«Ο μεγάλος υπηρέτης» είναι το αντικαθρέφτισμα της ζωής του σύγχρονου ανθρώπου, μια επικίνδυνη εξομολόγηση για τον βιωμένο δισταγμό που οδηγεί σε μια υπόγεια, διαβρωτική παρακμή, την παρακμή που διαπερνάει την αλήθεια οδηγώντας στην ουτοπία. Ένα βιβλίο για την άσκηση εξουσίας που καταλήγει σε μια άνευ προηγουμένου αντιστροφή ρόλων, στη θυματοποίηση του θύτη και, εν τέλει, στην απόλυτη παραίτηση. Ένα ατέρμονο κυνήγι ευτυχίας που οδηγεί σε μια τραγική διαπίστωση: πως στη σύγχρονη κοινωνία όπου οι επιθυμίες αλληλοσυγκρούονται—ή και αλληλοσυμπληρώνονται ενίοτε—είναι εξαιρετικά εύκολο να ανατραπούν οι σχέσεις, να καταλυθούν οι ισορροπίες και η διεκδίκηση της ευτυχίας να γίνει ένα αρρωστημένο παιχνίδι ψευδαισθήσεων.
Στον «Μεγάλο υπηρέτη» ο κεντρικός ήρωας παραδίδει την προσωπική του ζωή σε έναν άλλο άντρα που εμφανισιακά του μοιάζει και τον παρακολουθεί να απομακρύνεται κρατώντας στα χέρια του, σαν τρόπαιο, το δικό του παρελθόν, το παρόν αλλά και το μέλλον. Και αφήνεται σε μια ραγδαία πτώση καθοριστική για τη ζωή του και καθορισμένη από την ψευδαίσθηση μιας ψευδεπίγραφης ευτυχίας. Είναι ένας τραγικός ήρωας που αναζητά την ηδονή σε μια αχαλίνωτη πορεία προς τον εφιάλτη που δημιουργεί και προσχωρεί σ’ αυτόν «καλπάζοντας». Αυτό που κυριαρχεί στη ζωή του είναι η μοναξιά. Μια άγρια, αυτιστική μοναξιά, αυτήν που βιώνει στις μέρες μας ο άνθρωπος του σύγχρονου κόσμου και από την οποία δεν μπορεί να αποδράσει. Ένας ήρωας μιας σύγχρονης τραγωδίας που όταν θα βιώσει την ύβρη θα δεχτεί τη νέμεση και θα συντριβεί.
Όλα αρχίζουν όταν ένας επιτυχημένος επιχειρηματίας αποφασίζει να προσλάβει τον υπηρέτη του πεθαμένου του θείου και να τον φέρει να ζήσει μαζί του, ώστε να βάλει τάξη στη ζωή του και στο σπίτι του. Η συγκατοίκηση θα φέρει τον απροσδόκητο και οικειοθελή εγκλωβισμό του σε έναν παράδοξο παραλογισμό με την σταδιακή ανάθεση στον υπηρέτη όλων των θεμάτων που αφορούν στην προσωπική του ζωή και στη δουλειά του. Η αρχική υποταγή του υπηρέτη στην εξουσία του επιχειρηματία που τον προσέλαβε– μια εξουσία που στην αρχή θα ασκηθεί ακόμα και βίαια—θα αποδομηθεί και ο επιχειρηματίας θα πάρει τη θέση του υπηρέτη στην πολυθρόνα μπροστά από την τηλεόραση και θα «βουλιάξει» εκεί να ονειρεύεται το μέλλον. Η περιθωριοποίησή του από την ίδια του τη ζωή έχει πλέον συντελεστεί και θα τον οδηγήσει στην ανυπαρξία.
