Παναγιώτης Εξαρχέας: Ποιο είναι το τέρας που κρύβουμε μέσα μας;

Ο Παναγιώτης Εξαρχέας, σκηνοθέτης του έργου «Μυθιστόρημα», μίλησε στο CultureNow με αφορμή την παράσταση για την ανθρώπινη φύση, τη συνύπαρξη και το δίπολο δημόσιου / ιδιωτικού χώρου.

Το διήγημα του σπουδαίου Έλληνα λογοτέχνη Γιώργου Χειμωνά, «Μυθιστόρημα», μεταφέρεται στη σκηνή, στο Μικρό Θέατρο Κεραμεικού. Δύο ηθοποιοί, η Ελίνα Ρίζου και ο Κωνσταντίνος Γώγουλος, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Παναγιώτη Εξαρχέα, αναλαμβάνουν να εξερευνήσουν την αδυσώπητη βία που κουβαλάει ο άνθρωπος μέσα του και τη δυνατότητα που έχει ανά πάσα στιγμή να συμπεριφέρεται με τον πιο τερατώδη τρόπο. Περνώντας από όλα τα πρόσωπα του έργου, διεκδικούν ο ένας τον άλλον, φτάνοντας στην οριακή κατάσταση που αναγκάζει το Τέρας, που ο καθένας κρύβει μέσα του, να εμφανιστεί και να κατασπαράξει οτιδήποτε γύρω του. Οι δυο ερμηνευτές ενσαρκώνουν «ανθρώπους εν κρίσει», απόλυτους, που υπερβαίνουν τους εαυτούς τους και γίνονται ένα «οριακό βίωμα».

-Πότε ήρθατε για πρώτη φορά σε επαφή με το κείμενο του Γιώργου Χειμωνά, και γιατί επιλέξατε να το μεταφέρετε στο θεατρικό σανίδι;

Ο Γιώργος Χειμωνάς είναι ένας από τους πιο αγαπημένους μου συγγραφείς κι είχα ξεκινήσει να διαβάζω κείμενα του όταν ήμουν στην δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης. Το Μυθιστόρημα το διάβασα πρώτη φορά όταν ήμουν 20-22 χρονών. Γύρω στα 14-15 χρόνια μετά, λίγο μετά από την παράσταση “Συστημένο” που συν-δημιουργήσαμε με τον Άρη Μπαλή και τον Κορνήλιο Σελαμσή, έτυχε να το ξαναδιαβάσω. Κι όσο το διάβαζα άρχισαν και μου έρχονταν κάποιες σκέψεις, που μετατράπηκαν σε πιο συγκεκριμένες ιδέες στην επόμενη ανάγνωση και σιγά σιγά άρχισε να δημιουργείται μία εικόνα στο μυαλό μου πιο καθαρή και τότε ήταν που είπα πως αυτό θα ήθελα να γίνει παράσταση. Είχα μια πρώτη δραματουργία στο μυαλό μου, η οποία μου φαινόταν ταιριαστή με το κείμενο και κάπως έτσι γεννήθηκε η ανάγκη μέσα μου να σκηνοθετήσω το Μυθιστόρημα.

-Θέλετε να μας πείτε μερικά λόγια για τα θέματα που πραγματεύεται το έργο;

Το διήγημα αυτό θέτει το δίπολο γνώση-αγάπη από την πολύ αρχή σαν ένα μεγάλο δίλημμα των κεντρικών ηρώων, του Τ και της Α. Από τη μία πλευρά υπάρχει η ανάγκη για γνώση του εαυτού μας. Μπορούμε όμως ποτέ στ’ αλήθεια να ανακαλύψουμε τα πάντα για εμάς; Να γνωρίσουμε τον εαυτό μας στο βάθος του; Κι αν μπορούμε , θα αντέξουμε αυτό που κρύβεται καλά μέσα μας, στις πιο σκοτεινές περιοχές του εαυτού μας; Από την άλλη πλευρά υπάρχει το ζήτημα της αγάπης. Μπορούμε να αγαπάμε το άλλο άτομο απόλυτα ό,τι κι αν είναι, ό,τι κι αν κάνει; Η αγάπη αυτή είναι αρκετή για να κρατήσει κάποιον κοντά μας; Επίσης το θέμα της βίας είναι ένα άλλο μεγάλο ζήτημα στο κείμενο αυτό. Η βία σε όλες τις μορφές της. Η καταπίεση που υπάρχει σε κάποιες σχέσης και πώς αυτή μπορεί να οδηγήσει σε μία συσσώρευση και σε μία κατάσταση που δεν ξέρεις ποτέ για τι είναι ικανό το άλλο άτομο. Μέχρι που μπορεί κανείς να φτάσει όταν η κατάσταση είναι οριακή; Ποιο είναι το τέρας που κρύβουμε μέσα μας;

