Οι Cinema Paradiso Project μας λένε γιατί δανείστηκαν την ατάκα «Τράβα μαλλί ανεβαίνουμε!» για το νέο αφιέρωμά τους

Οι Cinema Paradiso Project μίλησαν στο CultureNow για το νέο τους αφιέρωμα στις μουσικές του ελληνικού κινηματογράφου, και μας έδωσαν μερικά στοιχεία για το τι να περιμένουμε από τις βραδιές στο Half Note Jazz Club.

Οι Cinema Paradiso Project ετοιμάζονται να ανέβουν στη σκηνή του Half Note Jazz Club με το αφιέρωμα στον ελληνικό κινηματογράφο «Τράβα μαλλί ανεβαίνουμε»!

-Επιστρέφετε στο Half Note Jazz Club με ένα ιδιαίτερο, νέο αφιέρωμα. Πείτε μας περισσότερα για αυτό.

Πρόκειται για ένα αφιέρωμα στη μουσική και τα τραγούδια του Ελληνικού Κινηματογράφου. Ήταν φυσικό να έρθει η στιγμή να κάνουμε κάτι τέτοιο. Η αλήθεια είναι ότι αποτελούμε ένα σχήμα με διεθνές ρεπερτόριο. Η κινηματογραφική εμπειρία που ήταν και η κινητήριος δύναμη για το όλο εγχείρημα προέρχονταν θα μπορούσαμε να πούμε κυρίως από τον παγκόσμιο κινηματογράφο. Μέχρι που αντιλαμβάνεσαι πως η επιρροή από τον Ελληνικό Κινηματογράφο και τη μουσική του είναι τόσο βαθιά χαραγμένη στην κουλτούρα και την ταυτότητά μας που ένα τέτοιο αφιέρωμα έρχεται τόσο φυσικά και αβίαστα. Ως τίτλο δανειστήκαμε την ατάκα «Τράβα μαλλί ανεβαίνουμε!». Αν και η συγκεκριμένη ατάκα συνδέεται άρρηκτα με τη δεκαετία του’60 και τις ταινίες της εποχής, το αφιέρωμα μας είναι ευρύτερο. Για εμάς αυτό που κάνει τη θρυλική αυτή ατάκα σχετική με το σήμερα και τίτλο της παράστασης μας είναι ότι εμπεριέχει το παράλογο και το ελπιδοφόρο, καθώς μέσα από το “παράλογο” χιούμορ ο φόβος επιτρέπεται, η τόλμη επιβραβεύεται, το ανέφικτο γίνεται δυνατό και η ελπίδα γεννιέται. Αυτό δεν είναι άλλωστε ο ρόλος και ο λόγος της τέχνης;

-Ποιο ήταν το κριτήριο επιλογής των κομματιών που τελικά συμπεριλάβατε στο αφιέρωμα;

Η αλήθεια είναι ότι η επιλογή είχε τις προκλήσεις της. Για το συγκεκριμένο αφιέρωμα θελήσαμε να καλύψουμε μια αρκετά μεγάλη χρονική περίοδο ξεκινώντας από τη δεκαετία του ’50 φτάνοντας μέχρι και το σήμερα. Επιπλέον, καθώς ο Ελληνικός Κινηματογράφος «φιλοξένησε» αν όχι όλους, σχεδόν όλους του μεγάλους συνθέτες του ελληνικού πενταγράμμου, επιδιώξαμε να συμπεριλάβουμε έργα από τους περισσότερους από αυτούς. Βέβαια ανάμεσα σε όλο αυτό το υλικό, βασικό κριτήριο είναι πόσο ένα κομμάτι «μιλάει» σε εμάς ώστε με τρόπο αυθεντικό και ειλικρινή να το επικοινωνήσουμε με το κοινό μας.

-Για να οριστεί ένα σινεφίλ χρονοδιάγραμμα, ποια είναι η παλαιότερη, και ποια η πιο πρόσφατη ταινία, από όπου αντλήσατε μουσική για το πρόγραμμα;

Η παλαιότερη είναι «Ο Δράκος» που γύρισε ο Νίκος Κούνδουρος το 1955 και η νεότερη η «Ευτυχία» του Άγγελου Φραντζή το 2020.

-Είναι τα αφιερώματα που κάνετε ως σχήμα μια αφορμή να ανακαλύψετε και εσείς νέα κομμάτια, και ιστορίες για αυτά;

Σαφέστατα ναι. Αν και στην αρχή που δημιουργήθηκε το σχήμα το ρεπερτόριο ήταν καθαρά αυτοβιογραφικό, με άλλα λόγια μια συλλογή προσωπικών μας στιγμών που συνδέονταν ισχυρά με κάποιες ταινίες και τη μουσική τους. Η αρχική δηλαδή αναζήτηση γινόταν καθαρά μέσα από τις προσωπικές μας μνήμες και εμπειρίες. Στην παρούσα φάση αναπτύσσουμε τη δραστηριότητα μας μέσα από συγκεκριμένες θεματικές και αυτό έχει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον που εστιάζεται ακριβώς σε αυτό που λέτε. Κάθε θεματική αποτελεί την αφορμή να συναντηθούμε με δημιουργίες που δεν γνωρίζαμε, τις περισσότερες φορές να ανακαλύψουμε καινούργιες πτυχές ενός έργου, πτυχές που δεν φανταζόμαστε. Κάποιες φορές οι «ανακαλύψεις» αυτές δίνουν και τον τόνο, την κατεύθυνση  μπορούμε να πούμε στην παράστασή μας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το tribute που κάναμε στον Ennio Morricone όπου αυτό που ήταν πραγματικά αξιοπρόσεκτο ήταν η διαπίστωση πόσο ευρεία και βαθιά επιρροή είχε ο συνθέτης διαχρονικά, μάλιστα και σε καλλιτέχνες που δεν μπορεί κανείς εύκολα να φανταστεί παρασυρόμενος από την ηλικία ή και το είδος της μουσικής. Έτσι η παράσταση που φτιάξαμε είχε κεντρικό άξονα αυτή την «ανακάλυψη» μας. Με το αφιέρωμά μας στον Ελληνικό Κινηματογράφο τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά, με άλλα λόγια το εγχείρημα μας αυτό είναι γεμάτο από μνήμες που προέρχονται από προσωπικές εμπειρίες, από διηγήσεις δικών μας ανθρώπων, από τη συλλογική κουλτούρα. Δεν ανακαλύψαμε καινούρια κομμάτια αλλά σίγουρα εμπλουτίσαμε τη «μυθολογία» γύρω από αυτά.

