Όποιος είχε δει τους Ballets C de la B στη Στέγη τον Δεκέμβριο του 2015 τους θυμάται για πάντα. To Requiem pour L. που παρουσιάζεται σε συμπαραγωγή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση στην Κεντρική Σκηνή από 12 έως 15 Απριλίου επιβεβαιώνει με τον καλύτερο τρόπο κάτι που γνωρίζαμε για τη βέλγικη κολεκτίβα: η πολυπολιτισμικότητα βρίσκεται στο επίκεντρο κάθε νέας δημιουργίας της.

Το εμβληματικό κύκνειο άσμα του Mozart αποτελεί την ιδανική συνθήκη για μια πρωτόγνωρη διασταύρωση διαφορετικών μουσικών παραδόσεων, από την Ευρώπη μέχρι την Αφρική. Ενορχηστρωτές του εγχειρήματος αυτού δεν είναι άλλοι από τους χαρισματικούς Alain Platel και Fabrizio Cassol, το καλλιτεχνικό δίδυμο πίσω από κάθε νέα, προκλητική ανάγνωση των αριστουργημάτων του Δυτικού κλασικού ρεπερτορίου. Είτε πρόκειται για τον Bach και τον Monteverdi, είτε –στη συγκεκριμένη περίπτωση– τον Μότσαρτ, το ζητούμενο είναι πάντα ένα: να μας επανεισάγουν στον βιωματικό χώρο της μουσικής, να γίνουμε κοινωνοί μιας εμπειρίας που ξεπερνά τα ειδολογικά στεγανά και ανοίγεται σε ένα μωσαϊκό πρωτόγνωρων ακουσμάτων.

Τζαζ επιχρωματισμοί, αλλά και οπερατικές άριες, παραδοσιακά μουσικά ιδιώματα από την Αφρική και, φυσικά, οι αρμονικοί πειραματισμοί του Κασσόλ, δίνουν στο Ρέκβιεμ μια άλλη σκηνική διάσταση. Ο Πλατέλ καθοδηγεί σκηνοθετικά τους δεκατέσσερις μουσικούς –ανάμεσά τους είναι και κάποιοι από την προηγούμενη παράσταση, Coup Fatal– επιχειρώντας, θα λέγαμε, μια παράδοξη πολυφωνία. Ένα μουσικό σύνολο της διασποράς, στο οποίο η σωματικότητα και η μουσικότητα δεν είναι τοποθετημένες η μία απέναντι στην άλλη, αλλά συγχωνεύονται και μεγεθύνονται για να αναδείξουν έμπρακτα την οικουμενικότητα του συγκεκριμένου έργου.

Συντελεστές

Μουσική: Fabrizio Cassol (βασισμένη στο Requiem του Mozart)
Σκηνοθεσία: Alain Platel
Μουσική διεύθυνση: Rodriguez Vangama

Με και από τους: Rodriguez Vangama (κιθάρα και ηλεκτρικό μπάσο), Boule Mpanya, Fredy Massamba, Russell Tshiebua (φωνητικά), Nobulumko Mngxekeza, Owen Metsileng, Stephen Diaz/Rodrigo Ferreira (λυρικές φωνές), Joao Barradas (ακκορντεόν), Kojack Kossakamvwe (ηλεκτρική κιθάρα), Niels Van Heertum (ευφώνιο), Bouton Kalanda, Erick Ngoya, Silva Makengo (λικέμπε), Michel Seba (κρουστά)

Δραματουργία: Hildegard De Vuyst
Βοηθός συνθέτη: Maribeth Diggle
Βοηθός χορογράφου: Quan Bui Ngoc
Βίντεο: Simon Van Rompay
Κάμερα: Natan Rosseel
Σχεδιασμός Σκηνικών: Alain Platel
Κατασκευή σκηνικών: Wim Van de Cappelle σε συνεργασία με το εργαστήριο σκηνογραφίας NTGent
Σχεδιασμός Φωτισμών: Carlo Bourguignon
Σχεδιασμός Ήχου: Bartold Uyttersprot, Carlo Thompson
Σχεδιασμός κοστουμιών: Dorine Demuynck
Διεύθυνση σκηνής: Wim Van de Cappelle
Φωτογραφία: Chris Van der Burght
Υπεύθυνες Παραγωγής: Katrien Van Gysegem, Valerie Desmet
Βοηθός διεύθυνσης και Υπεύθυνος περιοδειών: Steve De Schepper
Ασκούμενη παραστατικών τεχνών: Lisaboa Houbrechts
Ασκούμενος μηχανικής θεάτρου: Ijf Boullet
Ευχαριστίες στους: Isnelle da Silveira, Filip De Boeck, Barbara Raes, Griet Callewaert, atelier NTGent, Mevrouw S.P., Juffrouw A.C., Ίδρυμα Camargo (Κασί, Γαλλία), Sylvain Cambreling

Σε διάλογο με τον dr. Marc Cosyns

Παραγωγή: les ballets C de la B, Festival de Marseille, Berliner Festspiele

Συμπαραγωγή: Opéra de Lille (Λιλ, Γαλλία), Théâtre National de Chaillot (Παρίσι, Γαλλία), Les Théâtres de la Ville de Luxembourg (Λουξεμβούργο), Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση (Ελλάδα), TorinoDanza (Τορίνο, Ιταλία), Aperto Festival/Fondazione I Teatri – Reggio Emilia (Ιταλία), Kampnagel (Αμβούργο, Γερμανία), Ludwigsburger Schlossfestspiele (Λούντβιχσμπουργκ, Γερμανία), Festspielhaus St. Pölten (Ζανκτ Πόλτεν, Αυστρία), L’Arsenal (Μετς, Γαλλία), Scène Nationale du Sud-Aquitain (Μπαγιόν, Γαλλία), La Ville de Marseille (Μασσαλία, Γαλλία)

Διανομή: Frans Brood Productions

Η ομάδα les ballets C de la B υποστηρίζεται από τις Φλαμανδικές Αρχές, τον Δήμο της Γάνδης, την Επαρχία Ανατολικής Φλάνδρας, τον Οργανισμό Λιμένος Βόρειας Θάλασσας και το Βελγικό Taxshelter.

ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΔΡΑΣΗ

Παρασκευή 13 Απριλίου: Μετά την παράσταση, συζήτηση του κοινού με τους συντελεστές

Διαβάστε περισσότερα

Στα μέσα της δεκαετίας του ’80, ο Αλαίν Πλατέλ κατέστρωνε αυτοσχέδια θεατρικά σκετς στο σαλόνι του σπιτιού του, μαζί με την αδελφή του, Pascale, και τους φίλους του, Joan Grimonprez και Alexander Claeys – έτσι, για πλάκα. Όμως, ήταν η κατάλληλη χρονική συγκυρία για κάτι τέτοιο, αφού εκείνο τον καιρό κάμποσοι ερασιτέχνες στο Βέλγιο άρχισαν να δείχνουν ενεργό ενδιαφέρον για τις παραστατικές τέχνες. Επίσης, υπήρχε μια ομάδα ανθρώπων που ήθελε να δημιουργήσει νέες σκηνές και –με εξαίρεση ίσως τον Maurice Béjart– η Φλάνδρα ήταν ακόμη «έρημη χώρα» σε ό,τι αφορά τον χορό. Δεν υπήρχε τίποτα ενάντια στο οποίο να επαναστατήσουν, όλα ήταν πιθανά. Κάπως έτσι, με μια σχεδόν παιδική αθωότητα, περιγράφουν την αρχή των πραγμάτων τα μέλη της βέλγικης κολεκτίβας C de la B. Από τότε, έχουν ήδη περάσει 30 χρόνια.

Από την ομάδα έχουν περάσει ονόματα που αργότερα διαμόρφωσαν το τοπίο του σύγχρονου χορού στην Ευρώπη: Christine De Smedt, Koen Augustijnen, Hans Van den Broeck, Sidi Larbi Cherkaoui, Damien Jalet, καθώς και αναρίθμητοι άλλοι χορευτές, μουσικοί και περφόρμερ. Το σημαντικό στοιχείο σε όλους τους παραπάνω ήταν ότι ο καθένας και η καθεμία ανέπτυξαν το δικό τους ύφος, γεγονός το οποίο από τη μια επέτρεψε στην ομάδα να καλλιεργήσει μια ιδιάζουσα πολυφωνία που αψηφούσε τα μέχρι τότε μοντέλα ιεραρχίας –χαρακτηριστικό που έμελλε να γίνει το σήμα κατατεθέν της–, ενώ από την άλλη έδωσε στους ίδιους τους καλλιτέχνες τη δυνατότητα να ακολουθήσουν στη συνέχεια ο καθένας τον δικό του δρόμο, να αναμετρηθούν με τις δυνάμεις τους.

Ο Αλαίν Πλατέλ έχει συνεργαστεί με τον μουσικό και συνθέτη Φαμπρίτσιο Κασσόλ σε έργα όπως το VSPRS, εμπνευσμένο από το Vespro della Beata Vergine του Claudio Monteverdi, το pitié! (Φεστιβάλ Αθηνών, 2009), βασισμένο στο ορατόριο του Μπαχ, Τα Κατά Ματθαίον Πάθη, το Coup Fatal (Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, 2015), στο οποίο συμμετείχαν και ορισμένοι από τους μουσικούς που θα δούμε στη νέα αυτή παραγωγή. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό στις παραπάνω «μεταγραφές» του Κασσόλ είναι ότι χρησιμοποιεί όργανα από διαφορετικές μουσικές παραδόσεις, ώστε να μην υπερισχύει η αμιγώς «δυτική ταυτότητα» της αρχικής σύνθεσης. Επίσης, όπως παραδέχεται ο ίδιος ο Κασσόλ, ο Πλατέλ έχει μια απίστευτη μουσική διαίσθηση, την οποία ο συνθέτης αποδίδει στον ουσιαστικό και βαθύ ανθρωπισμό του, στην εξαιρετική αίσθηση συμπόνιας που τρέφει για τον άλλον.

Ο δραματουργός Guy Cools γράφει για τη «σκηνική γενναιοδωρία» της ομάδας: «Θέτω ως αφετηρία μου το ότι το κοινό είναι πάντα ανοιχτό σε ό,τι συμβαίνει στη σκηνή. Αλλιώς, δεν θα ήταν εκεί. Έτσι, παρότι ο καλλιτέχνης μπορεί να αισθάνεται κολακευμένος, θα πρέπει να είναι σε θέση να προσφέρει κάτι σε αντάλλαγμα. Θα πρέπει να υπάρχει μια μορφή προσφοράς. Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτή η προσφορά οφείλει να είναι εύκολη. Οι τρόποι ή οι μορφές αυτής της προσφοράς μπορεί να ενέχουν την αντιπαράθεση, αλλά η πρόθεση πρέπει πάντα να είναι γενναιόδωρη. Το έμαθα αυτό συνεργαζόμενος με τους C de la B, καθώς και με τον Jonathan Burrows. Και έχω την εντύπωση ότι έχω αναπτύξει ένα είδος ευαισθησίας που μου επιτρέπει να έχω πρόσβαση στον βαθμό της γενναιοδωρίας που επικοινωνείται από την ενέργεια της κάθε παράστασης.»

Δείτε το βίντεο: