Αυτό το διάστημα στο Σύγχρονο Θέατρο παρουσιάζεται η παράσταση “Ριχάρδος III*”, μια ελεύθερη διασκευή του Ανδρέα Φλουράκη στο ομώνυμο έργο του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ. Πρόκειται για ένα ανατρεπτικό ανέβασμα από την ομάδα Anima και τη σκηνοθέτιδα Ρουμπίνη Μοσχοχωρίτη, στο οποίο η ελληνική πραγματικότητα συνομιλεί με το κλασικό θεατρικό έργο. Το κίνημα #metoo, που συντάραξε (και) το χώρο του πολιτισμού πριν λίγα χρόνια, επηρεάζει εδώ τη δραματουργία, και τελικά συντελεί σε ένα εξαιρετικό δείγμα κοινωνικού θεάτρου.

***

-Οι τρεις παράλληλες ιστορίες που εξελίσσονται στη σκηνή του Σύγχρονου Θεάτρου δένουν μεταξύ τους, και αλληλοσυμπληρώνονται. Υπήρξε απαιτητική στη σκηνοθεσία του έργου αυτή η εναλλαγή δραματικών χρόνων;

Πραγματικά υπάρχουν τρεις ιστορίες, που εκτυλίσσονται ταυτόχρονα. Η καθ’εαυτή ιστορία του Ριχάρδου ΙΙΙ του Σαίξπηρ, οι πρόβες του θιάσου και η αφήγηση του ηθοποιού δεκαπέντε χρόνια μετά. Όλες οι ιστορίες ξετυλίγονται μέσα από την μνήμη του άντρα στο τώρα, στην προσπάθειά του να βρει τη δύναμη να μιλήσει για την κακοποίηση, που υπέστη. Όντως ήταν ιδιαιτέρα δύσκολο να βρεθεί μια ενιαία φόρμα σύνδεσης των τριών ιστοριών. Ήταν σαν να έπρεπε να σκηνοθετήσω τρία έργα. Αυτό όμως ήταν και ιδιαίτερα ελκυστικό. Η ιδέα που βρέθηκε και αποδείχτηκε λειτουργική ήταν να τοποθετηθεί σκηνογραφικά ολόκληρη η δράση σε έναν ενιαίο χώρο. Βρισκόμαστε δηλαδή στη σκηνή ενός θεάτρου, που θα ανέβει η παράσταση του συγκεκριμένου Ριχάρδου δεκαπέντε χρόνια πριν, παρακολουθώντας το θίασο να κάνει πρόβες, ενώ ταυτόχρονα γινόμαστε και μάρτυρες των στιγμών, που διαδραματίζονται στα παρασκήνια. Στον ίδιο χώρο θα δούμε και τον άντρα να αφηγείται την περιπέτειά του στη δημοσιογράφο. Με αυτό τον τρόπο εναλλάσσονται το δραματικό θέατρο του Σαίξπηρ, ο ρεαλισμός της πρόβας με το αφηγηματικό θέατρο σε μια άκρως ενδιαφέρουσα σύζευξη.

-Τι έρχεται να τονίσει ο αστερίσκος στον τίτλο;

Ο αστερίσκος στον τίτλο υποδηλώνει ότι δεν πρόκειται να δούμε μόνο το έργο του Σαίξπηρ αλλά κάτι επιπλέον. Η ιδέα ‘του θεάτρου μέσα στο θέατρο’ επαληθεύεται και στον τίτλο, δίνοντας έμφαση στην αναγωγή της συγκεκριμένης ιστορίας στο σήμερα, με την προσθήκη δύο ακόμα ιστοριών. Από την αρχή γίνεται ξεκάθαρο ότι πρόκειται για ελεύθερη διασκευή του ομώνυμου έργου του Σαίξπηρ.

