Ο Σταμάτης Φασουλής μας μιλάει για την δημιουργία του έργου Σκηνοβάτες, το οποίο παρουσιάζει με το Εθνικό Θέατρο στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου στο πλαίσιο του Ελληνικού Φεστιβάλ. Πρόκειται για μια παράσταση για το χθες και το σήμερα, την οποία πλαισιώνει μια ομάδα εξαιρετικών ηθοποιών.
Συνέντευξη στη Μαρία Κωφίδου
Culturenow: Πότε και πως γεννήθηκε η ιδέα για την παράσταση Σκηνοβάτες;
Σταμάτης Φασούλης: Όλα ξεκίνησαν πριν έξι χρόνια. Είδα μια επιγραφή του 2ου με 3ου αιώνα μ.Χ στο Ασκληπιείο που αναφερόταν σε μία γυναίκα την Απολλωνία από τις Συρακούσες, η οποία έλαβε διάκριση στους θεατρικούς αγώνες. Με αφορμή αυτή την επιγραφή ξεκίνησα να αναζητώ πώς αυτή η γυναίκα βρέθηκε στην Κω από τις Συρακούσες και έλαβε διάκριση σε μία περίοδο που η Ρώμη κατέρρεε. Έτσι ξεδιπλώθηκε μια ολόκληρη ιστορία με πρωταγωνιστές τους εναπομείναντες ηθοποιούς, χορευτές, αθλητές, μία ομάδα από ανομοιογενείς «καλλιτέχνες», που με προσωπική πρωτοβουλία έκαναν περιοδεία και διοργάνωναν θεατρικούς αγώνες με ευτελή μέσα, εφόσον τα δημόσια θεάματα είχαν περιοριστεί λόγω των οικονομικών συνθηκών. Οι παραστάσεις περιείχαν αποσπασματικές σκηνές από διάφορους τραγικούς, από ιλαροτραγωδίες, οι οποίες σατίριζαν τα τραγικά έργα -αυτά φυσικά δε σώζονται, τα γράψαμε από την αρχή- από τραγωδίες και κωμωδίες Ελλήνων και Ρωμαίων ποιητών, ύμνοι και χορικά, μίμους καθώς και αθλοπαιδίες και ακροβατικά τα οποία τα μεταφέραμε στο σήμερα και συνθέτουν ένα ετερόκλητο, πολύχρωμο και γοητευτικό κολάζ. Ήταν μια σκέψη που γεννήθηκε πριν έξι χρόνια και ουσιαστικά μορφώθηκε σε παράσταση πέρυσι το καλοκαίρι όταν μου πρότεινε ο Γιάννης Χουβαρδάς να ανεβάσουμε μία κωμωδία και του είπα ότι θα προτιμούσα να ανεβάσουμε αυτό το έργο. Του άρεσε το έργο και έτσι προχωρήσαμε.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
C. N.: Πως προέκυψε ο τίτλος «Σκηνοβάτες» και γιατί επιλέξατε ως υπότιτλο τον στίχο «… των ημερών μας αναμνήσεις κλαιν και αισθήματα…» από το ποίημα του Καβάφη «Τρώες»;
Σ. Φ.: Σκηνοβάτες είναι όλοι αυτοί που πατούν επί σκηνής. Έχει διττή έννοια, του βαίνω και του βατώ. Όσο για το «… των ημερών μας αναμνήσεις κλαιν και αισθήματα…» είναι η αίσθηση που έχει ο Καβάφης για την ιστορία που αν την είχαμε και εμείς κάτι καλύτερο θα γινόταν σίγουρα. Την ιστορία δεν την βλέπει σαν ένα ψυχρό γεγονός, σαν ημερομηνίες, αλλά σαν ένα αίσθημα που διατρέχει το χρόνο. Σαν έναν καφέ όπου συνομιλεί η μία εποχή με την άλλη.
