Ο Στέφανος Θωμόπουλος, ένας νέος άνθρωπος, εξαιρετικά ταλαντούχος σολίστ του πιάνου, με σημαντικές σπουδές, συνεργασίες και εμφανίσεις, εντυπωσιακές κριτικές και βραβεύσεις διεθνώς θα δώσει την ευκαιρία σε όσους βρεθούν στη Χαλκιδική στις 26 Αυγούστου να απολαύσουν μια πραγματικά μαγική βραδιά στο Φεστιβάλ της Σάνης. Λίγες ημέρες πριν τη συγκεκριμένη εμφάνιση, μας απάντησε – από τη Γαλλία όπου ζει και διαπρέπει – στις ερωτήσεις μας για την τέχνη του, τα άμεσα σχέδιά του και φυσικά τον Ιάννη Ξενάκη στο έργο του οποίου επικεντρώνεται η δουλειά του την τελευταία περίοδο.
Συνέντευξη στη Μαριάννα Παπάκη
Culturenow.gr: Στις αρχές του Ιούνη σας άκουσα στο αφιέρωμα του Φεστιβάλ Αθηνών στον Ιάννη Ξενάκη, όπου συμμετείχατε ως σολίστ σε μία βραδιά με τους καταπληκτικούς Arditti Quartet. Θα μου επιτρέψετε να πω πως εντυπωσιάστηκα και συγκινήθηκα από την ερμηνεία σας. Πότε ξεκινά λοιπόν η ανάγκη σας για τη μουσική και συγκεκριμένα για το πιάνο;
Στέφανος Θωμόπουλος: Χαίρομαι πολύ που σας άρεσε η συναυλία στο Φεστιβάλ Αθηνών. Για μένα ήταν μεγάλη τιμή και εμπειρία να έχω την ευκαιρία να παίξω με τόσο λαμπρούς μουσικούς. Το κουαρτέτο Arditti είναι αναφορά εδώ και σχεδόν σαράντα χρόνια στη σκηνή της σύγχρονης μουσικής, και ο Ξενάκης έχει συνθέσει τα περισσότερα έργα του για έγχορδα, γι’ αυτούς. Οπότε καταλαβαίνετε πόσο πολύτιμο ήταν το να συνεργαστώ μαζί τους, τη στιγμή που η δουλειά μου αυτόν τον καιρό επικεντρώνεται στο έργο του Ξενάκη.
Ξεκίνησα να παίζω πιάνο στα εφτά μου, και από την αρχή ήταν κάτι που πήρε πολύ σημαντική θέση στη ζωή μου. Μετά τα πράγματα ήρθαν από μόνα τους, σιγά σιγά…
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Cul.N.: Γνωρίζατε από την πρώτη στιγμή που αρχίσατε μαθήματα πιάνου ότι θα ασχοληθείτε με αυτό επαγγελματικά ή πέρασαν και άλλες σκέψεις από το μυαλό σας;
Σ.Θ.: Πιστεύω ότι είναι δύσκολο ένα παιδί εφτά χρονών να είναι από την αρχή συνειδητοποιημένο για μία επαγγελματική κατεύθυνση σε αυτό που κάνει. Δεν ήξερα καλά καλά περί τίνος πρόκειται. Από εκεί και πέρα όσο μεγάλωνα τα πράγματα ήρθαν αρκετά φυσικά, πιστεύω ότι δεν υπήρξε καν μία συγκεκριμένη στιγμή που τελικά αποφάσισα ότι στη ζωή μου θα έκανα τη μουσική το επάγγελμά μου. Απλά συνέβη. Σε αυτό βοήθησε βέβαια και η οικογένεια μου, που με υποστήριξε σε όλη μου την πορεία. Οι αμφιβολίες ήρθαν πολύ αργότερα, γιατί σαν ενήλικες αρχίζουμε και σκεφτόμαστε τα πράγματα από διαφορετικές πλευρές. Αλλά εδώ και πολλά χρόνια είμαι σίγουρος για την επιλογή μου, δε νομίζω ότι θα μπορούσα να κάνω κάτι άλλο.
