Το πιο δύσκολο στις περιπτώσεις που δένεσαι με ένα βιβλίο είναι να το αναλύσεις αντικειμενικά. Έπειτα, συνειδητοποιείς…
Της Ελισάβετ Σπαντιδάκη
ότι γράφεις για να το αξιολογήσεις σύμφωνα με την προσωπική σου άποψη, οπότε η αντικειμενικότητα, όπως και σε όλα άλλωστε, είναι υποκειμενική. Παρ’ όλ’ αυτά, όταν έχεις μπρος σου ένα κείμενο με τη γλώσσα, τη δομή και τα υποστρώματα που έχει η «Χορεύτρια του Διαβόλου» η αντικειμενικότητα δουλεύει με το μέρος σου.
Μία ιστορία που ξεκινά το 1908 και διατρέχει όλον τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η ιστορία ενός κατασκόπου, ή δύο. Ο Τζον Γκίμπονς δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά ένας επίδοξος συγγραφέας με εμμονή με τον Νέλσον. Ο Γκίμπονς εργάζεται στην Αμερικάνικη Πρεσβεία της Κωνσταντινούπολης και διαχειρίζεται τον προγραμματισμό των φιλολογικών εκδηλώσεων. Γνωρίζει τυχαία στο Μαριμπάρ την Νταλμόν Σολάνζ, την επονομαζόμενη «χορεύτρια του διαβόλου». Η κοινωνία τη θεωρεί μία έκφυλη που χορεύει γυμνή και κουβαλά την αρρώστια [μία και μοναδική τότε, φυματίωση]. Ο θρύλος της Σολάνζ είναι παντού, ακούγεται ότι έχει εραστές που κινούν γη και ουρανό, η ομορφιά της είναι κόσμου αλλουνού κι ο Γκίμπονς ερωτεύεται. Όχι τόσο την αύρα της τρανής αυτής γυναίκας, όσο τον άνθρωπο πίσω απ’ το περίβλημα της φήμης: τον άνθρωπο που του συστήνει με απλότητα τον «Μόμπι Ντικ» και τον θαυμάζει αρκετά για να πιστεύει ότι θα γίνει ένας από τους σπουδαιότερους συγγραφείς της εποχής τους. Η Σολάνζ όμως, είναι ο θάνατός του. Εξαιτίας της θα πέσει στη φωτιά και θα καεί για να τη σώσει. Παραδόξως όμως, με τη σειρά του, σώζεται από ένα παιδί, τον Χέρμαν Αουφμαν. Έτσι, ο Γκίμπονς γνωρίζει τον Φρίντριχ Άουφμαν, τον άνθρωπο που θα του αποκαλύψει την αλήθεια για την Νταλμόν Σολάνζ και θα τον οδηγήσει σε μία νέα, καλύτερη ζωή.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Η Σολάνζ Νταλμόν είναι κατάσκοπος. Κατάσκοπος που άφησε πίσω της το Τάγμα των Σκιών και τον Μέγα Μάγιστρο παίρνει θέση με την άλλη μεριά. Άρα πρέπει να εξολοθρευτεί. Εξαιτίας της θα κινδυνεύσει η ζωή του Γκίμπονς. Η αχαριστία της θα τον τυφλώσει, η αδιαφορία της θα σμιλεύσει την πανοπλία του και θα δεχτεί κι εκείνος να γίνει κατάσκοπος, να γίνει ο μεσάζων του θανάτου της. Έτσι ο Τζόζεφ Φρήμαν στην πραγματικότητα, αποκτά νέα ταυτότητα, γίνεται ο Τζον Γκίμπονς και θα φροντίσει το σχέδιο δολοφονίας της Σολάνζ και του εραστή της και διάσημου συγγραφέα Τσαρλς Γουίλμπορν. Ποτέ δεν υπήρξε άλλος λύκος τόσο κομψά μεταμφιεσμένος σε πρόβατο… Κάμποσα χρόνια μετά, θα την δει τυχαία στο δρόμο, και οι ερινύες θα γίνουν μόνιμοι σύντροφοί του.
