Νίκος Στεφάνου: Οδηγήθηκα στην τέχνη πολύ πιο εύκολα από οπουδήποτε αλλού

Ο ζωγράφος και σκηνογράφος Νίκος Στεφάνου, λίγο πριν τα εγκαίνια της αναδρομικής του έκθεσης στην Ύδρα, μας μιλάει για το περίφημο ατελιέ της Καλλιθέας, αλλά και για το πως μέσα από τα ίδια του τα χνάρια οδηγήθηκε στην ζωγραφική.

Όταν γνωρίζεις τον Νίκο Στεφάνου η απλότητά του σε εκπλήσσει. Ωστόσο, γρήγορα αντιλαμβάνεσαι πως έχεις να κάνεις με έναν σύνθετο άνθρωπο, που έχει ταυτόχρονα διατηρήσει την όρεξη ενός έφηβου για παιχνίδι και κατασκευές. Σε λίγες μέρες ξεκινάει η αναδρομική του έκθεση στην΄Υδρα, η οποία για εκείνον συμβολίζει το γεγονός πως «στην τέχνη το παιχνίδι δεν τελειώνει ποτέ ». Στην έκθεση ο θεατής θα έχει την ευκαιρία να θαυμάσει 40 ζωγραφικά έργα, ισάριθμες μακέτες σκηνογραφιών, ένα μεγάλο σύνολο κατασκευών, παιχνιδιών και μικρών γλυπτών. Η έκθεση διοργανώνεται από την Κοινωφελή Επιχείρηση του Δήμου ΄Υδρας, με την φροντίδα και την επιμέλεια του ζωγράφου Αλέξη Βερούκα, φίλου του καλλιτέχνη.

Ο Νίκος Στεφάνου ξεκίνησε να ασχολείται επαγγελματικά με την σκηνογραφία στην ηλικία των 17 ετών, φιλοτεχνώντας σκηνικά και κουστούμια για θιάσους του Δημοτικού θεάτρου Πειραιά και του Πειραϊκού Συνδέσμου. Το 1960, με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης, πραγματοποίησε ελεύθερες σπουδές θεάτρου στο Παρίσι. Έχει εργαστεί για τη ζωγραφική εκτέλεση σκηνικών στα ατελιέ γνωστών θεάτρων της γαλλικής πρωτεύουσας και στο Μόναχο.

Στη ζωγραφική του συναντά κανείς εργοστάσια και καμινάδες είτε αυτοτελεί είτε μεταπλασμένα και ενσωματωμένα ως θραύσματα σε άλλες συνθέσεις. Ο ίδιος τα αποκαλεί “μεγάλα θεριά”, καθώς αυτή ήταν η πρώτη του σκέψη όταν τα είδε σε παιδική ηλικία στη δουλειά του πατέρα του στο γκάζι του Πειραιά. Η ζωγραφική του είναι αναπαραστατική, χωρίς να υπαγορεύεται από την ανάγκη πιστής καταγραφής της πραγματικότητας. Κύριος γνώμονας των θεματικών και μορφοπλαστικών του επιλογών είναι ο συγκερασμός της πραγματικότητας και του ονείρου, η ποιητική μετάπλαση χώρων και καταστάσεων οικείων.

Λίγο πριν τα εγκαίνια της αναδρομικής του έκθεσης στην Ύδρα, συναντήσαμε τον Νίκο Στεφάνου για μας μιλήσει για το περίφημο ατελιέ της Καλλιθέας, για τα νεανικά του χρόνια στο Παρίσι, αλλά και για το πως ακολουθώντας τα ίδια του τα χνάρια οδηγήθηκε στην ζωγραφική.


Ο τίτλος της έκθεσης είναι «Τα Παιχνίδια της Ζωής μας. Το Μυστικό Εργαστήρι του Νίκου Στεφάνου». Τι συμβολίζει για εσάς αυτός ο τίτλος; 

Ο τίτλος αυτός δεν συμβολίζει κάτι συγκεκριμένο για μένα. Το μόνο που θα μπορούσα να πω είναι ότι ακόμα και σήμερα μέσα από την τέχνη το παιχνίδι δεν τελειώνει ποτέ!

