Με ένα εξαιρετικό επίμετρο και ένα κατατοπιστικό γλωσσάρι, τα οποία επιμελήθηκε ο Σωτήρης Μετεβελής και μας εντάσσουν στο ιστορικό και γλωσσικό πλαίσιο της περιόδου 1908-1923, κυκλοφόρησε ξανά από τις εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας το κλασικό έργο του Ηλία Βενέζη, «Το Νούμερο 31328».

Το έργο αυτό δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στην εφημερίδα της Μυτιλήνης «Καμπάνα», στην οποία διευθυντής ήταν ο Στρατής Μυριβήλης, ο οποίος και παρότρυνε τον Βενέζη να γράψει τις αναμνήσεις του από τα τάγματα εργασίας στα οποία βρέθηκε από τον Σεπτέμβριο του 1922 έως το τέλος του 1923, στην ηλικία των 18 ετών και μάλιστα αμέσως μόλις επέστρεψε από τον εφιάλτη αυτόν. Τα τάγματα εργασίας   είχαν συγκροτηθεί από τους Τούρκους μετά την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου και λειτούργησαν ως τα κολαστήρια της Ανατολής από τα οποία δύσκολα κανείς μπορούσε να επιβιώσει.

Καθώς η Ιστορία είναι ανελέητη με τους ανθρώπους, έστω και αν τη δική τους ζωή συνθλίβει για να προχωρήσει, ο Βενέζης, με έναν τραγικά καθηλωτικό ρεαλισμό και σκληρή ωμότητα, αφηγείται τις συντριπτικές εμπειρίες ζωής που αποκόμισε στα τάγματα του τρόμου και περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο κατάφερε να είναι ένας από τους ελάχιστους επιζώντες. Μεταδίδει τον πόνο για τη σάρκα «που στάζει το αίμα της και πλημμυρίζει τις σελίδες του. Για την ανθρώπινη καρδιά που σπαράζει, όχι για την ψυχή», όπως είπε ο ίδιος.

Και μαζί με το αίμα οι σελίδες του Βενέζη γεμίζουν με την παραδοξότητα μιας κατάστασης, η οποία σημαδεύει τον αναγνώστη. Το τραγικό παράλογο μιας δυσβάσταχτης ζωής. Με τις αναμνήσεις ακόμα πολύ νωπές ο Βενέζης περιγράφει την εξαθλίωση και τον πόνο, τον φόβο και την απανθρωπιά. Τους βιασμούς και τις εκτελέσεις. Τη συντροφική αλληλεγγύη και το πάθος των ανθρώπων. Την ερωτική έλλειψη και την ανάγκη της σάρκινης επαφής ως το όχημα επιστροφής στις ανθρώπινες διαστάσεις.

Οι ήρωές του πεινούν, διψούν, παγώνουν γυμνοί μέσα στο κρύο, βρέχονται από την ανελέητη βροχή, περπατούν ανυπόδητοι μέσα στα αγκάθια. Μοιράζονται το μοναδικό ζευγάρι παπούτσια και σκεπάζονται με ένα κομμάτι τσουβάλι. Σπαράζουν και μαζί τους ο αναγνώστης βιώνει τον αγώνα τους για επιβίωση, νιώθει βαθιά στα τρίσβαθα της ψυχής του πώς είναι να λειτουργείς μόνο με το αίσθημα της αυτοσυντήρησης σε ένα καθεστώς τρόμου και να δοκιμάζεσαι δραματικά σε σωματικό  και ψυχικό επίπεδο στα κολαστήρια της απανθρωπιάς και της εξόντωσης. Κυρίως όμως βιώνει την εφιαλτική πραγματικότητα και μαθαίνει πώς είναι να θεωρεί κανείς ότι ο θάνατος είναι  λύτρωση και να μην φοβάται να πεθάνει αλλά να ζήσει ακόμα μια μέρα.

Ασύλληπτες οι περιγραφές του Βενέζη στις αφηγήσεις των βασανιστηρίων και συναισθηματικού και ψυχικού κατακερματισμού των ηρώων. Μέσα στη φρικωδία και τον μαρασμό ο άνθρωπος μετατρέπεται σε έναν αριθμό, ένα νούμερο απρόσωπο, δραματικό, η ζωή του δεν έχει καμιά απολύτως αξία και η τύχη του είναι προκαθορισμένη.

Θύτες και θύματα μοιράζονται ένα κοινό πεπρωμένο και αυτό δεν είναι άλλο από τον εκφυλισμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και τη μετατροπή της μονάδας σε μια εκμηδενισμένη ολότητα. Και είναι τραγικό να συνειδητοποιεί ο αναγνώστης ότι ο ήρωας χαίρεται όταν επιτέλους παίρνει κι αυτός ένα νούμερο, γίνεται ένας συγκεκριμένος αριθμός, επειδή ακόμη κι αυτό είναι η παραδοχή της αξιακής ταυτότητας, μιας ταυτότητας ενάντια στον διασυρμό και την ταπείνωση.

Το βιβλίο αυτό είναι μια συνταρακτική μαρτυρία, ένα ιστορικό καταγγελτικό ντοκουμέντο, γραμμένο με την αμεσότητα της προφορικότητας και με μια τέτοια γλωσσική αγωγή που θυμίζει στον σύγχρονο αναγνώστη πόση ακρίβεια, ευαισθησία και ταυτόχρονα καλαισθησία διαθέτει η ελληνική γλώσσα ακόμα και όταν περιγράφει τον οδυρμό και την οδύνη σε απίστευτο βαθμό.

Ο Βενέζης εισχωρεί μέσα στο σώμα της ιστορικής αναλγησίας και φέρνει στην επιφάνεια όλα όσα δεν πρέπει να περάσουν στη λήθη. Αυτή είναι άλλωστε η μεγαλύτερη αγωνία του και αυτήν εκφράζει όταν στον πρόλογο της δεύτερης αναθεωρημένης έκδοσης του βιβλίου, το 1945  γράφει: «η ζωή, όταν είσαι γέρος και είσαι νέος, έχει τόση δύναμη, σου το επιβάλλει να θ έ λ ε ι ς να ξεχνάς».


Διαβάστε επίσης: 

Το Νούμερο 31328 – Ηλίας Βενέζης