Ελλάδα, τέλη Αυγούστου 2011. Στο Facebook και εγώ. Κάποιος γράφει στο status του: «Συγχαρητήρια σε όσους πέτυχαν στα ανώτερα και ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας. Ήρθε η ώρα να απολαύσετε τους κόπους σας»…

Οι υπόλοιποι; Ένα είναι το πρόβλημα της χώρας μας και πηγάζει από τα βάθη μίας προβληματικής παιδείας. Πριν πάμε στα εκπαιδευτικά συστήματα και ιδρύματα να θυμηθούμε πως ο πιο σημαντικός τομέας της παιδείας έρχεται από τα σπίτια μας, από εμάς τους ίδιους. Δεν είναι μόνο σχολεία και πανεπιστήμια η παιδεία, όχι. Αυτό να θυμηθούμε χωρίς να αρχίσουμε να κρίνουμε γερασμένα ήθη, έθιμα και παραδόσεις της ασθενούς σύγχρονης ελληνικής οικογένειας. Σε αυτή τη χώρα με την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία, τα αναγκαία θρησκευτικά, τις παραχαραγμένες ιστορίες και τα ακαταλαβίστικα μνημόνια σίγουρα θα βρούμε και άλλες πρωτοτυπίες εκτός από την έλλειψη ακαδημιών για τους διάφορους κλάδους της τέχνης.

Το θέμα αυτό είναι μπλεγμένο κάπου ανάμεσα στην απλή έλλειψη οργάνωσης, σε σενάρια συνωμοσιών περί ιδιωτικών ή δημόσιων συμφερόντων με το τρέχον σύστημα (ωδεία, σχολές χορών, κλπ.) αλλά και αγώνες ματαιοδοξίας μεταξύ μεγάλων Ελλήνων. Ίσως, το δεύτερο να είναι πιο σημαντικό από μια απλή νωχελικότητα, με αποτέλεσμα όμως, η τέχνη να μετατρέπεται σε μια αόριστη κατάσταση ανειδίκευτης εργασίας.

Το βασικότερο όμως πρόβλημα είναι πως εδώ δε παράγεται πια τίποτα. Ούτε ντομάτες, ούτε βαμβάκι, ούτε τέχνη. Σε αυτή την πλάνη της εξειδίκευσης των πάντων ακόμα και οι ανειδίκευτοι καλλιτέχνες-εργάτες πρέπει να περνούν από ανούσια στάδια εκπαίδευσης, τα οποία σα να προσπαθούν επίτηδες να φιλτράρουν κάθε πιθανότητα καινοτομίας. Έτσι λοιπόν, η έλλειψη βασικής παιδείας σε δασκάλους και μαθητές αφήνει μια χήρα εκπαίδευση, να επιβραβεύει μόνο τα άτομα που μπορούν να λειτουργούν υπό συγκεκριμένα συστήματα και πλαίσια. Κάθε επιστήμη αλλά και τέχνη χρειάζεται τους κανόνες συνεννόησης της, αλλά ο σκοπός της πιο βαθιάς γνώσης -ειδικά στη τέχνη- είναι να τους υπερβούμε, να μην τους χρειαζόμαστε πια. Ίσως αυτό να αποτελεί ένα πανανθρώπινο αντικείμενο συζήτησης, που όμως γίνεται ακόμα πιο ουτοπικό μπροστά στις δικές μου εγχώριες εμπειρίες.

