Η Odeon παρουσιάζει στους κινηματογράφους από τις 22 Οκτωβρίου 2015 την ταινία «Ο Σεφ που Έπαιζε με τη Φωτιά» (Burnt) σε σκηνοθεσία του Τζον Ουέλς με τον Μπράντλεϊ Κούπερ.
Ο Μπράντλεϊ Κούπερ παλεύει για να κατακτήσει την κορυφή του κόσμου της υψηλής μαγειρικής, ως ο «Σεφ που Έπαιζε με τη Φωτιά»!
Σε κάποιες από τις πιο επιτυχημένες κουζίνες του πλανήτη επικρατεί πολεμικό κλίμα, αλλά αυτό για τον ταλαντούχο σεφ Άνταμ Τζόουνς δεν είναι πρόβλημα – είναι, αντίθετα, αυτό που τον κάνει να νιώθει ότι εκεί ακριβώς ανήκει.
Ο Άνταμ τα είχε όλα – και τα έχασε. Το πρώην κακό παιδί των εστιατορίων του Παρισιού, που κέρδισε δύο αστέρια Michelin, νοιαζόταν μόνο για την συναρπαστική έξαψη τού να δημιουργείς εκρήξεις γεύσης. Για να αποκτήσει την δική του κουζίνα, όπως και το τρίτο αστέρι Michelin που του διαφεύγει, ο Τζόουνς θα πρέπει να αφήσει πίσω τις κακές του συνήθειες και να πάρει στην ομάδα του τους καλύτερους, όπως την όμορφη Ελέν. Η ιστορία του είναι τελικά ένας ύμνος για την αγάπη του φαγητού και την δύναμη των δεύτερων ευκαιριών.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Λίγα λόγια για την ταινία
Συνεχίζοντας την σχέση αγάπης που έχει το σινεμά με τον κόσμο της μαγειρικής, το «Ο Σεφ που Έπαιζε με τη Φωτιά» ρίχνει μια κλεφτή ματιά στο περιβόητο, και κρυμμένο από το ευρύ κοινό, παρασκήνιο των διάσημων εστιατορίων. Εκεί, οι μεγαλύτεροι σεφ δημιουργούν τις γεύσεις του αύριο με την ώθηση που τους δίνει η απόλυτη αφοσίωση στην τέχνη τους, αλλά και η φιλοδοξία να πρωτοπορήσουν. Στην σημερινή εποχή, στην οποία το φαγητό έχει αναδειχθεί σε lifestyle εμμονή που αποθεώνεται από τους λεγόμενους foodies, οι σεφ χαρίζουν μοναδικές στιγμές οπτικής και γευστικής απόλαυσης, και ανταγωνίζονται σε διασημότητα τους ροκ σταρ.
Και σε κάποιες περιπτώσεις, συμπεριφέρονται όντως σαν ροκ σταρ. Αυτή είναι και η περίπτωση του πρωταγωνιστή του «Burnt»: ο Άνταμ Τζόουνς ανέβηκε στην κορυφή με τον ίδιο ιλιγγιώδη ρυθμό που γκρεμίστηκε από αυτήν, εξαιτίας της δικής του υπέρμετρης φιλοδοξίας, του αλαζονικού εγωκεντρισμού και του εκτός ελέγχου τρόπου ζωής του. «Γνώρισε την επιτυχία αλλά την έχασε μέσα από τα χέρια του», εξηγεί ο σκηνοθέτης Τζον Ουέλς. «Για να την ανακτήσει, συνειδητοποιεί ότι πρέπει να ζητήσει την βοήθεια των άλλων, κάτι που παλιότερα ο ναρκισσισμός του δεν θα επέτρεπε. Είναι μια υπέροχη ιστορία για το πώς είναι να αντιμετωπίζεις την ενήλικη ζωή και το τι χρειάζεσαι για να πετύχεις, όχι μόνο στο επάγγελμά σου».
Τα γυρίσματα έγιναν στο Λονδίνο, την «τωρινή πρωτεύουσα του καλού φαγητού», σύμφωνα με τον Ουέλς. «Είναι η πόλη που οι νέοι σεφ πρέπει να κατακτήσουν για να πετύχουν, άρα ο Άνταμ αρχίζει από εκεί. Γυρίσαμε σκηνές σε μερικά από τα καλύτερα εστιατόρια για να πετύχουμε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αυθεντικότητα. Φυσικά με ένα μεγάλο σεφ παγκοσμίου επιπέδου για να μας καθοδηγεί».
