«Στα περισσότερα βιβλία που διαβάζουμε, οι συγγραφείς, δεν ξέρω γιατί, ίσως επειδή φοβούνται μήπως δεν είναι σωστοί, τα στρογγυλεύουν τα πράγματα. Όλα είναι όπως πρέπει και οι λέξεις σαν αυτές της έκθεσης. Εμείς δεν είμαστε έτσι, ούτε μιλάμε έτσι. Και δεν θέλουμε να διαβάσουμε κανένα δίδαγμα στο τέλος».

Η Πόλυ, 16 χρονών, μου έβαζε σε λέξεις αυτό που όλοι υποψιαζόμαστε αλλά για κάποιο λόγο δεν τολμάμε να βάλουμε στο τραπέζι – ίσως από φόβο ότι θα πρέπει μετά να κάνουμε κάτι γι’ αυτό:  Ότι για τους περισσότερους εφήβους, το μεγαλύτερο μέρος της λογοτεχνίας απαιτεί προσπάθεια. Και παρότι δεν πρόκειται απαραίτητα για μια προσπάθεια που δεν πρέπει ποτέ να κάνουν, από την άλλη δεν μπορεί να περιμένει κανείς να γίνει το διάβασμα χαρούμενο κομμάτι της ζωής τους, αν ένα μέρος του δεν τους ενθουσιάζει αβίαστα κι αν σ’ ένα ποσοστό δεν μπορούν να νιώσουν ότι τα βιβλία, στ’ αλήθεια, τους καταλαβαίνουν.

Πώς μπορεί να σε καταλάβει ένα βιβλίο όταν δεν μιλάει τη γλώσσα σου; Πώς μπορεί να σε καταλάβει ένα βιβλίο αν αγνοεί το πώς επικοινωνείς με τους φίλους σου, τους τρόπους με τους οποίους μοιράζεστε τα μυστικά σας; Πώς μπορεί να σε καταλάβει αν δεν λέει ποτέ «σ’ αγαπώ» έτσι όπως το λες εσύ (μ’ ένα λογοτεχνικά βλάσφημο emoticon, γιατί όχι);

Φεύγοντας από την Πόλυ, σκεφτόμουν: Μακάρι να έγραφαν οι έφηβοι βιβλία για εφήβους. Δεν θα τα έκαναν ποτέ διδακτικά. Μακάρι οι ενήλικες που γράφουμε βιβλία για εφήβους να ήμασταν πιο πρόθυμοι να περπατήσουμε τη λεπτή γραμμή ανάμεσα στην αβίαστη γλώσσα των εφήβων και τη λογοτεχνική μας πολιτική ορθότητα. Μακάρι όλοι όσοι εμπλεκόμαστε στη δημιουργία ενός βιβλίου να βγαίναμε λίγο από την ενήλικη βολή μας. Ίσως να φτιάχναμε βιβλία που εμείς δεν θα διαβάζαμε ποτέ, αλλά που γι’αυτόν ακριβώς το λόγο θα ήταν  ιδανικά για τα παιδιά που θέλουμε να τα διαβάσουν.

Η Πόλυ μου είπε ότι θέλει να δει κι άλλα βιβλία με facebook και QRcodes, με φωτογραφίες πραγματικών παιδιών, με «μαλάκα» και «σκατά», με chat, blog, ασαφές τέλος και δικό του fanpage. Δεν είναι καν κάτι πρωτοποριακό, είναι η καθημερινότητα των αναγνωστών του.

Info:

Η Στέλλα Κάσδαγλη ξεκίνησε ως μεταφράστρια αλλά στην πορεία έγινε και δημοσιογράφος. Σπούδασε Γαλλική φιλολογία στην Αθήνα και Θεωρία των ΜΜΕ στο Λονδίνο και αποφάσισε ότι προτιμάει το βρετανικό σινεμά και τα γαλλικά ποτάμια. Πλέον, εργάζεται ως διευθύντρια σύνταξης στο περιοδικό Cosmopolitan και προσπαθεί να φανταστεί πώς θα είναι ο κόσμος όταν θα ‘χει μεγαλώσει η μικρή της Στεφανία. Το δεύτερο βιβλίο της “Ήθελα μόνο να χωρέσω” είναι ένα μυθιστόρημα για εφήβους και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.


* Αναδημοσίευση από το περιοδικό Culturenow Mag, τεύχος 28