Ο θρίαμβος της ομορφιάς – Η προτομή του αυτοκράτορα: Δύο νουβέλες από τον Γιόζεφ Ροτ

Από τις εκδόσεις Άγρα κυκλοφορεί βιβλίο του Γιόζεφ Ροτ με τις νουβέλες του «Ο θρίαμβος της ομορφιάς» και «Η προτομή του αυτοκράτορα».

Ανάμεσα στα ωραιότερα έργα του Γιόζεφ Ροτ περιλαμβάνονται οι νουβέλες “Ο θρίαμβος της ομορφιάς”, μια κυνική ιστορία για τον έρωτα και την απιστία, γραμμένη με αδιάλειπτη πικρή ειρωνεία, και “Η προτομή του αυτοκράτορα”, μια σπουδαία ελεγειακή ιστορία για τη μεταπολεμική απώλεια της πατρίδας και του κόσμου της. Μαζί με τον “Σταθμάρχη Φαλλμεράυερ”, γράφτηκαν στην παραγωγικότατη περίοδο του Ροτ του 1934-1935. Οι τρεις νουβέλες αποτελούν μια «χρυσή» τριάδα.

ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΡΙΑΜΒΟ ΤΗΣ ΟΜΟΡΦΙΑΣ

Εκτιμώ πολύ τον παλιό μου φίλο δρα Σκόβρονεκ· εκτιμώ την κατανόηση και την οξυδέρκειά του, τις γνώσεις του πάνω στην ανθρώπινη φύση. Εικοσιπέντε και παραπάνω χρόνια είναι γιατρός σε μια φημισμένη λουτρόπολη όπου συχνάζουν κυρίως γυναίκες: Τα Ιαματικά νερά της κάνουν, λένε, θαύματα στις παθήσεις της μήτρας, στη στειρότητα και στην υστερία. Έτσι ισχυρίζεται, τουλάχιστον, ο φίλος μου ο δρ Σκόβρονεκ. Και μετά εκφράζεται με την ίδια βεβαιότητα για την εξίσου θαυματουργή, αν και πιο εξηγήσιμη, επίδραση που ένας σημαντικός αριθμός από νέους, γερούς και διψασμένους για έρωτα άνδρες ασκούν στις ασθενείς του, στις γυναίκες που γυρεύοντας γιατρειά και παρηγοριά συρρέουν κάθε χρόνο στη λουτρόπολη. Ακριβείς σαν κάποια αποδημητικά πουλιά, έρχονται «με το άνοιγμα της σαιζόν» οι νεαροί στην πόλη, έτοιμοι να παραβγούν σε θεραπευτική δύναμη με τα διάσημα ιαματικά νερά της. Επί ένα τέταρτο του αιώνα, πάντως, ο φίλος μου δρ Σκόβρονεκ είχε κάθε ευκαιρία να μελετήσει τις γυναικείες σωματικές και ψυχικές ασθένειες. […]

ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΤΟΜΗ ΤΟΥ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑ

Σε κάθε χώρα τραγουδούσαν άλλα τραγούδια· σε κάθε χώρα οι χωρικοί ήταν ντυμένοι με άλλα ρούχα· σε κάθε χώρα μιλούσαν άλλη γλώσσα, ή άλλες γλώσσες. […] Και όπως όλοι οι Αυστριακοί εκείνης της εποχής, έτσι και ο Μόρστιν αγαπούσε μέσα στην ασταμάτητη αλλαγή το μόνιμο, μέσα στη δίνη των μετατροπών το γνώριμο, μέσα στα αλλεπάλληλα καινούργια το παλιό και συνηθισμένο. Έτσι το ξένο γινόταν γι’ αυτόν οικείο, χωρίς να χάνει τα χρώματά του. Έτσι είχε η πατρίδα του την αιώνια σαγήνη των μακρινών κι εξωτικών τόπων. […] «Κατέστρεψαν και την όποια προσωπική χαρά μου έδινε αυτό που αποκαλούσα “πατρίδα”. Τώρα παντού γύρω μου όλοι μιλούν για την καινούργια τους πατρίδα. Στα μάτια τους είμαι ένας άπατρις, ένας άνθρωπος χωρίς πατρίδα. Αυτό ήμουν πάντα. Αχ! Κάποτε υπήρχε πατρίδα, πατρίδα πραγματική, μια πατρίδα δηλαδή για τους “απάτριδες”, η μόνη δυνατή πατρίδα. […] Τώρα είμαι άπατρις. Έχασα την αληθινή πατρίδα, την πατρίδα των για πάντα πλανήτων». (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

Γιόζεφ Ροτ

Ο Γιόζεφ Ροτ (Joseph Roth) γεννήθηκε το 1894 από εβραίους γονείς στην Ανατολική Γαλικία (σημερινή Ουκρανία). Σπούδασε φιλοσοφία και γερμανική φιλολογία στο Λέμπεργκ και στη Βιέννη. Το 1916 κατάχθηκε στον αυστριακό στρατό και έλαβε μέρος στον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο. Στο διάστημα του μεσοπολέμου εργάστηκε ως δημοσιογράφος στη Βιέννη και στο Βερολίνο, όπου έζησε δώδεκα χρόνια (μετά το 1920). Το πρώτο του μυθιστόρημα, “Το δίχτυ της αράχνης”, δημοσιεύτηκε το 1923 σε συνέχειες σε αυστριακή εφημερίδα και είχε αρκετή επιτυχία. Το 1926 έμεινε τέσσερις μήνες στη Σοβιετική Ένωση όπου αρχίζει να γράφει τα μυθιστορήματα “Φυγή χωρίς τέλος” και “Ο βουβός προφήτης”. Ήδη από το 1922 εντοπίζει και στηλιτεύει από τους πρώτους τον Χίτλερ. Από το 1932 δηλώνει σ” ένα φίλο του: “Πρέπει να φύγουμε. Θα κάψουν τα βιβλία μας και θα είμαστε εμείς ο στόχος… Πρέπει να φύγουμε ώστε μόνο τα βιβλία μας να παραδοθούν στην πυρά.” Στις 30 Ιανουαρίου του 1933, τη μέρα που ο Χίτλερ αναγορεύεται καγκελάριος του Ράιχ, ο Ροτ μεταναστεύει οριστικά στο Παρίσι, όπου θα περάσει τα τελευταία χρόνια της ζωής του φτωχός και αλκοολικός, ως το θάνατό του το 1939. Άφησε έργο εκτεταμένο και ποικίλο: δεκατρία μυθιστορήματα, οχτώ μεγάλα αφηγήματα, τρεις τόμους δοκιμίων και ανταποκρίσεων, αμέτρητα άρθρα. Κυριότερα μυθιστορήματά του: “Hotel Savoy” (1924), “Φυγή χωρίς τέλος” (1927), “Το εμβατήριο Ραντέτσκι” (1932) και “Η κρύπτη των Καπουτσίνων” (1938). Στο κύκνειο άσμα του, “Ο θρύλος του Αγίου Πότη” (1939), ο Ροτ χωρίς να αυτοβιογραφείται, δίνει μια γλαφυρή, γλυκιά και ταυτόχρονη τραγική μυθιστορία της απόλυτης παράδοσης στο πάθος του.

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