Το έργο

Ο Επιθεωρητής Ντρέικ και η Μαύρη Χήρα είναι μια σύγχρονη αστυνομική κωμωδία. Ή μάλλον, είναι μια παρωδία αστυνομικής κωμωδίας, γραμμένη από τον Άγγλο Ντέιβιντ Τρίστραμ. Ο συγγραφέας, ο οποίος δηλώνει ότι γράφει κωμωδίες επειδή δεν του αρέσει να παίρνει τον εαυτό του και τη ζωή πολύ σοβαρά, διακωμωδεί γνωστά δραματουργικά μοτίβα αστυνομικών έργων, καθώς και την υποκριτική σχολή που υποστηρίζει ανάλογα έργα. Ο Τρίστραμ, βαδίζοντας στα χνάρια των Monty Pythons, αλλά και των ταινιών του Ροζ Πάνθηρα, αποδομεί με φαντασία, χιούμορ, αλλά και σεβασμό, τους λογοτεχνικούς του προγόνους οι οποίοι καθιέρωσαν το αστυνομικό μυθιστόρημα: Άγκαθα Κρίστι, Τζον ΛεΚαρρέ, Ίαν Φλέμινγκ. Παράλληλα, ο Τρίστραμ ζωντανεύει με την πένα του τη σχολή των «Λώρελ και Χάρντι», δηλαδή του «Χοντρού και Λιγνού», βάζοντας τους ήρωές του να επιδίδονται σε μια σειρά από γκάφες και αδεξιότητες, που όμως καταλήγουν σε αίσιο τέλος. 

Το έργο, το οποίο παίζεται για πρώτη φορά στη χώρα μας, μάς συστήνει τον Τρίστραμ, του οποίου τα έργα παίζονται σε όλο τον κόσμο. Οι κωμωδίες του διαθέτουν αστυνομική πλοκή, ενώ είναι επίσης ξεκαρδιστικές. Σημαντικό είναι όμως και ότι καταλύουν την αίσθηση της θεατρικής ψευδαίσθησης, καθώς στην πλοκή τους συνυπάρχουν η μυθοπλασία με την πραγματικότητα. 

Ο Αστυνόμος Ντρέηκ, φημισμένος για τη δεινότητά του στην επίλυση αποτρόπαιων εγκλημάτων, καλείται να λύσει έναν ακόμα φόνο. Στο πλευρό του έχει τον Αρχιφύλακα Πλοντ. Οι δυο τους θα προσπαθήσουν να εξιχνιάσουν το φόνο του ζάμπλουτου Τζον Τζόνσον, αλλά στο πέρασμά τους θα δημιουργήσουν χάος, μέσα από μια σειρά γκάφες, αλλά και λόγω της αφέλειας και ατζαμοσύνης τους. 

Η παράσταση

Ο Βασίλης Θωμόπουλος έστησε επί σκηνής μια άρτια και απολαυστική κωμωδία. Ο γρήγορος ρυθμός της ανέδειξε τα κωμικά στοιχεία του έργου, υπηρετώντας υποδειγματικά τις δραματουργικές επιδιώξεις του συγγραφέα. Παράλληλα, ενσωμάτωσε με καίριο τρόπο σύγχρονα και επίκαιρα στοιχεία της πραγματικότητας αφενός, αποδεικνύοντας τη διαδραστική δύναμη του κειμένου και αφετέρου, τονίζοντας την αλληλεπίδραση μεταξύ σκηνής και θεατών. Πέτυχε να δημιουργήσει λοιπόν μια ατόφια κωμωδία, την οποία δεν κρύβει οποιαδήποτε σκιά.

