Η New Star παρουσιάζει την ταινία του Ζαν Λικ Γκοντάρ με τίτλο “Όλα πάνε καλά”, με πρωταγωνιστές τους Ιβ Μοντάν και Τζέιν Φόντα, από την Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2013.
Σύνοψη
Τέσσερα χρόνια έχουν περάσει από την καταστολή του Μάη του’ 68 στη Γαλλία. Ο στρατηγός Ντε Γκολ έχει καταστείλει την «επανάσταση» και, υπό την προεδρία του διαδόχου του Ζορζ Πομπιντού, όλα δείχνουν πλέον να είναι υπό έλεγχο… Όλα, φαινομενικά τουλάχιστον, «πάνε καλά», σύμφωνα με τις επιθυμίες και τις επιταγές της καθεστηκυίας τάξης. Κι εκεί, μέσα στη φαινομενική «κοινωνική νηνεμία», οι εργάτες ενός εργοστασίου αλλαντικών ξεσηκώνονται, κηρύσσουν απεργία και το καταλαμβάνουν. Η κοινωνική «τάξη και ασφάλεια» ξάφνου απειλούνται και έρχονται στο μυαλό όλων εικόνες που ήταν καθημερινές πριν από μία τετραετία. Ωστόσο, τίποτα δεν είναι το ίδιο… Οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων έχουν αλλάξει. Μία απεργός τηλεφωνεί στο σπίτι της και λέει στο σύζυγό της να προσέχει τα παιδιά. Ένα μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος μοιράζει φυλλάδια στο σούπερ μάρκετ και οι νέοι δεν του δίνουν την παραμικρή σημασία…
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Σκηνοθεσία: Ζαν Λικ Γκοντάρ
Σενάριο: Ζαν Πιερ Γκορίν
Παραγωγή: Ζαν Πιερ Ρασάμ
Φωτογραφία: Αρμάντ Μάρκο
Μουσική: Πολ Μποσέρ
Μοντάζ: Κλοντίν Μερλίν, Κενού Πελτιέ
ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΟΥΝ
Ιβ Μοντάν
Τζέιν Φόντα
Βιτόριο Καπριόλι
Ελιζαμπέτ Σοβίν
Ερίκ Καρτιέ
Καστέλ Καστί
Λουί Μπουκέ
Ιβ Γκαμπριέλι
Πιερ Ουντρέ
Ο ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ
Το τρομερό παιδί της νουβέλ βαγκ: Ζαν-Λικ Γκοντάρ (1930-)
Ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ υπήρξε ο ποιητής του γαλλικού –και όχι μόνο– σινεμά. Ο θαμώνας των καφέ της αριστερής όχθης, ο επαναστάτης με την αριστοκρατική καταγωγή, ο σκηνοθέτης που διάβαζε το φως πίσω από τα χρώματα, ο άνθρωπος που έχει κάνει την περίφημη δήλωση «Κάνω ταινίες με αρχή, μέση και τέλος, αλλά όχι απαραίτητα με αυτή την σειρά…», μα πάνω απ’ όλα εκείνος που είδε στο σινεμά μια προοπτική που ξεπέρασε το στείρο νόημα της μονοσήμαντης θέασης.
Γεννήθηκε στο Παρίσι το 1930. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια μεταξύ Γαλλίας και Ελβετίας. Γιος Γάλλου μεγαλογιατρού και Ελβετίδας μητέρας – κόρης τραπεζιτών, ήταν το δεύτερο από τα τέσσερα παιδιά μιας μεγαλοαστικής οικογένειας. Λίγο μετά την ενηλικίωση του οι γονείς του αποφασίζουν να πάρουν διαζύγιο, και ένα χρόνο αργότερα μετακομίζει μόνιμα πλέον στο Παρίσι για να παρακολουθήσει μαθήματα εθνολογίας στη Σορβόννη.
