Όλα ξεκίνησαν από μια συμφωνία μεταξύ μουσικών. Από την πρωτοβουλία των μελών της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, οι οποίοι είχαν την ιδέα να προτείνουν στον διεθνώς αναγνωρισμένο, βιολιστή Λεωνίδα Καβάκο να συμπράξει με την Ορχήστρα. Η συγκυρία ήταν ευτυχής και η πρόταση έγινε δεκτή με διάθεση προσφοράς μουσικής για «καλό σκοπό», αλλά και προσφοράς στην ίδια τη μουσική από τον τιμημένο με κορυφαίες διακρίσεις μεταξύ των οποίων και το “Artist of the Year” της Gramophone το 2014 και το Leonie Sonning Music Prize το 2017, Λεωνίδα Καβάκο.
Κάπως έτσι λοιπόν, μπήκε ο σπόρος της αλησμόνητης συναυλίας στο Μέγαρο Χορού Καλαμάτας στις 14 Οκτωβρίου 2016 με τον Λεωνίδα Καβάκο στο ρόλο του αρχιμουσικού αλλά και του σολίστ. Σπόρος, που έδωσε καρπούς ζηλευτούς. Ξεκινώντας, από την αξέχαστη ερμηνευτικά και συγκινησιακά βραδιά. Συνεχίζοντας, με την παραχώρηση της αμοιβής του Λεωνίδα Καβάκου υπέρ των μεγάλων αναγκών της Ορχήστρας μας (συγκεκριμένα για την αντικατάσταση του κοντραμπάσου του Α’ Κορυφαίου) και καταλήγοντας στο ότι τα έσοδα της συναυλίας παραχωρήθηκαν για τη στήριξη της Παιδιατρικής Κλινικής του Νοσοκομείου της Καλαμάτας.
Τώρα, η περυσινή ιδέα της σύμπραξης συνεχίζει και διευρύνεται με τέσσερις συναυλίες, εκ των οποίων οι τρεις θα πραγματοποιηθούν εκτός Αθηνών. Επιτρέψτε μας λοιπόν, να επικοινωνήσουμε τη χαρά αλλά και το ειλικρινές ευχαριστώ των μουσικών, της Διεύθυνσης αλλά και ολόκληρης της Κ.Ο.Α., προς τον Λεωνίδα Καβάκο ο οποίος επιστρέφει κοντά μας στο διττό ρόλο του μαέστρου και του σολίστ, παραχωρώντας εκ νέου την αμοιβή του υπέρ των αναγκών μας. Έτσι, μέσα από τη συνέχιση στοχευμένων μουσικών δράσεων, αποκτά προοπτική αυτός ο δημιουργικός διάλογος υψηλής καλλιτεχνικής αξίας και προσφοράς, καθώς τα έσοδα των συναυλιών θα διατεθούν και πάλι για φιλανθρωπικούς και κοινωνικούς σκοπούς.
Πρώτοι σταθμοί της φετινής μας πορείας, το Αγρίνιο και η Πάτρα. Το Σάββατο 13 Ιανουαρίου θα βρεθούμε, με τη γενναιόδωρη στήριξη του Δήμου Αγρινίου και του Δημοτικού Θεάτρου, στο φιλόξενο Δημοτικό Θέατρο Αγρινίου υπέρ των αναγκών τοπικών φιλανθρωπικών πρωτοβουλιών, ενώ την Κυριακή 14 Ιανουαρίου, η Ορχήστρα θα φιλοξενηθεί, με την πολύτιμη αρωγή του Πανεπιστημίου Πατρών, στο Συνεδριακό και Πολιτιστικό κέντρο του Πανεπιστημίου. Μέρος των εσόδων της συναυλίας στην Πάτρα θα διατεθούν για τη στήριξη της Λέσχης Φίλων της Κλασικής Μουσικής Πατρών, φορέα με ιστορία στην έμπρακτη στήριξη Ελλήνων καλλιτεχνών.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Για την ιστορία
ΒΟΛΦΓΚΑΝΓΚ ΑΜΑΝΤΕΟΥΣ ΜΟΤΣΑΡΤ (1756 – 1791)
Κοντσέρτο για βιολί και ορχήστρα αρ.4 σε ρε μείζονα, K.218
Και τα πέντε Κοντσέρτα για βιολί του Μότσαρτ είναι έργα των εφηβικών του χρόνων, όταν ακόμα ήταν στην υπηρεσία του Αρχιεπισκόπου του Σάλτσμπουργκ. Παρόλο που ο Μότσαρτ υπήρξε δεξιοτέχνης βιολιστής ήδη από την παιδική του ηλικία (έχοντας μαθητεύσει κοντά στον πατέρα του και κορυφαίο παιδαγωγό Λέοπολντ Μότσαρτ), φαίνεται πως η δύσκολη σχέση του τόσο με τον εργοδότη όσο και με τον πατέρα του συνέβαλε στο να στραφεί από ένα σημείο και μετά πολύ εντονότερα στη σύνθεση για πιάνο, αλλά και στη βιόλα, που σαφώς προτιμούσε να παίζει σε σύνολα μουσικής δωματίου.