-Η διασκευή του Ανδρέα Φλουράκη χρησιμοποιεί αυτήν την τακτική του Σαίξπηρ με σκοπό να μας “αποκαλύψει” την αθέατη πλευρά του θεατρικού κόσμου. Έτσι, κατορθώνει να καταδείξει την κατάχρηση εξουσίας από τον σκηνοθέτη/θιασάρχη, αλλά και να θίξει (και μάλιστα με χιούμορ) καίρια ζητήματα του κλάδου σας. Στα μάτια σας πώς συνδέονται τα δύο;

Από πολύ νωρίς είχαμε αποφασίσει με τον Ανδρέα να φωτίσουμε το θέμα της κατάχρησης εξουσίας μέσω επίκαιρων αναγωγών και συμβολισμών. Ύστερα από πολλές συζητήσεις και αφού απορρίψαμε πολλά, ο Ανδρέας πρότεινε τη συγκεκριμένη ιδέα, η οποία με ενθουσίασε. Υιοθετήσαμε λοιπόν και σε αυτό το έργο, την τεχνική του ‘θεάτρου μέσα στο θέατρο’, μια όντως πολύ συνηθισμένη τακτική, που χρησιμοποιούσε ο Σαίξπηρ στα έργα του, για να καυτηριάζει με πλάγιο τρόπο τα κακώς κείμενα. Μόνο που αυτή τη φορά ήταν ‘θέατρο μέσα στο θέατρο μέσα στο θέατρο’. Στόχος μας να αναδείξουμε τους μηχανισμούς άσκησης εξουσίας του δυνατού απέναντι στον αδύναμο αλλά και τον κομβικό ρόλο του περίγυρου, που είτε δεν αντιδρά καθόλου, είτε έχοντας παθητική συμπεριφορά μοιάζει να αποδέχεται όσα συμβαίνουν. Η άσκηση βίας μπορεί να συμβεί παντού: στον εργασιακό χώρο, στην οικογένεια, στην κοινωνία, παντού. Σκεφτήκαμε ότι αρχίζοντας από το ‘σπίτι’ μας, δηλαδή το θέατρο, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε με πιο καθαρό τρόπο για όσα συμβαίνουν γύρω μας και να δώσουμε ίσως το παράδειγμα και σε άλλους χώρους.

-Ριχάρδος και Σκηνοθέτης αντιπροσωπεύουν την ανήθικη και διεφθαρμένη εξουσία, και ο Ορέστης Τζιόβας ερμηνεύει συγκλονιστικά και τους δύο. Ποια υπήρξε προσέγγισή σας πάνω στον διπλό αυτό ρόλο;

Ο Ορέστης Τζιόβας είναι ο ιδανικός ερμηνευτής και για τους δύο ρόλους, διότι έχει υποκριτικές ποιότητες, που ταιριάζουν γάντι στο δισυπόστατο-μαυλιστικό χαρακτήρα του Ριχάρδου αλλά και του σκηνοθέτη. Αναφορικά με τα ερεθίσματα που χρησιμοποιήσαμε, για το ρόλο του Ριχάρδου εμπνευστήκαμε από σύγχρονα ερεθίσματα, όπως ο χαρακτήρας του Τζόκερ. Όσων αφορά στο σκηνοθέτη, υπήρξαν πάρα πολλές συζητήσεις με όλους τους ηθοποιούς για χαρακτηριστικά κακοποιητικών συμπεριφορών, κάποια από τα οποία αφομοιώσαμε και χρησιμοποιήσαμε.

-Αν και το #MeToo συγκλόνισε τον θεατρικό κόσμο και στην Ελλάδα, η ανδρική κακοποίηση και σεξουαλική παρενόχληση παραμένουν θέμα ταμπού. Στην παράσταση η μαρτυρία του νεαρού άντρα ολοκληρώνεται, χωρίς να μαθαίνουμε πως εξελίσσεται η υπόθεσή του. Γιατί επιλέχθηκε ένα τέτοιο τέλος;

Νομίζω πως αυτό που αφήνει να εννοηθεί ο συγγραφέας είναι ότι η δημοσιογράφος θα κάνει ότι περνάει από το χέρι της για να βγάλει την ιστορία στο φως την ιστορία του άντρα. Ωστόσο το πιο σημαντικό είναι ότι ο ίδιος βρήκε τη δύναμη να μιλήσει και να βγάλει από μέσα του τον πόνο. Αυτό θα τον οδηγήσει και στο επόμενο στάδιο, που είναι η συμβολική συνάντηση με τον νεαρό εαυτό του, μέσα από ένα όνειρο φωτεινό, παιχνιδιάρικο και εντέλει λυτρωτικό.

