Ο Γιάννης Αναστασάκης, καλλιτεχνικός διευθυντής του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, σκηνοθετεί τον Ορέστη του Ευριπίδη, μια φιλόδοξη παραγωγή, σε μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα. Μια παραγωγή που σφοδρά επιθυμεί να αφήσει το στίγμα της στο φετινό καλοκαίρι και που τελικά κέρδισε το στοίχημα.
Είδαμε την παράσταση στο Άλσος της Ηλιούπολης, στα πλαίσια της περιοδείας της στην Ελλάδα και την Κύπρο. Το αποτέλεσμα επιβεβαιώνει την φήμη ότι κερδίζει κοινό και κριτές, γιατί τόλμησε να αποδώσει με σύγχρονο τρόπο και χωρίς περίεργες «μοντερνιές», το μύθο των Ατρειδών.
Μία θεατρική δουλειά επίκαιρη, ανεβασμένη, όπως σημειώνει ο καλλιτεχνικός διευθυντής του ΚΒΘΕ, σε μια εποχή εκποίησης των αξιών. Σε έναν κόσμο που κλυδωνίζεται ανάμεσα στο τοξικό και το υγιές. Ο φακός είναι στραμμένος στο σημερινό πολίτη και στη στάση που κρατά απέναντι στο αβέβαιο και τη φθορά.
Αλλά, επίσης, ακτινογραφείται με σαφήνεια και η θέση μιας κοινωνίας, η οποία παραπαίοντας μέσα σε πολιτικά χαώδη ασάφεια επιχειρεί το σωφρονισμό με την επιβολή ποινής.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Η σκηνοθετική οπτική δρα ρεαλιστικά και βοηθούμενη από τα λιτά/λειτουργικά σκηνικά του Γιάννη Θαβώρη οδηγεί το θεατή με έντονο τρόπο σε πολύ «ενδότερα» μονοπάτια. Εκείνος στη συνέχεια βαθαίνει, αντιμετωπίζοντας έναν κόσμο σε αξιακή κρίση, σε μια περίοδο άκρως αντιηρωική, όπως τότε που γράφτηκε το έργο από τον μεγάλο τραγικό ποιητή.
Έτσι με το ισχυρό συναίσθημα της αυτοσυντήρησης που παρατηρείται και στις δύο διαφορετικές χρονικά εποχές, συνδέονται οι δύο θεατρικές παραστάσεις.
Η προϊούσα αναταραχή και αστάθεια, βγάζει στην επιφάνεια τη θνητότητα του ατόμου και το ακαταμάχητο ένστικτο της επιβίωσης. Τότε, είναι που τα πάντα αμφισβητούνται σκληρά και δοκιμάζονται οι ανθρώπινες αντοχές.
Το εγκαταλελειμμένο παλάτι του Αγαμέμνονα, το παρασκήνιο, τα ψέματα, το μίσος, η ηθική παρανομία και η εκδίκηση, χρωματίζουν ένα ζοφερό/αιματηρό σύμπαν.
Έτσι διαμορφώνεται μία ευαίσθητη ενεργειακή περιοχή, στην οποία καλούνται οι ηθοποιοί να υποδυθούν τους ρόλους τους υποστηρίζοντας ένα νευραλγικό θεματικό πυρήνα. Ένα μύθο επιβαρυμένο με ιδιάζουσες εγκληματικές πράξεις, πόνο, φθόνο και πλεκτάνες εχθρότητας θεών και ανθρώπων.
Οι Ορέστης (Χρίστος Στυλιανού), Ηλέκτρα (Ιωάννα Κολλιοπούλου) και Πυλάδης (Δημήτρης Μορφακίδης), ερμηνεύουν με πάθος, συναισθηματική πληρότητα και ευστοχία. Τρία πρόσωπα δέσμια της αποτρόπαιας πράξης τους με τον Ορέστη πρώτο στην κλίμακα της τραγικότητας. Φωτίζουν ικανοποιητικά και με δραματικό βάθος τους θεσμούς της αδελφικής αγάπης και της αφοσίωσης στη φιλία, οι οποίοι ταυτόχρονα μεταποιούνται σε εφιαλτική συνενοχή και συναυτουργία.