Cul.N.: Η «σχέση» σας με τη μουσική του Ξενάκη πότε και πώς γεννήθηκε; Σας κατηύθυνε-συμβούλεψε κάποιος δάσκαλος ;
Σ.Θ.: Ο Ξενάκης είναι ένας συνθέτης που είναι πολύ γνωστός και σεβαστός στη Γαλλία, οπότε ήταν λογικό πως όταν ήρθα εδώ να κάνω τις σπουδές μου στο Conservatoire του Παρισιού, πολλοί με συμβούλεψαν να ασχοληθώ με τη μουσική του επειδή ήμουν Έλληνας και οι Έλληνες ήμασταν πάντα λίγοι εδώ. Αυτή που επέμεινε περισσότερο ήταν η τότε δασκάλα μου Marie Françoise Bucquet, μία εξαιρετική πιανίστα και παιδαγωγός, η οποία ήταν στο στενό καλλιτεχνικό και δημιουργικό κύκλο του Ξενάκη, και είχε παίξει όλα του τα έργα. Άλλωστε, η «Ευρυάλη» που ακούσατε στη συναυλία είναι αφιερωμένη σε αυτήν, αυτή ήταν η πρώτη που την έπαιξε. Και χάρη σε αυτή μπόρεσα να μπω στο κόσμο του Ξενάκη και να καταλάβω πως παίζεται αυτή η μουσική, για την οποία η πρόσβαση μπορεί να είναι δύσκολη, λόγω της ιδιαιτερότητας, όχι μόνο της μουσικής, αλλά και της πιανιστικής της γλώσσας.
Cul.N.: Στη σκηνή η «επαφή» σας με τον συγκεκριμένο συνθέτη (σ.σ.: Ξενάκη) μοιάζει αβίαστη. Εσείς πώς εισπράττετε τη μουσική του; Τι είναι για εσάς ο Ξενάκης ως κεφάλαιο στη μουσική αλλά και ως προσωπικότητα;
Σ.Θ.: Μπορεί τώρα η επαφή μου να φαίνεται αβίαστη, αλλά σας διαβεβαιώ ότι όταν ξεκίνησα να ασχολούμαι με τη μουσική του Ξενάκη, τα πράγματα ήταν πολύ πιο πολύπλοκα. Ο Ξενάκης με το έργο του δε δημιούργησε μόνο μία καινούργια μουσική γλώσσα – ή ίσως καλύτερα θα ήταν να πούμε ένα καινούργιο τρόπο για να δημιουργεί και να οργανώνει τους ήχους, τον όρο γλώσσα τον αρνιόταν- αλλά επίσης και μία ολότελα καινούργια οργανική τεχνική, η οποία απαιτεί από τον ερμηνευτή να βάλει στο πλάι όσα ξέρει για το όργανό του και να επαναπροσδιορίσει τους τρόπους με τους οποίους το προσεγγίζει, να αναπτύξει καινούργια ρεφλέξ, καινούργιες τεχνικές.
Θυμάμαι όταν ξεκίνησα να παίζω την «Έρμα» πριν δέκα χρόνια, το πρώτο έργο του Ξενάκη που πλησίασα, για πολλούς μήνες νόμιζα ότι δεν πρόκειται ποτέ να τα καταφέρω. Ώσπου κάποια στιγμή γίνεται ένα είδος “ντεκλίκ” και το κομμάτι αρχίζει να ζει μέσα σου, και να παίζει σχεδόν από μόνο του. Η μουσική του Ξενάκη ωθεί τον ερμηνευτή στα άκρα, πράγμα που τον κάνει να υπερβεί τον εαυτό του και να κάνει πράγματα τα οποία ούτε μπορούσε να φανταστεί. Είναι ένα είδος έκστασης.
Στη μουσική ο Ξενάκης είναι ένας από αυτούς (αν όχι Ο ένας) που γύρισε τη σελίδα της σειριακής μουσικής που είχε γίνει ένα από τα πιο σημαντικά κεφάλαια της καινούργιας μουσικής. Πέρα από αυτό όμως, και πέρα από το αν τελικά η μουσική του Ξενάκη αρέσει ακόμη ή θα συνεχίσει να ακούγεται στο μέλλον (η μαζική επιστροφή στη μουσική του τα τελευταία χρόνια δείχνει πως μάλλον ναι…), ο Ξενάκης υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους φιλόσοφους και στοχαστές της μουσικής και γενικώς της τέχνης στον 20 αιώνα. Και αν και λένε ότι υπήρξε ένα «μοναχικό αστέρι» στο μουσικό στερέωμα, η μουσική του και η σκέψη εξακολουθεί να συναρπάζει και να επηρεάζει τους νέους συνθέτες και καλλιτέχνες γενικότερα.
Cul.N.: Τον ερχόμενο Σεπτέμβριο αναμένεται το πρώτο σας προσωπικό CD με έργα Ξενάκη. Πείτε μας τι περιλαμβάνει και πώς προέκυψε το συγκεκριμένο ηχογράφημα;
Σ.Θ.: Ο δίσκος θα περιλαμβάνει όλο το έργο για πιάνο σόλο του Ξενάκη (Έξι τραγούδια για πιάνο, «Έρμα», «Ευρυάλη», «Mists», «à R.», όπως και τρία τελείως ανέκδοτα κομμάτια, τα πρώτα κομμάτια που έγραψε ο Ξενάκης και τα οποία δεν έχουν παιχτεί ούτε ηχογραφηθεί ποτέ !). Επίσης θα περιλαμβάνει τις Συναφές για πιάνο και ορχήστρα, έργο που ηχογραφήθηκε με την Orchestre des lauréats du Conservatoire και την Claire Levacher στη διεύθυνση, και τη Ζυγιά για πιάνο, σοπράνο και φλάουτο, με τη Raquel Camarinha και το Matteo Cesari. Ο δίσκος αυτός που ηχογραφείται από το ίδρυμα Meyer θα είναι έτοιμος τον ερχόμενο Σεπτέμβριο.
