Μαζί του η διακεκριμένη Ελληνίδα κολορατούρα υψίφωνος Χριστίνα Πουλίτση, στον ιδιαιτέρως απαιτητικό ρόλο της Τζίλντας, καθώς και ο τενόρος Γιάννης Χριστόπουλος. Η διαχρονική παραγωγή της ΕΛΣ αναβιώνει για τέσσερις μοναδικές παραστάσεις από τις 25 Οκτωβρίου έως την 1η Νοεμβρίου 2017, σε μουσική διεύθυνση Ηλία Βουδούρη και σκηνοθεσία Νίκου Πετρόπουλου.
Από το 1851 που πρωτοπαρουσιάστηκε στη Βενετία, έως σήμερα ο Ριγολέττος έχει χειροκροτηθεί από χιλιάδες θεατές σε όλο τον κόσμο και δικαίως έχει χαρακτηριστεί ως μια από τις δημοφιλέστερες όπερες όλων των εποχών. Στον Ριγολέττο, ο Βέρντι αλλάζει σελίδα στην συνθετική του διαδρομή και παρουσιάζει ένα έργο με ξεκάθαρο στίγμα και αυξημένη διάθεση για πειραματισμό. “Καινοτομία της μουσικής, του ύφους, της μορφής των κομματιών. Θαυμαστή δουλειά της ενορχήστρωσης: αυτή η ορχήστρα μιλά, δακρύζει, συγκινεί”, γράφει με ενθουσιασμό την επομένη της παγκόσμιας πρώτης του Ριγολέττου, στις 12 Μαρτίου 1851, ο Ιταλός κριτικός Τομμάζο Λοκατέλλι.
Στον Ριγολέττο οι αντιθέσεις συνιστούν βασικό στοιχείο, καθώς οι μεταπτώσεις ανάμεσα σε λυρικές και δραματικές σκηνές εξασφαλίζουν τη διαρκή ροή της υπόθεσης, με μεγάλη ταχύτητα. Άλλωστε, η αντιφατική, σκοτεινή προσωπικότητα του χαρακτήρα του Ριγολέττου είναι το στοιχείο που ενέπνευσε και παρακίνησε τον Βέρντι να συνθέσει την όπερα αυτή.
Η ιστορία μιλά για τον έρωτα της Τζίλντας, κόρης του καμπούρη αυλικού γελωτοποιού Ριγολέττου, για τον έκλυτο Δούκα της Μάντοβας, ο οποίος της παρουσιάζεται ως φτωχός φοιτητής. Προκειμένου να εκδικηθεί για τη χαμένη τιμή της κόρης του, ο Ριγολέττος καταστρώνει τη δολοφονία του Δούκα. Ανακαλύπτοντας τα σχέδια του πατέρα της, η Τζίλντα αποφασίζει να σώσει τον αγαπημένο της και να θυσιαστεί, παίρνοντας τη θέση του.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Ο σκηνοθέτης Νίκος Σ. Πετρόπουλος έχει μεταφέρει τη δράση του Ριγολέττου από τη Μάντοβα του 16ου αιώνα στην Ιταλία του Μουσολίνι, λίγο πριν το ξέσπασμα του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Το αλαζονικό περιβάλλον του έκλυτου Δούκα της Μάντοβας μεταφέρεται σε αυτή την εποχή της συνομωσίας και της υπεροψίας. Η έντονα δραματική μουσική του Βέρντι δένει με μία ατμόσφαιρα, όπου όλοι και όλα κινούνται μέσα σε σκιές. Ο σκηνοθέτης σημειώνει: “Μιλάνο, Μάρτιος του 1938. Η Ιταλία αυτοκρατορία πλέον, από το 1936. Το απόγειο της φασιστικής δόξας. Ένα κράτος πριν την αρχή της κατάρρευσης και της καταστροφής. Ήθη έκλυτα, υπεροψία της εξουσίας, αυθαιρεσία, καμαρίλα, συνωμοσίες, οίηση. Το ιδανικότερο πλαίσιο για μία χρονολογική, τίμια, μεταφορά του Ριγολέττου σε ένα φιλμ νουάρ. Όμως, όλα αυτά δεν τα αντιμετωπίζουμε ακόμα και σήμερα; Να λοιπόν η δυναμική του έργου”.
