Χορός. Γλέντι. Πασαρέλα. Αντίσταση και Show. Ένας ύμνος στον άνθρωπο, στις επιλογές του, στη διαφορετικότητα και στον αυτοπροσδιορισμό. O «Οίκος της Ταραχής», από την Πατρίσια Απέργη, χορεύει για κάθε σώμα, κάθε ύπαρξη που ζει τη βία, τον φόβο και τη χαρά να είναι ο εαυτός του.
Το νέο έργο της ομάδας χορού Αερίτες, «Ο Οίκος της Ταραχής», που κάνει πρεμιέρα στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης από τις 4 έως 7 Μαΐου επιθυμεί να συνομιλήσει με την έννοια της ταυτότητας μέσα από τη βία που ο καθένας μπορεί να υποστεί ή και να ασκήσει, προκειμένου να προσδιορίσει τον εαυτό, τον κόσμο και την ελευθερία του. Πρόκειται για έναν ύμνο στον άνθρωπο, στις επιλογές του, στη διαφορετικότητα και στον αυτοπροσδιορισμό. Είναι η έναρξη ενός show που στήνεται για να μας παρουσιάσει ό,τι ξεφεύγει από αυτά που έχουμε συνηθίσει, που φτιάχνεται προκειμένου να θαυμάσουμε το διαφορετικό, που τολμάει να βάζει στο κέντρο του προβολέα ό,τι δεν αποτελεί «μέσο όρο» και που υπάρχει για να μας θυμίζει το μεγαλείο και την ομορφιά του κάθε σώματος, της κάθε ύπαρξης. Όπως συμβαίνει σε ένα τσίρκο.
***
-«Ο Οίκος της Ταραχής» είναι το νέο έργο που πρόκειται να παρουσιάσετε στη Στέγη με την Ομάδα Αερίτες. Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για το πώς εμπνευστήκατε τη συγκεκριμένη ιδέα;
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Το έργο αυτό στην πραγματικότητα εμπνέεται από τις εκρήξεις των καιρών και, έτσι όπως εγώ ήθελα να το δω, είναι ένας ύμνος στον άνθρωπο, στις επιλογές του, στον αυτοπροσδιορισμό και στη διαφορετικότητα. Δεν εστιάζουμε σε κάτι συγκεκριμένο, απλώς μας ενδιαφέρει πάρα πολύ αυτό το κομμάτι που λέει ότι ο καθένας μπορεί να επιλέγει ελεύθερα για το πώς θέλει να προσδιορίσει τον εαυτό του και μπορεί να υπάρχει και να συνυπάρχει ισότιμα και ισάξια με οποιοδήποτε μέλος, οποιασδήποτε κοινωνίας. Ξεκινήσαμε, λοιπόν, να σκεφτόμαστε με αφορμή τις διάφορες καταπιεσμένες κοινωνικά ομάδες που έχουν υποστεί βία και ρατσισμό και προσπαθήσαμε να δημιουργήσουμε έναν χώρο, έναν τόπο, που κάπως να ανήκει παραπάνω στη φαντασία μας ή με την έννοια της ουτοπίας, αλλά με την έννοια του τόπου που θέλουμε να επισκεφθούμε. Έναν τόπο στον οποίο μπορούν όλοι αυτοί οι άνθρωποι, όλα αυτά τα διαφορετικά σώματα, να συνυπάρχουν σε ένα σπίτι.
Ο τίτλος «Ο Οίκος της Ταραχής» έχει από μόνος του μια αντίφαση. Μιλάμε για το σπίτι, την οικογένεια, το μέρος που, αν μη τι άλλο, σε επίπεδο συμβολισμού είναι το ισχυρό σύμβολο της σταθερότητας, της ασφάλειας, το μέρος όπου όλοι νιώθουμε καλά, ασφαλείς και δεχόμαστε αγάπη. Και χρησιμοποιούμε αυτήν την έννοια του οίκου με τη μεταφορά του και την ουσία του, δηλαδή, παρά τους τριγμούς και τις ταραχές που μπορεί να βιώνουμε ως πολίτες αυτής της κοινωνίας, οποιασδήποτε κοινωνίας. Είναι όμως το μέρος όπου όλοι έχουμε αποδοχή, όλοι μπορούμε να εισπράξουμε αγάπη και όλα τα μέλη της οικογένειας είναι ισότιμα.
