Ένα σύγχρονο τζαζ κουιντέτο αναβιώνει τις διαδοχικές εντυπώσεις- ατμόσφαιρες του αριστουργηματικού αθηναικού διηγήματος του Α. Παπαδιαμάντη.

Αποτυπώνει μ’ έναν αυθεντικό, πρωτότυπο και αυτοσχεδιαστικό τρόπο το παιχνίδι των λέξεων, των ήχων, των μελωδιών και των ρυθμών που ο συγγραφέας ανακαλεί χάρις σε μία υπέροχη λεκτική ενορχήστρωση. Ο απόηχος του βυζαντινού μέλους, πυρήνας του Παπαδιαμαντικού λόγου συναντά τον αυτοσχεδιασμό της φωνής πάνω σε ινδικές καρνατικές κλίμακες ως μεταφορική απόδοση του “καθαυτού αμανέ” που φέρει ο ξένος, ο δερβίσης.

Λούπες και σύγχρονα ηχητικά τοπία συνυπάρχουν με μία αρμονία που φέρει την επιρροή των γάλλων συνθετών του 19ου και 20ου αιώνα. Η μελωδία αιωρείται μεταξύ ανατολής και δύσης. Πηγή έμπνευσης υπήρξαν οι Debussy, Fauré, Poulenc, Boulanger, Messiaen, Shorter, Evans, Coltrane, Alice Coltrane. Το μουσικό αυτό ποίημα ( ραψωδιακή όπερα ) είναι ένα είδος που ονόμασα έτσι μετά από χρόνια έρευνας με επίκεντρο τη μουσική αφήγηση της Οδύσσειας .

“Το άστατο των ανθρωπίνων πραγμάτων” και η στάση μας απέναντι σ’ αυτό.

Ο ξεπεσμένος δερβίσης, εξόριστος, άστεγος, περιπλανώμενος, περιβάλλεται από μυστήριο. Πλήθος αναπάντητων ερωτημάτων ως προς το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του, δηλώνουν την φασματική του υπόσταση. Ο ξένος δεν έχει κανένα χαρακτηριστικό κοσμικής ταυτότητας- επάγγελμα, τάξη, οικογενειακή κατάσταση, συγκεκριμένη αποστολή – που να δικαιολογεί την παρουσία του στο Θησείο, το φθινόπωρο του 1895. Το μόνο που γνωρίζουμε γι’ αυτόν είναι ότι παίζει νευ. Η ύπαρξη του ταυτίζεται με τη μουσική. Δεν είναι ένας συνηθισμένος ξένος λόγω καταγωγής ή θρησκείας. Είναι καθ’ όλα ξένος. Ως προς αυτόν κόσμο. Τον άστατο, τον εφήμερο.

Μπου ντουνιά τσερκ φιλέκ!…

Μια σφαίρα είναι ο ντουνιάς και γυρίζει. Τίποτα δεν είναι σταθερό και μόνιμο εδώ.

Διαβάζοντας το διήγημα είχα την αίσθηση ότι όλα στροβιλίζονται γύρω από τον δερβίση. Οι ήχοι, οι εικόνες, οι άνθρωποι που συναντά, οι σκηνές που διαδραματίζονται στο μικρό χρονικό διάστημα που περνά μαζί τους, το καφενείο, η ταβέρνα, η σύραγγα, ο σαλεπτζής και οι διαβάτες, όλη η ιστορία δεν είναι παρά μία σειρά φευγαλέων εντυπώσεων με ακλόνητο κέντρο αυτόν τον ξένο. Η καλύτερα τη μουσική του.

“Εἶχεν ἀναφανῆ. Πότε; Πρὸ ἡμερῶν, πρὸ ἑβδομάδων. Πόθεν; Ἀπὸ τὴν Ρούμελην, ἀπὸ τὴν Ἀνατολήν, ἀπὸ τὴν Σταμπούλ. Πῶς; Ἐκ ποίας ἀφορμῆς; Ποῖος; Ἦτον Δερβίσης; … Εἶχεν ἀκ- μάσει, εἶχεν ἐκπέσει, εἶχεν ἐξορισθῆ;

Ανάλογα ερωτήματα γεννά και η αναπάντεχη εξαφάνιση του.