Τον ρόλο αυτό ανέλαβε τελικά ο Μάρκους Ουέρινγκ, βραβευμένος με αστέρια Michelin και παρουσιαστής της πετυχημένης εκπομπής του BBC, «Master Chef». «Μου κέντρισε το ενδιαφέρον η ιδέα μιας ταινίας που να τοποθετείται στον κόσμο μου, οπότε συνάντησα τον σεναριογράφο Στίβεν Νάιτ και μιλήσαμε για πολλή ώρα. Του είπα πολλές παρασκηνιακές ιστορίες από τις κουζίνες στις οποίες έχω δουλέψει, αλλά και από άλλες κουζίνες». Ο Ουέρινγκ δηλώνει εντυπωσιασμένος από την επιμονή του Ουέλς να αποτυπώσει όσο το δυνατόν αυθεντικότερα την ατμόσφαιρα της κουζίνας ενός τέτοιου εστιατορίου, αποφασίζοντας να προσλάβει πραγματικούς σεφ ως κομπάρσους και να προγραμματίσει ειδική εκπαίδευση για όλους τους ηθοποιούς. «Όλα είναι 100% αληθινά», τονίζει. «Ο Τζον δεν ήθελε κανείς να προσποιείται. Οι φούρνοι και τα μάτια ήταν πραγματικά αναμμένα, οι σεφ μαγείρευαν. Με κάθε λήψη βελτιώνονταν, ενώ μετά άρχισαν να δείχνουν κουρασμένοι και ενοχλημένοι – ό, τι συμβαίνει και στις κουζίνες δηλαδή! Σήμερα το κοινό είναι εξοικειωμένο με το φαγητό, άρα έπρεπε όλα να είναι αυθεντικά».
Ο Ουέρινγκ ήταν ένας από τους διάσημους σεφ όπως ο Μάρκο Πιερ Ουάιτ, ο Γκόρντον Ράμσεϊ και η Κλερ Σμάιθ, που μελέτησε προσεκτικά ο Μπράντλεϊ Κούπερ για να χτίσει τον ρόλο του. Θέλοντας να εκμεταλλευτεί την χαρισματική παρουσία του Κούπερ για να αντισταθμίσει τον «αρχικά, όχι ιδιαίτερα συμπαθή χαρακτήρα του ανθρώπου που υποδύεται», ο Ουέλς του εμπιστεύτηκε το πολύπλοκο καθήκον να ερμηνεύσει έναν άνδρα με σκοτεινό παρελθόν και αυτοκαταστροφικές τάσεις. «Ο Μπράντλεϊ είναι ένας υπέροχος ηθοποιός και πολύ έξυπνος άνδρας, κατάλαβε αμέσως τι του ζητούσα. Έχει μιλήσει ανοιχτά για τα δικά του προβλήματα με τον εθισμό, το πόσο δύσκολο είναι να μην παραδοθείς στις εμμονές σου και να κάνεις το επόμενο βήμα. Οπότε ήταν πολύ γενναίο εκ μέρους του και για τον λόγο αυτό, πέρα από την τεράστια δυσκολία της εκπαίδευσής του για να πείσει ως βραβευμένος με αστέρια Michelin σεφ. Ήταν καταπληκτικός».
Όπως παραδέχεται και ο ίδιος ο Κούπερ, δεν ξεκίνησε από το μηδέν, αφού η σχέση του με το φαγητό ήταν κάτι παραπάνω από στενή. «Όταν ήμουν παιδί, μαγείρευα με την γιαγιά μου συχνά. Καταγόμαστε από την Ιταλία, οπότε το μαγείρεμα ήταν μεγάλο κομμάτι της καθημερινότητάς μας. Μιλούσαμε για το τι θα τρώγαμε, για το τι φάγαμε μόλις, και για το τι θα βάζαμε στο ψυγείο για να φάμε την επόμενη μέρα! Η κουζίνα ήταν το επίκεντρο όλης της δράσης. Όλα συνέβαιναν εκεί: οι καβγάδες, τα αστεία, όλη μας η ζωή. Τώρα το να περιτριγυρίζομαι από τόσο φαγητό μού είναι πολύ οικείο, μου θυμίζει την παιδική μου ηλικία».