Για το έργο αυτό εμπνέομαι επίσης από την παλιά έννοια του τσίρκου. Το τσίρκο είναι ο ευχάριστος τόπος, το ωραίο μέρος των παιδικών μας χρόνων, της αθωότητας. Παρ’ όλα αυτά, το τσίρκο μέσα του έχει και αυτό διάφορες αντιφάσεις. Συζητάμε για σώματα, για ανθρώπους που -ευτυχώς, τουλάχιστον σε σχέση με τη γλώσσα, τα πράγματα αυτά έχουν αλλάξει- τότε στην παλαιότερη εποχή, τους χαρακτηρίζανε ως φρικιά. Το κορίτσι λάστιχο, η γυναίκα με το μούσι… Και φυσικά ήταν άνθρωποι που αυτή τους την ιδιαιτερότητα, τη μοναδικότητα, τη μετέφραζαν και τη μετέφεραν στη σκηνή σαν show. Για εμένα αυτό έχει πολύ ενδιαφέρον να το δούμε ως αναφορά και ως πηγή έμπνευσης, για το πώς κάτι που μπορεί να μην αποτελεί μέσο όρο, μπορεί να μπει στο κέντρο του προβολέα και να προσφέρει κάτι μοναδικό, κάτι ξεχωριστό, κάτι πάρα πολύ όμορφο. Ταυτόχρονα, τα μέλη του τσίρκου ήταν από την ίδια την κοινωνία εκδιωγμένα. Δηλαδή, με έναν τρόπο, ήταν άτομα του περιθωρίου, τα οποία συνευρίσκονταν μαζί και μαζί δημιουργούσαν όλα αυτά τα πολύ όμορφα θεάματα που εμείς μπορεί να θυμόμαστε.
Αυτό που με ενδιαφέρει σε σχέση με το έργο, παίρνοντας ως αφορμή αυτήν την ιδέα, είναι το ποιο σώμα μπορεί να είναι διαφορετικό σήμερα. Η νέα γενιά, τα παιδιά του σήμερα έχουν αποδεχτεί τα σώματά τους πολύ περισσότερο από ότι οι παλαιότερες γενιές. Και αγκαλιάζουν, αποδέχονται, αυτό που είναι, το σώμα που τους έδωσε η φύση, και περήφανα στέκονται απέναντι σε αυτό. Αποδέχονται δηλαδή τη διαφορετικότητα και τη μοναδικότητά τους. Ταυτόχρονα, η έννοια του τσίρκου και η ιδέα ενός show, γιατί και το τσίρκο ένα show είναι.
Στο έργο αυτό εμείς θελήσαμε κάπως να αναδείξουμε και να αποκαλύψουμε ακόμη περισσότερο αυτήν την έννοια του πώς προβάλλω τον εαυτό μου. Και με αφορμή αυτό που συμβαίνει σήμερα με τα social media, με το πώς ο καθένας το ιδιωτικό το κάνει δημόσιο… Έχουμε, λοιπόν, στην παράσταση ένα εσωτερικό σχόλιο που αφορά στη δική μας τη δουλειά έτσι κι αλλιώς. Του ποια είναι η σχέση του performer, του ανθρώπου που δίνει show στους άλλους, πόσο αναλώσιμοι ή όχι είναι οι perfomer, ποιο είναι το όριο σε σχέση με το δημόσιο και το ιδιωτικό. Πόσα πράγματα μπορεί να κάνει ένας performer προκειμένου να ευχαριστήσει το κοινό του. Αλλά ταυτόχρονα λειτουργώ και με αυτή τη μεταφορά: Όλοι είμαστε σήμερα εν δυνάμει performers. Γιατί ο τρόπος που δημοσιοποιούμε αυτό που μας συμβαίνει είναι πολύ έντονος και μαζικός. Επομένως, για εμένα έχει πολύ ενδιαφέρον να δω πόσο ανάγκη έχω αυτήν την έκθεση, αυτήν την αποδοχή, πόσο ανάγκη έχω να έχω ακολούθους.