Ο Στέφανος Δάνδολος δε γράφει απλώς ένα μυθιστόρημα με ιστορικό φόντο. Ο Στέφανος Δάνδολος γράφει ένα επικό μυθιστόρημα εποχής με πρόσωπα της πολιτικής και πολιτιστικής σκηνής να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Οι ήρωές του εμπλέκονται ενεργά στις καταστάσεις, έχουν ξεκάθαρες στάσεις απέναντι στα πολιτικά φρονήματα που κυριαρχούν στον κόσμο εκείνο το διάστημα στον κόσμο και μας παραδίδει μία ολόκληρη εποχή από μία πολιτική σκοπιά που –τι άλλο;- παραλληλίζεται με το σήμερα. Η Ευρώπη και οι πολιτικές δυνάμεις της εποχής αντικατοπτρίζουν το ακριβές σήμερα, του 2013, επιβεβαιώνοντάς μας μέσα από το μυθιστόρημα ότι δεν υπάρχει κανείς άλλος που να κυριαρχεί στον κόσμο πέρα από τους ολίγους, τους εκλεκτούς και το σχέδιο που εξυπηρετείται είναι πάντα ένα. Στο διάβα τους παίρνουν και τιμή, και έρωτα, και εθνικότητα και τα πάντα. Οι χώρες δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά πιόνια, οι εθνικότητες δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά ταμπέλες που προσδιορίζουν την πολιτική σου παράταξη και τέλος, τα έθνη, τα κράτη, δεν έχουν καμία απολύτως αξία μπροστά στο ένα και μοναδικό, το χρήμα.
Η Ελλάδα του 1936 έχει ενεργό ρόλο στο μυθιστόρημα κι ας μην είναι η κύρια χώρα στην οποία εξελίσσεται η πλοκή. Περαστική απλώς, κάνει την ιστορία της σημείο αναφοράς ανά περιόδους. Είναι το παράδειγμα προς αποφυγή, το παράδειγμα και το θύμα μιας κάστας ανθρώπων, ελάχιστων στον αριθμό που διοικούν τις τράπεζες. Άρα τον κόσμο. Στο μυθιστόρημα, ο συγγραφέας εμφανίζει τον Αδόλφο Χίτλερ εξίσου θυματοποιημένο, ένα πιόνι που έχει τον κατάλληλο χαρακτήρα για να παίξει τον ρόλο που θα παίξει ιστορικά. Ο Γκίμπονς γίνεται εν αγνοία του ενεργό μέλος της οργάνωσης αυτής, εν αγνοία του γίνεται η δίοδος που επιτρέπει στον ναζισμό όχι μόνο να κυριαρχήσει αλλά και να αποκτήσει πρόσωπο, φιλοσοφία, εικόνα, ενώ η φράση της μητέρας του παίζει συνέχεια μέσα στο κεφάλι του: Κάθε άνθρωπος είναι οι αμαρτίες του. Προσπαθήστε να τον συγχωρήσετε.
