Το παλίμψηστο, ως γνωστόν, είναι μια περγαμηνή όπου έχει αποξεστεί μια πρώτη εγγραφή για να χαραχτεί μια άλλη, η οποία δεν κρύβει εντελώς την αρχική. Στο βιβλίο αυτό παλίμψηστα, μεταφορικά μιλώντας, είναι τα υπερκείμενα. Ο συγγραφέας περιγράφει αναλυτικά τους ποικίλους τρόπους με τους οποίους ένα μεταγενέστερο κείμενο ωθεί τους αναγνώστες του, ρητά ή υπόρρητα, να διαβάσουν ή να θυμηθούν κάποιο παλαιότερο.
Μέσα από παραδείγματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας και πρωτίστως της γαλλικής, ο Ζενέτ πραγματεύεται συστηματικά τη φύση και τη γραμματολογική θέση συγκεκριμένων λογοτεχνικών γενών (λ.χ. της παρωδίας, του παστίς, του αντιμυθιστορήματος, της γελοιολογίας), καθώς και το πολύπλεγμα των υπερκειμενικών σχέσεων. «Η θέση και η δράση στο λογοτεχνικό πεδίο αυτής της δευτέρου βαθμού λογοτεχνίας», λέει ο συγγραφέας, «που γράφεται διαβάζοντας, είναι εν γένει, και δυστυχώς, παραγνωρισμένες. Επιχειρούμε εδώ να εξερευνήσουμε τούτα τα εδάφη. Ένα κείμενο μπορεί πάντα τα διαβάζει ένα άλλο, και ούτω καθεξής ως το τέλος των κειμένων. Και τούτο εδώ δεν ξεφεύγει από τον κανόνα: τον εκθέτει και εκτίθεται κι αυτό το ίδιο. Θα διαβάσει καλά όποιος διαβάσει τελευταίος».
Ο συγγραφέας
Ο Ζεράρ Ζενέτ γεννήθηκε το 1930 στο Παρίσι. Από τους επιφανέστερους και πιο επιδραστικούς κριτικούς λογοτεχνίας της σύγχρονης Γαλλίας, μέγας βιρτουόζος της αφηγηματολογίας στη θεωρία και στην πράξη, συνέβαλε σημαντικά στην εξάπλωση του δομισμού. Δίδαξε στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης (1963-1967) και υπήρξε διευθυντής σπουδών στην École des hautes études en sciences sociales ώς το 1994.Ίδρυσε το 1970, μαζί με τον Τσβετάν Τοντόροφ, το περιοδικό Poétique και διηύθυνε την ομώνυμη σειρά ποιητικής στις εκδόσεις Seuil. Συγκαταλέγεται στους κύριους εκπροσώπους του ρεύματος της «νέας κριτικής» στη Γαλλία κατά τη δεκαετία του 1960 και, στη συνέχεια, γίνεται θεωρητικός υπέρμαχος μιας επιστήμης της αφήγησης, η οποία είχε ήδη ξεκινήσει νωρίτερα με τον Ρολάν Μπαρτ και τη σημειολογία.
Γνωστότερα έργα του: Σχήματα I-V (1966-2002), Μιμολογικά (1976), Εισαγωγή στο αρχικείμενο (1979), Nouveau Discours du récit (1983), Seuils (1987). Μετά το 1990 τον απασχολεί η έρευνα ζητημάτων αισθητικής, καρπός της οποίας είναι το δίτομο έργο L’Œuvre d’art: Immanence et trascendance (1994) και La Relation esthétique (1997). Τα Παλίμψηστα εκδόθηκαν το 1982.