Την πρώτη μέρα του Φλεβάρη, μια Πέμπτη απόγευμα, κατηφόρισα την Ασκληπιού, από το Ωδείο στο οποίο διδάσκω, έστριψα αριστερά στην Σκουφά και κάνοντας ένα μικρό ζιγκ-ζαγκ σε πεζόδρομο δεξιά βρέθηκα στην Καπλάνων σε ένα από τα δισκοπωλεία μεταχειρισμένων δίσκων/cd της πόλης. Εκεί στο Υπόγειο.
Δεν ήταν προγραμματισμένη η επίσκεψη. Ένας μαθητής μου του Ειδικού Αρμονίας είχε αρρωστήσει τελευταία στιγμή, ως εκ τούτου δεν ειδοποίησε έγκαιρα και – παραδόξως – μην έχοντας κάτι σημαντικό να κάνω για να γεμίσω το κενό μέχρι το επόμενο μάθημα, κινήθηκα προς τα εκεί.
Έτυχε να είναι δισκοπωλείο με μεταχειρισμένα. Θα μπορούσε να είναι οποιοδήποτε άλλο, απλώς ήταν από τα κοντινότερα, με βόλευε και για ένα άλλο άσχετο λόγο και κυρίως προλάβαινα να επιστρέψω έγκαιρα για το επόμενο μάθημα.
Δεν είχα κάποιο συγκεκριμένο άλμπουμ στο νου μου για να ψάξω. Κατηφόρισα ξεκάθαρα για να χαζέψω, να ψαχουλέψω και να «ξεφυλλίσω» (ξέρετε οι παλαιότεροι, θα μάθετε οι νεαρότεροι). Πράγμα που, για μια σειρά λόγων, κάνω όλο και σπανιότερα πια.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Βινύλιο δεν ήταν πρακτικό να αγοράσω γιατί είχα προγραμματίσει στο καπάκι μετά τα μαθήματα να κατηφορίσω ακόμη πιο κάτω, στο Six Dogs μιας και έπαιζε ο Κωνσταντίνος Βήτα και ήθελα να δω το live και να περάσω να πω ένα γεια. Κι έτσι κινήθηκα κατευθείαν προς τα cd. Δεν θα ήταν καθόλου βολικό να μεταφέρω βινύλια όλο το βράδυ.
Πήγα στο τμήμα με τα ελληνικά. Καινούργιες κυκλοφορίες δεν είχε, όπως συνέβαινε παλαιότερα, καθώς εκ των πραγμάτων οι δισκογραφικές μοιράζουμε πολύ λιγότερα promo cd από ότι μοιράζαμε παλαιότερα (μερικές δεν μοιράζουν καθόλου πλέον) με αποτέλεσμα να μην καταλήγουν κάποια από αυτά στους πάγκους των μεταχειρισμένων και τόσο συχνά.
Βρήκα όμως τον «Άγιο Φεβρουάριο» του Δήμου Μούτση του 1972, στην καλαίσθητη, φροντισμένη και πλούσια επανέκδοση σε cd που είχε κάνει η Universal το 1999. Μόλις πριν λίγες μέρες είχα πετύχει στο ραδιόφωνο ένα από τα τραγούδια του Μούτση από άλλη δουλειά του και είχε περάσει από το νου μου ότι όχι μόνο δεν έχω το συγκεκριμένο , άλμπουμ αναφοράς, αλλά δεν το έχω ακούσει καν ολόκληρο, ως σύνολο. Γνωρίζω όλα τα τραγούδια του μεν, αλλά από σκόρπιες ακροάσεις δεξιά- αριστερά. Αυτή η παράλειψη λοιπόν, έμελλε να διορθωθεί άμεσα.
Όπως κάνω να συνεχίσω, μου έρχεται στο νου το προφανές. «Άγιος Φεβρουάριος»… κι έχουμε 1η Φεβρουαρίου σήμερα… Κοίτα να δεις…
Κινήθηκα στον χώρο δεξιόστροφα. Φλέρταρα με ένα σόλο άλμπουμ του Paul Westerberg, μια εξαιρετική επανέκδοση με extra υλικό του ντεμπούτου των Counting Crows “August and everything after” (ντεμπούτο αναφοράς!), αλλά προσπέρασα χωρίς να τα πάρω και απλώς τα κράτησα σημείωση στο νου μου για την περίπτωση που δεν θα έβρισκα κάτι άλλο να με ενδιαφέρει ιδιαίτερα την δεδομένη στιγμή.