-Θα μπορούσαμε να πούμε πως υπάρχουν εξωτερικά βλέμματα που εντέλει με κάποιον τρόπο μας επιβάλλονται και με βάση τα οποία καθορίζουμε τους εαυτούς μας. Τελικά είναι εύκολο σήμερα να αποδεχτούμε πραγματικά την ταυτότητά μας, τα σώματά μας; Και η κοινωνία, θα λέγατε, προάγει την αποδοχή;
Σίγουρα δεν είναι εύκολο. Γιατί έτσι κι αλλιώς απαιτεί και μια προσωπική διαδικασία, το να μπορέσεις να αποδεχθείς τον εαυτό σου. Αν όμως δεν κάνουμε αυτό το βήμα, στην πραγματικότητα, δεν μπορούμε να αποδεχθούμε και τους άλλους. Είναι το ίδιο πράγμα. Αν δεν αγαπήσουμε τον εαυτό μας, δεν μπορούμε να αγαπήσουμε και κάποιον άλλο. Η αλήθεια είναι ότι σε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό της κοινωνίας -είναι αυτό που κάπως εγώ το ορίζω ως το δίπολο των καιρών- τα πράγματα αυτά είναι αυτονόητα. Είναι αυτονόητο ότι κάθε άνθρωπος μπορεί να υπάρχει ελεύθερα, ισότιμα και ισάξια, με τον οποιονδήποτε άλλο δίπλα του. Αλλά, ταυτόχρονα, υπάρχει και το παράδοξο ότι άλλο μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας τώρα με έκπληξη ανακαλύπτει ότι μάλλον δεν είμαστε και όλοι ίδιοι. Αυτό είναι πολύ ουσιαστικό. Γίνονται αγώνες, μάχες, προκειμένου να υπάρχει αυτοπροσδιορισμός και προκειμένου ο καθένας να ορίζει την ταυτότητά του όπως ο ίδιος αποδέχεται.
Το ενδιαφέρον για εμένα σε αυτό το κομμάτι που συζητάμε είναι ότι στην πραγματικότητα κοινωνικές ομάδες που μπορεί να απορρίπτουν ή να μην αποδέχονται κάποια άλλη κοινωνική ομάδα -σε σχέση με αυτόν τον κύκλο και την πυραμίδα που η ίδια η ζωή φέρει- μπορεί ταυτόχρονα να είναι η ίδια ομάδα που δέχεται καταπίεση και βία από μία ακόμα πιο ισχυρή. Επομένως, αυτή η συνθήκη του ότι δεν μας νοιάζει, δεν είμαστε ίδιοι, το δίπολο αυτό, εκείνοι ή εμείς, αυτή η λίγο εμφυλιακή τάση που έχουμε, γιατί μπορεί να μην μπορούμε να καταλάβουμε κάτι το οποίο είναι διαφορετικό από εμάς, είναι σίγουρα πολύ επικίνδυνο και είναι σίγουρα κάτι που ακόμα υπάρχει και υπάρχει πολύ έντονα. Ευτυχώς όμως υπάρχει και ένα κομμάτι της κοινωνίας που έχει αρχίσει να αντιλαμβάνεται, να παίρνει χαμπάρι, και να συνειδητοποιεί ότι αυτό είναι τρομερά επικίνδυνο. Γιατί δεν επιτρέπει στη δημοκρατία να υπάρξει.