«Μπάνιο στα Βοτσαλάκια», 2000, κόλλα σε χαρτί περιτυλίγματος, επικολλημένο σε ξύλινη κατασκευή, χαρτοκοπτικές και χάρτινα φιγουρίνια του Αλέξη Βερούκα, 170 x 230 cm, συλλογή Φλάβιας Nessi-Γιαζιτζόγλου και Κώστα Γιαζιτζόγλου

Τι θα δούμε στην αναδρομική σας έκθεση στην Ύδρα; 

Η νέα μου έκθεση στην Ύδρα είναι κατά κάποιον τρόπο αναδρομική. Την οργανώνει ο Αλέξης Βερούκας, που είναι και ζωγράφος και αγαπημένος μου φίλος. Θα δείτε πίνακες, σκηνικά και παιχνίδια…

Το 1960, με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης, πραγματοποιήσατε ελεύθερες σπουδές θεάτρου στο Παρίσι. Σας άλλαξε αυτή η εμπειρία;

Αρχικά με ξάφνιασε… Με έβαλε στο κλίμα αυτό της ζωγραφικής και της τέχνης γενικά. Ήταν μία εμπειρία ξαφνική, ασχολήθηκα με πολλά πράγματα, πάλι με το θέατρο, πάλι με την ζωγραφική, αλλά και με την λιθογραφία κτλ.

Ο Νίκος Στεφάνου και ο Βασίλης Σακκής, κατασκευαστής και ζωγράφος σκηνικών, συνεργάζονται για να φτιάξουν το αεροπλάνο του Καμπέρου.

Μαζί με τους Α. Φασιανό και Β. Σπεράντζα δημιουργήσατε το «Ατελιέ της Καλλιθέας», ένα χώρο που επηρέασε τόσο την δική σας δουλειά, όσο και άλλων συναδέλφων σας τη δεκαετία του ’60 –  ‘70.

Τότε ήμασταν νέοι, επηρεάζαμε ο ένας τον άλλον.

Θυμάστε κάποια ιδιαίτερη στιγμή από το περίφημο ατελιέ της Καλλιθέας που θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας; 

Όλες οι στιγμές ήταν σπουδαίες. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω καμία.

Μία ιδιαίτερη στιγμή, κάτι που θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας για να μας μεταδώσετε το κλίμα στο ατελιέ.

Πολλά αστεία.. Κάτι που μου έρχεται τώρα… Μία φορά έκανα του Κάρολου Κουν ένα έργο και είχε και ένα φέρετρο μέσα. Από πάνω μας λοιπόν καθόντουσαν κάτι γριές και τους ψέλναμε πυκνά συχνά λιγάκι. Έβαλα λοιπόν τα παιδιά να βγάλουν το φέρετρο έξω. Ακούω σε μια στιγμή ένα μπαμ και πέφτει ξερή κάτω η μία. Νόμιζε πως είχαμε πεθαμένο από κάτω και τον πηγαινοφέρναμε στο σπίτι.

Έχετε εργαστεί για τη ζωγραφική εκτέλεση σκηνικών στα ατελιέ γνωστών θεάτρων και έχετε φιλοτεχνήσει σκηνικά και ενδυμασίες. Τι ήταν αυτό που σας κέρδισε στο θέατρο; 

Από μικρός έβλεπα θέατρο. Ο πατέρας μου το αγαπούσε πάρα πολύ και με έπαιρνε μαζί του σε διάφορες παραστάσεις. Δεν ξέρω πραγματικά τι με κέρδισε. Το θέατρο είναι μία μαγεία και τότε με τον τρόπο που γινότανε ήταν ένα εκπληκτικό πράγμα. Σήμερα ο τρόπος που γίνεται το θέατρο έχει αλλάξει αρκετά. Σήμερα έχει αναποδογυρίσει λιγάκι. Το παλιό καιρό η ζωγραφική έπαιζε ουσιαστικό ρόλο στο θέατρο, τώρα όχι. Ύστερα, σήμερα, προσαρμοστήκαμε πιο πολύ στην πραγματικότητα και αρχίσαμε να την μεταφέρουμε μέσα στην σκηνή.

