Το σκοπούμενον της διηγήσεώς μου είναι η γραπτή « διάσωσις » μιας « σημαδιακής » δι’ εμέ αναμνήσεως, τουτέστιν μιας συναντήσεως η οποία είχεν απωθηθεί εις το έσχατον περιθώριον της μνήμης κινδυνεύουσα να καλυφθή υπό του πέπλου της λήθης, αλλά τελευταίως η ισχύς της σημασίας της την επαναφέρει πεισματικώς εις την επιφάνειαν και είναι ως επιμόνως να μου ζητή να την αποτυπώσω γραπτώς. Ούτως θα επιδοθώ εις την μετ’ αναπολήσεως περιγραφήν της δια της ανακλήσεως του χρόνου, των προσώπων και των περιστατικών, επικουρούμενος υπό της υπερεντάσεως της μνήμης. Πρόκειται περί του ιστορικού μιας μικράς εις χρόνον αλλά μακράς εις έντασιν αισθημάτων διαδρομής, ενός συντόμου αλλά μοιραίου οδοιπορικού εις την Πόλιν.
O ποιητής Κ.Π. Καβάφης αποφασίζει σε ώριμη ηλικία να αφηγηθεί αναλυτικά υπό τύπον απομνημονευτικού πεζογραφήματος –ασκούμενος παράλληλα στην καθαρεύουσα–, ανακαλώντας από τα βάθη της μνήμης του, την ιστορία ενός σύντομου αλλά μοιραίου για τον ίδιο οδοιπορικού, την εποχή της διαμονής του στο σπίτι του παππού του στο βοσπορινό Νιχωράκι. Ο ίδιος είναι δεκαεννέα ετών, ο περίπατος διαρκεί λιγότερο από μία ώρα και αντιστοιχεί στην απόσταση από τα τελωνεία του Καράκιοϊ μέχρι την απέναντι παραλία του Εμίνονου δια μέσου της γέφυρας του Γαλατά.
Ο αυτοαναφορικός μονόλογος παρακολουθεί τις σκέψεις και τα συναισθήματα που γεννιούνται στον νεαρό Κωνσταντίνο, τόσο από την ακαταμάχητη γοητεία που του ασκεί η παρουσία του συνομηλίκου του Ανατολίτη συνοδοιπόρου του, προκαλώντας την ερωτική του αφύπνιση, όσο, δευτερευόντως, και από τους μύθους αλλά και τη ζωή της Πόλης απ’ την οποία το γένος του εξ ολοκλήρου κατάγεται και στη σαγήνη της οποίας είχε εκείνο τον καιρό παραδοθεί.
Ο Θωμάς Κοροβίνης στο αφήγημα αυτό επιδίδεται σε μια πολύ ενδιαφέρουσα άσκηση στο ύφος του Καβάφη, πράγμα που επιχείρησε παλιότερα με τον Παπαδιαμάντη ( Το αγγελόκρουσμα – Η τελευταία νύχτα του κυρ-Αλέξανδρου – Άγρα 2012) και με τον Βιζυηνό (Το πρώτο φιλί – Ένα απόγευμα του Γιωργάκη Βιζυηνού στο χαρέμι του Αμπντουλαζίζ – Άγρα, 2015).
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Ο Θωμάς Κοροβίνης, φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση, έζησε για μια οχταετία στην Κωνσταντινούπολη. Εδώ και χρόνια ερευνά πτυχές του ελληνικού και του τουρκικού λαϊκού πολιτισμού καθώς και τις σχέσεις μεταξύ τους. Συνεργάζεται με διάφορα περιοδικά πολιτιστικού προσανατολισμού.
Έγραψε τα βιβλία : Τουρκικές παροιμίες (Άγρα, 1993), Κανάλ ντ’ Αμούρ (Άγρα, 1996), Τα πρόσωπα της Σωτηρίας Μπέλλου, Φαχισέ Τσίκα (Άγρα, 1998), Σκανδαλιστικές και βωμολοχικές ελληνικές παροιμίες ( Άγρα, 2009), Κωνσταντινούπολη. Λογοτεχνική ανθολογία, Τούρκοι ποιητές υμνούν την Κωνσταντινούπολη, Ο Μάρκος στο χαρέμι, Το χτικιό της Άνω Τούμπας, Τρία ζεϊμπέκικα και ένα ποίημα για τον Γιώργο Κούδα, Οι Ασίκηδες. Εισαγωγή και ανθολογία της τουρκικής λαϊκής ποίησης από τον 13ο αιώνα μέχρι σήμερα, Οι Ζεϊμπέκοι της Μικράς Ασίας (Άγρα, 2005), Αφιέρωμα στον Στέλιο Καζαντζίδη, Θεσσαλονίκη 2005 – Ρεπορτάζ – Στον αδελφό Γιώργο Ιωάννου που λείπει 20 χρόνια στην καταπακτή, Σμύρνη, μια πόλη στη λογοτεχνία, Όμορφη Νύχτα. Χρονογραφία-μυθιστόρημα για 20 χρόνια λαϊκού τραγουδιού στη Θεσσαλονίκη [1985-2005] (Άγρα, 2008), Ο Καραγκιόζης λαϊκός τραγουδιστής (Άγρα, 2009), Ο γύρος του θανάτου (Άγρα, 2010), Θεσσαλονίκη 1912-2012. Μέσα στα στενά σου τα σοκάκια, Το αγγελόκρουσμα – Η τελευταία νύχτα του κυρ-Αλέξανδρου (Άγρα, 2012), ’55 (Άγρα, 2012), Τ’ αγαπημένα – ποιήματα και πεζά, Τι πάθος ατελείωτο (Άγρα, 2014), Το πρώτο φιλί (Άγρα, 2015), Ο κατάδεσμος (Άγρα, 2016). Το 1995 τιμήθηκε με το βραβείο Ιπεκτσί. Για το μυθιστόρημά του Ο γύρος του θανάτου τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος 2011, ενώ για το ’55 τιμήθηκε με το βραβείο «Νίκος Θέμελης» 2013.
Είναι συνθέτης, στιχουργός και ερμηνευτής λαϊκών τραγουδιών.
Δισκογραφία: Από έβενο κι αχάτη, Φουζουλή: Λεϊλά και Μετζνούν, Τακίμια, Το κελί.
Συχνά παρουσιάζει συναυλίες με το δικό του ρεπερτόριο η με θέματα του ρεμπέτικου και του λαϊκού τραγουδιού.