Στις συχνές επισκέψεις του στην Ταινιοθήκη θα γνωρίσει και θα συναναστραφεί τους Κλοντ Σαμπρόλ, Φρανσουά Τρυφώ, Ερίκ Ρομέρ και Ζακ Ριβέτ, τους κινηματογραφιστές δηλαδή που μετέπειτα θα στελεχώσουν το κίνημα της νουβέλ βαγκ. Το 1951 ο πατέρας Γκοντάρ απειλεί το γιο του ότι αν δεν εγκαταλείψει την ενασχόληση με το σινεμά και δεν αφοσιωθεί στις σπουδές του, θα διακόψει την χορήγηση του μηνιαίου εισοδήματος που του παρείχε. Τους μήνες που ακολουθούν οι ανάγκες του για σίτιση και στέγη καλύπτονται από περιστασιακές δουλειές του ποδαριού, δανεικά και κλοπές μικροποσών. Το 1952 δίνει τα πρώτα του άρθρα στο θρυλικό περιοδικό «Les cahiers du cinéma», ιδρυτής του οποίου υπήρξε ο θεωρητικός του κινηματογράφου Αντρέ Μπαζέν. Με βήμα το περιοδικό και όπλο την πένα του, εγκαινιάζει ένα σχεδόν λυρικό είδος κριτικής – παρουσίασης, μέσα από το οποίο κατακεραυνώνει το Χόλυγουντ και αποκαθηλώνει την μπουρζουαζία του κινηματογράφου, που σύμφωνα με την άποψη του ευνουχίζει τον δημιουργό, και καθιστά άχρηστη την προς πάσα κατεύθυνση κριτική αντίληψη που θα είχε την δυνατότητα να αναπτύξει το κοινό.
Την ίδια χρονιά επιστρέφει στην Γενεύη για να δουλέψει στην κατασκευή του φράγματος του Grande-Dixence. Με τα χρήματα που συγκεντρώνει, θα γυρίσει την πρώτη του μικρού μήκους ταινία, το ντοκιμαντέρ Επιχείρηση Μπετόν (1954). Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’50 θα γυρίσει άλλες τέσσερις ταινίες μικρού μήκους: Une Femme Coquette (1955), Tous les Garcons s’appellent Patrick (1957), Charlotte et son Jules (1958) και Une Histoire d’ Eau (1958).
Οι ταινίες του Γκοντάρ δεν έχουν θεματικό περιεχόμενο πέρα από τον ίδιο τον κινηματογράφο και τον τρόπο του να χειρίζεται τα πράγματα. Είναι ταινίες έρευνας (Λυμιέρ) με τη μορφή θεάματος (Μελιές), που σαν στόχο έχουν να αποκαλύψουν, όπως χαρακτηριστικά είπε κάποτε και ο ίδιος, «την κρυμμένη πλευρά του παγόβουνου». Έντονα επηρεασμένος από σκηνοθέτες όπως οι Ζαν Ρενουάρ, Νίκολας Ρέι, Ρομπέρ Μπρεσόν, Ρομπέρτο Ροσελίνι και Ζαν Ρους, ο Γκοντάρ θα προσπαθήσει εξαρχής, σε αντίθεση με τον συνάδελφό του Τρυφώ, να βάλει την προσωπική του ζωή στις ταινίες του αλλά και να δείξει ότι στον κινηματογράφο «όλα επιτρέπονται»: αυτοσχεδιασμός, κάμερα στο χέρι, αυτοαναφορικότητα, δοκιμιογραφικός λόγος, παράθεση λογοτεχνικών και φιλοσοφικών κειμένων. Το σινεμά μετατρέπεται έτσι σε ένα νέο είδος μουσείου, που λειτουργεί ως μια παρακαταθήκη ιστορικών γεγονότων και μαρτυριών.