Υπηρέτης και αφεντικό βιώνουν μια ζωή κοινή, μια σχέση διπολική με κατακερματισμένα τα όρια της ανθρώπινης μοίρας αλλά και της ανθρώπινης ταυτότητας. Ο επιχειρηματίας θα γίνει ο ίδιος δούλος του εαυτού του, καταθέτοντας την εξουσία του εαυτού του στον άλλο, εκείνον που δε διστάζει να ζήσει, να ονειρευτεί, να ερωτευτεί και να βιώσει τη ζωή σε όλες της τις διαστάσεις. Θα αποσυρθεί στην εξουσία της παραίτησης, στην υποσυνείδητη ζεστασιά της ακινησίας κι εκεί θα ανακαλύψει τον απόλυτο αφανισμό, «εγκλωβισμένος σε μια αυτοτροφοδοτούμενη παρακμή». Σε έναν λαβύρινθο η έξοδος από τον οποίο δεν τον ενδιαφέρει, ώσπου να συνειδητοποιήσει τη σκοτεινιά και τον όλεθρο που του επιφυλάσσει.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Γράφει χαρακτηριστικά: «Δεν μπορώ να θυμηθώ πώς συνέβη, όμως κάποια στιγμή της ζωής μου βρέθηκα μέσα σε έναν λαβύρινθο. Κανείς δεν με ανάγκασε να μπω, κανείς δεν με συμβούλευσε να το κάνω, ούτε με βοήθησαν να τον αποφύγω. Όταν πρωτοβρέθηκα μέσα του, δεν έκανα τίποτα άλλο απ’ το να τον παρατηρώ. Βάδιζα και κοιτούσα έκθαμβος, τα δαιδαλώδη τοιχώματά του, που υψώνονταν σε ένα ανάστημα που με εμπόδιζε να δω παραπέρα• […] Τις πρώτες ώρες ο ενθουσιασμός μου ήταν μεγάλος. Περνούσα από το ένα τμήμα του στο άλλο και ανυπομονούσα να εξερευνήσω την επόμενη μικρή οδό που οδηγούσε σε ένα μονοπάτι χωρίς διέξοδο, κάθε βήμα μου ήταν μια αποκάλυψη. Όταν όμως κύλησε λίγο ο χρόνος εκείνος ο λαβύρινθος δεν ήταν απλώς ένα αξιοθέατο, ένας μυστηριώδης τόπος τον οποίο είχα την ευκαιρία να ανακαλύψω• ήμουν εγκλωβισμένος εκεί και στ’ αλήθεια δεν είχα τη δυνατότητα να βρω την έξοδο».
Ο Δημήτρης Σωτάκης δεν χαρίζεται στους ήρωές του. Τους στήνει απέναντί του και τους αναγκάζει να κοιτάξουν ο ένας μέσα στον άλλο για να ανακαλύψουν εκεί την πυρηνική ουσία της υπαρκτικής τους διάστασης. Για τον συγγραφέα η αφήγηση λειτουργεί ως ένας μεγεθυντικός φακός για τους εφιάλτες τους. Και ο αναγνώστης θα δει μέσα από αυτόν τον φακό τη διάττορη ανάγκη να εισχωρήσει πιο βαθιά στους ενδόμυχους φόβους του και να αντικρίσει εκεί τον πραγματικό του εαυτό. Να οδηγηθεί στην αυτογνωσία, στην αυτοεκτίμηση, στον αυτοσεβασμό προτού τον προλάβει το μέλλον.
Ένα αξιόλογο βιβλίο για την πάλη του ανθρώπου με το «Εγώ» και τη συνειδητή εκχώρηση της ευτυχίας στην ετερότητα του «Εσύ». Μια εξαιρετική ιδέα γεμάτη συμβολισμούς που τροφοδοτεί τη σκέψη του αναγνώστη για το μέλλον του ανθρώπου και την υποδούλωσή του στον σύγχρονο τρόπο ζωής. Μια αλληγορική χαρτογράφηση της ανθρώπινης υποταγής στην εξουσία του μέλλοντος.