-Είναι σημαντικό, λοιπόν, να συνεχίσουμε να συζητάμε για όλα αυτά τα θέματα;
Φυσικά. Και εννοείται ότι κάποια πράγματα, επειδή είναι αγκυλώσεις του παρελθόντος και της ιστορίας πάρα πολλών χρόνων, χρειάζονται επίσης παραπάνω χρόνο. Είναι ζυμώσεις, όμως, οι οποίες είναι ιδιαιτέρως χρήσιμες, απαραίτητες και πολύ ουσιαστικές για την εξέλιξη της κοινωνίας. Όλοι αλλάζουμε, όλοι εξελισσόμαστε -όλο αυτό το κομμάτι με την τεχνολογία- ο κόσμος και οι κοινωνίες αλλάζουν. Είναι αδιανόητο να μένουμε αγκυλωμένοι σε κάποιες σταθερές του παρελθόντος, γιατί απλώς μας φαίνονται ασφαλείς. Γιατί απλώς μας είναι πιο οικείες. Αλλιώς δεν εξελισσόμαστε, αλλιώς δεν έχει κανένα ενδιαφέρον έτσι κι αλλιώς η ζωή. Έχει πολύ μεγάλη σημασία, με φίλτρο φυσικά -καθένας με τα πράγματα που μπορεί να αντέξει-, να μπορώ να ακούσω και την άλλη φωνή. Να μπορώ να ακούσω και την άλλη γνώμη. Πάλι μόνο έτσι μπορούμε να συνυπάρχουμε ελεύθερα. Γιατί αν εγώ αυτομάτως, συλλήβδην, απορρίψω οτιδήποτε δεν μου μοιάζει, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι μπαίνουμε σε πολύ επικίνδυνα μονοπάτια.
-Όλα αυτά πώς εκφράζονται χορευτικά στην παράσταση; Υπήρχαν προκλήσεις στο να μεταφερθούν αυτά τα κοινωνικά ζητήματα στη σκηνή μέσα από τον χορό;
Ναι, η αλήθεια βέβαια είναι ότι ο τρόπος που κάνουμε τη δουλειά μας είναι ότι όλα αυτά τα πράγματα που νιώθουμε, που μας απασχολούν, προσπαθούμε και εγώ και οι συνεργάτες μου, να μπορέσουμε να τα φιλτράρουμε και να τα μεταφράσουμε με έναν τρόπο που χρησιμοποιούμε στον σύγχρονο χορό. Ο σύγχρονος χορός τι είναι; Η κίνηση που γεννιέται σήμερα. Άρα η δική μας ανάγκη είναι να εφεύρουμε το κινητικό λεξιλόγιο που θα εκφράζει τις επιθυμίες και τις ανάγκες των σωμάτων του σήμερα, των σωμάτων του 2023. Αυτό, φυσικά, είναι μια διαδικασία πάρα πολύ δύσκολη και αρκετά επίπονη. Αν λάβουμε υπόψη μας και την πραγματικά πολύ δύσκολη εποχή που περνάμε, και ειδικά εμείς οι Έλληνες μετά την δεκαετή οικονομική κρίση, που μετουσιώθηκε και μετατράπηκε σε ανθρωπιστική, όλο αυτό το κομμάτι του Κορωνοϊού, τον εγκλεισμό, όλη αυτήν την καταπίεση και τη δυσκολία που αντιμετωπίζουμε σαν κοινωνία, η δική μου επιθυμία για το έργο αυτό ήταν η εξής: Ενώ αρχικά εμπνέομαι από αυτές τις εκρήξεις και τα δίπολα, τους τριγμούς και τις ταραχές της εποχής μας, ήθελα να μιλήσω παραπάνω για αυτές τις μικρές στιγμές παύσης, ανάμεσα στις μάχες. Νιώθω ότι, αυτήν τη στιγμή, αυτό που χρειαζόμαστε περισσότερο είναι να χαμογελάσουμε ο ένας στον άλλον και όχι να κατακρίνουμε ο ένας τον άλλον. Επομένως, στη σκηνή της Στέγης αυτό που προσπαθήσαμε να φτιάξουμε είναι ένα «πάρτι», που με έναν τρόπο μοιράζεται αυτήν την ανάγκη των σωμάτων για ουσιαστική συνύπαρξη, για διάλογο, μέσα φυσικά και από τις διάφορες ταραχές που μπορεί να προκύπτουν.
