Λέμε συχνά πως η καλύτερη άσκηση για ένα συγγραφέα είναι η ανάγνωση. Τρανή απόδειξη η περίπτωση του Τζουζέπε Τομάζι ντι Λαμπεντούζα. Ο ξεπεσμένος Σικελός αριστοκράτης πέρασε τη ζωή του ρουφώντας τους ευεργετικούς χυμούς από τα μεγάλα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Είχε συλλάβει από νωρίς την ιδέα ενός μυθιστορηματικού έπους αλλά οι συγγραφικές του φιλοδοξίες παρέμειναν ανενεργές έως το 1954. Το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς συνόδευσε τον ξάδερφό του, τον ποιητή Λούτσιο Πίκολο σε ένα από τα λογοτεχνικά σαλόνια στα οποία κανείς ανακαλύπτει ότι στην πλειονότητά τους οι άνθρωποι των γραμμάτων δεν είναι συνήθως ούτε ημίθεοι ούτε μεγαλοφυΐες. Η διαπίστωση αυτή τον έβγαλε από τον συγγραφικό του λήθαργο και στρώθηκε στο γράψιμο. Καρπός της όψιμης δημιουργίας του υπήρξε πρωτίστως ο Γατόπαρδος, ένα ιδιοφυές μυθιστόρημα που δίχασε ως συνήθως τους κριτικούς της εποχής του. Ο δημιουργός του δεν πρόλαβε να το δει τυπωμένο. Δύο μεγάλοι εκδότες αρνήθηκαν την έκδοσή του. Ο χρόνος ωστόσο τον δικαίωσε. Ο Λαμπεντούζα πέθανε το 1957. Ένα χρόνο αργότερα κυκλοφόρησε ο Γατόπαρδος σημειώνοντας μεγάλη επιτυχία.
Το 1963 τον πρίγκιπα της λογοτεχνίας συναντά ο πρίγκιπας του σινεμά. Ο μέγας Λουκίνο Βισκόντι μεταφέρει αριστουργηματικά το Γατόπαρδο στη μεγάλη οθόνη. Έκτοτε ταυτίζουμε τον πρωταγωνιστή του, δον Φαμπρίτσιο με τον εξαιρετικό Μπαρτ Λάνκαστερ.