Φιλμογραφία
-
Film Socialisme – Socialism (2010)
-
NotreMusique – Η Δική μας Μουσική (2004)
-
LiberteetPatrie (2002)
-
Ten Minutes Older: The Cello – Δέκα Λεπτά Αργότερα: Το Τσέλο (2002)
-
Elogedel`Amour – Η Ελεγεία του Ερωτα (2001)
-
ForEverMozart – Μότσαρτ για Πάντα (1996)
-
Jevoussalue, Sarajevo (1993)
-
Detective – Ντετέκτιβ (1985)
-
PrenomCarmen – Όνομα Κάρμεν (1983)
-
SauvequiPeut (laVie) – Ο Σώζων Εαυτόν Σωθήτω (1980)
-
ToutVaBien – Ολα Πάνε Καλά (1972)
-
2 ou 3 ChosesqueJeSaisd`Elle – 2 ή 3 Πράγματα που Ξέρω γι` Αυτήν (1967)
-
LaChinoise – Η Κινέζα (1967)
-
LoinduVietnam – Μακριά από το Βιετνάμ (1967)
-
WeekEnd – Ένα Σαββατοκύριακο (1967)
-
MadeinUSA – Συνέβη στην Αμερική (1966)
-
Masculin Feminin: 15 Faits Precis – Αρσενικό, Θηλυκό (1966)
-
Alphaville, une Etrange Aventure de Lemmy Caution – Αλφαβίλ (1965)
-
PierrotleFou – Ο Τρελός Πιερό (1965)
-
LeMepris – Η Περιφρόνηση (1963)
-
LePetitSoldat – Ο Μικρός Στρατιώτης (1963)
-
LesCarabiniers – Οι Καραμπινιέροι (1963)
-
Cleo de 5 a 7 – Δύο Ωρες στη Ζωή μιας Γυναίκας (1962)
-
Vivre sa Vie – Ζούσε τη Ζωή της (1962)
-
UneFemmeestUneFemme – Η Κυρία Θέλει Έρωτα (1961)
-
ABoutdeSouffle – Με Κομμένη την Ανάσα (1960)
Ντοκιμαντέρ
1968 Μάης του ’68 /Mai 68 [Γαλλία, 98′] Andre Harris & Alain de Sedouy
1968 “Θαύμα“, Μάης ’68 /La reprise du travail aux usines Wonder [Γαλλία, 10′] Jacques Willemont
1968 Η επανάσταση είναι μόνο η αρχή. Ας συνεχίσουμε τον αγώνα. /La revolution n’est qu’un debut. Continuons le combat. [Γαλλία, 30′] Pierre Clementi
1968 Μπομπίνα αρ. 196 /Film-Tract No 1968 [Γαλλία, 3′] Jean-Luc Godard & Gerard Fromanger
1974 Μάης 68 /Mai 68 [Γαλλία, 190′] Gudie Lawaetz & Jerome Kanapa
1978 Μεγάλες νύχτες, μικρές μέρες του ’68 /Grands soirs et petits matins [Καναδάς /Γαλλία, 240′] William Klein
1982 Να πεθαίνεις στα 30 σου /Mourir a trente ans [Γαλλία, 95′] Romain Goupil
1987 Γενιά /Generation [Γαλλία, 15 επεισόδια] Daniel Edinger
1996 Επιμύθιο /Reprise [Γαλλία, 98′] Herve le Roux
2004 Ανρί Λανγκλουά: Το φάντασμα της Ταινιοθήκης /Le fantome d’Henri Langlois [Γαλλία, 210′] Jacques Richard
2008 Εξηνταοκτώ διαρκώς /68 non-stop [Γαλλία, 57′] Fred Hilgemann
2008 Εξηνταοκτώ /68 [Γαλλία, 110′] Patrick Rotman
2008 Η Γενιά του ’68 /Generations 68 [Γαλλία, 53′] Simon Brook
Μυθομαντέρ
1967 Η Κινέζα /La Chinoise [Γαλλία, 96′] Jean-Luc Godard
1971 Πεθαίνω από αγάπη /Mourir d’aimer [Γαλλία, 110′] Andre Cayatte
1972 Γροθιά στη γροθιά /Coup pour Coup [Γαλλία /Γερμανία, 89′] Marin Karmitz
1973 Η μαμά και η πουτάνα /La maman et la putain [Γαλλία, 217′] Jean Eustache
1973 Η Χρονιά 01 /L’An 01 [Γαλλία, 90′] Gebe & Jacques Doillon [Alain Resnais & Jean Rouch]
1978 Η πιο τρελή απόδραση στον κόσμο! /La Carapate [Γαλλία, 100′] Gerard Oury
