«Ο Επιθεωρητής» του Γκόγκολ στο Θέατρο «Γκλόρια» | Κριτική Θεάτρου

Ο Γιάννης Κακλέας καταδύθηκε στον κόσμο της προεπαναστατικής Ρωσίας του Γκόγκολ και παρέδωσε μια απολαυστική παράσταση στο κοινό, με έντονο το στοιχείο της πολιτικο-κοινωνικής σάτιρας.

Το έργο

Ο Νικολάι Γκόγκολ, γεννημένος το 1810 σε μια επαρχιακή πόλη της νοτιοανατολικής Ρωσίας, αποτελεί μια από τις πλέον σημαντικές λογοτεχνικές μορφές της χώρας του. Μολονότι γαλουχήθηκε δίπλα στον Αλεξάντερ Πούσκιν που εγκαινίασε τον χρυσό αιώνα της Ρωσικής διανόησης, ωστόσο δεν τον ακολούθησε στα μονοπάτια του ρομαντισμού. Ο νεαρός Νικολάι μετακόμισε νωρίς στην Αγία Πετρούπολη, προκειμένου να εργαστεί ως δημόσιος υπάλληλος. Όταν όμως τελικά προσελήφθη στο υπουργείο οικονομικών, συγκρούστηκε με την νοοτροπία των συναδέλφων του υπαλλήλων και παραιτήθηκε σε μόλις τρεις μήνες. Η εμπειρία του από το Ρωσικό δημόσιο, τον στιγμάτισε καταλυτικά, ωθώντας τον να ασχοληθεί με αυτό τόσο στα πεζά, όσο και στα θεατρικά του έργα. Ο χρηματισμός, η αδιαφορία και η διαφθορά των υπαλλήλων του δημοσίου τομέα αποτυπώθηκαν τόσο στο σύντομο πεζό του κείμενο Η μύτη, αλλά και στο Ημερολόγιο ενός τρελού, όσο και στα θεατρικά του έργα, Επιθεωρητής και Παντρολογήματα

Στον Επιθεωρητή, γραμμένος το 1834, ο Γκόγκολ διαπέρασε την αυστηρή λογοκρισία της τσαρικής Ρωσίας. Στο έργο, το οποίο παρουσιάστηκε τελικά στο θέατρο το 1836, ο συγγραφέας σατίρισε με υπερβολικό τρόπο την γραφειοκρατία και διαφθορά των εκπροσώπων του δημοσίου τομέα της εποχής σε μια επαρχιακή πόλη της Ρωσίας. Η παράφορη και βίαιη κωμωδία ανέβηκε παρουσία του ίδιου του τσάρου, ο οποίος ωστόσο φέρεται να απόλαυσε το θέαμα. Ο αντίκτυπος όμως του έργου ήταν τόσο μεγάλος, ώστε η λαϊκή κατακραυγή οδήγησε τον Γκόγκολ να εγκαταλείψει την Ρωσία και να εγκατασταθεί στη Ρώμη.

Στον Επιθεωρητή, ο έπαρχος μιας μικρής πόλης θορυβείται ιδιαίτερα, όταν πληροφορείται ότι ένας επιθεωρητής από την πρωτεύουσα πρόκειται να επισκεφθεί την πόλη. Ανήσυχος λόγω της κακοδιοίκησης του, αλλά και της κατασπατάλησης των δημοσίων πόρων και της διασπάθισης των οικονομικών κονδυλίων συγκεντρώνει γύρω του τους υφιστάμενούς του και συνεργάτες, προκειμένου να τους προειδοποιήσει. Όταν ενημερώνονται ότι ο επιθεωρητής βρίσκεται ήδη στην πόλη τους εδώ και αρκετές μέρες, σπεύδουν, πανικόβλητοι όλοι, να τον γνωρίσουν και να αμβλύνουν τις εντυπώσεις από τις παρανομίες και τον θησαυρισμό τους από το δημόσιο χρήμα. Από μια παρεξήγηση όμως, θεωρούν ότι ο επιθεωρητής είναι ο Ιβάν Αλεξάντροβιτς Χλεστιακόβ, ένας φτωχοδιάβολος που ταξιδεύει με τον υπηρέτη του, τον Οσίπ. Οι παρεξηγήσεις διαδέχονται η μία την άλλη, μέχρι που ο Χλεστιακόβ φεύγει έχοντας πάρει όχι μόνον τα χρήματα  του έπαρχου και των υφισταμένων του, αλλά και την, εναπομείνασα, αλαζονεία τους. 

Η παράσταση

Ο Γιάννης Κακλέας πήρε ένα κείμενο του 19ου αιώνα και το μετέφερε επιτυχώς στην Ελλάδα του 2024 φωτίζοντας τα σημεία της έντονης κοινωνικής και δή, πολιτικής σάτιρας. Παράλληλα, άσκησε κριτική, δριμεία κατά σημεία, στην ίδια τη Ρωσία, βαδίζοντας στα βήματα του ίδιου του Γκόγκολ, ο οποίος με τον Επιθεωρητή έγραψε μια κωμωδία «που θα ήταν πιο αστεία και από τον ίδιο τον διάβολο» (Worrall, Nick. Nikolai Gogol and Ivan Turgenev). Η υπερβολή και η καρικατουρίστική διάθεση του Ρώσου λογοτέχνη βρήκε πρόσφορο έδαφος στη σκηνοθετική γραμμή του Γ. Κακλέα, μέσω της οποίας αναδύθηκαν οι χυμοί του έργου, μεταφέροντάς το παράλληλα στη σημερινή εποχή. Ο σκηνοθέτης πέτυχε επίσης να ισορροπήσει την ξέφρενη κωμωδία του πρώτου μέρους, με το τέλος, το οποίο λειτούργησε με όρους αρχαίας «κάθαρσης». Ως συνέπεια, η τελευταία σκηνή δείχνει κεραυνοβολημένους τους εκπροσώπους της άρχουσας τάξης αυτής της μικρής πόλης, οι οποίοι βρέθηκαν, για πρώτη φορά, στη θέση του εξαπατημένου. 

