Υπάρχουν ζωγράφοι που, δημιουργώντας, ακολουθούν τυφλά το ένστικτο τους και μόνο, με όποιο κόστος. Όπως υπάρχουν και ζωγράφοι που λειτουργούν ορθολογικά και μεθοδευμένα ως προς το χτίσιμο των εικαστικών τους συνθέσεων. Από την αρχή ως το τέλος. Οι πρώτοι είναι προφανές ότι εμπιστεύονται το τυχαίο και το ρίσκο της ελεύθερης χειρονομίας πάνω στον καμβά ενώ οι δεύτεροι επιθυμούν να ελέγχουν απόλυτα τα επιμέρους στάδια της εργασίας τους έτσι ώστε από τον χρωστήρα τους να προκύπτουν εικόνες τερπνές αλλά και λίγο προβλεπόμενες ή προβλέψιμες. Αν θέλαμε να θεωρητικοποιήσουμε αυτές τις ομάδες θα μιλούσαμε από τη μια για μια τέχνη εξπρεσιονιστική και παράφορη κι από την άλλη για μιαν έκφραση “προγραμματική” ή προγραμματισμένη.
Η ενότητα που παρουσιάζεται σήμερα, η Flora Mirabilis, η θαυμαστή δηλαδή όσο και μυστική ανθοφορία, απογειώνει τα βασικά χαρακτηριστικά της γραφής της Πένης Μαναβή που είναι οι μεγάλες χειρονομίες, η μνημειακή προσέγγιση των λεπτομερειών, η πλούσια, χρωματική αίσθηση, η συνύπαρξη του πλαστικού στοιχείου με το διακοσμητικό, η λειτουργία μιας σταθερά κεντρικής ιδέας, ενός βασικού θέματος το οποίο όμως δουλεύεται σε πάμπολλες παραλλαγές. Με λίγα λόγια ωριμότητα κι ευαισθησία. Τέλος εντοπίζεται κι εδώ η – συχνά συγκεκαλυμμένη πίσω από τις εκρηκτικές της φόρμες – στοχαστική και ρεμβαστική διάθεση. Επειδή ακριβώς οι πίνακες της και η αμφιδέξια θεματολογία τους είναι οι αφορμές ώστε να μιλήσει η ίδια έμμεσα για ευρύτερα θέματα που έχουν να κάνουν με τη γέννηση και τη φθορά των πραγμάτων, με τον χρόνο που κυλάει είτε δημιουργικά είτε καταστροφικά. Με την ποιητική του φωτός, τέλος, που αποτελεί την άλλη όψη του σκότους. Και μπορεί μεν τα θέματα της να εκκινούν από τον φυσικό κόσμο και την εμπειρία του – ας πούμε ότι αρχικά εμπνέεται από την τροπική βλάστηση, τη σπάνια χλωρίδα του πλανήτη – εξελίσσονται όμως στη συνέχεια σε αυτόνομες παραστάσεις, άλλοτε ημι-αφηγηματικές κι άλλοτε ημι-αφηρημένες το μυστήριο των οποίων αποτελεί και τη γοητεία τους. Αφού πρόθεση της ζωγράφου είναι η συνειδητή σύγχυση του πραγματικού με το ονειρικό, του θετικού με αρνητικό και του αναγνωρίσιμου με το φανταστικό ή το μυστηριώδες. Όπως ακριβώς συμβαίνει και στη ζωή. Έτσι ώστε ο προσεκτικός θεατής να βρίσκεται συχνά εμπρός σε μικρά, κομψά αινίγματα τα οποία απελευθερώνουν την φαντασία και βέβαια τρέφουν το συναίσθημα του.
Η Πένη Μαναβή με τις συχνά περίπλοκες και πολυεπίπεδες συνθέσεις της και τα “άνθη του καλού” προσκαλεί τον θεατή σ’ ένα ταξίδι ανάμεσα σε χρώματα και εικόνες απολεσθέντων παραδείσων. Με τροπικά φυτά και κάκτους ερημικούς. Με την υπόσχεση του νερού, ή και του ονείρου, που τελικά δεν εκπληρώνεται. Γιατί περί αυτού πρόκειται. Τελικά όσο ευφορική και αν είναι αυτή η κολορίστικη ζωγραφική, δύσκολα αποκρύπτει και μία σκιά μελαγχολίας πίσω από τα λαμπερά χρώματα για εκείνη την ιδανική και τέλεια Φύση την οποία δεν δικαιούμαστε πια και για εκείνη την Εδέμ που η ανθρώπινη αλαζονεία ξερίζωσε με τα ίδια της τα χέρια. Για την ονειρεμένη δηλαδή Flora Mirabilis που υπάρχει πια μόνο στους στίχους των ποιητών και τους πίνακες των ζωγράφων. Για εκείνο τον μυστικό κήπο με την θεσπέσια και μυστική ανθοφορία, τέλος, του οποίου δεν μπορούμε πλέον να είμαστε θαμώνες.
*Η είσοδος στη γκαλερί γίνεται με έγκυρο πιστοποιητικό εμβολιασμού ή νόσησης (το τελευταίο έχει ισχύ μόνο για χρονικό διάστημα 6 μηνών).