Ο Αχιλλέας Κατσαρός προϊδεάζει ήδη εύστοχα από τον τίτλο («Οδός Βράχων Ανατολικά») ότι η ποιητική του συλλογή πρόκειται περί μιας «τοπικής» καθοδήγησης. Με ποιήματα σύντομα και άτιτλα δίνει μια κατά βάση «οπτικά υποκινούμενη» τοποθέτηση των πραγμάτων.
Αυτό που κυριαρχεί στη συλλογή είναι μια έντονη διάθεση για εικονοπλασία: χρώματα και σχήματα γνωστά διαγράφουν κόσμους άγνωστους, στους οποίους ο αναγνώστης καλείται να πλοηγηθεί. Η «σχηματική» αποτύπωση των σκέψεων τόνιζε ορισμένες φορές ουσιαστικά κρυμμένες πτυχές των περιγραφομένων: στη μέση ένας κύκλος να θυμίζει/ το πηγούνι των αιώνων, άλλες φορές όμως έδινε την αίσθηση της επιτήδευσης: το τσαγερό σου έγινε κύβος/ λευκός/ με δύο ομόκεντρους κύκλους/ πράσινους.
Μεγαλύτερη επικοινωνιακή επιτυχία είχε ο χειρισμός των χρωμάτων εκ μέρους του ποιητή: 1. τα δαιμόνια που μιλάνε για ελευθερία γίνονται κίτρινα, 2. η Θάτσερ με κόκκινο φόρεμα είναι μεταμφιεσμένη σε Ρωσία και 3. όταν σε πλησίασε ο θάνατος/ του σήκωσες κόκκινο πανί. Ειδικότερα, ο Κατσαρός φαίνεται να έχει αντιληφθεί καλά την ατμόσφαιρα του κόκκινου∙ το προκαλεί οπτικά χωρίς να το αρθρώσει άμεσα στον στίχο: εκεί που χωρίζει η Ερυθρά/ -ποτέ δεν πίστεψες τα παραμύθια-/ λευκά σύννεφα/ φωταγωγημένα από Παρθενώνες. Κάποιες στιγμές σαν αυτή γινόταν αντιληπτή σχεδόν μια φωτο-ρυθμικότητα: η εικόνα ταίριαζε με τον ρυθμό της λέξης. Έτσι, γινόταν δυνατή -πέρα από τη διέγερση της οπτικής σκέψης- η μετάδοση μιας αίσθησης μυστηρίου, που μου θύμισε τον μοναδικό χειρισμό φωτός από τον Καβάφη (Και τόσο πλήρως σε φαντάσθηκα, που χθες την νύχτα αργά, σαν έσβυνεν η λάμπα μου —άφισα επίτηδες να σβύνει— εθάρρεψα που μπήκες μες στην κάμαρά μου). Άλλες στιγμές, όσο κι αν η ρυθμικότητα ήταν σταθερή και στο τέλος έντονα ληκτική (ποίημα ΙV), η πολυπλοκότητα της εικόνας οδηγούσε σε μια εκ νέου προσπάθεια αποκρυπτογράφησής της που δεν συνωμοτούσε με τον ρυθμό.
Άλλος κοινός τόπος των ποιημάτων –ειδικά όταν υπήρχε στόχος εικονοποιίας- ήταν η σταθερότητα της ρυθμικής διαδοχής των στίχων. Οι στίχοι ηχούσαν σαν τα ποιήματα που ανήκουν στο λεγόμενο «καταλογικό είδος», με άξονα τον ομηρικό Νηών Κατάλογο. Και άλλοι νεοέλληνες ποιητές, κυρίως σε περιγραφές εικόνων, χρησιμοποιούν εύστοχα τη σταθερότητα (σχεδόν μονοτονία) που προσφέρει η «αφήγηση καταλόγου». Το ζητούμενο είναι η αφομοίωση της σταθερότητας και η ανάδειξή της μέσα από νέα περικείμενα. Αυτό το κατόρθωνε ο ποιητής όταν ξέφευγε από τις (κατά τα άλλα ευφάνταστες, αλλά περισσότερο οπτικές) περιγραφές και στρεφόταν σε πιο στοχαστικά θέματα. Για παράδειγμα, ο χρόνος παρουσιάζεται ως ανάποδα σταυρωμένος με τα χέρια προσευχή/ για να κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα:/ ν’ ακινητεί/ κι εσύ να νομίζεις ότι έζησες. Δεν είναι τυχαίο ότι η εικονοποιία έγινε ουσιαστικά σημαίνουσα όταν κράτησε μόνο τα απαραίτητα. Από έναν ποιητή που έχει σαφώς την πρόκληση αισθήσεων ως όπλο του, αναμένουμε να παντρέψει με την όραση και άλλες ακόμα αισθήσεις (ακοή, όσφρηση, αφή) και να ρυθμίσει τη στοχαστική συμβολή που θα κάνει δυνατή και τη συν-αίσθηση.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Ωστόσο, κάθε ποίημα κοινωνούσε μια ποιητική ειλικρίνεια, μια φωνή που θες να ακούσεις τι έχει να πει. Ο ρυθμός ανέπνεε, δεν σταμάταγε ούτε άρχιζε απότομα ή χωρίς λόγο. Θα μπορούσε να ειπωθεί για την τεχνική πλευρά της σύνθεσης ότι κάποιος περισσότερο αναζητεί τι λείπει, παρά αναγνωρίζει ότι κάτι συγκεκριμένο δεν πήγε καλά. Ίσως μια περαιτέρω ρυθμική τολμηρότητα τελικά να απελευθερώσει τον στίχο. Από την άλλη πλευρά, η απουσία στίξης «χρησιμοποιήθηκε» σωστά. Δεν τίθεται θέμα αναζήτησης σημείων στίξης: η σύζευξη ρυθμού και τόνου καθοδηγούσε από μόνη της. Τέλος, εστιάζοντας σε μια πτυχή περισσότερο αναγνωστικής προσέγγισης των ποιημάτων, αξίζει να σημειωθεί πως «ακούγονταν» παραπάνω από μία ποιητικές φωνές, άλλοτε εύκολα διαχωρίσιμες, άλλοτε και σπανιότερα πιο αναποφάσιστες.
Στο παροντικό ποιητικό γίγνεσθαι με την μαζική στροφή των ποιητών στο «έσω» και στην κοπιώδη λεκτική αποκρυπτογράφησή του, ο Κατσαρός θυμίζει τη δύναμη της αίσθησης και το πώς αυτή μπορεί να ανακινήσει- αποτυπώσει- ανασύρει το έσω προς τα έξω.
Η ποιητική συλλογή του Αχιλλέα Κατσαρού, με τίτλο Οδός Βράχων Ανατολικά, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Θράκα.