Τα τέσσερα από τα πέντε συνολικά κοντσέρτα για βιολί του Μότσαρτ γράφτηκαν εντός του 1775 (το πρώτο μόνο είναι ελαφρώς παλαιότερο). Το Τέταρτο Κοντσέρτο γράφτηκε τον Οκτώβριο εκείνης της χρονιάς· δεν είναι γνωστό ούτε πότε δόθηκε η πρώτη του εκτέλεση ούτε αν σολίστ ήταν ο ίδιος ο Μότσαρτ ή ο βιρτουόζος Ιταλός βιολιστής (επίσης στην υπηρεσία του Αρχιεπισκόπου) Αντόνιο Μπρουνέτι. Πάντως, παρά τη χρονική εγγύτητα των κοντσέρτων, τα τρία τελευταία είναι εντυπωσιακά ωριμότερα, γεγονός ενδεικτικό της ασυνήθιστα ταχείας εξέλιξης του δημιουργού τους. Δικαιολογημένα λοιπόν, το Τέταρτο μαζί με το Τρίτο και το Πέμπτο Κοντσέρτο, είναι από τα πρώιμα έργα του Μότσαρτ που διατηρούν ως σήμερα σταθερή θέση στο συναυλιακό ρεπερτόριο.
Από μορφολογικής πλευράς το Κοντσέρτο δεν εμπεριέχει εκπλήξεις: το πρώτο μέρος, σε τυπική φόρμα σονάτας-κοντσέρτου, ανοίγει με μία εξαγγελτική φανφάρα, ακολουθούμενη από μία χαριτωμένη φράση στα βιολιά και τα πνευστά, ενώ το λυρικό δεύτερο θέμα παρουσιάζεται λίγο μετά από τα βιολιά και τα όμποε. Η ενότητα της ανάπτυξης εκτυλίσσεται με μεγάλη φαντασία και ακολουθείται από την αναμενόμενη επανέκθεση, στην οποία το θεματικό υλικό παραλλάσσεται διακριτικά. Το αργό, δεύτερο μέρος ξεχωρίζει για τον λυρισμό της σολιστικής γραμμής, παραπέμποντας σε μία ερωτική σκηνή όπερας. Το φινάλε είναι ένα χαριτωμένο, χορευτικό ροντό, στο οποίο το κύριο (όχι ιδιαίτερα γρήγορο) θέμα συνδιαλέγεται με διαφορετικού χαρακτήρα επεισόδια σε γρηγορότερο τέμπο, που προσφέρουν άφθονες ευκαιρίες επίδειξης των δεξιοτεχνικών αρετών του σολίστα. Ενώ όλα δείχνουν πως το τέλος του κοντσέρτου θα είναι λαμπερό και ηχηρό, την τελευταία στιγμή η μουσική λαμβάνει μία νέα τροπή, οδεύοντας προς τη σιωπή.