-Θα λέγατε πως υιοθετείτε μια πιο θετική και αισιόδοξη προσέγγιση απέναντι στις διαφορές τις οποίες μελετάτε στο έργο;
Νομίζω ότι είναι μονόδρομος η αισιοδοξία, αλλιώς πραγματικά οι καιροί είναι αρκετά σκοτεινοί και από κάπου πρέπει να αντλήσουμε και δύναμη για να μπορέσουμε να δούμε και λίγο το τι υπάρχει αύριο, όχι μόνο το τι υπάρχει σήμερα. Το τι θα έρθει αύριο. Επομένως, προσωπικά, ως πολίτης, ως γυναίκα, νιώθω την ανάγκη να εφεύρω αυτήν την ουτοπία μου, γιατί αλλιώς νιώθω πολύ χαμένη, παρατηρώντας και βλέποντας και βιώνοντας όλη αυτή τη δυστοπία της εποχής μας. Έχει πολύ μεγάλη αξία για εμένα η αντίσταση σε αυτή τη δυστοπία την οποία βιώνουμε. Ενώ συνήθως τα τελευταία χρόνια, και λόγω των συνθηκών, τα έργα που κάνω έχουν σώματα πιο πτοημένα, πιο ηττημένα, γιατί έχουν περάσει τρομερές δυσκολίες -και πάλι έχουν δύναμη και αντιστέκονται αλλά είναι πιο πτοημένα-, στην παράσταση αυτή τα σώματα των χορευτών είναι περήφανα, είναι όμορφα. Έχει πολύ μεγάλη σημασία. Αν μπορέσουμε να νιώσουμε καλά με εμάς, μπορούμε να αντέξουμε πολλά περισσότερα πράγματα. Και αν μπορέσουμε να είμαστε περήφανοι για αυτό που είμαστε, γιατί είναι πολύ ουσιαστικό αυτό, τότε θα μπορούμε να είμαστε περήφανοι και για τους άλλους, θα μπορούμε να είμαστε καλά και με τους άλλους. Αυτήν τη μεταφορά, αυτήν την αισιοδοξία θέλουμε να μετουσιώσουμε και να μεταφέρουμε στη σκηνή της Στέγης με τον «Οίκο της Ταραχής».
-Θα ήθελα να σας ρωτήσω για τα ταξίδια που κάνατε στο εξωτερικό και για τις χορευτικές παραδόσεις που γνωρίσατε εκεί. Πώς ενσωματώνονται στο κινητικό λεξιλόγιο της συγκεκριμένης παράστασης;
Για το έργο αυτό έγινε μια πολύ μεγάλη έρευνα, όχι μόνο σε αυτό, αλλά και σε κινητικό επίπεδο. Είχα την ευτυχία, να μπορώ να πάρω υποτροφία από το Onassis Air και να μπορέσω να κάνω δύο πολύ μεγάλα ταξίδια, που αλλιώς θα ήταν ανέφικτο να συμβούν, στη Νέα Υόρκη και στο Παρίσι. Η πρόθεσή μου ήταν να ερευνήσω δύο κινητικές κουλτούρες, του ballroom και των battle, με τα κινητικά τους είδη που είναι το voguing και το krumping, δύο πολύ διαφορετικά, αντιθετικά αρχικά κινητικά είδη, που όμως και τα δύο, κατά τη γνώμη μου, είχαν πάρα πολλά κοινά. Δηλαδή, και τα δύο έχουν δημιουργηθεί από κοινότητες που έχουν καταπιεστεί πάρα πολύ και έχουν εισπράξει και συνεχίζουν να εισπράττουν τρομερή βία. Εκφράζονται με πολύ διαφορετικούς τρόπους. Tο voguing, μέσα στο πλαίσιο του πώς εκφράζεται και το πιο θηλυκό κομμάτι της ύπαρξης, και το krumping που είναι αυτή η πτυχή της street κουλτούρας, που είναι η πιο βίαιη, η πιο αρρενωπή, που έχουν μετουσιώσει δηλαδή όλη αυτή τη βία που οι άνθρωποι έχουν υποστεί σε κίνηση κι έχουν βρει ένα όπλο αντίστασης σε σχέση με τις πάρα πολύ δύσκολες συνθήκες που βιώνουν.
