Φέτος, το καλοκαίρι μπορείς να συναντήσεις τον Ορφέα Αυγουστίδη στα ανοιχτά θέατρα της χώρας, όπου θα υποδύεται τον Λάκυ στο αριστουργηματικό έργο του Σάμιουελ Μπέκετ «Περιμένοντας τον Γκοντό», σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα. Μία παράσταση που μάς εξομολογείται πως «ήρθε ως απάντηση στην πανδημία». Όταν τον ρωτάς για τον ρόλο που ερμηνεύει δυσκολεύεται να βρει λόγια, καθώς «το έργο είναι μία παράσταση που βιώνεται και δεν περιγράφεται, ενώ παράλληλα αποτελεί έναν διάδρομο για νέες υπαρξιακές αναζητήσεις».
Από μικρός ήταν όπως μας λέει το παιδί πίσω από τις κουίντες, ωστόσο η ηθοποιία ήταν για αυτόν απλά ένα κομμάτι της δουλειάς των γονιών του. Το επάγγελμα του ηθοποιού ήρθε αργότερα: «Εγώ σαν παιδί χάζευα και χανόμουν μέσα από τον κινηματογράφο. Οι ταινίες μου αρέσανε τότε. Τα πρώτα μου όνειρα όταν ήμουν στο λύκειο ήταν να γίνω σκηνοθέτης στον κινηματογράφο, δεν ήταν καν η υποκριτική. Ποτέ δεν το σκέφτηκα, παρά μόνο όταν άρχισε να έρχεται.»
Λίγο πριν βρεθεί σε διάφορα ανοιχτά θέατρα για τη συγκεκριμένη παράσταση, μιλήσαμε μαζί του για τις δύσκολες στιγμές που διανύει ο πολιτισμός, αλλά και ο ολόκληρος ο κόσμος, εξαιτίας της πανδημίας, για τον ρόλο των social media, για την ιδιαίτερη θεατρική χρονιά που έρχεται, αλλά και για το κατά πόσο σήμερα ζούμε τη στιγμή.
-Θέλεις να μας πεις δύο λόγια για τον χαρακτήρα που υποδύεσαι;
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Δεν έχω να σου πω ποιος είναι ο Λάκυ και τι κάνει στο έργο γιατί αυτό αποτελεί μία προσωπική οπτική του τρόπου που δούλεψα μαζί με τον Άρη Σερβετάλη τους ρόλους του Μπότζο και του Λάκυ. Αυτών των δύο τύπων που μπαίνουν μέσα στο τοπίο του έργου. Δεν νιώθω πως μπορεί να εκφραστεί με λόγια, καθώς ο τρόπος που μας οδηγεί ο Γιάννης Κακλέας αφορά περισσότερο αυτά που θα βιώσει κάποιος βλέποντας την παράσταση, και όχι αυτά που θα πω εγώ για τον ρόλο.
-Τότε, ποιος είναι για σένα ο Λάκυ;
Ο Λάκυ για μένα είναι ένα πλάσμα που φέρει τη μνήμη της ανθρωπότητας και μας θυμίζει την αναπόφευκτη φθορά της. Με κάποιο τρόπο κουβαλάει μέσα του τη γέννηση και το θάνατο. Είναι συμβολικά ένα θραύσμα του κύκλου της ζωής. Είναι μάλλον το σημείο που συναντιέται ο κύκλος για να ολοκληρωθεί… εκεί που παράλληλα συναντάει και την αρχή του. Κάπου εκεί βρίσκεται ο Λάκυ. Θα μπορούσε να συμβολίζει για άλλους ακόμα και την ίδια τη τέχνη. Το πώς υπάρχει η τέχνη μέσα στη ζωή. Είναι μία πολύ μεγάλη κουβέντα ποιος είναι ο Λάκυ. Όταν μιλάς για τον Μπέκετ καταλαβαίνεις πως δεν μπορεί να αναλυθεί, μόνο να βιωθεί. Αυτό πάντα εξαρτάται από το ποιος τον βιώνει, ποιος τον διαβάζει, σε τι φάση της ζωής του είναι και τι ερωτήσεις έχει να κάνει. Ο Μπέκετ όμως δεν σου δίνει απαντήσεις, σε κάνει να αναρωτηθείς.