“Ζῇ, ἀπέθανε, περιπλανᾶται εἰς ἄλλα μέρη, ἀνεκλήθη ἀπὸ τῆς ἐξορίας, ἐπανέκαμψεν εἰς τὸν τόπον του;”

Οι απορίες αυτές εμφανίζονται και εξαφανίζονται μαζί με τα γεγονότα, τα πρόσωπα, τα τοπία, τους δρόμους όπου βάδισε. Τέλος κι ο ίδιος αποχωρεί από το διήγημα σαν στρόβιλος καπνού μέσα από τις σελίδες. Μένει ο απόηχος της μουσικής του. Το αληθινό σπίτι του ξένου, η πραγματική του ταυτότητα, το μέσο επικοινωνίας του με τους ανθρώπους είναι η μουσική. Η περίθαλψη του, η αποδοχή της ετερότητας του, η αγκαλιά, το ναι το σπλαχνικό, το ναι το πράο το φιλάνθρωπο του Χριστού, που υπερβαίνει το “φιλέκδικον πάθος” του Λεπενιώτου όπως γράφει η Κ. Χιωτέλλη, αυτό το ναι, συντελείται, αποκτιέται, έρχεται μετά μουσικής. Είναι συν-κίνηση.

Στρόβιλος κάθαρσης. Αποδοχή του διαφορετικού. Ο Παπαδιαμάντης κρύβει τον ξένο μέσα στη σύραγγα, στη γη, προσομοίωση του Άδη και όπως αναφέρει ο Σ. Ζαμπουλάκης υπάρχει μία αόρατη σύνδεση εδώ με τό «Ἀσματικόν» τοῦ Ὄρθρου τοῦ Μεγάλου Σαββάτου όπου ακούμε «Δός μοι τοῦτον τόν ξένον, ἵνα κρύψω ἐν τάφῳ, ὅς ὡς ξένος οὐκ ἔχει τήν κεφαλήν ποῦ κλῖναι».

Το ευχαριστώ του ξένου για το καταφύγιο που του προσφέρεται είναι η μελωδία που παίζει με το νευ του. Έτσι εκφράζει το δικό του ναι, την δική του κατάφαση σε όλες τις αντιξοότητες της ζωής. Παίζοντας το νέυ.

Κάτω εἰς τὸ βάθος, εἰς τὸν λάκκον, εἰς τὸ βάραθρον, ὡς κελάρυσμα ρύακος εἰς τὸ ρεῦμα, φωνὴ ἐκ βαθέων ἀναβαίνουσα, ὡς μύρον, ὡς ἄχνη, ὡς ἀτμός, θρῆνος, πάθος… αἰρομένη μετάρσιος, πραεῖα, μειλιχία, ἄδολος, ψίθυρος, λιγεῖα, ἀναρριχωμένη εἰς τὰς ριπάς, χορδίζουσα τοὺς ἀέρας, χαιρετίζουσα τὸ ἀχανές, ἱκετεύουσα τὸ ἄπειρον..”

Δεν υπάρχουν λόγια για να περιγράψω την επίδραση που έχει πάνω μου η μουσική των λέξεων του Παπαδιαμάντη.

– Φένια Παπαδόδημα

*Η παράσταση πραγματοποιείται στο πλαίσιο του φεστιβάλ Ημέρες Λατρευτικής Μουσικής, με θέμα την «Έκσταση» (22 Μαρτίου – 3 Απριλίου 2018 – Επιμέλεια προγράμματος: Στέφανος Θωμόπουλος – Αλέξανδρος Ευκλείδης).

Συντελεστές:

Μουσική σύνθεση, σύλληψη: Φένια Παπαδόδημα

Αυτoσχεδιασμοί:

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ τύμπανα
DAVID LYNCH σαξόφωνο, φλάουτο, κρουστά
ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΛΑΜΙΩΤΗΣ ηλεκτρικό μπάσο, ηλεκτρονικά
ΑΝΤΡΕΑΣ ΠΟΛΥΖΩΓΟΠΟΥΛΟΣ τρομπέτα, φιλικόρνο, ηλεκτρονικά.
ΦΕΝΙΑ ΠΑΠΑΔΟΔΗΜΑ φωνή, πιάνο, άρπα, λούπες.