαθιά με την γραφή του και μας εκφράζει πάρα πάρα πολύ. Τι μας εκφράζει; Μιλώντας προσωπικά (για να μην παρασύρω κι άλλο τα παιδιά στο κείμενο αυτό), θα πω η σκληράδα του, το χιούμορ, η ευαισθησία, η φρίκη, το σασπένς του όλου πράγματος και το “φως” που πάντα εμφανίζεται απρόβλεπτα και λυτρωτικά.
Όταν ξαναήρθε στα χέρια μου λοιπόν το κείμενο, πριν ενάμιση χρόνο, ασυναίσθητα, το πρώτο πράγμα που έκανα, ήταν να αρχίσω να γράφω το δεύτερο μου βιβλίο. Σαν ένα είδος προσωπικής απάντησης στη φρίκη του Πουπουλένιου. Τι σημαίνει αυτό; Είμαι σίγουρος πως ένα συντριπτικό ποσοστό αναγνωστών που θα διαβάσει το βιβλίο μου (το οποίο θα εκδοθεί από τις εκδόσεις Καλειδοσκόπιο), δεν θα αντιληφθεί καμία απολύτως απάντηση στον Πουπουλένιο. Και δεν χρειάζεται φυσικά. Γιατί έτσι κι αλλιώς, οι λόγοι που συνέχισα να γράφω το βιβλίο μου είναι αμέτρητοι, διαφορετικοί και πολύ προσωπικοί. Ωστόσο…απλά και μόνο το γεγονός πως η ανάγκη μου να καταφύγω στο γράψιμο σαν διαφυγή και μορφή έκφρασης, είναι τόσο ταυτόσημη με αυτή του Κατούριαν που υποδύομαι και είναι κάτι που με συντροφεύει και θα με συντροφεύει για όσο διαρκεί η επαφή μου με αυτόν τον αριστουργηματικό ρόλο.
«Ένας συγγραφέας σε ένα ολοκληρωτικό καθεστώς, ανακρίνεται για το μακάβριο περιεχόμενο των διηγημάτων του, και για τη σχέση που έχουν με κάποιες δολοφονίες παιδιών που γίνονται στην πόλη του». Αυτή η ατάκα του Κατούριαν από το έργο, είναι ουσιαστικά και το premise του ίδιου του έργου. Και μέσα σ’αυτό, η σχέση του Κατουριαν με τον αδερφό του, που έχει υποστεί βαριές εγκεφαλικές βλάβες από βασανιστήρια, η “σχέση” του με την φρικαλέα εξουσία του καθεστώτος, μέσω των αστυνομικών και φυσικά η σχέση του ίδιου με τις ιστορίες του. Όλα αυτά καθορίζουν την εξέλιξη του “Πουπουλένιου”, που ως έργο, αρνείται (όπως αρνείται και ο ίδιος ο ΜακΝτόνα) να καθοριστεί ως ένα συγκεκριμένο είδος. Θρίλερ; Μαύρη κωμωδία; Αστυνομικό; Παραμύθι; Μια συνταρακτικη αφήγηση παράξενων ιστοριων σαν του Tim Burton; Ένα χειμαρώδες κατηγορώ για την λογοκρισία και ένας ύμνος στην ελευθερία της έκφρασης; Μια ιστορια που συμβαινει στ’ αλήθεια ή ένα παράθυρο στο μυαλό του καλλιτέχνη Κατούριαν; Όλα μαζί; Ό,τι κι αν είναι, σε ό,τι κι αν διαλέξει ο θεατής να εστιάσει, είναι ένα έργο που σε συνταρασσει. Σε καλεί να ακολουθήσεις την πορεία του Κατούριαν μέσα από φανταστικά δάση και σκοτεινούς καβαλάρηδες, μέσα από ρεαλιστική βία και πόνο σε ανακριτικά δωμάτια, μέσα από καταιγιστικό διάλογο και μέσα από την βασανισμένη αγάπη για τον αδερφό του. Σε καλεί να τον δεις να πάσχει στην πορεία της ιστορίας αλλά και να σπάει τον τέταρτο τοίχο απευθυνόμενος στο κοινό σαν ένας Κατούριαν/ΜακΝτόνα. Ένας ΜακΝτόνα που έτσι κι αλλιώς καραδοκεί πίσω από κάθε αυθάδεια του Κατούριαν, πίσω από κάθε τρυφερή στιγμή του και πίσω από την αγωνία ενός συγγραφέα να κρατήσει ζωντανό το έργο του, δίνοντας έτσι νόημα στη ζωή του.
Έτσι καλούμε κι εμείς τον κόσμο να γίνει συμμέτοχος σε μια δουλειά όπου όλοι μας έχουμε δουλέψει με αγάπη και μόχθο από τις αρχές του καλοκαιριού. Μια υπέροχη, δεμένη, ομάδα ηθοποιών, παρασυρμένη από τον ρυθμό και τις εκρήξεις του έργου και την καθοδήγηση του σκηνοθέτη και με μια εξαιρετική δημιουργική ομάδα, που δημιουργεί ένα περιβάλλον το οποίο θα μας μεταφέρει σε ένα παραμύθι για μεγάλα παιδιά, όπου το τέλος είναι απρόβλεπτο.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Photo Credit: Patroklos Skafidas
Διαβάστε επίσης:
O Πουπουλένιος, του Μάρτιν ΜακΝτόνα σε σκηνοθεσία του Νικορέστη Χανιωτάκη στο Σύγχρονο Θέατρο