Βέβαια, η πραγματικότητα στον κόσμο της υψηλής μαγειρικής είναι πολύ διαφορετική, όπως παραδέχεται ο ίδιος. «Πέρασα έναν μήνα ζώντας και αναπνέοντας τον κόσμο αυτό. Αλλά η έρευνά μου είχε αρχίσει και νωρίτερα: έχω δουλέψει ως σερβιτόρος σε ένα ελληνικό εστιατόριο και ως αρχάριος μάγειρας σε ένα ιταλικό. Είχα γυρίσει και μια τηλεοπτική σειρά πριν μερικά χρόνια, και είχα κάνει έρευνα και γι’ αυτό. Βέβαια, όσο περνούσε ο καιρός, στην πραγματικότητα συνειδητοποίησα πόσο δεν ξέρω να μαγειρεύω. Το επίπεδο εκτέλεσης των πιάτων είναι παγκοσμίου επιπέδου. Το να πάρεις τρία αστέρια Michelin είναι κυριολεκτικά σχεδόν αδύνατο. Το επίπεδο τελειότητας, πειθαρχίας και θυσίας είναι απίστευτο».
Θέλοντας να στελεχώσει την κουζίνα του με τους καλύτερους νέους σεφ της αγοράς, ο Άνταμ ξεκινά μια αποστολή που ο Ουέλς χιουμοριστικά παραλληλίζει με «την σταδιακή συγκέντρωση των καουμπόι για να σώσουν την πόλη από μια εξωτερική απειλή σε ένα ουέστερν». «Επειδή οι κουζίνες είναι πολυεθνικοί χώροι στους οποίους ακούγονται διάφορες γλώσσες και αργκό που έχει φτιαχτεί από αυτές τις γλώσσες, μπορέσαμε να επιλέξουμε από ένα ευρύ φάσμα ηθοποιών, τους οποίους έχω αγαπήσει σε ξενόγλωσσες ταινίες, όπως ο Ομάρ Σι των «Άθικτων» και ο Ντάνιελ Μπρουλ του «Rush» και του «Goodbye Lenin!». Επιπλέον, ηθοποιοί όπως η Έμμα Τόμσον, η Ούμα Θέρμαν και η Αλίσια Βικάντερ έκαναν χώρο στα πολύ φορτωμένα προγράμματά τους για να μας διαθέσουν λίγο από το χρόνο τους. Το να δουλεύεις με μια τέτοια ομάδα ηθοποιών ήταν πραγματικό προνόμιο για μένα».
Μόνιμα παρών στα γυρίσματα ως σύμβουλος, ο Μάρκους Ουέρινγκ προετοίμαζε το εκάστοτε πιάτο πριν τις λήψεις και έπειτα ο Κούπερ επαναλάμβανε τις κινήσεις του για την κάμερα – ό, τι φαίνεται στην οθόνη, εξάλλου, είναι πραγματική μαγειρική, αφού πρωταγωνιστές και βοηθητικοί ηθοποιοί μαγειρεύουν στα αλήθεια. «Σε όλες τις λήψεις μαγειρεύω πραγματικά. Οι απαιτήσεις ήταν μεγάλες. Και κάθε μέρα ένιωθα την πίεση ότι έπρεπε να τα σταθώ στο ύψος των περιστάσεων γιατί ο Μάρκους με παρακολουθούσε στενά. Έπρεπε να πείσω όλους τους γύρω μου ότι είμαι το αφεντικό και αυτή η πίεση μού έδινε απίστευτη ώθηση και ενέργεια».