Cul.N.: Στις 26 Αυγούστου όσοι βρεθούν στη Χαλκιδική θα έχουν την ευκαιρία να απολαύσουν τη συναυλία που θα δώσετε στο Garden Theatre στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Σάνης. Τι θα περιλαμβάνει αυτή η μουσική βραδιά;
Σ.Θ.: Όπως είπαμε αυτόν τον καιρό ασχολούμαι με τον Ξενάκη, οπότε αναπόφευκτα θα έχω στο πρόγραμμα τα δύο μεγάλα του έργα για πιάνο σόλο, την «Έρμα» και την «Ευρυάλη». Αλλά στη δουλειά μου, μου αρέσει να κάνω πρωτότυπους συνδυασμούς. Οπότε θα έχω επίσης τη σουίτα «Για μια μικρή λευκή αχιβάδα» του Μάνου Χατζηδάκι, που ήταν φίλος και υποστηρικτής του Ξενάκη, και ο Ξενάκης αγαπούσε πολύ. Επίσης θα παίξω το νυχτερινό «Opus 27 N° 1» και τη δεύτερη μπαλάντα του Σοπέν, έργα που παντρεύονται πολύ ωραία με το μυστικιστικό στυλ της «Έρμας». Στο δεύτερο μέρος θα παίξω το Gaspard de la nuit του Ravel, μέσα στο οποίο συναντούμε δύο φανταστικά πλάσματα, την Ondine και το Scarbo, που συμπληρώνουν τη Γοργόνα Ευρυάλη του Ξενάκη.
Cul.N.: Η καριέρα σας και η ζωή σας είναι μοιρασμένη – όπως θα μπορούσε κάποιος να καταλάβει από το βιογραφικό σας μεταξύ εξωτερικού (Γαλλίας συγκεκριμένα) και Ελλάδας. Πώς είναι αυτή η εμπειρία για έναν νέο άνθρωπο όπως εσείς; Θα θέλατε να υπάρχουν οι συνθήκες ώστε ένας μουσικός να μπορεί να δημιουργήσει στην Ελλάδα ή αυτή η «μετανάστευση» η διαρκής αλλαγή ίσως, είναι πιο εποικοδομητική για έναν καλλιτέχνη;
Σ.Θ.: Έφυγα από την Ελλάδα στα 17 μου, μόλις τελείωσα το σχολείο, και σπούδασα στη Γερμανία και στη Γαλλία όπου ζω εδώ και 14 χρόνια, με ένα μικρό ολλανδικό διάλειμμα. Και όλα αυτά στα χρόνια που χτιζόταν ένα «ευρωπαϊκό όνειρο». Η γενιά μου έμαθε να βλέπει την Ευρώπη σαν μία ιδέα, και σήμερα διαπιστώνουμε ότι όλο αυτό ήταν απλά ένα ανεξέλεγκτο οικονομικό παζάρι, όπου ο καθένας πήρε αυτό που τον βόλευε και άφησε αυτό που τον ενοχλούσε, χωρίς καμία πίστη στην ιδέα… Είναι λυπηρό.
Πιστεύω ότι η Ελλάδα έχει μεγάλα περιθώρια δημιουργικότητας, απλά πρέπει ο κόσμος να το πιστέψει.
Cul.N.: Μετά τη συναυλία στο Sani Festival, τι σχέδια έχετε; Θα ακολουθήσουν και κάποιες άλλες συναυλίες σας στην Ελλάδα ή θα είναι η μοναδική για το επόμενο διάστημα;
Σ.Θ.: Η επόμενή μου συναυλία στην Ελλάδα είναι στις 14 Οκτωβρίου στη Θεσσαλονίκη με την Κρατική Ορχήστρα, όπου θα παίξω το κοντσέρτο του Στραβίνσκι για πιάνο και πνευστά. Κατά τ’ άλλα έχω αρκετές συναυλίες στη Γαλλία τους επόμενους μήνες. Επίσης διδάσκω στο Κονσερβατόριο της Νίκαιας, όπου έχουμε από τον προηγούμενο Σεπτέμβριο ανώτατο τμήμα σπουδών, ένα πρότζεκτ που μου αρέσει πολύ!