Στον ρόλο του τίτλου, ο σπουδαίος Έλληνας βαρύτονος Δημήτρης Πλατανιάς, ο οποίος έκανε το ντεμπούτο του στον ρόλο το 2008/9 στη Λυρική και έκτοτε τον έχει ερμηνεύσει με τεράστια επιτυχία σε σπουδαία λυρικά θέατρα, όπως η Royal Opera House του Λονδίνου, το Fenice της Βενετίας, το Teatro Massimo του Παλέρμο, το Barbican του Λονδίνου, το La Monnaie των Βρυξελλών, το Concertgebouw του Άμστερνταμ κ.α. Οι κορυφαίες βρετανικές εφημερίδες έγραψαν διθυραμβικές κριτικές για την ερμηνεία του: “Η ερμηνεία του βαρύτονου Δημήτρη Πλατανιά στο ρόλο του τίτλου προκαλεί δέος – κανένα ίχνος κόπωσης στη φωνή του μέχρι και την τελευταία κραυγή απελπισίας” γράφει ο George Hall στον Guardian, ενώ ο Rupert Christiansen στην Telegraph σημειώνει: “Ένας βαρύτονος – αληθινό θηρίο, με μια καταπληκτική φωνή. Η φλογερή δύναμη της ερμηνείας του, είχε ως αποτέλεσμα την πανηγυρική υποδοχή του κοινού”.
Την Τζίλντα ερμηνεύει η διεθνώς αναγνωρισμένη Ελληνίδα υψίφωνος Χριστίνα Πουλίτση, η οποία από τη φετινή σεζόν ανήκει στο καλλιτεχνικό δυναμικό της ΕΛΣ. Στον ρόλο του Δούκα της Μάντοβας o διακεκριμένος τενόρος της ΕΛΣ Γιάννης Χριστόπουλος. Στον ρόλο του Σπαραφουτσίλε ο σπουδαίος βαθύφωνος Δημήτρης Καβράκος, ενώ στον ρόλο της Μανταλένας η Ειρήνη Καράγιαννη. Μαζί τους μια πλειάδα Ελλήνων μονωδών της ΕΛΣ.
Την Ορχήστρα της ΕΛΣ διευθύνει ο αρχιμουσικός Ηλίας Βουδούρης και τη Χορωδία της ΕΛΣ ο Αγαθάγγελος Γεωργακάτος.
Ο Ριγολέττος με μια ματιά
Ο συνθέτης
Ο Τζουζέππε Βέρντι, ο διασημότερος συνθέτης του ιταλικού ρομαντισμού, γεννήθηκε στο Λε Ρόνκολε της βόρειας Ιταλίας το 1813 και πέθανε στο Μιλάνο το 1901. Σπούδασε μουσική στο επαρχιακό Μπουσσέτο και στη συνέχεια στο Μιλάνο. Τα πρώτα του έργα γράφηκαν μέσα στο επαναστατικό κλίμα της εποχής, απηχώντας ιδεολογικά τον αγώνα για την απελευθέρωση των ιταλικών κρατιδίων από τους Αυστριακούς και την ενοποίησή τους σε κυρίαρχη χώρα. Η ενασχόληση του Βέρντι με την πολιτική τον ανέδειξε σε εθνικό σύμβολο. Ως ακροστιχίδα το σύνθημα Viva Verdi σήμαινε Ζήτω ο Βίκτωρ Εμμανουήλ βασιλιάς της Ιταλίας-Viva Vittorio Emanuele Re D’ Italia. Το 1861 ο συνθέτης εξελέγη μέλος του πρώτου ιταλικού κοινοβουλίου. Διασημότερες όπερές του είναι οι Ναμπούκκο (1842), Ριγολέττος (1851), Ο τροβαδούρος (1853), Η παραστρατημένη/Τραβιάτα (1853), Η δύναμη του πεπρωμένου (1862), Αΐντα (1871), Οθέλλος (1887) και Φάλσταφ (1893).