Την ίδια σκληρή εκπαίδευση πέρασε και το υπόλοιπο καστ, με προεξάρχουσα τη Σιένα Μίλερ, η οποία υποδύεται την Ελέν, μία ταλαντούχο σεφ και νέα μητέρα που μπαίνει στην ομάδα του Άνταμ, παρά τους αρχικούς της δισταγμούς. Η Μίλερ ανέλαβε ένα πολύ δύσκολο πόστο (την προετοιμασία των πιάτων με ψάρια) και εξέπληξε τους πάντες με την αφοσίωσή της. «Μαγείρευα ψάρια ασταμάτητα για αρκετές εβδομάδες, βελτιώθηκε πολύ η τεχνική μου. Είναι πολύ κουραστικό, σωματικά και πνευματικά – εξάλλου, το ψάρι θέλει σωστό τάιμινγκ, ακόμη και μερικά δευτερόλεπτα μπορεί να έχουν σημασία. Ο Μάρκους διευθύνει τα πράγματα όπως κάνουν στον στρατό: με αυστηρότητα και ιεραρχία. Τώρα εκτιμώ βαθιά όλους όσοι εργάζονται σε μια κουζίνα! Ειδικά για μια νέα μητέρα όπως ο χαρακτήρας που υποδύομαι – δεν μπορώ να διανοηθώ το πόσες ώρες δουλεύει και το πόσες θυσίες κάνει για τη δουλειά της». Και όλη η σκληρή δουλειά της εκτιμήθηκε αφού η Μίλερ δέχθηκε το απόλυτο κοπλιμέντο από τον Ουέρινγκ: «Από ολόκληρο το καστ, με εντυπωσίασε περισσότερο. Αν ποτέ θελήσει να αλλάξει καριέρα, την προσλαμβάνω στην κουζίνα μου!».
Τα αστέρια Michelin
Ο οδηγός Michelin βραβεύει εστιατόρια με μηδέν έως τρία αστέρια, βασισμένος σε ανώνυμες κριτικές. Οι κριτικοί επικεντρώνονται στην ποιότητα, τεχνική, προσωπικότητα και συνέπεια του φαγητού όταν καλούνται να αποφασίσουν.
Τα αστέρια αντιστοιχούν στα εξής χαρακτηριστικά:
1 αστέρι: ένα καλό μέρος για να σταματήσει κανείς το ταξίδι του. Απονέμεται σε πολύ καλά εστιατόρια της κατηγορίας τους, που σερβίρουν φαγητό σταθερά υψηλού επιπέδου.
2 αστέρια: ένα εστιατόριο για το οποίο αξίζει να κάνεις παράκαμψη. Έχει εξαιρετική κουζίνα, με πιάτα εξαιρετικής ποιότητας που έχουν παρασκευαστεί με προσοχή και ιδιαίτερη ικανότητα.
3 αστέρια: ένα εστιατόριο για το οποίο αξίζει να κάνετε ακόμη και ειδική διαδρομή. Έχει εξαιρετική κουζίνα, η οποία σερβίρει γεύματα ύψιστης ποιότητας. Χαρακτηριστικά πιάτα εκτελούνται με την μεγαλύτερη ακρίβεια, κάνοντας χρήση των καλύτερων υλικών.
Φοβερά σημαντικά για έναν σεφ, τα αστέρια Michelin απονέμονται από μια ομάδα ανώνυμων επιθεωρητών, που εξετάζουν προσεκτικά κάθε πτυχή των εστιατορίων: το φαγητό, την παρουσίαση, την ατμόσφαιρα του εστιατορίου και την πρωτοτυπία των πιάτων. «Είναι τα Όσκαρ του δικού μας κόσμου», λέει ο Ουέρινγκ. «Αλλά, αντίθετα με τα Όσκαρ, μπορούν να μας τα αφαιρέσουν, άρα καθημερινά ρισκάρουμε να τα χάσουμε όλα. Αυτό σημαίνει ότι συνεχώς προσπαθούμε, συνεχώς βάζουμε προκλήσεις στον εαυτό μας. Η κουζίνα είναι το μηχανοστάσιο – το πιάτο πρέπει να είναι απίστευτο: η Μητέρα Φύση στα καλύτερά της, έτσι όπως την παρουσιάζει ο άνθρωπος. Δηλαδή, τελειότητα».
Σκηνοθεσία Τζον Ουέλς
Σενάριο Στίβεν Νάιτ
Μάικλ Καλέσνικο
Παραγωγή Μάικλ Σάμπεργκ
Έργουιν Στοφ
Στέισι Σερ
Ηθοποιοί Μπράντλεϊ Κούπερ
Σιένα Μίλερ
Ούμα Θέρμαν
Έμμα Τόμσον
Ντάνιελ Μπριλ
Αλίσια Βικάντερ
Λίλι Τζέιμς
Μάθιου Ρις
Φωτογραφία Αντριάνο Γκόλντμαν
Μοντάζ Νικ Μουρ
Καλλιτεχνική διεύθυνση Ντέιβιντ Γκρόπμαν
Μουσική Ρομπ Σίμονσεν
Διάρκεια 100’
Διανομή Odeon