Τελείωσα το Πειραματικό Μουσικό Γυμνάσιο Λύκειο Παλλήνης και χαίρομαι πολύ για αυτό. Υποθέτω πως απλώς έτυχαν οι εποχές. Αυτό το «χύμα» σχολείο ταίριαζε στην ιδιοσυγκρασία και το ταμπεραμέντο της Ελλάδας, αφού η έλλειψη οργάνωσης οδηγούσε σε αδυναμία προσφοράς κάποιας εξειδίκευσης, παρά την προσπάθεια που είναι δεδομένο πως υπήρχε. Το αποτέλεσμα οδήγησε στο εξής ευτύχημα: Η πολλή ελευθερία στους μαθητές και ταυτόχρονα ο καταιγισμός ερεθισμάτων έδωσαν τέτοια εφόδια, που κανένας από όσους πραγματικά αγαπούσαν τη μουσική δεν πήγε χαμένος. Τα ερεθίσματα αυτά κράτησαν ζωντανή τη μουσική και όχι μόνο σε όσους πράγματι ενδιαφέρονταν. Αυτό είναι το μεγαλύτερο καλό αυτού του σχολείου, που χρονιά με τη χρονιά παλεύουν να μετατρέψουν σε ένα απλό σχολείο και να το υποτάξουν στο σύστημα των πανελληνίων και τον αγώνα της επιτυχίας. Όμως εκτός από τους αόρατους κακούς και οι ίδιοι οι γονείς στέλνουν τα παιδιά τους σε αυτό τα σχολείο για λόγους διαφορετικούς. Οι πολλές ώρες, η δωρεάν σίτιση και μεταφορά, καθώς και η πιθανότητα να μειωθούν τα έξοδα μαθημάτων σε ωδείο, αποτελούν παράγοντες επιλογής από την πλευρά των γονέων, οι οποίοι όμως απαιτούν ταυτόχρονα την απόλυτη επιτυχία σε κάποιο πανεπιστήμιο και θυσίες για αυτό, τόσο από τα παιδιά όσο και από το σχολείο. Να σημειώσουμε σε αυτό το σημείο ότι το συγκεκριμένο σχολείο έχει απόλυτη επιτυχία στις πανελλήνιες εξετάσεις για περισσότερα από δέκα χρόνια.

Από αυτό το σχολείο βγήκα με σοβαρή εμπειρία αναλογικά με την ηλικία μου.  Τόσο εγώ όσο και όλοι οι συμμαθητές μου και ας μην εξειδικευτήκαμε σε τίποτα. Όσοι το θέλησαν έγιναν επαγγελματίες μουσικοί, άλλοι εξελίσσονται για τους εαυτούς τους και άλλοι δουλεύουν στο Δημόκριτο. Υπάρχουν και αυτοί που έπεσαν θύματα της παντελούς έλλειψης υποδομών και για λόγους οικονομικούς εξαναγκάζονται σε επαγγέλματα που δεν αγαπούν. Υπάρχουν και εκείνοι που απλώς δε κυνήγησαν τίποτα. Εδώ όμως δε μιλάμε για τέτοιου είδους αδικίες. Προσπαθούμε να μιλήσουμε για αυτή την εσωτερική ισορροπία που ίσως κάποτε σταματήσει αυτές τις αδικίες. Η διδασκαλία της τέχνης μοιάζει με τη διδασκαλία της ίδιας της ζωής ή του τρόπου ζωής. Μου έμειναν οι λίγοι δάσκαλοι, φίλοι και συνεργάτες, που ο καθένας με τον τρόπο του σαν μέντορας, μου έδειξε πως υπάρχουν  πολλοί φωτεινοί δρόμοι για τον καθένα μας ξεχωριστά με όλο το ρίσκο της επιτυχίας ή της αποτυχίας και πως δεν είναι όλα ένα σύστημα αναμετρήσεων και αξιολόγησης ανθρώπων. Μου αρέσει πολύ να μιλάω με μικρότερους μου, μαθητές ή φίλους και να τους πείθω πως άσχετα από το θέμα του βιοπορισμού, είναι καλό να παίζουν τη μουσική και όχι απλώς να τη μελετούν.

 

Info: Ο Παύλος Συνοδινός γεννήθηκε στην Αθήνα το 1984 και από μικρή ηλικία ασχολήθηκε με τη μουσική και πιο συγκεκριμένα με την κιθάρα. Αποφοίτησε από το Πειραματικό Μουσικό Γυμνάσιο–Λύκειο Παλλήνης ενώ παράλληλα έκανε μαθήματα κιθάρας με τον Βασίλη Ρακόπουλο. Είναι πτυχιούχος της Κοινωνικής Θεολογίας Αθηνών, πτυχιούχος ηχοληψίας της σχολής S.A.E. και ολοκλήρωσε τον κύκλο των ανώτερων θεωρητικών της αντίστιξης και φούγκας. Σήμερα είναι κιθαρίστας στη μουσική μπάντα του Γιάννη Χαρούλη, ενώ έχει συνεργαστεί επίσης με τους Αποστόλη Ρίζο και Νατάσσα Μποφίλιου. Πρόσφατα, κυκλοφόρησε έναν προσωπικό δίσκο με δικά του τραγούδια, τα οποία ερμηνεύει ο ίδιος, ενώ συμμετέχουν και οι Νατάσσα Μποφίλιου, Γιάννης Χαρούλης. Ο δίσκος «Μικρές Ελπίδες» κυκλοφορεί από τη Lyra.
 

Photo: Θάνος Ηλιόπουλος