Είτε λοιπόν πρόκειται για έμφυλες ταυτότητες, είτε πρόκειται για φυλές, είτε πρόκειται για οποιοδήποτε είδος ρατσισμού, εγώ εμπνεύστηκα από αυτά τα δύο είδη και είχα την τύχη να ταξιδέψω εκεί και να συνομιλήσω, να μοιραστώ με καλλιτέχνες διαφορετικών γενεών για να αντιληφθώ ποια ήταν η ανάγκη που τους οδήγησε να δημιουργήσουν αυτούς τους τρόπους και να εκφράζονται με αυτό το είδος και με αυτόν τον κινητικό κώδικα. Αλλά ταυτόχρονα, πέραν της κίνησης, να ερευνήσω και τις δομές τους, τον τρόπο που υπάρχουν -γιατί λέγαμε, για παράδειγμα, πριν για την οικογένεια και τον οίκο. Και οι δύο αυτές κινητικές κουλτούρες υιοθετούν την έννοια της οικογένειας με έναν πολύ πιο ουσιαστικό, αλλά συμβολικό τρόπο, γιατί μπορεί να μιλάμε για μέλη μιας κοινότητας τα οποία μπορεί να έχουν εκδιωχθεί από τις οικογένειές τους μόνο και μόνο λόγω των επιλογών τους, αλλά έχουν βρει μια άλλη οικογένεια που τους στηρίζει, που τους συμπαραστέκεται, που τους προσφέρει ένα σπίτι, που τους προσφέρει πρακτική, αλλά και ουσιαστική, ψυχολογική υποστήριξη.
Όλα αυτά, λοιπόν, ήταν τρομερά αποκαλυπτικά για εμένα, το να μπορέσω, όχι απλώς να παρακολουθήσω από μακριά, αλλά να συνυπάρξω, να συνομιλήσω, να συναναστραφώ, να ανταλλάξω, με καλλιτέχνες και των δύο αυτών κινητικών ρευμάτων. Kαι φυσικά μας ενέπνευσαν σε πάρα πολλά πράγματα.
Από την άλλη, θέλω να ξεκαθαρίσω ότι στο έργο δεν θα δούμε ούτε voguing ούτε krumping, γιατί δεν ήταν καθόλου αυτός ο στόχος. Πρόκειται για δύο είδη που θέλω να σημειώσω ότι πρωτοεμφανίστηκαν όταν εγώ πήγαινα σχολείο. Δηλαδή πρωτοέμαθα για αυτά όταν ήμουν αρχές Γυμνασίου, στα τέλη των 80s-90s. Και σήμερα επιστρέφουν με έναν πολύ δημοφιλή τρόπο και για εμένα είχε πολύ μεγάλη σημασία να συνομιλήσω με τις διαφορετικές γενιές των καλλιτεχνών αυτών. Τους πρωτοπόρους, αυτούς που δημιούργησαν τα είδη αυτά, αλλά και τους καλλιτέχνες του σήμερα, που δημιουργούν διαφορετικά αμαλγάματα, διαφορετικά είδη, υποκατηγορίες στους ήδη υπάρχοντες κινητικούς τρόπους.