Πόσο έχουν καθορίσει τα παιδικά σας χρόνια τη ζωγραφική σας; 

Συνεχώς τα βλέπω μπροστά μου. Με έπαιρνε ο πατέρας μου και πηγαίναμε στο Γκάζι του Πειραιά όπου εργαζόταν, και με άφηνε στους εργάτες. Οι θόρυβοι, οι φωνές, οι καμινάδες… τα θηρία αυτά τα συναντούσα μετά συχνά στο έργο μου. Καθώς εγώ μικρός τις καμινάδες, τους καπνούς και τα καζάνια τα έβλεπα σαν θεόρατα θηρία. Όλο αυτό σιγά σιγά όσο μεγάλωνα ξανά έβγαιναν από μέσα μου.

«Η συνάντηση», 1989, λάδι σε καμβά, 100 x 130 cm. Συλλογή Σταύρου Σάββα

Πώς και ξεκινήσατε να ασχολείστε με την ζωγραφική;

Δεν το ξέρεις αυτό, ακολουθείς τα χνάρια σου. Μπορεί να γινόμουν τσαγκάρης, ποτέ δεν ξέρεις. Αλλά οδηγήθηκα στην τέχνη πολύ πιο εύκολα από οπουδήποτε αλλού. Αυτό είχα μέσα μου απλά. Δεν είχα κανέναν από το οικογενειακό μου περιβάλλον που με επηρέασε. Μόνος μου έφτασα έως εδώ.

Κάποτε είχατε πει: «Πάσχω από έλλειψη ανασφάλειας κι αυτό με κάνει να ζωγραφίζω». Σχολιάστε μας περισσότερο αυτή τη φράση σας. 

Με την παρουσία της ανασφάλειας πρέπει να ακουμπήσεις κάπου, κάπου σταθερά, φυσικό είναι. Εγώ ακουμπούσα στη ζωγραφική, που ήταν μεταφυσικό είδος, ένας μύθος, κάτι το άπιαστο. Και αυτό μου εξασφάλιζε την ησυχία μου.

Βλέποντας σήμερα συγκεντρωμένα όλα αυτά τα έργα που συνθέτουν την αναδρομική σας έκθεση, νοσταλγείτε κάτι; 

Όχι, όλα τα έργα μου, κάποια από αυτά. Και δεν νοσταλγώ τίποτα. Είμαι ευχαριστημένος με όλα όσα έκανα, ποτέ δεν μετάνιωσα.

«Το βιολί», 1996, λάδι σε χαρτί 50 x 68 cm, συλλογή Θανάση Μιχαηλίδη

Σκηνογράφος, ζωγράφος, κεραμίστας… Ποιο από όλα είναι η μεγάλη σας αγάπη; 

Το ένα στήριζε το άλλο, δεν θα μπορούσα να κάνω κάποιο χωρίς να κάνω κάποιο άλλο.

Ποιο είναι το τελευταίο έργο που δημιουργήσατε;

Α… δεν θυμάμαι, μην με ρωτάτε τέτοια. Υπάρχει ένα έργο που είναι στην έκθεση. Είχα να το δω αρκετά χρόνια και μου το θύμισε ο άνθρωπος που το είχε αγοράσει. Είχε κάτι οξύκορφα σχήματα που μοιάζανε με φιγούρα, αλλά δεν ήταν και φουγάρα. Μοιάζανε σαν μοναχικές φιγούρες. Αυτό είναι το τελευταίο έργο που θυμάμαι.


Κεντρική φωτογραφία άρθρου: Στο σπίτι του ζωγράφου στην Τζιά, 1992 (φωτογραφία Νίκη Τυπάλδου)


Διαβάστε επίσης:

Αναδρομική έκθεση του Νίκου Στεφάνου στην Ύδρα

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