ΜΠΕΛΑ ΜΠΑΡΤΟΚ (1881 – 1945)
Ουγγρικές Εικόνες, Sz. 97
Οι συχνές περιηγήσεις του Μπέλα Μπάρτοκ στην ύπαιθρο της Τρανσυλβανίας, της Σλοβακίας, της Βουλγαρίας και άλλων περιοχών της ανατολικής Ευρώπης ήδη από το 1907, είχαν ως στόχο τη γνωριμία και καταγραφή της αυθεντικής παραδοσιακής μουσικής των ντόπιων. Έτσι, ο νεαρός τότε συνθέτης όχι μόνο έθεσε τις βάσεις της επιστήμης της εθνομουσικολογίας αλλά ανακάλυψε μία πηγή έμπνευσης που θα αποδεικνυόταν γι’ αυτόν αστείρευτη. Δυστυχώς όμως, όπως συμβαίνει συχνά, το ταλέντο και η καταξίωσή του για τα επόμενα χρόνια της δημιουργικής του ζωής δεν συνοδεύτηκαν από ανάλογη οικονομική ευμάρεια. Έτσι, το 1931, για εμπορικούς καθαρά λόγους, αποφάσισε να ενορχηστρώσει πέντε σύντομα κομμάτια του για πιάνο, που είχαν γραφτεί πολύ νωρίτερα, από το 1908 ως το 1911.
Ο τίτλος Ουγγρικές Εικόνες είναι απόλυτα δικαιολογημένος, μιας και όλα τα κομμάτια έχουν τόσο ως περιεχόμενο όσο και ως μουσικό ύφος άμεση σχέση με τον κόσμο της ουγγρικής υπαίθρου και την μουσικής της αντίστοιχα. Τα δύο πρώτα κομμάτια προέρχονται από τη συλλογή Δέκα Εύκολα Κομμάτια (1908), η Μελωδία από τα Τέσσερα Μοιρολόγια (1909-1910), ο «Λίγο μεθυσμένος» είναι ενορχήστρωση της δεύτερης από τις Τρεις Μπουρλέσκ (1911) και τέλος, ο «Χορός των χοιροβοσκών» από τη συναρπαστικά όμορφη συλλογή παιδικών κομματιών Για τα παιδιά (For children). Κάθε κομμάτι των Ουγγρικών Εικόνων διατηρεί την απλότητα και την αμεσότητα των πρωτότυπων πιανιστικών κομματιών, είτε αυτά έχουν χορευτική διάθεση, χιούμορ ή μελαγχολία. Μάλιστα, η ανάγλυφη και οξυδερκής ενορχήστρωση του ώριμου πλέον συνθέτη ενισχύει αυτά τα χαρακτηριστικά καθιστώντας το έργο ένα γοητευτικό ακρόαμα από κάθε άποψη.
ΑΝΤΟΝΙΝ ΝΤΒΟΡΖΑΚ (1841 – 1904)
Συμφωνία αρ. 7 σε ρε ελάσσονα, έργο 70
Τον Ιούνιο του 1884 ο Ντβόρζακ διηύθυνε με επιτυχία στο Λονδίνο την Έκτη του Συμφωνία, προσκεκλημένος της Βασιλικής Φιλαρμονικής Εταιρείας, η οποία μέσα στην ίδια χρονιά εξέλεξε τον Τσέχο συνθέτη επίτιμο μέλος της και του παρήγγειλε μία νέα συμφωνία. Στις 17 Μαρτίου 1885 η Έβδομη είχε ολοκληρωθεί και ο ίδιος ο Ντβόρζακ διηύθυνε την πρώτη της εκτέλεση στις 22 Απριλίου 1885 στο St.James’s Hall του Λονδίνου. Τον ερχόμενο Ιούνιο προέβη σε μία ελάσσονα αναθεώρηση και με αυτή την τελική μορφή η συμφωνία εκτελέστηκε για πρώτη φορά στο Rudolfinum της Πράγας στις 29 Νοεμβρίου 1885.
Την εποχή σύνθεσης της Έβδομης ο Ντβόρζακ βρισκόταν σε ένα κομβικό σημείο της συνθετικής του εξέλιξης: αν ήθελε να επιτύχει διεθνή αναγνώριση, όφειλε -κατά τον μέντορά του, Γιοχάνες Μπραμς- να υιοθετήσει ένα πιο «διεθνές», οικουμενικό ύφος γραφής τηρώντας αποστάσεις από τις μουσικές παραδόσεις της γενέτειράς του Τσεχίας, που μέχρι τότε αποτελούσαν βασική πηγή έμπνευσής του. Για έναν συνθέτη όμως τόσο βαθιά συνδεδεμένο με τη μουσική και τη μοίρα του τόπου του, κάτι τέτοιο δεν μπορούσε να γίνει απλά ή άνευ ψυχικού κόστους. Εν μέσω αυτού του διλήμματος η ακρόαση της Τρίτης Συμφωνίας του Μπραμς έδωσε στον Ντβόρζακ έμμεσα μία κατεύθυνση στην υλοποίηση των δικών του συμφωνικών οραματισμών. Έτσι, η Έβδομη Συμφωνία αναγνωρίζεται ως ένα από τα κορυφαία συμφωνικά επιτεύγματα του συνθέτη αλλά και ως μία από τις σημαντικότερες συμφωνίες του Ρομαντισμού γενικότερα.