Οι Ηθοποιοί

Ο Σπύρος Πούλης στην παράσταση ξεδιπλώνει τις υποκριτικές του ικανότητες, αποδεικνύοντας ότι είναι ένας εξαιρετικός κωμικός ηθοποιός. Θυμίζοντας την κωμική δεινότητα παλαιότερων ηθοποιών, ο Σ. Πούλης φαίνεται γνήσιος απόγονος των παλαιών κωμικών, όπως οι Μ. Φωτόπουλος, Ν. Σταυρίδης και Ντ. Ηλιόπουλος. Ετοιμόλογος, λιτός, μεστός, διακονεί την κωμωδία με σοβαρότητα. Θα ήταν ιδανικός ακόμα και για ρόλο σε επιθεώρηση, εάν ευδοκιμούσε ακόμα το θεατρικό αυτό είδος, καθώς διαθέτει μοναδική αμεσότητα. Δίπλα στον Σ. Πούλη άνθισε επίσης ο Μάριος Αθανασίου, ο οποίος με απλότητα και χωρίς περιττά στοιχεία υποδύθηκε τον γκαφατζή Αστυνόμο, θυμίζοντας έντονα τον Επιθεωρητή Κλουζό. Οι δύο ηθοποιοί αποτέλεσαν ένα μοναδικό κωμικό δίδυμο, φέροντας απόηχους από άλλες εποχές. Τέλος, η Βαλέρια Κουρούπη, η οποία κλήθηκε να φέρει εις πέρας πολλαπλούς και εντελώς διαφορετικούς ρόλους, παρέσυρε το κοινό με τη ζωντάνια και την εξωστρέφεια στην υποκριτική της. Έκπληξη, καθώς δεν υπάρχει στη διανομή, αποτελεί ο Παύλος Θωμόπουλος, ο οποίος, ως τεχνικός σκηνής, λειτουργικά καταλυτικά απογειώνοντας την κωμική ατμόσφαιρα της παράστασης.

Συντελεστές

Η καλή μετάφραση του Κωνσταντίνου Κυριακού πέτυχε να διατηρήσει το ρυθμό της Αγγλικής γλώσσας, ενώ παράλληλα μετέφερε και προσάρμοσε την ιστορία στην ελληνική πραγματικότητα. Πολύ καλά τα πολλά και εντελώς διαφορετικά κοστούμια (Χρύσα Βαρβαγιάννη) των ηθοποιών. Εξαιρετικό και ιδιαίτερα εφευρετικό ήταν επίσης το πλούσιο και ευφάνταστο σκηνικό (Αντώνης Χαλκιάς) το οποίο δέσποζε στον επιβλητικό και μοναδικής αισθητικής θεατρικό χώρο του Art63. Τέλος, σημαντικός και καταλυτικός δραματουργικά ήταν ο ρόλος των φωτισμών (Γιώργος Φωτόπουλος), που συνέτειναν τόσο στην εξέλιξη της πλοκής, όσο και στη δημιουργία της παραστασιακής ατμόσφαιρας. 

Εν κατακλείδι

Ήδη από την αρχαιότητα και τον Αριστοτέλη, η κωμωδία αντιμετωπίστηκε με σκωπτικότητα, ενώ συχνά θεωρήθηκε υποδεέστερη του δράματος. Ωστόσο, η «καλή» κωμωδία μοιάζει με διαχρονικό ζητούμενο, καθώς δύναται να αποφορτίσει το κοινό, και δή σε εποχές σημαντικών δυσκολιών, όπως στις μέρες μας. Εν μέσω παγκόσμιων και εγχώριων προβλημάτων, τα οποία σήμερα μοιάζουν (ή ίσως και να είναι) ανυπέρβλητα, η κωμωδία μοιάζει περισσότερο από επιτακτική. 

Η συγκεκριμένη παράσταση διαθέτει όλα τα εχέγγυα μιας επιτυχημένης κωμικής παράστασης. Βασίζεται σε μια καλή ιστορία με αστυνομική πλοκή, η οποία δεν πλατειάζει, ενώ οι πολύ καλοί ηθοποιοί είναι εκ των σημαντικότερων στοιχείων της. Συνολικά, πρόκειται για μια από τις πιο καλές κωμικές-αστυνομικές παραστάσεις των τελευταίων ετών και σίγουρα η καλύτερη της φετινής σεζόν.