-Ισχύει τελικά πως «η κόλαση… είναι οι άλλοι» και κατ’ επέκταση πώς η κόλαση των άλλων είμαστε εμείς;

Ανάλογα την κόλαση που χτίζει ο καθένας μας. Αλλά σε μεγάλο βαθμό, ναι. Υπάρχει μια βαριάς μορφής παθογένεια στη σχέση των δύο κεντρικών ηρώων του Μυθιστορήματος. Θεωρώ πως στις ερωτικές σχέσεις ειδικά, ανάλογα ποια είναι αυτά τα δύο άτομα, μπορεί να δημιουργηθεί αυτή η κόλαση, με ό,τι περιλαμβάνει αυτό. Από το να μειώνεις συνέχεια το άλλο άτομο, μέχρι και ακραία κακοποιητικές συμπεριφορές. Κυρίως όμως αυτά που δεν λέγονται ή δεν εκτονώνονται είναι ικανά να προκαλέσουν μία μεγάλη έκρηξη και να βγει ένα κομμάτι του άλλου απρόβλεπτο και καταστροφικό. Έτοιμο να κατασπαράξει.

-Τι ρόλο διαδραματίζει ο ιδιωτικός και ο δημόσιος χώρος στην ιστορία του έργου;

Το έργο αυτό διαδραματίζεται κυρίως σε ένα σπίτι. Ένα σπίτι με κλειστές πόρτες, με πολλά μυστικά και πολύ φόβο. Σε αυτό τον ιδιωτικό χώρο συμβαίνουν πολλά πράγματα. Κυρίως επειδή οι μόνοι μάρτυρες είναι όσοι μένουν στο σπίτι. Θύματα, θύτες, συνένοχοι. Ένας κύκλος καταστροφής που συνεχίζεται, με την άνεση του ότι δεν τους βλέπει κανείς. Πιστεύω πως το σπίτι είναι κάτι διαφορετικό για το κάθε άτομο, αλλά κυρίως είναι ένας χώρος που μπορείς να είσαι ο πιο ατόφιος εαυτός σου. Με όλες τις θετικές ή αρνητικές προεκτάσεις που έχει αυτό. Ο δημόσιος χώρος από την άλλη, έρχεται μόνο ως ανάγκη. Ως λύτρωση ή φυγή. Σαν να μη μπορούν να υπάρξουν εκτός αυτού του σπιτιού. Σαν αυτό που έχουν χτίσει εκεί μέσα, να είναι η μόνη εκδοχή τους για τον κόσμο και σαν να μπορούν να υπάρξουν μόνο εκεί μέσα.

-Γιατί σε ένα έργο με έξι χαρακτήρες, αποφασίσατε να έχετε δύο ηθοποιούς;

Η βασική δραματουργική ιδέα (που εξελίξαμε μαζί με τον Άρη Μπαλή) είναι να παρακολουθήσουμε αυτή την ιστορία από την πλευρά του κεντρικού ζευγαριού, της Α και του Τ. Να αφηγηθούν αυτά τα δύο πρόσωπα όλα όσα γίνονται και ταυτόχρονα να δούμε τι είναι αυτό που προσπαθεί να κάνει η μία στον άλλον κι αντίστροφα. Πως λειτουργούν μεταξύ τους, πως χρησιμοποιούν το κοινό σε σχέση με το τι θέλουν να προκαλέσουν στο άλλο άτομο και που μπορεί να φτάσει όλο αυτό σε σχέση με το αιτούμενο τους. Υπάρχουν δύο πραγματικότητες. Αυτή της αφήγησης της βασικής ιστορίας κι αυτή που δημιουργείται από το όσα συμβαίνουν στην μεταξύ τους σχέση. Κι όλο αυτό που μπορεί να οδηγηθεί;

-Υπάρχει κάποιο μελλοντικό επαγγελματικό σας σχέδιο που θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας;

Η αλήθεια είναι πως υπάρχει στο μυαλό μου συνέχεια στο κομμάτι της σκηνοθεσίας. Θα ήθελα να δοκιμάσω και κάποια άλλα έργα. Και γιατί τυχαίνει να έχω συγκεκριμένες ιδέες για το τι θα ήθελα να πω με αυτά, αλλά και γιατί ήταν μια διαδικασία καινούρια που χάρηκα πολύ και είχα στο πλευρό μου ανθρώπους που αντιλήφθηκαν που ήθελα να πάει αυτό και από την ιδιότητα τους δημιούργησαν το σωστό πλαίσιο για να λειτουργήσουν όλα προς ένα κοινό στόχο. Και τους ευχαριστώ για αυτό.

Photo Credit: Άρης Μπαλής

Διαβάστε επίσης:

Μυθιστόρημα, του Γιώργου Χειμωνά στο Μικρό Θέατρο Κεραμεικού

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