Με μουσικές εικόνες από “ρομαντικά” τοπία που αναδεικνύονται μέσα από την ιδιαίτερη ερμηνεία του Σταύρου Κόλλια ολοκληρώνεται για φέτος η Σειρά «Μουσικές Βραδιές στην Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος». Το ρεσιτάλ του διακεκριμένου πιανίστα, που είναι αφιερωμένο σε δύο κορυφαίες μορφές του 19ου αιώνα, τον Φραντς Σούμπερτ και τον Ρόμπερτ Σούμαν, θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη 4 Απριλίου στις 8.30 το βράδυ.
Το πρώτο μέρος του ρεσιτάλ περιλαμβάνει τα Τρία κομμάτια για πιάνο D.946 και τη Σονάτα για πιάνο αρ. 14 σε λα ελάσσονα D. 784, έργο 143 του Σούμπερτ ενώ στο δεύτερο μέρος θα ακουστούν τα Φανταστικά κομμάτια, έργο 12 και οι Παιδικές Σκηνές, έργο 15 του Σούμαν.
Ο Σταύρος Κόλλιας σπούδασε πιάνο στην Αθήνα και στο Ζάλτσμπουργκ. Υπήρξε υπότροφος του Εθνικού Ωδείου από το οποίο αποφοίτησε με πρώτο βραβείο και αριστείο εξαιρετικής επίδοσης (τάξη Χρυσής Παρθενιάδη-Φλώρου). Είχε επίσης την τύχη να παρακολουθήσει σεμινάρια τελειοποίησης δίπλα σε λαμπρούς βιρτουόζους και μεγάλους δασκάλους, όπως ο αείμνηστος Ρωσογεωργιανός πιανίστας Λεβ Βλασένκο και ο Ούγγρος Γκυέργκι Σάντορ, ο οποίος υπήρξε προσωπικός φίλος του Μπέλα Μπάρτοκ. Ως σολίστ, ο Σταύρος Κόλλιας έχει συμπράξει με τη Συμφωνική της Βουδαπέστης, τη Φιλαρμόνια της Σόφιας και την Ορχήστρα Ζωρζ Ενέσκου. Έχει δώσει πολλά ατομικά ρεσιτάλ και έχει συνεργαστεί με γνωστά σύνολα μουσικής δωματίου. Διδάσκει πιάνο στο Ορφείο Ωδείο Αθηνών, στο Κολλέγιο Αθηνών και στη Σχολή Μωραΐτη.
Ο Φραντς Σούμπερτ (1797-1828) είναι μια από τις εμβληματικές φιγούρες του ευρωπαϊκού Ρομαντισμού στη μουσική. Αγαπήθηκε και αναγνωρίστηκε από το κοινό της Βιέννης αλλά χάθηκε πρόωρα, χτυπημένος μάλλον από τύφο, απομονωμένος από τον κόσμο και εξαρτημένος από το αλκοόλ. Ο βίος του μοιάζει με αυτόν των μοιραίων ρομαντικών ηρώων: άδοξοι έρωτες, ανεκπλήρωτα γαμήλια όνειρα, πατρική απόρριψη εξαιτίας των επαγγελματικών του επιλογών, σύγκρουση με το οικογενειακό περιβάλλον και αποξένωση, εσωστρέφεια και αντιπαράθεση με το βιεννέζικο καλλιτεχνικό κατεστημένο και τους κοσμικούς κύκλους, συνεχής αναμέτρηση με τον έρεβος, το σκότος και τον θάνατο.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Τα Tρία κομμάτια για πιάνο (Drei Klavierstücke) με αριθμό καταλόγου D. 946 είναι όλα γραμμένα σε μείζονες κλίμακες (δύο σε μι ύφεση και ένα σε ντο) και έχουν εύθυμο ύφος, παρότι ολοκληρώθηκαν τον Μάιο του 1828, μόλις έξι μήνες πριν από τον θάνατο του συνθέτη, ο οποίος είχε ήδη παραδοθεί στη δυστυχία, τη μοναξιά και τη σιωπή. Αρχικά, ο Σούμπερτ σχεδίαζε να συνθέσει ένα μικρό σύνολο από τέσσερις Impromptus, αλλά εν τέλει πρόλαβε να γράψει μόνο τις τρεις. Τα Τρία κομμάτια για πιάνο εκδόθηκαν 40 χρόνια αργότερα υπό την επιμέλεια του Γιοχάννες Μπραμς. Μάλιστα, ορισμένοι μουσικολόγοι θεωρούν η ενοποίησή τους από τον Γερμανό συνθέτη έγινε αυθαίρετα και ότι πιθανότατα ο Σούμπερτ δεν είχε καμία πρόθεση να δημιουργήσει ένα ενιαίο συνθετικό πόνημα.