Με τη μουσική του ο Βέρντι εξέφρασε σε αισθητικό επίπεδο το πνεύμα του ώριμου ρομαντισμού και σε πολιτικό επίπεδο την επιθυμία των συμπατριωτών του να δουν την Ιταλία ελεύθερη και ενωμένη. Αγαπήθηκε από ιδιαίτερα πλατύ κοινό και απέκτησε εξαρχής δημοτικότητα που παραμένει αμείωτη μέχρι σήμερα. Στις ιστορικές, πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες του 19ου αιώνα, ο Βέρντι υπήρξε ο συνθέτης που έζησε εκείνη την μοναδική στιγμή στην Ιστορία της μουσικής, κατά την οποία η υψηλή τέχνη έγινε ταυτόχρονα και λαϊκή.
Το έργο
Το τρίπρακτο μελόδραμα Ριγολέττος είναι εμπνευσμένο από το θεατρικό Ο βασιλιάς διασκεδάζει (1832) του Βικτόρ Ουγκώ (1802-1885). Το ποιητικό κείμενο υπογράφει ο Φραντσέσκο Μαρία Πιάβε (1810-1876).
Πρεμιέρες
Ο Ριγολέττος πρωτοπαρουσιάστηκε στο Θέατρο Ο Φοίνικας της Βενετίας στις 11 Μαρτίου 1851. Στην Ελλάδα αναφέρεται παράσταση της όπερας το 1852 στην υπό βρετανική προστασία Κέρκυρα και στις 28 Οκτωβρίου 1853 στην Αθήνα, σε ιταλική γλώσσα. Στο ρεπερτόριο της Εθνικής λυρικής Σκηνής ο Ριγολέττος περιλήφθηκε τον Ιανουάριο του 1948, όταν δόθηκε σε μουσική διεύθυνση του Λεωνίδα Ζώρα και σε σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Πέρση, με τον Ευάγγελο Μαγκλιβέρα στον κεντρικό ρόλο, τον Αντώνη Δελένδα ως Δούκα και τη Φραντσέσκα Νικήτα ως Τζίλντα.
Συντελεστές:
Μουσική διεύθυνση Ηλίας Βουδούρης
Σκηνοθεσία-σκηνικά-κοστούμια-φωτισμοί Νίκος Σ. Πετρόπουλος
Κινησιολογία-χορογραφία: Άρτεμις Λαμπίρη
Διεύθυνση χορωδίας: Αγαθάγγελος Γεωργακάτος
Διεύθυνση μπάντας: Γεώργιος Αραβίδης
Διανομή:
Δούκας της Μάντοβας: Γιάννης Χριστόπουλος
Ριγολέττος: Δημήτρης Πλατανιάς
Τζίλντα: Χριστίνα Πουλίτση
Σπαραφουτσίλε: Δημήτρης Καβράκος
Μανταλένα: Ειρήνη Καράγιαννη
Τζοβάννα: Ελένη Δάβου
Κόμης Μοντερόνε: Δημήτρης Κασιούμης
Μαρούλλο: Άκης Λαλούσης
Μπόρσα: Γιάννης Κάβουρας
Κόμης Τσεπράνο: Γιώργος Ματθαιακάκης
Κόμισσα Τσεπράνο: Λεωνόρα Γαϊτάνου
Δεσμοφύλακας: Αλέξανδρος Λούτας
Ακόλουθος: Νίκη Χαζιράκη
Με την Ορχήστρα και τη Χορωδία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής