Οι βιβλιοθήκες μου – Varlam Shalamov: Κριτική βιβλίου

«Δεν θυμάμαι να έμαθα ποτέ να διαβάζω, κι έχω το θράσος να πιστεύω ότι ήξερα από πάντα». Αυτά είναι τα ειλικρινή λόγια ενός βασανισμένου της σύγχρονης ρώσικης ιστορίας που διάβασε όσο λίγοι. Ένας λαϊκός ήρωας που σύρθηκε στα γκούλαγκ της Σιβηρίας όπως άλλωστε και ο συμπατριώτης του Σολζενίτσιν αλλά βγήκε νικητής από την γνώση που αποκόμισε.

«Δεν θυμάμαι να έμαθα ποτέ να διαβάζω, κι έχω το θράσος να πιστεύω ότι ήξερα από πάντα». Αυτά είναι τα ειλικρινή λόγια ενός βασανισμένου της σύγχρονης ρώσικης ιστορίας που διάβασε όσο λίγοι. Ένας λαϊκός ήρωας που σύρθηκε στα γκούλαγκ της Σιβηρίας όπως άλλωστε και ο συμπατριώτης του Σολζενίτσιν αλλά βγήκε νικητής από την γνώση που αποκόμισε.

Τόσα βιβλία, τόσες αναγνώσεις κλασικών, τόσες προκλήσεις ήταν για τον Σαλάμοφ ένας θαυμαστός καινούργιος κόσμος για να θυμηθούμε και τον Ασίμοφ. Αποτέλεσε μία μορφή επαναστάτη που ποτέ δεν λύγισε και ας ατιμάστηκε πολλές φορές από το σταλινικό καθεστώς για τις απόψεις του όπως άλλωστε συνέβη με πολλές φυσιογνωμίες της σύγχρονης Ρωσίας όπως ο Ρασπούτιν, ο Λένιν, ο Τρότσκι. Σε αυτή την εξομολόγηση του, ο Σαλάμοφ εξηγεί στον αναγνώστη για τον προσανατολισμό του προς τον εκπληκτικό και ξεχωριστό κόσμο των βιβλίων, τον οποίο ο Στέφαν Τσβάιχ χαρακτήρισε «δυσαρμονικό και επικίνδυνο».

Προφανώς, ο τελευταίος αναφέρεται στην δύναμη που έχει η γνώση και κανείς δεν μπορεί να κάνει να σιωπήσει ένα μυαλό ή να το αναγκάσει να πάψει να σκέφτεται. Ο Σαλάμοφ προκάλεσε με την αστείρευτη όρεξη για ζωή, αντιστάθηκε αν και χλευάστηκε, στάθηκε στο ύψος της αξιοπρέπειάς του και χτύπησε τον εχθρό της υποταγής κατά μέτωπο έχοντας στην φαρέτρα του βιβλία. Και όλα αυτά τα κατάφερε χάρη στο μοναδικό όπλο, την εντρύφησή του στις βιβλιοθήκες που από τα παιδικά του χρόνια μέχρι και το τέλος της ζωής του αφιέρωσε ώρες, στιγμές και φαιά ουσία για να κρατηθεί πνευματικά ζωντανός.

Το βιβλίο για τον Σαλάμοφ ήταν η πυξίδα της ωριμότητας από τα πρώτα του χρόνια όταν ως μαθητής περιπλανήθηκε ανάμεσα σε ήρωες που τον στιγμάτισαν όπως ήταν οι ήρωες του Δουμά. Με αυτόν τον τρόπο, ήρθε σε επαφή με τα πρώτα αναγνώσματα, αυτά που τον ερέθισαν εσωτερικά, τον προβλημάτισαν και θεμελίωσαν μέσα του βαθιά τις αξίες και τις βάσεις της προσωπικότητάς του. Σε αυτή την κατάθεση ψυχής που επιχειρεί εδώ ο Σαλάμοφ, ο αναγνώστης κατανοεί τους λόγους που ο συγγραφέας του βιβλίου «Ιστορίες από την Κολιμά» – ένα βιβλίο κόλαφος για τις συνθήκες κράτησης στην εξορία – έμεινε στην ιστορία ως ένας από τους επιφανέστερους μαχητές της ζωής και ως ένας αγνός και αυθεντικός πολεμιστής του ανήθικου και του ανέντιμου παρά την σκληρότητα που δέχτηκε από τις εγκληματικές μηχανές του σταλινικού μηχανισμού εξόντωσης αντιφρονούντων. Ο Σαλάμοφ, με πολύ ρομαντική διάθεση αναφέρεται σε στιγμιότυπα του βίου του όπου και συνάντησε ανθρώπους που τον σημάδεψαν με τον ζήλο τους και την αγάπη τους για το βιβλίο αλλά και επιτηρητές-βιβλιοθηκάριους, ανύπαρκτους και ανυπόστατους, δήθεν υπηρέτες του βιβλίου, τους οποίους καταδικάζει με την βροντερή φωνή του λόγου του. Περιγράφει με σαγηνευτικό τρόπο και με γλαφυρότητα την ηρεμία, την γαλήνη και την ανάγκη του για ανάγνωση, την σχέση στοργής που διαμορφώθηκε ανάμεσα σε εκείνον και το φάρμακο που ονομάζεται βιβλίο. Μιλάει με συναισθηματική φόρτιση για μία σχέση που αν και έμεινε για λίγο στον πάγο  – κάποια περίοδο είχε παρατήσει το διάβασμα – λόγω συνθηκών και προβλημάτων στα χαρακώματα των φυλακών που τον καταδίκασαν, πάντα έβρισκε τον δρόμο της και τρεφόταν έτσι που δεν μαράζωσε ποτέ αλλά άνθιζε και ξαναζωντάνευε. Ο ίδιος υπογραμμίζει με πάθος: «Τα βιβλία είναι το νερό για τους εξαντλημένους πεζούς και βιβλιοθηκάριος είναι ο κουβάς για το νερό τους».

Αυτό που ο Σαλάμοφ θέλει να μεταφέρει δια μέσου αυτής της εξομολόγησης, είναι πως το βιβλίο τον συντρόφευε σαν ένας πιστός φίλος στις δύσκολες στιγμές του πολυτάραχου βίου του και αποτέλεσε την άμυνά του απέναντι σε επιθέσεις ιδεολογίας και πολιτικών πεποιθήσεων. Κατάφερε να χτίσει ένα απροσπέλαστο τείχος και να προστατεύσει τις αξίες του διαβάζοντας δασκάλους της λογοτεχνίας όπως ο Τολστόι, ο Ντοστογιέφσκι και ο Λέσκοφ, τους οποίους άλλωστε και υπερασπίστηκε σθεναρά απέναντι σε πολέμιους της λογοτεχνίας αυτού του είδους. Τέτοια ήταν η γοητεία που άσκησαν πάνω του οι βιβλιοθήκες τις οποίες επισκέφθηκε που παρά το γεγονός πως δεν γνώρισε χαρά άλλης μορφής και δεν ευτύχησε να ζήσει μία ζωή φυσιολογική, κατόρθωσε να διαμορφώσει ένα ανάστημα πνευματικής φύσης και να συγχωρέσει όλο το κακό που του έκαναν. Ο Σαλάμοφ παραμένει ένας μάρτυρας της εποχής του, ένας ιππότης με σκουριασμένη πανοπλία που μέσα στην ψυχή του δεν σταμάτησε να σιγοκαίει το κερί της σοφίας, της απλότητας, της ανιδιοτέλειας και της ασυγκράτητης δίψας για επέκταση των γνωστικών του οριζόντων. Γιατρεύτηκε κάθε φορά από τα βιβλία που έπαιρνε στα χέρια του όταν μέσα του ένιωθε σε ανελέητο βαθμό την φρίκη της ανθρώπινης απαξίωσης και του εξευτελισμού στο πρόσωπό του. Έφυγε ταπεινός, όρθιος και διδαγμένος!

«Τα βιβλία είναι ζωντανοί οργανισμοί. Μπορεί να μας απογοητεύσουν, μπορεί να μας γεμίσουν χαρά. Στη ζωή του κάθε μορφωμένου ανθρώπου υπάρχει ένα βιβλίο που έπαιξε σημαντικό ρόλο στη μοίρα του»

«Τα βιβλία είναι ό,τι καλύτερο έχουμε στη ζωή. Είναι η αθανασία μας»

Το βιβλίο του Varlam Shalamov, Οι βιβλιοθήκες μου, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα.


x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