Αλλά στην πραγματικότητα, εμάς αυτό που μας ενδιέφερε ήταν να ανοίξουμε διάλογο. Να καταλάβουμε τις δικές τους ανάγκες και να ακούσουμε τις δικές τους φωνές και μετά όλο αυτό να το μετατρέψουμε ή να το αφουγκραστούμε, αλλά να το εκφράσουμε με έναν δικό μας τρόπο, με μια δική μας αλήθεια. Γιατί δεν θα είχε καμία αξία για εμένα να προσπαθήσω να μεταφέρω κάτι το οποίο δεν είναι δικό μου. Να μεταφέρω κάτι το οποίο εγώ προσωπικά δεν έχω βιώσει. Αυτό που έχει για εμένα σημασία είναι να ακούω τις ιστορίες των ανθρώπων, να συνομιλώ μαζί τους. Και μετά να προσπαθώ να δω ποια είναι η δική μου αλήθεια μέσα σε αυτό, πώς εγώ υπάρχω μέσα σε αυτό, πώς εγώ νιώθω ως γυναίκα, που μπορεί πάλι να έχει βιώσει έναν άλλου τύπου ρατσισμό, αλλά ταυτόχρονα αναγνωρίζω ότι είμαι τρομερά προνομιούχα ως λευκή γυναίκα σε σχέση με άλλες γυναίκες σε άλλες κοινότητες.
Βέβαια και οι δύο αυτές κουλτούρες έχουν εκπροσώπους τρομερά αξιόλογους και στη δική μας χώρα. Απλώς, δυστυχώς, δεν είναι πολύ γνωστά αυτά τα ρεύματα στη χώρα μας και έρχονται πάντα με λίγη καθυστέρηση. Αλλά υπάρχουν άνθρωποι της κοινότητας εδώ, πολύ αξιόλογοι, που κάνουν τρομερή δουλειά. Ο λόγος που εγώ θέλησα να ταξιδέψω, πέραν της συναναστροφής μου με τους καλλιτέχνες της εδώ σκηνής, είναι γιατί πραγματικά ήθελα να επικοινωνήσω με τις διαφορετικές γενιές. Στην Ελλάδα, αυτό είναι κάτι που τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί, έχει υπάρξει η δυνατότητα να αναπτυχθεί. Γι’ αυτό χρησιμοποίησα λίγο και το παράδειγμα του τσίρκου, γιατί αυτές οι κοινωνικές ομάδες γνωρίζουμε ότι είναι εκδιωγμένες. Δεν μπορούν πάρα πολύ εύκολα να εκφραστούν, επομένως συσπειρώνονται σε πιο σκοτεινά μέρη προκειμένου να μπορέσουν να υπάρξουν ασφαλείς κάπου.
Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια γίνεται μια τρομερή προσπάθεια ανθρώπων να στηρίξουν την κοινότητα αυτή, αλλά ταυτόχρονα υπάρχει ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας μας που δεν έχει ιδέα από αυτό το πράγμα. Δεν έχει ιδέα πρώτον το ότι υπάρχει, αλλά, δεύτερον, του πόσο μπορεί να βοηθήσει σε σχέση με αυτό. Πόσο μπορεί να βοηθήσει οι άνθρωποι αυτοί να νιώσουν καλά. Να νιώσουν καλά με τη διαφορετικότητά τους. Αφού πρέπει να αναγνωρίσει πρώτα από όλα ότι όλοι είμαστε διαφορετικοί, όλοι είμαστε μοναδικοί, όλοι είμαστε ξεχωριστοί. Δεν έχει νόημα να κρίνω την επιλογή του άλλου. Σημασία έχει να νιώθω καλά με τη δική μου. Και αν νιώθω καλά με τη δική μου, σημαίνει ότι θα είμαι καλά και με των άλλων.
-Θέλετε να μας μιλήσετε για τους ανθρώπους με τους οποίους συνεργάζεστε στη συγκεκριμένη δουλειά;
Οι Αερίτες είναι η ομάδα μου την οποία ίδρυσα το 2006 και από τότε προσπαθούμε ασταμάτητα να υπάρχουμε σε αυτόν τον χώρο. Αυτή τη φορά για τον «Οίκο της Ταραχής» συνεργάζομαι με εφτά τρομερά ταλαντούχους χορευτές και από την Ελλάδα και από το εξωτερικό. Εφτά προσωπικότητες τις οποίες πραγματικά, την κάθε μία ξεχωριστά, τη θαυμάζω απεριόριστα. Αλλά και κάτω από τη σκηνή υπάρχουν συνεργάτες με τους οποίους συνεργαζόμαστε πάρα πολλά χρόνια με τους Αερίτες, αλλά και νέοι συνεργάτες, όπως είναι -παλιός, σταθερός συνεργάτης- ο Νίκος Βλασόπουλος στα φώτα, η Ευαγγελία Θεριανού στα σκηνικά, η Ειρήνη Γεωργακίλα στα κοστούμια, ο Roberto Fratini Serafide στη δραματουργία και φυσικά ο Γιώργος Πούλιος στη μουσική σύνθεση και στην ηχητική εγκατάσταση.
