«Όσα κρατήσαμε κρυφά»: Η ζωή του Πάστερνακ ξαναζωντανεύει

Χάρη στην Πρέσκοτ, στο βιλίο «Όσα κρατήσαμε κρυφά» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, ένας ολόκληρος κόσμος και μια εποχή αναβιώνουν με οδηγό και πρωταγωνιστή τον μεγάλο Ρώσο συγγραφέα.

Θα νόμιζε κανείς ότι ο τρόμος σε κάνει να κρυώνεις, ότι μουδιάζει το σώμα γα να το προετοιμάσει για το επερχόμενο τραύμα. Στη δική μου περίπτωση όμως αισθάνθηκα ένα ζεστό κύμα να με καίει σαν φωτιά και να απλώνεται από την κορφή ως τα νύχια. Αυτά είναι τα λόγια της ερωμένης του Μπόρις Πάστερνακ, της Όλγας Βσεβολόντοβνα, η οποία φυλακίστηκε από το σταλινικό καθεστώς ζητώντας από εκείνη να ομολογήσει εναντίον του συντρόφου της. Το τέλος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου σήμανε δυστυχώς την αρχή ενός πολύ χειρότερου πολέμου κατασκοπείας και σύνθλιψης αξιοπρέπειας και συνειδήσεων με τέτοιον τρόπο που έμοιαζε με επιστροφή σε έναν ξεχασμένο μεσαίωνα, κάτι που ο κόσμος νόμιζε πως είχε αφήσει πίσω του.

Ένας βρώμικος και απάνθρωπος καθεστωτικός κόσμος

Όσα περιγράφονται στο βιβλίο από την συγγραφέα, η οποία ειρήσθω εν παρόδω επιδόθηκε σε ενδελεχή έρευνα και αναζήτηση πληροφοριών, είναι μόνο μία γεύση των όσων φρικιαστικών, απάνθρωπων και θλιβερών γεγονότων έλαβαν χώρα στην Σοβιετική Ένωση του Στάλιν που αντιμετώπιζε τους αντίθετους στο καθεστώς ως παράσιτα και μιάσματα. Εφήρμοσε πολιτικές διώξεων και εξοντώσεων των πολιτικών του αντιπάλων με μεθόδους άγριων και διαρκών βασανιστηρίων και εξευτελισμού όμοιες με εκείνες του Χίτλερ κατά την περίοδο των ναζιστικών θηριωδιών. Στην πραγματικότητα, το τέρας ήταν το ίδιο απλά είχε μεταμφιεστεί και μετονομαστεί. Σαν εξουσιαστής και κυρίαρχος των πάντων, ο Στάλιν κυνήγησε μέχρι τελικής πτώσης τους αντιρρησίες, τους εξόρισε και τους εξολόθρευσε με πρακτικές που παραπέμπουν σε σκοτεινές εποχές της Ιεράς Εξέτασης.

Η συγγραφέας καταγράφει έναν κόσμο νοσηρό, εφιαλτικό και άσπλαχνο, αυτόν που καταδίκασε και το έργο του Μπόρις Πάστερνακ για το γεγονός πως δήθεν εξέφραζε αντισοβιετικά ιδεώδη που προφανώς αποδομούσαν την εξιδανικευμένη εικόνα, αυτήν που όσοι συμμετείχαν στο καθεστώς επιχειρούσαν να προβάλλουν. Η Όλγα υπήρξε αυτή όπως και άλλες γυναίκες θύμα αυτής της ανείπωτης βαναυσότητα που θα οδηγούσε σε φυλακίσεις, σε ανακρίσεις και σε εκβιασμούς για να υποκύψουν σε ψεύτικες και αβάσιμες παραδοχές. Η Πρέσκοτ κατορθώνει να αναδείξει αυτήν την αδίστακτη συμπεριφορά ανθρώπων όπως ο ανακριτής Σεμιόνοφ, ένα πιόνι στην μηχανή δολοφονίας χαρακτήρων που δεν έχουν κανέναν απολύτως οίκτο και καμία ενοχή για τα αρρωστημένα σχέδια ενός καθεστώτος, το οποίο με πίστη από την πρώτη στιγμή υπηρετούν.

Στην άλλη όχθη της ιστορίας, πρωταγωνιστεί η νεόβγαλτη αλλά πολύ ταλαντούχα Ιρίνα, η οποία και θα αναλάβει το έργο της δακτυλογράφησης του βιβλίου Δόκτωρ Ζιβάγκο μέσα σε ένα άκρως μυστικό περιβάλλον όπου όλα παραμένουν κρυπτά από τον ήλιο και τίποτα δεν αποκαλύπτεται στον έξω κόσμο. Εργαζόμενη με πολύ αυστηρούς όρους εργασίας και εχεμύθειας, η Ιρίνα εισέρχεται σε έναν υπόγειο κόσμο, σε ένα είδος σέκτας όπου είναι η σιωπή είναι χρυσός και νόμος μαζί. Βρισκόμαστε στην καρδιά του Ψυχρού πολέμου και των ανταλλαγών πληροφοριών ανάμεσα στις αντιμαχόμενες πλευρές και αυτήν την φορά το κείμενο του Πάστερνακ αποτελεί το μήλον της έριδος. Το απαγορευμένο βιβλίο θα δακτυλογραφηθεί στις ΗΠΑ και η Ιρίνα οφείλει να αποτελέσει μέρος αυτής της ιερής αποστολής καθώς το αντίπαλο δέος, η Σοβιετική Ένωση, θα κάνει τα πάντα για να εκμαιεύσει πληροφορίες.