C. N.: Αναφερόμενος στην ιστορία της γέννησης του έργου μιλήσατε για την κατάρρευση και τα ευτελή μέσα που διέθεταν τότε οι ηθοποιοί. Βρίσκετε ομοιότητες μεταξύ εκείνης της εποχής και της σημερινής;
Σ. Φ.: Φυσικά υπάρχουν πολλές ομοιότητες, όπως και πολλά στοιχεία που τις διαχωρίζουν. Όποιο έργο ανεβαίνει πια δε μπορεί να μην έχει σχέση με την εποχή που διανύουμε. Τα budgets έχουν μειωθεί πάρα πολύ και από την άλλη μεριά υπάρχουν και πολλές δυσκολίες σχετικά με τις επιχορηγήσεις. Και αυτό το έργο δημιουργήθηκε κάτω από μια αγωνία που προσπάθησα και τα κατάφερα να μείνει απ’ έξω. Πώς; Έκανα κάτι σκληρό. Έκλεινα την «ασφάλεια», αν και ποτέ δε θαύμαζα τους ανθρώπους που δεν τους ενδιέφερε τι γινόταν γύρω τους και έκαναν τη δουλειά τους. Είναι όμως από αυτά τα επίκτητα στοιχεία στο πέρασμα των χρόνων που δηλώνουν μια σκληρότητα αλλά σε κάνουν και πιο τρυφερό με τη δουλειά σου.
C. N.: Πιστεύετε ότι οι καλλιτέχνες πρέπει να δηλώνουν την άποψή τους και την πολιτική τους οντότητα;
Σ. Φ.: Είτε το θέλουμε είτε όχι αυτή η άποψη εκφράζεται σε κάθε παράσταση. Όταν τη βλέπεις ξέρεις τι εκφράζει και που ανήκει. Δε χρειάζεται να το δηλώνουμε κιόλας. Αν το ίδιο το έργο δε μπορεί να κοινωνήσει τι λέει απέναντι στην πολιτική, στην θρησκεία, στο σεξ, στον έρωτα, στη χυδαιότητα, τότε δε μιλάμε για έργο.
C. N.: Πρόσφατα σε μία συνέντευξη σας είπατε ότι «το μεγάλο φαγοπότι θα το πληρώσουν αυτοί που δεν έφταιξαν».
Σ. Φ.: Ναι και εννοούσα τους συνταξιούχους γιατί είναι οι μόνοι άνθρωποι που δεν έχουν φταίξει και τελικά την πλήρωσαν αυτοί. Ένας συνταξιούχος τι μέλλον έχει σ’ αυτή τη ζωή από το να παίρνει μόνο τα φάρμακα του; Και τώρα, μετά από τόσα χρόνια που έχουν πληρώσει δε μπορούν να πάρουν τη σύνταξή τους.
C. N.: Η τέχνη του Θεάτρου πιστεύετε ότι πληρώνει το τίμημα της κρίσης ακριβά;
Σ. Φ.: Νομίζω πως ναι σε επίπεδο παραγωγής, αλλά η τέχνη του θεάτρου δε θέλει και πολλά πράγματα, έναν ηθοποιό και γύρω γύρω καρέκλες. Δε θα πάθουμε και τίποτα αν καταργηθούν τα μεγάλα θεάματα. Αυτό ίσως ήταν και το λάθος. Ο κόσμος έχασε την εμπιστοσύνη του στο θέατρο γιατί το θέατρο έχει συνυφανθεί με το θέαμα. Όλοι την πατήσαμε, όλοι νομίσαμε κάποια στιγμή ότι όλα είναι ωραία και καλά και ό,τι αγωνία και να είχαμε, το βράδυ την διώχναμε για να μπορέσουμε να κοιμηθούμε.
C. N.: Τα επόμενα σας σχέδια;
Σ. Φ.: Μετά την Επίδαυρο θα ανεβάσω «το Τρίτο Στεφάνι» με το Εθνικό στο Παλλάς, «Το ελιξίριο του Έρωτα» στην Εθνική λυρική σκηνή και το «Κόκκινο» στο Χορν.