Οι ηθοποιοί

Ο Στέλιος Μάινας  απέδωσε με υποκριτική μαεστρία το ρόλο του Έπαρχου, ακροβατώντας με δεξιοτεχνία ανάμεσα στην υπερβολή και το μέτρο. Στο άλλο υποκριτικό άκρο βρίσκεται ο Θοδωρής Σκυφτούλης, ως απατεώνας Χλεστιακόβ, που αποδίδει με τη μέγιστη υπερβολή το ρόλο του γυρολόγου τυχοδιώκτη, ο οποίος, μεταξύ κατεργαρέων, αποδεικνύεται ο πιο ικανός. Οι δύο πρωταγωνιστές δημιούργησαν ένα ενδιαφέρον και άκρως κωμικό αντιθετικό πρωταγωνιστικό δίδυμο. Πολύ καλή ήταν επίσης η Άνδρη Θεοδότου ως Άννα Αντρέγιεβνα, ακολουθώντας το ρυθμό του Θ. Σκυφτούλη. Εξαιρετικός ο Αλέξανδρος Ζουριδάκης (Έφορος φιλανθρωπικών ιδρυμάτων), αποδίδοντας τη γλοιώδη και διπρόσωπη φύση των δημοσίων λειτουργών, ενώ πολύ καλοί ήταν  και οι Δημήτρης Διακοσάββας (Υπεύθυνος ταχυδρομείου) και Παναγιώτης Παπαϊωάννου (Επόπτης εκπαιδευτικών ιδρυμάτων). Καλοί επίσης ο Δικαστής (Στράτος Λύκος) και ο Αστυνομικός (Γιάννης Λατουσάκης), αποτελώντας, όλοι μαζί, μια ομάδα που θύμιζε, ειδικά στην τελευταία σκηνή, μάλλον οργανωμένη συμμορία με αρχηγό τον έπαρχο παρά δημόσιους λειτουργούς. Τέλος, καλός, αν και σε σημεία πολύ υπερβολικός, ήταν ο Άρης Κακλέας (Οσίπ), καθώς επίσης οι Μάιρα Γραβάνη, Φραγκίσκη Μουστάκη και Φαίη Φραγκαλιώτη, οι οποίες κλήθηκαν να μεταφέρουν στο κοινό την επίδραση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και τις συνέπειές τους. Καλοί επίσης, οι Νίκος Κωνσταντόπουλος και Αργύρης Λάμπρου

Οι συντελεστές

Τα σύγχρονα και επίκαιρα κοστούμια, αλλά και τα άκρως λειτουργικά σκηνικά (Ηλένια Δουλαδίρη) συνέβαλαν στην αποτύπωση της επίκαιρης ταυτότητας της παράστασης. Και τα δύο αναδείχθηκαν ιδιαίτερα με τους φωτισμούς, οι οποίοι κατόρθωσαν να διαμορφώσουν επίσης, σε σημεία, τη σκηνοθετική ατμόσφαιρα (Στέλλα Κάλτσου) παίζοντας κυρίως με τους φωτισμούς του κόκκινου (παραπέμποντας σε μια γενικότερη αίσθηση ακολασίας), αλλά και με τις φωτοσκιάσεις (αναδεικνύοντας τα μυστικά, προσωπικά και δημόσια, καλά κρυμμένα πίσω από κλειστές πόρτες). Εξαιρετικές, με έντονα σχολιαστικό και σατιρικό χαρακτήρα ήταν οι βιντεοπροβολές (Γιώργος Πανόπουλος), οι οποίες ενσωματώθηκαν έξυπνα στην παράσταση και είχαν τόσο λειτουργικό, όσο και έντονα σατιρικό χαρακτήρα. 

Εν κατακλείδι

Ο Νικολάι Γκόγκολ, σε επιστολή του, εξέφρασε τη βαθιά του απογοήτευση, καθώς δέχτηκε πυρά ως κωμωδιογράφος, επειδή «το να αποκαλείς εγκληματία τον εγκληματία, θεωρείται ότι υποσκάπτεις τα θεμέλια του Κράτους» (Worrall, Nick). Ο Γιάννης Κακλέας απέδωσε γκροτέσκα ένα κείμενο το οποίο εξ αρχής γράφτηκε με καταγγελτική διάθεση προς ένα απολυταρχικό και ελεγκτικό καθεστώς, αυτό της τσαρικής, προ-επαναστατικής Ρωσίας. Η σύγχρονη οπτική του Γιάννη Κακλέα απέδωσε τόσο την κατάντια του σύγχρονου ελληνικού δημόσιου τομέα, όσο και την, διαχρονικά, απολυταρχική πολιτική της Ρωσίας, κάνοντας έτσι ένα διπλό και εξαιρετικά ενδιαφέρον κοινωνικό σχόλιο. 

Photo Credit: Πάτροκλος Σκαφίδας

Διαβάστε επίσης:

Επιθεωρητής, του Νικολάι Γκόγκολ σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα στο Θέατρο Γκλόρια

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