-Η λεγόμενη «χρυσή εποχή» του Ελληνικού Κινηματογράφου έχει ταυτιστεί με τραγούδια και ατάκες. Έχετε δώσει μάλιστα στα live σας τον τίτλο «Τράβα μαλλί ανεβαίνουμε». Αν έπρεπε να διαλέξετε μια ατάκα που να περιγράφει τους Cinema Paradiso Project, ποια θα ήταν αυτή;

Αυθόρμητα στο μυαλό έρχεται η ατάκα «Μια ωραία ατμόσφαιρα, είμαστε!», έτσι για να αυτοσαρκαστούμε γιατί μετά από τόσα χρόνια, στιγμές αμηχανίας – όπως αυτή στην αντίστοιχη σκηνή – δεν έχουμε. Γέλιο όμως έχουμε. Η αλήθεια είναι ότι περνάμε καλά μαζί, είμαστε όντως μια ωραία ατμόσφαιρα!

-Ως προς τα πιο σύγχρονα δείγματα μουσικής από τον ελληνικό κινηματογράφο, να περιμένουμε να ακούσουμε τις συνθέσεις της Ελένης Καραΐνδρου, από τις ταινίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου, και την εμβληματική μουσική της Ρεμπούτσικα, από την «Πολίτικη Κουζίνα»;

Πολύ σωστά περιμένετε! Το 1ο μέρος της παράστασής μας εστιάζεται στον πιο σύγχρονο Ελληνικό Κινηματογράφο. Το θέμα βέβαια είναι ιδιαίτερα ευρύ. Εμείς κάναμε κάποιες επιλογές που αφενός αγαπάμε βαθιά και αφετέρου θεωρούμε ότι έχουν ιδιαίτερο ειδικό βάρος.

-Γενικά, πότε θεωρείτε ένα soundtrack επιτυχημένο;

Όταν εξυπηρετεί πειστικά το αφήγημα του σκηνοθέτη. Η παρουσία της μουσικής ενισχύει την εικόνα και την πλοκή αλλά αυτό  μπορεί να γίνει με έναν τρόπο που να μην είναι προφανής στο θεατή. Άλλες φορές, όπως τόσο χαρακτηριστικά κάνει π.χ. ο Almodovar, αυτό καθεαυτό το τραγούδι αποτελεί το όχημα εξέλιξης της ταινίας. Υπάρχουν επιτυχημένα soundtrack που όμως η μουσική δεν μπορεί «σταθεί» μόνη της, δηλαδή χωρίς την εικόνα. Αυτό δεν μειώνει την αξία της ως μουσική επένδυση, αλλά όταν ένα soundtrack καταφέρνει να είναι πιστός υπηρέτης της ταινίας και να μπορεί να έχει και μια ζωή αυθύπαρκτη τότε είναι πραγματικά θαυμαστό. Τέτοια χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι το έργο της Ελένης Καραΐνδρου και της Ευανθίας Ρεμπούτσικα που αναφέρατε σε προηγούμενη ερώτηση. Βέβαια όταν η μουσική και τα τραγούδια διεισδύουν στην καθημερινή μας ζωή και διαμορφώνουν μια συλλογική κουλτούρα, όπως τα soundtrack του Ελληνικού Κινηματογράφου της δεκαετίας  του ’60, πέρα από επιτυχημένο είναι κάτι πραγματικά μοναδικό.

-Θα θέλατε να μοιραστείτε κάποιο μελλοντικό σχέδιο του σχήματος με τους αναγνώστες του CultureNow;

Αν εστιάσουμε σε κάποιες συναυλίες, μετά τις εμφανίσεις μας στο Half Note Jazz Club το αφιέρωμα μας στον Ελληνικό Κινηματογράφο θα παρουσιαστεί μέσα στο χειμώνα και εκτός Αθηνών. Την παράσταση μας “Ennio Morricone, a tribute by Cinema Paradiso Project” σκοπεύουμε να την ταξιδέψουμε σε καλοκαιρινά φεστιβάλ ενώ το αποκριάτικό ραντεβού μας, που τείνει πια να καθιερωθεί στο Ηalf Note θα λάβει χώρα και φέτος με το “Let’s Go Latin” φυσικά με μουσική και τραγούδια από το ισπανόφωνο σινεμά.

-Πότε κλείνουμε ραντεβού στο Half Note Jazz Club;

Το τελευταίο ΠΣΚ του μήνα, δηλαδή Παρασκευή 27, Σάββατο 28 και Κυριακή 29 Οκτωβρίου.

Διαβάστε επίσης:

Οι Cinema Paradiso Project συναντούν τον ελληνικό κινηματογράφο στο Half Note Jazz Club

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