Η τέχνη απέναντι στο μένος της λογοκρισίας και του φόβου

Στην ουσία είναι μία υπόγεια διαμάχη συνεχούς διάρκειας που μαίνεται και ένα λάθος, το παραμικρό λάθος μπορεί να κοστίσει ακριβά. Η κινηματογραφική αφήγηση της Πρέσκοτ και η εναλλαγή των ιστοριών της Όλγας, της Ιρίνας αλλά και των άλλων πρωταγωνιστών αιχμαλωτίζουν τον αναγνώστη και με δεξιοτεχνικό τρόπο τον εντάσσουν στο σκηνικό της εποχής εκείνης. “Το Δόκτωρ Ζιβάγκο – ένα όνομα που πολλές από εμάς δυσκολευόμασταν να γράψουμε στην αρχή – είχε γραφτεί από τον πιο φημισμένο εν ζωή σοβιετικό συγγραφέα, τον Μπόρις Πάστερνακ, και είχε απαγορευτεί στο Ανατολικό Μπλοκ λόγω της κριτικής που ασκούσε στην Οκτωβριανή Επανάσταση και τη λεγόμενη υπονομευτική φύση του”.

Απέναντι στην πολεμική της εκτόξευσης του Σπούτνικ, οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ θα επιχειρούσαν να βγουν στην αντεπίθεση με ισχυρό όπλο την λογοτεχνία, την μουσική και την ποίηση, θα φυγάδευαν και θα προστάτευαν την τέχνη ιδιοτελώς μεν αλλά με οφέλη για την ίδια την τέχνη. Η τέχνη υπό το σταλινικό καθεστώς κυρίως δεινοπαθούσε και ο ρωσικός λαός όφειλε να μάθει την αλήθεια για τα ολέθρια ψέματα μίας ψευδεπίγραφης επανάστασης που χάριζε την εξουσία σε λίγους και οδηγούσε με μαθηματική ακρίβεια τον απλό άνθρωπο στο μονοπάτι της φτώχειας και της πλήρους άγνοιας για τα όσα συνέβαιναν στον έξω κόσμο. Με όχημα τον Δόκτωρ Ζιβάγκο η επιχείρηση προβολής της πραγματικής αλήθειας αποτελούσε λοιπόν πρώτη προτεραιότητα για να αποδειχθούν οι φαλκιδεύσεις και οι διάφορες μορφές προπαγάνδας που εξαπέλυε το καθεστώς.

Ο Πάστερνακ θα τιμηθεί μέσα σε όλον αυτόν τον πυρετό των εξελίξεων με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, ο εξαναγκασμός του στην άρνησή του και την αποκήρυξή του δεν μειώνει σε καμία περίπτωση το γεγονός πως επάξια και πολύ δίκαια η Ακαδημία τον βράβευσε. Παρ’ όλα αυτά κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει το μεγαλείο του έργου του, τα γραπτά του μένουν για πάντα. Ουσιαστικά, ο αναγνώστης εδώ βρίσκεται ενώπιον της ιστορίας ενός μέρους της ζωής του Πάστερνακ που αναπλάθεται με αριστοτεχνικό τρόπο από την Πρέσκοτ και μας καλεί να διαβάσουμε αυτοί που δεν τον έχουν διαβάσει και να τον μελετήσουν και πάλι αυτοί που δεν τον έχουν διαβάσει. Ο Φελτρινέλι, ο ιδρυτής του γνωστού Ιταλικού εκδοτικού οίκου που ήταν και ο πρώτος που πίστεψε στο έργο του Ρώσου συγγραφέα και το εξέδωσε για πρώτη φορά στα ιταλικά, υμνείται από την συγγραφέα με τα παρακάτω λόγια: “… ο Φελτρινέλι δεν είχε ιδρύσει τον εκδοτικό οίκο του για να προσθέσει μία ακόμα επιχείρηση στην αυτοκρατορία του, αλλά επειδή πίστευε ειλικρινά ότι η λογοτεχνία μπορεί να αλλάξει τον κόσμο”.

Αποσπάσματα του βιβλίου

Δεν μπορώ να περιμένω να με τυλίξει το σκοτάδι τους. Προτιμώ να μπω μόνος μου στο σκοτάδι παρά να με σπρώξουν.

Όταν ήμουν νέος ήθελα να γίνω συνθέτης. Είχα λίγο ταλέντο, αλλά όχι όσο θα ήθελα. Έτσι δεν συμβαίνει πάντα με αυτά τα πράγματα; Το πάθος σου είναι σχεδόν πάντα μεγαλύτερο από το ταλέντο σου.

Συχνά φανταζόμουν πώς θα ήταν να εξαφανιστώ τελείως σε έναν ρόλο. Για να γίνεις κάποια άλλη, έπρεπε να θέλεις εξαρχής να απαλλαγείς από τον εαυτό σου.

Διαβάστε επίσης:

Lara Prescott – Όσα κρατήσαμε κρυφά

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