Ο Σίξτο Ροντρίγκεζ (Sixto Rodriguez) ήταν Αμερικανός μουσικός της φολκ και γεννήθηκε στο Ντιτρόιτ του Μίσιγκαν στις 10 Ιουλίου 1942.
Το 1967, χρησιμοποιώντας το όνομα Rod Riguez (ύστερα από υπόδειξη της δισκογραφικής του Impact Records) εξέδωσε το πρώτο του σινγκλ με τίτλο “I’ll Slip Away”. Δεν ηχογράφησε τίποτα για τα επόμενα τρία χρόνια, μέχρι να υπογράψει με τη Sussex Records .Από εκείνο το σημείο και ύστερα χρησιμοποίησε το όνομα Rodriguez για όλες τις καλλιτεχνικές δραστηριότητές του.
Με τη Sussex ηχογράφησε δύο δίσκους, το “Cold Fact”(1970) και το “Coming from Reality” (1971) τον επόμενο χρόνο. Κανένα από τα δύο όμως δεν έκανε παρά ελάχιστες πωλήσεις στις Η.Π.Α., και σύντομα λύθηκε η συνεργασία του με τη Sussex, την εποχή που δούλευε σε έναν τρίτο δίσκο, ο οποίος εν τέλει δεν κυκλοφόρησε ποτέ.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1970, και ενώ ο Ροντρίγκεζ παρέμενε σχετικά άγνωστος στην πατρίδα του, τα τραγούδια του αποκτούσαν σταδιακά περισσότερο χρόνο στα ραδιόφωνα της Αυστραλίας, της Νέας Ζηλανδίας, της Μποτσουάνα, της Ζιμπάμπουε και της Νότιας Αφρικής.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Η δισκογραφική Blue Goose Music αγόρασε τα δικαιώματα των δίσκων του για την Αυστραλία και εξέδωσε τα δύο άλμπουμ, καθώς και μία συλλογή με τίτλο “At His Best” (1977). Σε αυτήν περιέχονταν, εκτός από τις γνωστές επιτυχίες του, ανέκδοτες ηχογραφήσεις από το 1973 – το “Can’t Get Away”, μία επανηχογράφηση του πρώτου του κομματιού “I’ll Slip Away”, όπως επίσης και το “Street Boy”.
Πολύ συχνά τον συνέκριναν με τους σύγχρονούς του, Μπομπ Ντίλαν (Bob Dylan) και Κατ Στίβενς (Cat Stevens). Ορισμένα τραγούδια του μετατράπηκαν σε αντικαθεστωτικούς ύμνους στη Νότια Αφρική, όπου επηρέασε αρκετούς καλλιτέχνες οι οποίοι αντιτίθενται στο Απαρτχάιντ. Το ’91, κυκλοφόρησαν για πρώτη φορά και τα δύο άλμπουμ του σε CD στη Νότια Αφρική, συντηρώντας την αναγνωρισιμότητά του. Παρ’ όλα αυτά, ελάχιστες λεπτομέρειες της ζωής του καλλιτέχνη είχαν γίνει γνωστές στους φαν του και κυκλοφορούσε η φημολογία ότι ο Ροντρίγκεζ είχε αυτοκτονήσει στη διάρκεια μιας συναυλίας του, στη δεκαετία του ’70.
Μέχρι και το 1997, αγνοούσε την επιτυχία και τη σημαντικότητα των τραγουδιών του στη χώρα της Αφρικής. Αφού έμαθε για την επιτυχία του εκεί, ξεκίνησε για την πρώτη νοτιοαφρικανική περιοδεία, η οποία περιλάμβανε έξι συναυλίες ενώπιον χιλιάδων οπαδών του. Το κρατικό τηλεοπτικό κανάλι της χώρας, μετέδωσε το 2021 το ντοκιμαντέρ “Dead Men Don’t Tour: Rodriguez in South Africa 1998”.
Τη δεκαετία του 1990 ορισμένοι Νοτιοαφρικανοί φαν του, κατάφεραν μετά από μακροχρόνιες έρευνες να τον εντοπίσουν και να επικοινωνήσουν μαζί του, γεγονός το οποίο οδήγησε σε μια αναπάντεχη αναγέννηση της μουσικής του καριέρας. Αυτή η αναζήτηση περιγράφεται στο βραβευμένο με Βραβείο Όσκαρ ντοκιμαντέρ “Αναζητώντας τον Sugar Man” ( Searching for Sugar Man, 2013) σε σκηνοθεσία του Σουηδού Μάλικ Μπεντζελούλ (Malik Bendjelloul).
Επιπλέον των συναυλιών σε Αυστραλία, Νότια Αφρική και Νέα Ζηλανδία , η περιοδεία του το 2013 περιλάμβανε μερικές από τις πιο αξιοσημείωτες εμφανίσεις του , όπως έναν μήνα εμφανίσεων στο ιστορικό Beacon Theatre της Νέας Υόρκης. Επίσης έπαιξε στο περίφημο Φεστιβάλ Γκλάστονμπερι (2013) στην Αγγλία και τον ίδιο χρόνο άνοιξε το φημισμένο Montreux Jazz Festival.
Σύμφωνα με ανακοίνωση στον επίσημο ιστότοπο του απεβίωσε στις 8 Αυγούστου 2023 σε ηλικία 81 ετών.
Πηγές: sugarman.org, Wikipedia.org
Photo Credit: Στιγμιότυπο από το βίντεο “Rodriguez Live at AB – Ancienne Belgique”, AB – Ancienne Belgique via YouTube