Ένας ισοκράτης στη νότα ρε από τα κόρνα, το τύμπανο και τα κοντραμπάσα προσφέρει το ηχητικό υπόβαθρο για την εκτύλιξη μίας πληθώρας μοτιβικών και θεματικών ιδεών, που ξεκινούν με μία σκοτεινή μελωδία από τις βιόλες και τα βιολοντσέλα. Η δεύτερη θεματική ομάδα φέρνει σε πρώτο πλάνο τα φλάουτα και τα κλαρινέτα, αν και σύντομα επιστρατεύει τη θέρμη του ήχου των εγχόρδων. Η δραματική κορύφωση της ευφάνταστης, πλην σύντομης, ανάπτυξης ταυτίζεται με την έναρξη της επανέκθεσης. Το μέρος κλείνει με μία ήσυχη coda, που ανακαλεί την ατμόσφαιρα της αρχής.
Στο αργό, δεύτερο μέρος τα πνευστά έχουν την πρωτοκαθεδρία ως κύριοι φορείς των λυρικών θεμάτων. Αλλεπάλληλες κορυφώσεις και ένας πολυσύνθετος αρμονικός και ενορχηστρωτικός πλούτος παραπέμπουν στη μουσική γλώσσα του Ρίχαρντ Βάγκνερ. Η πρώτη ουσιαστικά ανάλαφρη στιγμή της συμφωνίας είναι το σκέρτσο, όπου ο συνθέτης πειραματίζεται ευφυώς με τη ρυθμική αμφισημία των έξι τετάρτων. Η ενδιάμεση ενότητα του τρίο ανοίγει κατά τρόπο ειδυλλιακό, αν και σύντομα κυριαρχούν σκοτεινότερα ηχοχρώματα. Το φινάλε επεκτείνει τη στοχαστική και φορτισμένη ατμόσφαιρα των δύο πρώτων μερών. Το πρώτο θέμα παρουσιάζεται από τα βιολοντσέλα και τα κλαρινέτα ως απαρχή μίας μακράς δραματικής πορείας, που έρχεται να αμβλύνει κάπως το τρυφερό δεύτερο θέμα, παρουσιαζόμενο από τα βιολοντσέλα. Λίγο πριν το τέλος, ο συνθέτης οδηγεί τη μουσική στη ρε μείζονα δημιουργώντας έτσι αίσθηση θριάμβου αλλά και απρόσμενης λύτρωσης.
Το Πρόγραμμα με μια Ματιά
ΒΟΛΦΓΚΑΝΓΚ ΑΜΑΝΤΕΟΥΣ ΜΟΤΣΑΡΤ (1756 – 1791)
Κοντσέρτο για βιολί και ορχήστρα αρ.4 σε ρε μείζονα, K.218
1. Allegro
2. Andante cantabile
3. Rondeau: Andante grazioso – Allegro ma non troppo
ΜΠΕΛΑ ΜΠΑΡΤΟΚ (1881 – 1945)
Ουγγρικές Εικόνες, Sz. 97
1. Ένα βράδυ στο χωριό
2. Χορός της αρκούδας
3. Μελωδία
4. Λίγο μεθυσμένος
5. Χορός των χοιροβοσκών
ΑΝΤΟΝΙΝ ΝΤΒΟΡΖΑΚ (1841 – 1904)
Συμφωνία αρ. 7 σε ρε ελάσσονα, έργο 70
1. Allegro maestoso
2. Poco adagio
3. Scherzo: Vivace
4. Finale: Allegro
Με την ευγενή υποστήριξη του Δήμου Αγρινίου, του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Αγρινίου και του Πανεπιστημίου Πατρών
Σε συνεργασία με τη Λέσχη Φίλων Κλασσικής Μουσικής Πάτρας