Συνεχίζοντας το «ξεφύλλισμα» έφτασα στο jazz τμήμα και εκεί, μπροστά-μπροστά, με κοιτούσε το “Terminal 1” του σαξοφωνίστα και συνθέτη Benny Golson (με τιμή 2,50 ευρώ παρακαλώ…). Κυκλοφορία του 2004, εμπνευσμένο από Spielberg. Κοίτα να δεις ! Σκάρτη εβδομάδα πριν, την περασμένη Παρασκευή είχα περάσει από το ΙΛΙΟΝ plus, από το live των Radio Nowhere (της Springsteen tribute band). Είχα πάει νωρίς και πετυχαίνω τον σαξοφωνίστα (και συνεργάτη μου) Γιάννη Κασέτα να βάζει σε τάξη τις παρτιτούρες οδηγούς του πριν από το live. Δεν είχα προσέξει ότι στο συγκεκριμένο live θα εμφανίζονταν μαζί με τους Radio Nowhere (παρεμπιπτόντως να τους τσεκάρετε με την πρώτη ευκαιρία! Είναι σούπερ σχήμα). Τον ρώτησα τι γύρευε εκεί, μου έδωσε την πληροφορία που μου έλειπε, του είπα ότι δεν περίμενα να τον δω να παίζει σε ένα τέτοιο live, αυτόν τον die-hard jazz cat (συγγνώμη για την … αγγλικούρα αλλά είναι ακριβώς αυτό και εννοείται επίσης να τον τσεκάρετε live με την πρώτη ευκαιρία αν δεν το έχετε κάνει ήδη), μου είπε ότι την ένταση και την δύναμη του Clarence Clemons την είχαν λίγοι, πιάσαμε την κουβέντα για σαξοφωνίστες (ενώ παράλληλα φυλλομετρούσα τους οδηγούς που μου μαρτυρούσαν το set list και τραγουδούσα το θέμα του σαξόφωνου στο Spirit In The Night ανάμεσα σε άλλα), το ένα έφερε το άλλο, του έλεγα για τον Kenny Garrett και πάνω εκεί, αφού συμφωνεί, μου λέει για το παλαιότερο κόλλημα του με τον Benny Golson, κυρίως ως συνθέτη βέβαια και λιγότερο ως σαξοφωνίστα και …
Ώπα…
Δεν τον έχω στο αυτί μου τον Benny Golson. Τι φάση; Και αρχίζει να μου λέει ο Γιάννης (κι εγώ να ακούω) για τον Benny Golson.
Και τώρα, σήμερα Πέμπτη, σκάρτη εβδομάδα μετά, στην πρώτη μου βόλτα σε δισκοπωλείο από τότε, είναι το “Terminal 1” του Benny Golson στον πάγκο και με κοιτάει…
«Έλα εδώ και εσύ» του λέω και προχωράω παρακάτω.
Η ώρα είχε περάσει, δεν είχα πολύ χρόνο ακόμη μέχρι το επόμενο μάθημα, διακόπτω την δεξιόστροφη, οργανωμένη κίνηση και κάνω ένα τελευταίο random walk.
Brian Eno. Ανακαλύπτω τον Eno από την αρχή τα τελευταία λίγα χρόνια. Με άλλο αυτί. «Ξεφυλλίζω» τον πάγκο κάτω από το λήμμα «Eno» και τρίτο-τέταρτο άλμπουμ στη σειρά το βρίσκω. Με κοιτάει. Το κοιτάω. Είναι το “Thursday Afternoon” («Πέμπτη Απόγευμα»).
«Βρε άι και …. ! Έλα εδώ κι εσύ!»
Το επόμενο βράδυ, αφού τελείωσα τα πεζά καθημερινά –πλην όμως απαραίτητα –σιγυρίσματα, αντί να χαζολογήσω, αντί να δω μία ταινία (όπως κάνω πολύ συχνά), αντί να διαβάσω ένα βιβλίο (όπως κάνω συνήθως), άραξα βολικά κι έκατσα να ακούσω τα τρία αυτά άλμπουμ ξεφυλλίζοντας παράλληλα, όποτε έκανα κέφι, τα ένθετα τους. Και –ανεξάρτητα από το πόσο πολύ μου άρεσαν, ανεξάρτητα από το αν συγκλονίστηκα ή όχι – απόλαυσα, χάθηκα σε σκέψεις, θυμήθηκα ανθρώπους, αναρωτήθηκα και τελικά έκλεισα τη μέρα μου έχοντας γίνει κάπως «καλύτερος» ή/και «σοφότερος» άνθρωπος.
Και ένα σημαντικό υστερόγραφο: Ακούω streaming services (κυρίως Spotify και αρκετό You Tube όπως λίγο-πολύ οι περισσότεροι) κάθε μέρα. Στο Spotify είμαι και συνδρομητής. Είναι αναμφίβολα εξαιρετικά εργαλεία και δεν μπαίνω καν στον κόπο να εξηγήσω το γιατί. Παρουσιάζουν όμως ένα αξεπέραστο έλλειμμα. Όσο κι αν «ξεφυλλίσεις» δεν μπορείς να εμπλακείς («εμπλακείς» όπως engagement). Επιπλέον, δεν έχεις άμεσα διαθέσιμο το πληροφοριακό υλικό που συναντάς στο ένθετο ενός άλμπουμ, είτε αυτό είναι βινύλιο, είτε cd. Χρειάζεται να μπεις στη διαδικασία του Google Search για να αποκτήσεις πρόσβαση σε αυτό. Με ότι αυτό συνεπάγεται. Τέλος, δεν έχεις ένα φυσικό προϊόν, το οποίο όταν το πιάνεις στα χέρια σου χρόνια μετά, να θυμάσαι πως και γιατί το απέκτησες (βλ. άνω κείμενο). Και αυτό το τελευταίο ειδικά (η έλλειψη μνήμης, το κενό θυμικό), αυτό το τελευταίο έλλειμμα δεν είναι απλώς αξεπέραστο. Σχεδόν ακυρώνει την όλη διαδικασία. Για να μην πω ότι της αφαιρεί σημαντικό κομμάτι από την ανθρώπινη διάσταση της.
Αλλά, γιατί να μην το πω; Το λέω.
Το παραπάνω κείμενο είναι αφιερωμένο στον Βασίλη Χατζή. Χωρίς κάποιον ειδικό και συγκεκριμένο λόγο. Γιατί έτσι…
Ίσως ο ίδιος να ξέρει καλύτερα.
Photo Credit: Mark Catoe