Από ένα όνειρο ξυπνάς μονάχα αφού έχει ολοκληρωθεί, δεν μπορείς να απεμπλακείς νωρίτερα, σε έχει γραπώσει από τη γλώσσα.
Θυμήθηκα ποιός είμαι, στα μάτια σου δεν διάβαζα πλέον καμία πλάνη, είχα τον ονειρικό τρόμο (του να συμπεριφέρεσαι σαν στο σπίτι σου κάπου όπου δεν ανήκεις), αυτόν τον τρόμο τον είχα στην πραγματικότητα, έπρεπε να επιστρέψω στο σκοτάδι, δεν άντεχα τον ήλιο. –Προς τη Μιλένα Γεσένσκα, 14 Σεπτεμβρίου 1920
Το παράθυρο ήταν ανοιχτό, στο ανήσυχο μυαλό μου έπεφτα επί ένα τέταρτο της ώρας ακατάπαυστα από το παράθυρο, μετά εμφανίστηκαν πάλι σιδηρόδρομοι και ένας μετά τον άλλο πέρασαν πάνω από το ξαπλωμένο στις ράγες κορμί μου, βαθαίνοντας και διευρύνοντας τις δύο τομές στο λαιμό και στα πόδια. –Επιστολή στη Φελίτσε Μπάουερ, 28 Μαρτίου 1913
Τα ΟΝΕΙΡΑ που απαρτίζουν την παρούσα συλλογή προέρχονται από τα ημερολόγια και τις επιστολές του Φραντς Κάφκα, πρόκειται δηλαδή για καταγραφές ονείρων εν είδει υπενθύμισης ή και εξορκισμού: «Μη στραφείτε εναντίον μου. Μόνο στα όνειρα είμαι τόσο αλλόκοτος».
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Ο Κάφκα, όπως μαρτυρούν τα ημερολόγιά του, βασανίζεται από αϋπνίες και ιδιαίτερα ανήσυχο ύπνο, παρακολουθεί δε και καταγράφει με κάθε λεπτομέρεια τις νυχτερινές αυτές εμπειρίες, συχνά ως ολονύχτια πάλη που τον αφήνει εξουθενωμένο. Στο πλαίσιο αυτής της δυσκολίας με τον ύπνο, γίνεται κατανοητή η βαθύτατα αμφίθυμη σχέση που αναπτύσσει με το ονειρεύεσθαι, καθώς συχνά συνεπάγεται τη στέρηση του αναζωογονητικού ύπνου: «Άλλωστε δεν πρόκειται να κοιμηθώ, παρά μόνο να ονειρευτώ».
Τα όνειρα παρουσιάζονται ως βάσανος αλλά και έμπνευση και πλήρωση, πηγή ευτυχίας αλλά και φόβου – «αν και πολύ πιο σπάνια το πρώτο από το δεύτερο».
Ταυτόχρονα, πρόκειται για περίτεχνες, εκ των υστέρων εξιστορήσεις, στις οποίες συχνά το όνειρο καθαυτό γίνεται αντικείμενο αναστοχασμού: «Όταν ξυπνώ, βρίσκω όλα τα όνειρα συγκεντρωμένα γύρω μου, αλλά αποφεύγω να τα ξανασκεφτώ».
Είναι προφανές ότι με τη συλλογή αυτή δεν παρουσιάζονται «τα όνειρα του Κάφκα» καθαυτά, αλλά προσεχτικές αφηγηματολογικές κατασκευές στις οποίες ο αναγνώστης θα αναγνωρίσει τη δημιουργική φαντασία που καθιέρωσε τον Κάφκα ως έναν από τους πλέον σημαντικούς συγγραφείς του 20ού αιώνα.
Από τον πρόλογο της μεταφράστριας
Η ανθολόγηση αυτή σημαίνει ότι η εξιστόρηση των ονείρων αποσπάται από τα εκάστοτε συμφραζόμενα, είτε πρόκειται για ημερολογιακές καταχωρίσεις είτε για επιστολές. Έτσι, αντί να μετριάζονται οι συχνά βασανιστικές και σχεδόν πάντοτε αλλόκοτες και ανησυχητικές ονειρικές εικόνες από το κείμενο που περικλείει τα όνειρα, π.χ. την υπόλοιπη επιστολή, προσφέρονται στον αναγνώστη όχι μόνο χωρίς ένα πλαίσιο που θα τα απαλύνει αλλά και απανωτά. Το αποτέλεσμα είναι πράγματι εντυπωσιακό αλλά και, συχνά, βαθύτατα ανοικειωτικό. Το μεγαλειώδες της γραφής του Κάφκα όμως οφείλεται όχι τόσο στην καταγραφή της εμπειρίας μιας βασανισμένης ύπαρξης, αλλά στην ικανότητα να λειτουργεί, όσο αλλόκοτες κι αν είναι οι παραστάσεις που προβάλλει, ως κάτι το αναγνωρίσιμο, αν όχι οικείο, για τον εκάστοτε αναγνώστη. Με τον όρο «καφκικὸ» άλλωστε δεν χαρακτηρίζουμε τα ίδια τα κείμενα του Κάφκα αλλά μια περίσταση ή ατμόσφαιρα που απαντά και εκτός μυθοπλασίας, στην καθημερινή ζωή του καθενός μας. Η ιδιαιτερότητα και ίσως και αξία της συλλογής συνίσταται στο ότι προ(σ)καλεί τον αναγνώστη να εκτεθεί στα όνειρα αυτά και να αφουγκραστεί τις τυχόν απηχήσεις τους μέσα του.
Με ένα σκοινί τυλιγμένο γύρω από το λαιμό να με μπάζουν από το παράθυρο του ισογείου σε ένα σπίτι και χωρίς την παραμικρή προσοχή, σαν να μη νοιάζονται, να με σέρνουν προς τα πάνω, ματωμένο και ξεσκισμένο, διαπερνώντας το ένα μετά το άλλο τα ταβάνια των δωματίων, τα έπιπλα, τους τοίχους και τις σοφίτες, ώσπου να ξεπροβάλει ψηλά στη στέγη η άδεια θηλιά που τελικά έχασε τα κατάλοιπά μου καθώς άνοιγε δρόμο σπάζοντας τα κεραμίδια. […]
Αυτή η τροχαλία εντός μου. Ένα γρανάζι μετακινείται, κάπου στα κρυφά, ούτε που το καταλαβαίνεις την πρώτη στιγμή, και νά που τίθεται όλος ο μηχανισμός σε κίνηση. Υποκύπτοντας σε μια ασύλληπτη δύναμη, όπως υποτάσσεται το ρολόι στο χρόνο, ένα τρίξιμο εδώ κι εκεί, και όλες οι αλυσίδες κροταλίζουν κατεβαίνοντας η μια μετά την άλλη την καθορισμένη για την καθεμιά απόσταση. – Ημερολόγιο, 21 Ιουλίου 1913