Νομίζω ότι αυτό είναι και το ωραίο στη δουλειά μας. Η δυνατότητα να ανοίγεις διάλογο με τόσους διαφορετικούς καλλιτέχνες, που θαυμάζεις απεριόριστα και σου δίνεται η δυνατότητα μαζί να φτιάξετε έναν κόσμο όπως τον φαντάζεστε. Τον κόσμο αυτόν τον ουτοπικό που λέμε, των ονείρων μας, που ακουμπάει σε αυτά τα ψήγματα της φαντασίας, της παιδικής μας ηλικίας. Και είμαι πάρα πολύ χαρούμενη που μου δίνεται η δυνατότητα σε αυτήν τη χώρα που βρίσκονται τόσοι χαρισματικοί άνθρωποι να έχω την ευλογία να συνεργάζομαι μαζί τους.
-Τι θα θέλατε να αποκομίσουν οι θεατές από αυτήν την εμπειρία, από τον «Οίκο της Ταραχής» συνολικά;
Αρχικά θα ήθελα το κοινό να μην φοβηθεί τον χορό. Γιατί υπάρχει μια αίσθηση στην Ελλάδα, και λόγω της έλλειψης του ίδιου του εκπαιδευτικού συστήματος για την εξοικείωση με τον χορό, τον σύγχρονο χορό ειδικά, ότι «α, εγώ δεν ξέρω από χορό, άρα δεν μπορώ να το καταλάβω». Το οποίο φυσικά είναι μια τεράστια φενάκη και δεν έχει καμία σημασία. Την καλή τέχνη μπορούμε όλοι να την καταλάβουμε, την κακή τέχνη δεν μπορούμε να καταλάβουμε. Και δεν φταίει κανείς για αυτό, εννοώ ότι δεν είναι έλλειμμα κάποιου. Αυτό που αν θα μπορούσα κάπως να πω είναι πρώτον, αγαπήστε τον χορό. Είμαστε ένας λαός που έχουμε τον χορό στο DNA μας, είναι κομμάτι της παράδοσής μας και είναι ο λόγος που η χώρα αυτή, παρά την έλλειψη στήριξης, βγάζει αδιανόητα ταλέντα που συναγωνίζονται οποιαδήποτε χώρα με δομές και ουσιαστική στήριξη στην τέχνη. Άρα να μην φοβηθούν τον χορό και να έρθουν. Εμείς οι καλλιτέχνες τους έχουμε ανάγκη πολύ και ειδικά αυτό το έργο το οποίο μιλάει για αυτά τα θέματα του σήμερα, που για εμένα είναι πολύ ουσιαστικά. Ο χορός μπορεί να μιλήσει και με άλλους τρόπους, δεν μιλάει μόνο στη νόηση. Το σώμα που συμπεριλαμβάνει τη νόηση, συμπεριλαμβάνει το μυαλό, αλλά συμπεριλαμβάνει και το στομάχι, συμπεριλαμβάνει και την ψυχή, μπορεί να πει με μια απλή κίνηση πολλά περισσότερα από ότι χίλιες λέξεις. Επομένως, εμείς τον θέλουμε αυτόν τον διάλογο με το κοινό και νιώθουμε ότι θα περάσει καλά. Εγώ νιώθω ότι θα περάσει πολύ καλά σε αυτήν την παράσταση.
Photo Credit: Pinelopi Gerasimou