1990 Ο Μιλού τον Μάη /Milou en Mai [Γαλλία /Ιταλία, 107′] Louis Malle
1997 Metroland [Ισπανία /Γαλλία /ΗΒ, 105′] Philip Saville
2003 Οι Ονειροπόλοι /Innocents /The Dreamers [ΗΒ /Γαλλία /Ιταλία, 115′] Bernardo Bertolucci
2005 Συνήθεις εραστές /Les amants reguliers [Γαλλία, 183′] Philippe Garrel
2006 Ο Φιντέλ φταίει! /La faute a Fidel! [Ιταλία /Γαλλία, 99′] Julie Gavras
2008 Γεννημένοι το ’68 /Nes en 68 [Γαλλία, 173′] Olivier Ducastel & Jacques Martineau
2009 Αντίο Ντε Γκολ /Adieu De Gaulle, adieu [Γαλλία, 95′] Laurent Herbiet
Ο ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΗΣ
Ιβ Μοντάν (1921–1991)
Από τις τεράστιες μορφές του γαλλικού σινεμά, αλλά και τ της μουσικής. Το «Ιβ Μοντάν» είναι καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του ιταλοεβραϊκής καταγωγής Ίβο Λίβι. Όταν ήταν μόλις δύο ετών, οι γονείς του κατέφυγαν στη Μασσαλία, λόγω των διώξεων του φασιστικού καθεστώτος του Μουσολίνι. Εκεί ο Ίβο και τα δύο μεγαλύτερα αδέλφια του μεγάλωσαν παίζοντας στον δρόμο. Ο Ιβο ήταν ο πιο άτακτος και, παρά τις φωνές της μάνας του “Ivo, monta!” (“Ιβο, ανέβα!”), ο ‘Ιβο αρνιόταν να ανεβεί στο σπίτι. Αυτό το προστακτικό “monta” επέλεξε για ψευδώνυμο μετατρέποντάς το σε Montand ο μετέπειτα καλλιτέχνης όταν του ζητήθηκε να κάνει «γαλλικό» το όνομά του.
Αργότερα, εγκατέλειψε το σχολείο σε αρκετά νεαρή ηλικία για να καταλήξει τραγουδιστής. Έγινε γνωστός χάρη στη σχέση του με την Εντίθ Πιάφ, ενώ το 1951 παντρεύτηκε τη Σιμόν Σινιορέ. Πρωτοεμφανίστηκε στον κινηματογράφο το 1946 και από το 1953 συνδύαζε επιτυχώς τον κινηματογράφο και το τραγούδι. Εξαίρετος ερμηνευτής στο ελαφρό τραγούδι, αλλά και ηθοποιός που δεν τυποποιήθηκε, αποτέλεσε μία από τις πιο αναγνωρίσιμες και δημοφιλείς προσωπικότητες τόσο στη Γαλλία όσο και διεθνώς. Έγινε ιδιαίτερα αγαπητός στην πατρίδα μας από την ταινία Ζ (1969) του Κώστα Γαβρά, όπου ερμήνευσε τον ρόλο του Γρηγόρη Λαμπράκη, ταινία που προβλήθηκε στο εξωτερικό μεσούσης της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Πέθανε κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας του (Το νησί των παχύδερμων, 1991), έχοντας ωστόσο προλάβει να γευθεί τη χαρά της πατρότητας: η δεύτερη σύζυγός του, η νεοτάτη Καρόλ Αμιέλ, του είχε χαρίσει στα 67 του χρόνια τον μοναχογιό του Βαλεντίνο.
Οι σταθμοί της ζωής και της καριέρας του:
– Μετανάστευση των γονέων του στη Μασσαλία. Τα δύσκολα χρόνια της παιδικής και νεανικής του ζωής, όπου αναγκάζεται να ασκήσει διάφορα επαγγέλματα, ανάμεσα στα οποία του βοηθού κομμωτή και του λιμενεργάτη.
– Διαθέτοντας πολύ καλή φωνή και εξαιρετική σκηνική γοητεία δοκιμάζει τα πρώτα του βήματα ως τραγουδιστή σε διάφορα ταπεινά καμπαρέ.
– Το 1944 τον ανακαλύπτει η θρυλική ÉdithPiaf , που τον ερωτεύεται και γίνεται ο μέντοράς του.
– Μετά τον πόλεμο η καριέρα του Μοντάν απογειώνεται . Στις επιτυχίες του στο χώρο του τραγουδιού έρχονται να προστεθούν και οι ανάλογες στο χώρο της 7ης Τέχνης , αφού ο Υβ διεθέτει αξιόλογο ταλέντο και στον τομέα αυτό.
– Το 1951 παντρεύεται τη μεγάλη ηθοποιό SimoneSignoret, με την οποία έπαιξε σε πολυάριθμες ταινίες. Παρά τις κατά καιρούς ερωτικές του περιπέτειες ( ανάμεσα στις οποίες ξεχωρίζει η θυελλώδης σχέση του με τη Μέριλιν Μονρόε) , ο Μοντάν έζησε αρμονικά με τη Σινιορέ.
ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ
DeuxdelaVague – Δύο ή Τρία Πράγματα που Ξέρω γι` Αυτούς (2010)
JeandeFlorette – Ζαν ντε Φλορέτ (1986)
Manon des Sources – Η Μανόν των Πηγών (1986)
Clair de Femme – Η Λάμψη μιας Γυναίκας (1979)
PolicePython 357 – Ο σκληρός Νόμος του Επιθεωρητή Φερό (1976)
SectionSpeciale – Ειδικό Δικαστήριο (1975)
EtatdeSiege – Κατάσταση Πολιορκίας (1972)
ToutVaBien – Ολα Πάνε Καλά (1972) Ηθοποιός
L`Aveu – Η Ομολογία (1970)
LeCercleRouge – Ο Κόκκινος Κύκλος (1970)
On a Clear Day You Can See Forever – Η Διπλή Ζωή της Ντέζι Γκέιμπλ (1970)
Mr. Freedom – Μίστερ Φρίντομ (1969) Ηθοποιός
Z (1969) Ηθοποιός ….Ζ
Vivre pour Vivre – Ζήσε για τη Ζωή (1967)
LaGuerreestFinie – Ο Πόλεμος Τελείωσε (1966)
ParisBrule–t–il? – Κάψτε το Παρίσι (1966)
CompartimentTueurs – Διαμέρισμα Δολοφόνων (1965)
MyGeisha – Αγαπημένη μου, Γκέισα (1962)
Goodbye Again – Αντίο για Πάντα (1961)
Let`s Make Love – Ελα ν`Αγαπηθούμε (1960)
LaLegge – Ο Νόμος (1959)
Les Sorcieres de Salem – Οι Μάγισσες του Σάλεμ (1957)
Napoleon – Ναπολεων (1955)
Le Salaire de la Peur – Το Μεροκάματο του Τρόμου (1953)
Η ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΡΙΑ
Τζέιν Φόντα (1937-)
Ποιος δεν θυμάται την πρωταγωνίστρια της ταινίας Barbarella το 1968 όπου και ο ρόλος της, αν και ριψοκίνδυνος για την εποχή, έμεινε στην ιστορία του κινηματογράφου ως ένας από τους θρυλικότερους; Πώς να μην χαρακτηρισθεί η ίδια θρύλος του σινεμά με σίγουρα πολλά ταλέντα, αλλά το μεγαλύτερο από όλα η δυνατότητά της να δημιουργεί κάθε φορά τον εαυτό της από την αρχή; Ο λόγος για την Τζέιν Φόντα, τη σταρ του κινηματογράφου που στα 68 της της χρόνια ψηφίστηκε ως μία από τις πιο σέξι γυναίκες στην ιστορία του κινηματογράφου από το περιοδικό Empire (1995)!