Το πρώτο μέρος του ρεσιτάλ του Σταύρου Κόλλια θα ολοκληρωθεί με την τριμερή Σονάτα για πιάνο αρ. 14 σε λα ελάσσονα D. 784, έργο 143 του Φραντς Σούμπερτ, η οποία εκδόθηκε και αυτή μετά τον θάνατό του. Ο Αυστριακός μουσουργός τη συνέθεσε το 1823, αλλά η σονάτα παρέμεινε για πολλά χρόνια εκτός πιανιστικού ρεπερτορίου, καθώς η συνθετική δομή της αγνοούσε και, επί της ουσίας, ανέτρεπε όλες τις καθιερωμένες συνθετικές φόρμουλες της κλασικιστικής και προρομαντικής περιόδου. Από ερμηνευτικής άποψης, η Σονάτα για πιάνο αρ. 14 σε λα ελάσσονα είναι υψηλών δεξιοτεχνικών απαιτήσεων και η παρουσίασή της προϋποθέτει τη έντονη συγκινησιακή φόρτιση του εκτελεστή.
Από το 1833 έως το 1840 ο Σούμαν(1810-1856) εμπλούτισε την πιανιστική φιλολογία με πλήθος έργων: χορούς, σονάτες, συμφωνικές σπουδές, φαντασίες και πολλά άλλα. Τα Φανταστικά Κομμάτια και οι Παιδικές Σκηνές γράφτηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της άκρως παραγωγικής οκταετίας για τον διάσημο μουσουργό, ο οποίος στράφηκε στη σύνθεση εξαιτίας ενός ατυχήματος που του στέρησε τη δυνατότητα να κάνει σολιστική καριέρα ως πιανίστας: υπέστη αγκύλωση στο χέρι λόγω της υπέρμετρης χρήσης μιας συσκευής μυικής ενδυνάμωσης δικής του κατασκευής. Ο Ρόμπερτ Σούμαν, εκτός από την κλονισμένη σωματική του υγεία (έπασχε επίσης από σύφιλη), αντιμετώπιζε από νεανική ηλικία σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα. Είχε πιεστεί από τη μητέρα του να σπουδάσει νομική ενώ εκείνος προτιμούσε τη μουσική, ερωτεύτηκε την Κλάρα Βικ, κόρη του δασκάλου του, αλλά ο πατέρας της αγαπημένης του εναντιώθηκε στον γάμο τους, πάθαινε συχνά κρίσεις μελαγχολίας και κατάθλιψης, αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει στον Ρήνο και τελικά πέθανε σε ψυχιατρικό άσυλο κοντά στη Βόννη το 1856.
Τα Φανταστικά κομμάτια (Fantasiestücke), έργο 12, όπως και οι Παιδικές Σκηνές, είναι ένα σύνολο από πιανιστικές μικρογραφίες. Η παρτιτούρα περιλαμβάνει 8 συνθέσεις που γράφτηκαν το 1837: Του απόβραδου, Ενθουσιασμός, Γιατί;, Παραξενιές, Μέσα στη νύχτα, Μύθος, Ανήσυχα όνειρα και Το τέλος του τραγουδιού. Το έργο είναι εμπνευσμένο από μια συλλογή διηγημάτων του Ε.Τ.Α. Χόφμαν, ενός από τους αγαπημένους συγγραφείς του Σούμαν και είναι αφιερωμένο στην γοητευτική Σκοτσέζα πιανίστα Ρομπίνα Λαίντλοου. Πίσω από τις νότες των Φανταστικών Κομματιών κρύβονται ο Φλορεστάν και ο Ευσέβιος, οι δύο χαρακτήρες με τους οποίους ταυτιζόταν ο Σούμαν, χαρακτήρες που αντιπροσωπεύουν τον διχασμό της προσωπικότητάς του, αυτή την τραγική δυαδικότητα του ποιητή της αυγής και της νύχτας: ο Ευσέβιος είναι ένας ονειροπόλος νεαρός, ενώ ο Φλορεστάν είναι ένας παθιασμένος άνδρας.
Οι Παιδικές Σκηνές (Kinderszenen), έργο 15 αποτελούνταν αρχικώς από 30 κομμάτια, από τα οποία ο Ρόμπερτ Σούμαν επέλεξε να εκδώσει μόνο 13, τα οποία απαρτίζουν μαζί με άλλες κορυφαίες συνθέσεις του 19ου αιώνα τον βασικό κορμό του ρομαντικού πιανιστικού ρεπερτορίου. Φέρουν τους επιμέρους τίτλους: Από μακρινές χώρες και ανθρώπους, Παράξενη ιστορία, Πιάσε με αν μπορείς, Παιδική ικεσία, Ευτυχία, Σπουδαίο συμβάν, Ονειροπόληση, Κοντά στο τζάκι, Ο ιππότης με το ξύλινο άλογο, Σχεδόν σοβαρά, Τρόμος, Παιδί στο μισοΰπνι και Ο ποιητής μιλά. Γράφτηκαν το 1838 και προηγούνται χρονολογικά του δημοφιλούς «Λεύκωματος για τη Νεότητα» που ο Σούμαν συνέθεσε 10 χρόνια αργότερα. Εντούτοις, το παράδοξο είναι ότι οι αφοπλιστικής γοητείας Παιδικές σκηνές δεν προορίζονται για παιδικό ακροατήριο. Λέγεται ότι ο Σούμαν εμπνεύστηκε τη σύνθεση από μια παρατήρηση της συζύγου του, της πιανίστριας και συνθέτριας Κλάρας Βικ, με την οποία γνωριζόταν από πολύ νεανική ηλικία, ότι ο Ρόμπερτ, παρά τα 28 του χρόνια, φερόταν συχνά σαν παιδί.