Φαινομενικά, νομίζεις όσο διαβάζεις ότι όλο το θέμα είναι ο ανεκπλήρωτος έρωτας του Γκίμπονς προς την Σολάνζ, η εκδίκησή του για τις περιπέτειες στις οποίες τον υπέβαλε. Δεν είναι έτσι όμως. Ο συγγραφέας διαλέγει την κατάλληλη χρονική περίοδο που αναλύει την ιστορία της Ευρώπης [κι όχι μόνο], τον πόλεμο που σημάδεψε τον κόσμο και εγκιβωτίζει την ιστορία της Ελλάδας χωρίς να εντοπίζεις κάποια θέση. Αυτό είναι που κάνει και την δική του άποψη να αποκτά φωνή. Δε διαβάζεις ενδιάμεσα από τις γραμμές, δεν ψάχνεις «πού μπορεί να το πηγαίνει», ακούς απλώς τη σιωπή του, μια σιωπή που η αλήθεια μέσα σε όλους μας μας κάνει να βλέπουμε αυτά που ξέρουμε και δεν μπορούμε ποτέ να αποδείξουμε. Μόνο που ο Στ. Δάνδολος καταφέρνει να σκιαγραφήσει κι έναν ολόκληρο πολιτισμό. Από το μυθιστόρημά του παρελαύνουν όλα τα ονόματα της εποχής, άλλα με ενεργό ρόλο, άλλα μέσα από αναφορές και άλλα μέσα από το πλαίσιο της εποχής. Στήνει τη σκακιέρα του και αναπαριστά τα πολιτικά παρασκήνια δίνοντας το ρόλο του καθένα στο κατάλληλο πιόνι. Με εγκέφαλο έναν και μοναδικό. Τον προφανή.
Αυτό που αντιλαμβάνεσαι από το μυθιστόρημα του Στέφανου Δάνδολου είναι ότι έχει πολλά υποστρώματα και το καθένα τους διαθλούνται σε πολλαπλές πτυχές της ανθρώπινης ψυχολογίας, όχι μεμονωμένα μόνο αλλά και συλλογικά. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί τα υλικά του έτσι που όχι μόνο το αποτέλεσμα είναι ισορροπημένο αλλά προδίδει πολλά περισσότερα από τον εαυτό του απ’ ό,τι θα μπορούσε κανείς να πιστέψει. Χρησιμοποιεί έναν καθρέφτη προς τα πρόσωπα και την πολιτική κατάσταση που το είδωλό του ανακλάται στο σήμερα και βλέπεις πώς αυτή η Ιστορία δεν παύει ποτέ να επαναλαμβάνεται.
Το σημαντικότερο όμως είναι ένα. Δεν είναι ούτε οι ερμηνείες, ούτε οι πολλαπλέςαναγνώσεις, ούτε τα νοήματα πίσω από τις λέξεις. Το σημαντικότερο είναι το ίδιο το μυθιστόρημα. Με άρτια γλώσσα και ειδικευμένη προσέγγιση, σε κάνει να αναρωτιέσαι αν αυτό που διαβάζεις είναι μετάφραση. Όχι, δεν είναι. Υπενθυμίζεις συνεχώς στον εαυτό σου ότι είναι Έλληνας ο συγγραφέας. Τεχνική δουλεμένη για να έχει το πιο κρυστάλλινο και διάφανο αποτέλεσμα που είναι πιθανό και χαρακτήρες που δεν αποκλίνουν από την αρτιότητά τους στο παραμικρό. Δύσκολα συναντά κανείς τέτοια συγγραφική δεινότητα. Δύσκολα διαβάζεται ένα τέτοιο μυθιστόρημα χωρίς προκατάληψη, γιατί άλλωστε, πώς ένας Έλληνας είναι ικανός να γράφει σαν Βρετανός του προηγούμενου αιώνα. Κι όμως, είναι. Με αναγνώσματα που προδίδονται μέσα από την πλοκή, εκφράσεις που καταλαβαίνεις πόσες ώρες μελέτης έχουν πέσει πίσω από την κάθε αράδα, πριν από την κάθε πιθανή έκφραση των ηρώων του.
Τελειώνοντας δεν έχεις αντιληφθεί πλήρως σε τι κόσμο, σε ποια εποχή σε έχει φέρει μέσα από την ιστορία του. Ζεις στο μεταίχμιο ακόμα. Κι όσο περνά ο χρόνος, το μυθιστόρημα γιγαντώνεται μέσα σου, αποκτά την αληθινή του διάσταση και καταλαβαίνεις πως κάθε πιθανός χαρακτηρισμός, δεν είναι αρκετός για να το πλαισιώσει.
* Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός στις 07/02/2013