Προέρχεται από την ομώνυμη οικογένεια διάσημων ηθοποιών και η ίδια δεν έχει εγκαταλείψει ποτέ την τέχνη της. Γεννήθηκε το 1937, την ίδια μέρα που έκαναν πρεμέρα η “Χιονάτη και η Επτά Νάνοι”. Κόρη του μεγάλου Αμερικανού ηθοποιού Χένρι Φόντα και της Φράνσις Φορντ Σέιμουρ. Είναι επίσης αδερφή του ηθοποιού Πίτερ Φόντα, που γεννήθηκε τρία χρόνια αργότερα, και θεία της ηθοποιού Μπρίτζετ Φόντα, κόρης του Πίτερ. Οι γονείς της Τζέιν την ονόμασαν Λαίδη Τζέιν Σέιμουρ, εμπνευσμένοι από τη μακρινή απόγονο της μητέρας της, την Τζέιν Σέιμουρ, η οποία ήταν τρίτη σύζυγος του βασιλιά της Αγγλίας Ερρίκου του Η’. Η μητέρα της, που αντιμετώπιζε ψυχολογικά προβλήματα, αυτοκτόνησε όταν η Τζέιν ήταν 13 ετών κι ο πατέρας της ξαναπαντρεύτηκε. Τo κινηματογραφικό της ντεμπούτο έκανε στην ταινία TallStory το 1960. Έχει δύο Όσκαρ στην κατοχή της, για τις ταινίες Klute (1971) και ComingHome (1978) και πέντε υποψηφιότητες καλύτερης ηθοποιού. Με την Τζέιν Φόντα θα ήταν αδύνατον να πλήξει κανείς. Και όχι μόνον επειδή είναι πλέον 76 χρόνων, ξέρει το Χόλιγουντ σαν την τσέπη της και μπορεί να διηγηθεί πολλά για τις περιπέτειες της πολυτάραχης ζωής της.
Το σημαντικότερο είναι πως δεν θεωρεί -ούτε σε αυτήν την ηλικία- ότι είναι ώρα να σταματήσει να προκαλεί τον εαυτό της. Η ακτιβίστρια κατά του πολέμου του Βιετνάμ, η ηθοποιός με τα δύο Όσκαρ, η δυναμική δασκάλα του αερόμπικ, η ανθρωπίστρια, η φεμινίστρια και αυτή η γυναίκα που στην ωριμότητά της δηλώνει κυρίως μητέρα και γιαγιά, γίνεται μπλόγκερ και ταυτόχρονα επιστρέφει θριαμβευτικά στη θεατρική σκηνή του Μπρόντγουεϊ, είναι πάνω από όλα μια αληθινή σταρ. Ισως και κάτι περισσότερο! Η ίδια επιμένει ότι ποτέ δεν έβλεπε τον εαυτό της ως σταρ και η υποκριτική δεν όρισε τη ζωή της και αλίμονο σε αυτούς που καθορίζουν τον εαυτό τους με βάση αυτά που έχουν κάνει κι όχι αυτό που είναι.
Και τότε, ποια πραγματικά είναι;
Υπήρξε πάντοτε πολύ καλή στο να υπερασπίζεται τους αδύναμους και τους περιθωριακούς, από τους βετεράνους του Πολέμου του Βιετνάμ, τους αυτόχθονες Ινδιάνους και τους παράνομους εργάτες, μέχρι τις ανήλικες μητέρες για τις οποίες ίδρυσε το 1995 την Οργάνωση για την Πρόληψη της Εγκυμοσύνης Ανηλίκων της Τζόρτζια, με την υποστήριξη του ιδρύματος Τέρνερ. Η αντιπολεμική της δράση στα μέσα της δεκαετίας του 1970 της κόστισε μια οργανωμένη εκστρατεία δυσφήμισης με την κατηγορία του αντιαμερικανισμού. Δεν μετάνιωσε γι’ αυτό. Ούτε για την κατοπινή αφιέρωσή της στη γυμναστική, την περίοδο του αερόμπικ, που της χάρισε εκατομμύρια νέους θαυμαστές και 50 εκατομμύρια δολάρια .Έγινε Πρέσβειρα Καλής Θέλησης του ΟΗΕ, συμμετείχε σε φεμινιστικά fora και ετοίμαζε τον εαυτό της για την «Τρίτη Πράξη» της ζωής της, όπως ονομάζει την περίοδο που ξεκίνησε στα εξήντα της με ένα ακόμη διαζύγιο, την παραδοχή του αλκοολισμού της και την αφαίρεση των εμφυτευμάτων από το στήθος της. Δεν μετάνιωσε επίσης ούτε για τους τρεις αποτυχημένους γάμους της γιατί παρά το όσα έγιναν αισθάνεται ότι διάλεξε σωστά. Έμαθε και ωρίμασε μαζί τους και κάθε διαζύγιο για αυτήν σήμαινε ένα βήμα μπροστά, μία ευκαρία για προσωπικό επαναπροσδιορισμό και όχι αποτυχία, «σαν να αλλάζει γλάστρα σε ένα φυτό που έχει μεγαλώσει», έχει πει η ίδια.
