Είναι τέτοια η προσωπικότητα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τέτοιο το εκτόπισμά του ως στρατηλάτη και ηγέτη, τόσο σημαντική η στρατιωτική, πολιτική και πολιτιστική κληρονομιά του, τόσο δυνατή η επιρροή του στους επιγόνους και μεταγενέστερους Έλληνες και ξένους, τόσο εξαιρετικά δυνατός ο μύθος γύρω από το όνομά του και τον θάνατό του, που αναμφίβολα οι αναφορές στο πρόσωπό του ποτέ δεν έπαψαν να υπάρχουν και πολλοί θα διεκδικούν ένα κομμάτι από την ιστορία που έγραψε με την παρουσία του και το πέρασμά του. Αυτό το εξαιρετικά πολυεπίπεδο και πολυδιάστατο πόνημα έρχεται να καταγράψει όχι μόνο την ιστορία αυτή καθεαυτή του Αλέξανδρου που λίγο πολύ είναι γνωστή αλλά να τονίσει και να παρουσιάσει αναλυτικά το πριν και το μετά της εποχής του Αλέξανδρου, δηλαδή αυτή του πατέρα του Φιλίππου Β’ και βέβαια των επιγόνων του. Ο Ρίτσαρντ Μπίλοους με μια πλούσια βιβλιογραφία και με πλήθος αναφορών παρουσιάζει στους αναγνώστες όλο το φάσμα των γεγονότων με έναν υπέροχα εύληπτο τρόπο ώστε το βιβλίο να διαβάζεται πραγματικά απνευστί.

Ο κόσμος του Φιλίππου που ενέπνευσε τον Αλέξανδρο και η σημαντική συμβολή των επιγόνων

Αυτό που συμπεραίνει ο αναγνώστης και που επισημαίνει με ένταση ο συγγραφέας είναι πως η παρακαταθήκη του πατέρα του Αλέξανδρου είναι ακόμα πιο σημαντική από του γνωστού ανά τον κόσμο στρατηλάτη για τον απλούστατο λόγο πως ο Φίλιππος Β’ κληρονόμησε από τους προηγούμενους βασιλείς ένα βασίλειο σχεδόν διαλυμένο, υποταγμένο και ρημαγμένο και κατάφερε με την ευφυΐα του και την οξυδέρκειά του να το μετατρέψει σε έναν ισχυρό πόλο δύναμης και εξουσίας που απλώθηκε στα πέρατα της γης. Αν δεν είχαν εδραιωθεί σωστά τα θεμέλια του οικοδομήματος που ονομάζεται μακεδονικό βασίλειο και αν δεν είχε καταφέρει να δομήσει ορθολογικά τον στρατό έτσι ώστε να είναι αποτελεσματικός και εύρωστος με στρατηγούς άξιους και δυναμικούς τότε ο Μέγας Αλέξανδρος δεν θα μπορούσε να κερδίσει τις μάχες που κέρδισε και να απλώσει τα δίχτυα του μέχρι την μακρινή Ινδία. Ο Φίλιππος ήταν για παράδειγμα ο δημιουργός της μακεδονικής φάλαγγας που τόσο κεντρικό και κυρίαρχο ρόλο έπαιξε στην επιτυχή έκβαση των μαχών.

«Η υπηρεσία στη φάλαγγα του Φιλίππου ήταν αυτή που καλλιέργησε στην ψυχή του Μακεδόνα πολεμιστή, χρόνο με τον χρόνο, την αίσθηση της ενότητας, της ταυτότητας και του κοινού σκοπού, σε βαθμό ικανό να τεθούν οι βάσεις για ένα εθνικό κράτος. Επιπλέον, η βελτίωση και η αριθμητική ενίσχυση του μακεδονικού ιππικού το μετέτρεψαν, για πρώτη φορά, από ένα συνονθύλευμα από προσωπικούς ακολούθους των αριστοκρατών γαιοκτημόνων σε πραγματικό μακεδονικό στρατιωτικό σώμα». Αυτή την φιλοσοφία συνέχισε και ενίσχυσε ο Αλέξανδρος στη σύντομη ζωή του ωστόσο οι επίγονοι κατάφεραν με τα δικά τους επιτεύγματα, παρά τα όποια λάθη και τις διενέξεις, να συγκροτήσουν βασίλεια τα οποία διατηρήθηκαν για πολλούς αιώνες και να μετατρέψουν τις χώρες και τις πόλεις που κατέκτησε ο Αλέξανδρος σε ηγεμονικές περιφέρειες του τότε αρχαίου κόσμου με τον ελληνιστικό πολιτισμό να διαχέεται σε όλη αυτή την επικράτεια.