-Μου έκανε εντύπωση και ο χρόνος που δίνατε στις σκηνές βίας. Χαρακτηριστικό που σε έκανε ως θεατή να “βαρύνεις” αισθητά.

Ήταν πολύ δύσκολη η απόφαση του πώς να παρουσιαστούν οι σκηνές της αποπλάνησης του νεαρού από τον σκηνοθέτη αλλά και βέβαια η βασική σκηνή της βίας. Γενικά επέλεξα έναν πιο αφαιρετικό ρεαλισμό, αφήνοντας τα πράγματα να συμβαίνουν σε πραγματικούς με κάποιο τρόπο χρόνους. Το ίδιο αποφάσισα και στη σκηνή του βιασμού επιλέγοντας ωστόσο μια κίνηση περισσότερο συμβολική αλλά σε μεγαλύτερη διάρκεια. Ο στόχος μου ήταν να αφήσω το θεατή να ολοκληρώσει με δικές του εικόνες το τι συμβαίνει, ώστε να βιώσει την κατάσταση.

-Θα θέλατε να μας πείτε και για τη συγκλονιστική μουσική του Κώστα Νικολόπουλου και τα λιτά, μα έξυπνα και λειτουργικά σκηνικα και κοστούμια της Χαράς Κονταξάκη;

Ο Κώστας Νικολόπουλος είναι σε όλες τις παραστάσεις μου συνοδοιπόρος και συνεργάτης. Έχουμε κοινό κώδικα, κοινή ματιά και συντονιζόμαστε εύκολα. Την μουσική της έναρξης, την παιδέψαμε λίγο παραπάνω, αλλά βγήκε νομίζω σπουδαία. Τη λατρεύω. Έδωσε το στίγμα της παράστασης. Με την Χαρά Κονταξάκη συνεργαζόμαστε για πρώτη φορά και χρειάστηκε να βρούμε κοινούς τόπους για να ταυτιστούμε σε αυτό το δύσκολο εγχείρημα. Πραγματικά δουλέψαμε σκληρά και εντατικά για να έχουμε ένα καλό αποτέλεσμα και μάλιστα χωρίς πολύ μεγάλο μπάτζετ. Έπονται και άλλα.

-Το ανέβασμά σας, αναδεικνύει τη φράση «αγκαλιά με την απελπισία θα πεθάνεις», ενώ αποδίδει με ανατρεπτικό τρόπο το εμβληματικό αίτημα του Ριχάρδου «Ένα άλογο! Το βασίλειο μου για ένα άλογο!». Διαχρονικά ποια είναι η αγαπημένη σας σαιξπηρική ατάκα, και γιατί;

Μιας και ο Ριχάρδος είναι το αγαπημένο μου έργο, η ατάκα «ένα άλογο, το βασίλειό μου για ένα άλογο» με συγκλονίζει γιατί αυτός ο άνθρωπος, που δεν πιστεύει σε τίποτα και σε κανέναν έρχεται η ώρα που εκλιπαρεί, ζητώντας κάτι που θα τον σώσει. Για πρώτη φορά έχει ανάγκη κάτι. Για πρώτη φορά αισθάνεται ανθρώπινα συναισθήματα. Οπότε για μένα αυτή η φράση είναι τελικά αισιόδοξη γιατί στο τέλος ο καθένας θερίζει αυτό που έχει σπείρει.

Διαβάστε επίσης:

Ριχάρδος III*, σε σκηνοθεσία Ρουμπίνης Μοσχοχωρίτη στο Σύγχρονο Θέατρο