Κι όλα αυτά μαζί δημιουργούν ένα πρότυπο και έναν τρόπο ζωής, ανεξαρτήτως αν συμφωνείς ή διαφωνείς μ’ αυτόν. Οπωσδήποτε οι αναμνήσεις της φτάνουν μέχρι τα νεανικά χρόνια της διαμόρφωσης, περνούν από τα φλογισμένα έτη της επιτυχίας στο Χόλυγουντ, και έχουν ως κατάληξή τους την κοινωνική της δράση υπέρ των πασχόντων.
Πάντοτε έκανε αυτό που ήθελε και η ίδια θυμάται τότε στο κολέγιο που αρνήθηκε να φορέσει τα κομψά λευκά γάντια και τα μαργαριτάρια που ήταν η ενδυμασία για τo καθημερινό τσάι στη σάλα Rose του κολλεγίου, και προτίμησε να επιστρέψει στο σαλόνι μόνο με αυτά και τίποτα άλλο πάνω της!.
Μπορεί να συνελήφθη το 1970 για κατοχή και εμπορία ναρκωτικών, να έπασχε από βουλιμία από τα 13 της μέχρι τα 40 της, να έγινε δύο φορές εξώφυλλο στο Vogue, να παντρεύτηκε και χώρισε τρεις φορές, να είπε στα 30 της όταν έμεινε έγκυος ότι “είμαι γριά και τι θα κάνω”, να ήταν κόμπος το στομάχι της κάθε φορά που έπαιζε ρόλους και να ευχόταν από μέσα της να καεί το πλατό ή να πάθει κάτι ο σκηνοθέτης, να έζησε τα πάντα, αλλά η ίδια στην αυτοβιογραφία της (που είχε ήδη ετοιμάσει στα 68 της χρόνια) λέει ότι της απομένει ακόμη ένα μέρος της τρίτης πράξης για να προσπαθήσει να ζήσει συνειδητά, να είναι παρούσα όσο το δυνατόν περισσότερο για τα παιδιά της και τα εγγόνια της, να συνεισφέρει με όποιον τρόπο μπορεί στη σωτηρία του πλανήτη.
Αν καταφέρει να τα κάνει αυτά, θα μπορέσει να πεθάνει ήσυχα και χωρίς ενοχές, έχει πει η ίδια.
Σημειωτέον ότι τον Απρίλιο του 2005 κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία της με τίτλο MyLifeSoFar.
ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ
1960 Οι γυναίκες τρελαίνονται για τους ψηλούς TallStory
1962 Το σπίτι της αμαρτίας Walk on the Wild Side
1963 Διακοπές στην Αθήνα In the Cool of the Day
1964 Το γαϊτανάκι του έρωτα La Ronde ή Circle of Love
1965 Η λησταρχίνα Cat Ballou
1966 Η γκαρσονιέρα μιας ανύπαντρης AnyWednesday
1967 Ξυπόλυτοι στο Πάρκο Barefoot in the Park
1968 Μπαρμπαρέλα Barbarella
1969 Σκοτώνουν τα άλογα όταν γεράσουν
1972 Όλα πάνε καλά Toutvabien
1973 Οι διεφθαρμένοι Steelyard Blues
1976 Το γαλάζιο πουλί The Blue Bird
1977 Τζούλια Julia
1978 Ο γυρισμός ComingHome
Καλιφόρνια Οτέλ California Suite Hannah Warren
1979 Το σύνδρομο της Κίνας The China Syndrome
1981 Στη Χρυσή Λίμνη On Golden Pond
1985 Η Αγνή του Θεού Agnes of God
1986 Το επόμενο πρωινό The Morning After
1989 Ο γέρο-Γκρίνκο Old Gringo
1990 Στάνλεϊ και Ίρις Stanley & Iris
2005 Η κακιά πεθερά Monster-in-Law
2007 Σπίτι με κανόνες Georgia Rule
2011 Κι Αν Ζούσαμε Ολοι Μαζί;