-Είναι η πρώτη φορά που δουλεύεις πάνω σε κείμενο του Σάμιουελ Μπέκετ;
Ναι, και πραγματικά σου ανοίγει διαδρόμους για να μπεις σε διάφορες νέες υπαρξιακές αναζητήσεις.
-Μόλις σου έκαναν την πρόταση για την παράσταση πώς αντέδρασες;
Έχω συνεργαστεί ξανά με τον Γιάννη Κακλέα στο παρελθόν, στη «Νύχτα Ραδιοφώνων» και στον «Βροχοποιό». Η «Νύχτα Ραδιοφώνων» μάλιστα, όπου συμμετείχαν η Ελένη Ράντου και ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, ήταν και η πρώτη θεατρική παράσταση που έκανα στη ζωή μου. Με το που μου έκαναν την πρόταση δεν το σκέφτηκα δεύτερη φορά. Από τη μία το έργο λειτουργεί σαν μαγνήτης και από την άλλη το να μπεις σε μία τέτοια διαδικασία τέτοιες εποχές είναι πολύ ελκυστικό. Ήταν μία τιμητική πρόταση για μένα, καθώς η σκηνική συνύπαρξη με τον Σπύρο Παπαδόπουλο, τον Θανάση Παπαγεωργίου και τον Άρη Σερβετάλη είναι κάτι το μοναδικό. Είμαι εκεί, γιατί πρέπει να είμαι εκεί.
– Το έργο «Περιμένοντας τον Γκοντό» περιστρέφεται γύρω από μία αλληγορία, όπου ο Βλαδίμηρος και ο Εστραγκόν περιμένουν τον Γκοντό, έναν «από μηχανής θεό» που θα έρθει να τους σώσει. Υπάρχει κάποια σύνδεση του έργου με την ελληνική κοινωνία του σήμερα;
Δεν ξέρω κατά πόσο η ελληνική κοινωνία, μπορεί να διαχωριστεί από τον δυτικό πολιτισμό και αν είμαστε κάτι άλλο εμείς. Νομίζω άμα θέλουμε να συνδέσουμε το έργο με το σήμερα είναι πάρα πολύ εύκολο. Και σε αυτή την ευκολία κρύβεται και η σπουδαιότητα του έργου. Είναι ένα έργο ανοιχτό, που μιλάει για πολλά ζητήματα. Δεν μας μιλάει μόνο για τη λύτρωση από έναν «από μηχανής θεό». Δεν μιλάει μόνο για τη μη ανάληψη ευθυνών, κάτι το οποίο υπάρχει έντονα μέσα στο έργο και μπορείς αμέσως να κάνεις τη σύνδεση με τη κοινωνία που ζούμε τώρα. Όλοι πιστεύουμε πως ποτέ δεν φταίμε εμείς. Κάποιος άλλος μπορεί να μας προσφέρει αυτό που εμείς ελπίζουμε. Επίσης, μιλάει για το ότι στο εδώ και στο τώρα δεν είμαστε ποτέ ευτυχισμένοι. Αυτό είναι κάτι που μπορούμε να το δούμε στο σήμερα.
-Σήμερα, πιστεύεις πως δεν ζούμε τη στιγμή;
Δυστυχώς, σήμερα μας έχουν εκπαιδεύσει να μην απολαμβάνουμε τη ζωή μας τη στιγμή που συμβαίνει, αλλά να ονειρευόμαστε πάντα κάτι καλύτερο. Αυτό το καλύτερο όμως, θα έρθει αργότερα. Δουλεύουμε πάντα για αυτό που θα έρθει, το οποίο όταν έρχεται δεν το απολαμβάνουμε ποτέ γιατί πάλι εκείνη τη στιγμή κοιτάζουμε μπροστά. Έτσι, με το κεφάλι σκυμμένο κάτω και χωρίς να κοιτάμε ποτέ τον ουρανό, κοιτάζοντας τα πόδια μας, ρίχνουμε τις ευθύνες αλλού.
-Ποιος είναι τελικά ο Γκοντό;
Αυτό είναι μία δύσκολη απάντηση. Ο Γκοντό κάθε φορά είναι κάτι άλλο. Κάθε στιγμή που τον σκέφτεσαι έχει διαφορετική μορφή. Άλλες φορές μπορεί να είμαι μία πατρική φιγούρα, άλλες φορές μία μητέρα, άλλες φορές ένας θεός, ένα αφεντικό, ένας εν δυνάμει δυνάστης, ένας εραστής, μία ερωμένη… Θα μπορούσε να είναι τα πάντα. Έχει να κάνει με το ποιος τον περιμένει και σε ποια στιγμή της ζωής του.
