Σχεδόν 4 χρόνια μετά την τελευταία του εμφάνιση στην χώρα μας, ο Ty Segall επιστρέφει για τρίτη φορά στην Αθήνα, στην – όσο κλισέ και να ακούγεται – καλύτερη φάση της μέχρι τώρα καριέρας του. Εαν αναλογιστούμε ότι την τελευταία φορά που εμφανίστηκε εδώ, σε μια ακόμα συνηθισμένη καταιγιστική ζωντανή εμφάνιση, κατάφερε να “δεθεί”, κυριολεκτικά, με κολλητική ταινία, με το κοινό του, αναρωτιόμαστε τι θα δούμε αυτή την φορά;
Και αυτό διότι, αν και ο καταιγιστικός ρυθμός με τον οποίον βγάζει δίσκους δεν φαίνεται να χαλαρώνει καθόλου, καθένας από αυτούς τους δίσκους έχει φανερώσει ακόμα μια πτυχή και ακόμα άλλες αναρίθμητες επιρροές ενός μουσικού που, ενώ ξεκίνησε ως ο εκπρόσωπος του αμερικάνικου “νεο-γκαράζ” ήχου, πλέον έχει ξεπεράσει τα στενά όρια αυτού του τίτλου.
Αν τον Ιούνιο του 2014, στην 2η εμφάνιση του στην Αθήνα, ο Ty Segall είχε μόλις βγει από μια δύσκολη προσωπική περίοδο (θάνατος πατέρα, αποξένωση από την μητέρα του, κτλ) που σηματοδότησε με το Sleeper (2013, Drag City), η συνέχεια αποδείχθηκε συναρπαστική.
Στο 2ο μισό του 2014, ο Ty κυκλοφόρησε το Manipulator (2014, Drag City), δίσκο που έγραφε επί 14 μήνες και που ήταν ο μέχρι τότε μακρύτερος του χρονικά. Η παραπάνω αφοσίωση στην ηχογράφηση και στην λεπτομέρεια ανέδειξε ένα γκαράζ διαμάντι, έναν δίσκο που πάταγε γερά στο ροκ τον αρχών της δεκαετίας του 1970, αλλά περασμένο μέσα από το πρίσμα της συγγραφικής ικανότητας και της ενέργειας ενός γκαράζ μουσικού του 21ου αιώνα.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Το 2016 έφερε το Emotional Mugger (2016, Drag City) ως Ty Segall and The Muggers, ένα είδος άρρωστης superband με τον – μόνιμο φίλο και συνεργάτη – Mikal Cronin, τον King Tuff, μέλη των Wand και άλλους, και τον Ty να εμφανίζεται επί σκηνής φορώντας συχνά-πυκνά μια μάσκα μωρού και παίζοντας έναν χαρακτήρα ονόματι Sloppo. Η όλη θεατρικότητα και η βίαια, σχεδόν επιτηδευμένα αντί-εμπορική μουσική, θύμιζε κάπως την φιλοσοφία και το σοκ που προκάλεσαν συγκροτήματα σαν τους Devo στα τέλη της δεκαετίας του 1970.
Η επόμενη χρονιά φέρνει την συνεργασία με τον Steve Albini σε ρόλο παραγωγού και των έρωτα στο πρόσωπο της Denée, συζύγου πλέον του Ty και μούσα του. ‘Έτσι, ο νέος δίσκος με τον ανακυκλωμένο (ανανεωμένο;) τίτλο Ty Segall (2017, Drag City – έχει βγει και άλλος δίσκος με τον ίδιο τίτλο το 2008 αλλά who cares?) περιέχει κομμάτια αφιερωμένα στην Denée (Orange Color Queen) αλλά και glam rock ύμνους, δείγμα της σιωπηρής δουλειάς του Albini και της απόφασης του Ty να μπει στο στούντιο με ολόκληρη μπάντα, την μετέπειτα ονομαζόμενη και Freedom Band.
Και φτάνουμε αισίως στο 2018, όπου ο Ty, συνοδεία της Freedom Band, κυκλοφορεί το Freedom’s Goblin (2018, Drag City), έναν δίσκο που πραγματικά αψηφά την κατηγοριοποίηση: ίσως η πιο απλή εξήγηση είναι ότι πρόκειται για μια εξερεύνηση της ιστορίας του ροκ μέσα από τα μάτια ενός μοναδικού καλλιτέχνη, που αισθάνεται πλέον τόσο άνετος ώστε πηδάει χωρίς κόπο από την disco (διασκευή του Every1’s A Winner των Hot Chocolate) στο grunge (Alta) και από το punk/funk (Freedom/Warm Hands) στον Νeil Young (And, Goodnight).
Αυτή την τελευταία έκφανση του Ty Segall, συνοδεία της Freedom Band, πρόκειται να δούμε στις 16 Ιουνίου στο Gagarin 205: ενός μοναδικού καλλιτέχνη, που παρόλο που εμπνέεται από τις στέρεες βάσεις της ιστορίας του ροκ, επιδεικνύει την ευκολία μεταπήδησης μεταξύ στείρων και στεγανών “μουσικών ειδών” τόσο χαρακτηριστικής της κουλτούρας των millennials. Και αν κάποτε ο Ty Segall ήταν η κεφαλή του καλιφορνέζικου γκαράζ ροκ του 21ου αιώνα, τώρα μιλάμε για κάτι άλλο: ίσως τον πιο ενδιαφέροντα ροκ μουσικό της τελευταίας δεκαετίας.