Παλεύουν να διασωθούν από τον οργισμένο όχλο και τη θανατική ποινή, καθώς είναι υπεύθυνοι για τα λάθη και τις τύψεις τους. Η επιθυμία για έναν επαναπροσδιορισμό της ζωής τους φαντάζει μακρινό όνειρο, φτάνοντας την αγωνία στα ύψη.
Η σκηνή με τις Ερινύες που απειλούν και διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα, φτάνουν τον Ορέστη στα όρια της τρέλας. Αυτή τη διανοητική σύγχυση και ό,τι αυτή επιφέρει στη συνέχεια, ο προικισμένος υποκριτικά Χρίστος Στυλιανού την αποδίδει με ζέση, κεντραρισμένος με συνέπεια στο χαρακτήρα που ερμηνεύει.
Όσο για την ταλαντούχα και πρόσφατα βραβευμένη Ιωάννα Κολλιοπούλου, τα λόγια περισσεύουν. Μεστή, δωρική και συνάμα συγκινητική, εκπέμπει μία πλούσια δραματική υπεραιμία, συγκλονίζοντας με την «εσωτερική» της συμπεριφορά.
Διακρίνονται για την πειστικότητά τους οι Δάφνη Λαμπρόγιαννη ως Ελένη, Κώστας Σαντάς ως Τυνδάρεως και Χρήστος Στέργιογλου ως Τρώας.
Πολύ καλοί είναι οι Νικόλας Μαραγκόπουλος (αγγελιαφόρος ), Δημοσθένης Παπαδόπουλος (Απόλλων), Μαριάννα Πουρέγκα (Ερμιόνη) και Χριστόδουλος Στυλιανού (Μενέλαος).
Ο χορός, αποτελούμενος από δώδεκα γυναίκες, συμμετέχει με λυρισμό και αέρινο παλμό, προσφέροντας ρυθμό και δύναμη ψυχής.
Ο Αλέξης Τσάμογλου, με κέφι επιμελείται την κίνηση της χορευτικής ομάδας και μαζί με τις ευάρμοστες μουσικές συνθέσεις του Μπάμπη Παπαδόπουλου και τους ταιριαστούς φωτισμούς του Λευτέρη Παυλόπουλου, επισφραγίζουν την καλλιτεχνική αξία αυτής της θεατρικής δημιουργίας.
Ο Γιάννης Αναστασάκης, τόλμησε και ανέβασε τον «Ορέστη» εμπνεόμενος από την εύθραυστη κλινική εικόνα του σήμερα. Με όχημα την ανάγκη του ατόμου να επιβιώσει μέσα σε μια επικίνδυνη συστημική ρευστότητα σε οικουμενικό επίπεδο, ο σκηνοθέτης κατασκευάζει το αρχιτεκτόνημά του.
Επιδιώκει να αναδείξει την ευθύνη και την αξιοπιστία της σύγχρονης ανθρώπινης οντότητας, εάν θέλει να αποκαλείται πολίτης του κόσμου.
Οι προθέσεις και τα μηνύματα φθάνουν στο κοινό, που απορροφά τα διαδραματιζόμενα με προβληματισμό και ικανοποίηση.
Για άλλη μια φορά, ισχύει η διαχρονικότητα των αξιωμάτων/αρχών της ζωής, όπως αβίαστα απορρέουν από την αρχαία ελληνική δραματική ποίηση. Τα κλασικά αυτά ιδανικά, σκιαγραφούν την αναγκαιότητα αντίδρασης έναντι στο εύκολο και το εφήμερο. Μία σύγχρονη πολιτεία που δεν πιστεύει σε θαύματα ή σε από μηχανής θεούς, οφείλει να προβλέπει την παρέκκλιση και να προστατεύει τα μέλη της.
«Ορέστης» του Ευριπίδη, μία παράσταση με αισθητική και άποψη, μία πρόταση ουσιαστικής ζωής, όταν τα ιδεώδη και τα πρότυπα έχουν χρεοκοπήσει και το σκοτάδι αντικαθιστά το φως.
«Πώς να είσαι ψύχραιμος και από που να κρατηθείς, όταν το αίμα βράζει μέσα μας και γύρω μας, όταν το τέλος πλησιάζει καλπάζοντας ;», θέτει το ερώτημα ο σκηνοθέτης Γιάννης Αναστασάκης.
Διαβάστε επίσης:
Γιάννης Αναστασάκης: Ο Ορέστης, ένα Θέατρο Ουσίας και η «σπίθα της ζωής»