-Φέτος, μέσα στις παράδοξες στιγμές που ζήσαμε λόγω της πανδημίας, ακούς και τη φράση «Κλείνουν τα θέατρα». Τι συναισθήματα σου γεννήθηκαν;
Σοκάρεσαι όχι μόνο γιατί ακούς «πως κλείνουν τα θέατρα», σοκάρεσαι γιατί καταλαβαίνεις πως κάτι αλλάζει παγκόσμια. Κάτι συμβαίνει και είσαι και εσύ μάρτυρας αυτού του πράγματος. Ξαφνιάστηκα με τον ρυθμό που η ανθρωπότητα προσαρμόστηκε. Εγώ δεν έμεινα στο πρόβλημα του κλάδου μου, προσπάθησα να δω τι πρόβλημα θα έχουν και οι υπόλοιποι άνθρωποι που κάνουν άλλες δουλειές. Ακούσαμε ότι κλείνουν τα θέατρα, αλλά αμέσως μετά είδαμε τους δρόμους ερημωμένους και τον κόσμο κλεισμένο στα σπίτια του να μην μπορεί να διαχειριστεί τη καθημερινότητα. Άνθρωποι φρίκαραν που αναγκάστηκαν να είναι μαζί με την οικογένεια τους, ενώ μέχρι τότε νόμιζαν πως ήταν όλα καλά. Τελικά, ήταν καλά γιατί απλώς λείπανε από το σπίτι όλη μέρα. Οικογένειες διαλύθηκαν, υπήρξαν περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας και επιχειρήσεις καταστράφηκαν εντελώς. Μία ολόκληρη χώρα βράζει. Δεν ξέρουμε πότε θα φθάσουμε εκεί που νομίζαμε ότι ήμασταν.
-Πιστεύεις πώς θα τα καταφέρουμε να επανέλθουμε σύντομα;
Κοίτα, νομίζαμε πως ήμασταν σε έναν καλό δρόμο. Δεν ξέρω αν είναι αλήθεια αυτό. Ακόμα και τώρα δεν έχουμε επανέλθει εκεί που ήμασταν και ούτε θα επιστρέψουμε. Και εκεί που θα επιστρέψουμε θα είναι κάτι καινούργιο. Άρα, δεν θα είναι επιστροφή στην πραγματικότητα, θα είναι μία συνέχεια της ζωής.
-Μέσα στην καραντίνα πολλοί βρήκαν ως τρόπο αντίδρασης προς όλα αυτά που αναφέρεις τα social media.
Όλη αυτή τη περίοδο -όπως σου είπα- πήρα απόσταση από το «προσωπικό» πρόβλημα του κλάδου, γι΄αυτό και δεν ήμουν ενεργός στα social media. Δυόμιση μήνες δεν έκανα ούτε μισή ανάρτηση για το οτιδήποτε. Όχι επειδή δεν με ενδιέφερε, όχι γιατί δεν ήμουν παρών και δεν παρακολουθούσα αυτά που συνέβαιναν, αλλά επειδή πίστευα πως η δικά μου «αποψούλα» σε μία περίοδο που τα πράγματα είναι τόσο διαφορετικά δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία. Ειδικά σε ένα τέτοιο μέσο, που έδειξε πως στην πραγματικότητα δεν είναι τόσο ισχυρό. Το να σε ακούει κάποιος κάθε ώρα και στιγμή δεν σημαίνει πως φέρνει κάποιο αποτέλεσμα. Το μόνο αποτέλεσμα που φέρνει κατά την άποψη μου είναι να σε συνηθίζει ο κόσμος, τίποτα άλλο.
-Πώς είναι να ανεβάζεις μία θεατρική παράσταση την εποχή της πανδημίας και αμέσως μετά τη λήξη της καραντίνας;
Δεν ξέρουμε αν ο κόσμος θέλει να πάει στο θέατρο, θα το δούμε φέτος το καλοκαίρι. Δεν θα καθίσω να αναλύσω πόσο δύσκολα είναι τα πράγματα, ειδικά σε μία περίοδο που θα ήθελα να είμαι αισιόδοξος και αυτό φαίνεται από τις πράξεις μου, καθώς εμείς επιλέξαμε το έργο ως απάντηση σε όλο αυτό. Ωστόσο, μία παράσταση φέτος το καλοκαίρι είναι ρίσκο για έναν παραγωγό και ακόμα μεγαλύτερο ρίσκο θα είναι οι παραστάσεις που θα γίνουν τον χειμώνα. Γιατί τώρα με τα ανοιχτά θέατρα υπάρχει η δυνατότητα να βάλεις και λίγο περισσότερο κόσμο. Τον χειμώνα δεν ξέρουμε τι θα γίνει.
– Υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο βίωμα που θυμάσαι από την παιδική σου ηλικία, το οποίο σε έκανε να συνειδητοποιήσεις πως θέλεις να γίνεις ηθοποιός;
Είχα πάρα πολλά βιώματα λόγω των γονιών μου, αλλά να σου πω την αλήθεια… όχι δεν θυμάμαι σαν παιδί κάτι συγκεκριμένο. Από μικρός βρισκόμουν συχνά πίσω από τις κουίντες, ενώ πήγαινα σε πολλές πρόβες μαζί με τους γονείς μου. Ήταν ένα κομμάτι της δουλειάς των γονιών μου. Δεν ήταν ένα όνειρο μου. Εγώ σαν παιδί χάζευα και χανόμουν μέσα από τον κινηματογράφο. Οι ταινίες μου αρέσανε τότε. Τα πρώτα μου όνειρα όταν ήμουν στο λύκειο ήταν να γίνω σκηνοθέτης στον κινηματογράφο, δεν ήταν καν η υποκριτική. Ποτέ δεν το σκέφτηκα, παρά μόνο όταν άρχισε να έρχεται.
-Υπάρχει κάποιος ρόλος από ταινίες, μυθιστορήματα ή και θεατρικά έργα που θα ήθελες να είχες υποδυθεί;
Είχα ζηλέψει τον «Νεκρό» του Τζιμ Τζάρμους παλαιότερα, και γενικά θα ήθελα να είχα παίξει σε ταινίες του Τζάρμους, καθώς μ’ αρέσει πολύ σαν σκηνοθέτης. Μία άλλη του ταινία που θαυμάζω είναι το Paterson. Και εκεί θα ήθελα να έχω παίξει πολύ.
-Πέρα από την ηθοποιία, τι άλλο σε γεμίζει;
Η αγάπη (γέλια)… όχι δεν θα έπρεπε να γελάμε, καθώς δεν είναι αυτονόητο. Είναι ζωογόνο πράγμα όταν εκφράζεται με γενναιοδωρία. Μου αρέσει πολύ η θάλασσα -όπως σε όλο τον κόσμο- οι βόλτες, οι ταινίες, ο κινηματογράφος, η μαγειρική -την λατρεύω πολύ πιο, πριν γίνει μόδα- και να παίζω επιτραπέζια. Όχι μόνο τα κλασικά, όπως το ταμπού, αλλά προχωρημένα παιχνίδια. Έχω μία μεγάλη συλλογή και είμαστε μία παρέα που πολύ συχνά αντί να συναντηθούμε έξω για ποτό, συναντιόμαστε σπίτι και κάνουμε game night. Είναι ο τρόπος μας να συναναστρεφόμαστε ο ένας τον άλλον.
Info:
«Περιμένοντας τον Γκοντό»
ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΠΕΡΙΟΔΕΙΑΣ
ΘΕΑΤΡΟ ΒΡΑΧΩΝ ΒΥΡΩΝΑ ΜΕΛΙΝΑ ΜΕΡΚΟΥΡΗ| 15-16-17 /7/2020
ΘΕΑΤΡΟ ΠΕΤΡΑΣ ΠΕΤΡΟΥΠΟΛΗΣ | 22 /7/2020
ΒΕΑΚΕΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΠΕΙΡΑΙΑ | 23-24 /7/2020
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΚΗΠΟΘΕΑΤΡΟ ΠΑΠΑΓΟΥ | 28-29-30 /7/2020
ΣΠΑΡΤΗ | 3-8-2020
Ώρα Έναρξης: 21:15
Τιμές: Από 17 ευρώ
Διάρκεια: 100 λεπτά
Ηλεκτρονική Πρόπωληση: viva.gr
Διαβάστε επίσης:
Περιμένοντας τον Γκοντό, με τον Σπύρο Παπαδόπουλο και τον Άρη Σερβετάλη σε καλοκαιρινή περιοδεία