Ο Μέγας Αλέξανδρος κατέχει μία περίοπτη θέση στους βυζαντινούς χρόνους, δηλαδή στην μετεξέλιξη της ρωμαϊκής κυριαρχίας, η οποία συνεχίζεται με την μετεγκατάσταση της πρωτεύουσας από την Ρώμη στην Κωνσταντινούπολη, την νέα Ρώμη. Όλοι οι μεγάλοι αυτοκράτορες άλλωστε της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας θα αποτίσουν φόρο τιμής στον μεγάλο στρατηλάτη και θα επισκεφθούν την Αλεξάνδρεια για να επισκεφτούν τον τάφο του και έτσι να θεωρήσουν μέσα τους πως οι ίδιοι και η βασιλεία τους έχουν έναν κοινό μίτο με εκείνον. «Οι Ρωμαίοι θεώρησαν τον Μέγα Αλέξανδρο πρότυπο ανδρείας, μετέφεραν στη Ρώμη κάθε είδους έργο τέχνης που σχετιζόταν με το πρόσωπό του και δεν έπαψαν να θαυμάζουν τα κατορθώματά του». Αυτός είναι ο θαυμασμός των Ρωμαίων, ο οποίος θα συνεχιστεί από τους Βυζαντινούς με το ίδιο πάθος και την ίδια ζέση, με την πεποίθηση πως οι Βυζαντινοί έχουν περισσότερα στοιχεία να τους ενώνουν με τον Αλέξανδρο από τους Ρωμαίους. Είναι οι λαϊκές παραδόσεις, είναι οι ιστορίες που εξυφαίνονται γύρω από τα όσα έζησε, είναι κυρίως η “κοινή” ελληνική γλώσσα, η γλώσσα η οποία μιλιέται στα βυζαντινά χρόνια και η οποία τους ενώνει, είναι η ταυτότητα μιας ελληνικότητας που θρέφεται σιγά σιγά, είναι και οι ένδοξοι αγώνες και μάχες εναντίον των εχθρών της νέας αυτοκρατορίας του Βυζαντίου που θυμίζουν εκείνους του μαθητή του Αριστοτέλη.

Αυτό που προκύπτει είναι πως κατά τη βυζαντινή περίοδο, καταγράφονται πολλές διασκευές και μεταφράσεις στα Λατινικά, αλλά και σε πλείστες ξένες γλώσσες, των κατορθωμάτων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αλλά και μία εκστρατεία μέσω των Βυζαντινών αντιγραφέων και διασκευαστών να γίνει η ιστορία του Αλέξανδρου γνωστή στον μεσαιωνικό τότε κόσμο και να διαδοθεί όσο περισσότερο γίνεται. «Για τους Βυζαντινούς ο Μέγας Αλέξανδρος είναι και παραμένει, πάνω από όλα και για όλους, το πρότυπο του Έλληνα ήρωα. Αυτήν την εικόνα διαδίδει σε όλο τον μεσαιωνικό κόσμο το Μυθιστόρημα του Ψευδο-Καλλισθένη, αλλά και η αληθινή ιστορία του Αλέξανδρου» γράφει η Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ στο δικό της βιβλίο για τον Αλέξανδρο και ο Μπίλοους στο τελευταίο κεφάλαιο αναφέρεται διεξοδικά στην κληρονομιά του Αλέξανδρου στους αιώνες με αναφορά όχι μόνο στους Βυζαντινούς αλλά και έπειτα στους Άραβες που κατέκτησαν τον πάλαι ποτέ ελληνιστικό κόσμο αλλά διδάχθηκαν από αυτόν. Οι αναφορές στο όνομά του είναι συνεχείς και τακτικές από τους Βυζαντινούς λόγιους και διανοούμενους και είναι αυτοί άλλωστε που μετά την πτώση του Βυζαντίου θα ταξιδέψουν στην Δύση για να μεταλαμπαδεύσουν και να διαδώσουν ακόμα πιο τρανά τον μοναδικό θρύλο του.

Απόσπασμα από το βιβλίο «Πριν και μετά τον Αλέξανδρο – Ο μύθος και η παρακαταθήκη»:

«Χάρη στις κατακτήσεις του Αλέξανδρου και στις τιτάνιες προσπάθειες των διαδόχων του, για εξακόσια περίπου χρόνια – από το 300 π.Χ. μέχρι το 300 μ.Χ. – η δυτική Ασία, η βόρεια Αφρική και γενικότερα η περιοχή της ανατολικής Μεσογείου υπήρξε η έδρα του πολιτισμού που αποκαλούμε “ελληνιστικό”. Η ελληνική ήταν η γλώσσα που μιλούσε η καλλιεργημένη ελίτ παντού, από τη Σαμαρκάνδη, μέχρι τις Σάρδεις και από την Κριμαία μέχρι το Ασουάν»

Διαβάστε επίσης:

Ρίτσαρντ Α. Μπίλοους: Κυκλοφορεί το βιβλίο του «Πριν και μετά τον Αλέξανδρο – Ο μύθος και η παρακαταθήκη»