Ηχογραφήθηκε σε μια περίοδο απώλειας, αναποδιών και λοιπών δυσκολιών. Ωστόσο, καλλιτεχνικά μας βρήκε σε μια πολύ ελεύθερη καλλιτεχνική φάση. Η αναγνώριση που πήρε το “Verbal Suicide”, του πρώτου single από το ντεμπούτο μας, σύστησε το γκρουπ σε ένα αρκετά μεγαλύτερο κοινό και αυτό, ευτυχώς, δεν μας δημιούργησε άγχος. Αντιθέτως, μας απελευθέρωσε και έτσι το Καλοκαίρι του 2019 μας βρήκε να μπαίνουμε στο στούντιο για την ηχογράφηση των τραγουδιών που απαρτίζουν το άλμπουμ.

Όπως αναφέρω και πιο πάνω, οι καταστάσεις δεν βοήθησαν και έτσι αναγκαστήκαμε να γράψουμε με αρκετά διαλείμματα. Η σύνθεση των περισσότερων κομματιών ξεκίνησε από ένα δωμάτιο στην Καισαριανή. Μιλάω για το home studio του συνεργάτη μας, Αριστομένη Θεοδωρόπουλου, με τον οποίο γράψαμε την πλειοψηφία των κομματιών. Αφήσαμε τους εαυτούς μας ελεύθερους και οδηγηθήκαμε από τα μουσικά μας ένστικτα σε εννιά διαφορετικά μονοπάτια. Οι μελωδίες ξεπηδούσαν από το υποσυνείδητο της Valisia και το δικό μου, με τον Αριστομένη να αναλαμβάνει τον εμπλουτισμό τους.

Αυτό που με βολεύει συνήθως είναι να δομώ ένα κομμάτι πάνω σε μία μπασογραμμή και ενώ έχουμε -μαζί με τη Valisia- έτοιμη τη βασική μελωδία των φωνητικών -πολλές φορές τους στίχους. Προσπαθώ να έχω τα μέρη του κομματιού έτοιμα τη στιγμή που θα φτάσουμε στο home studio. Έπειτα, δοκιμάζουμε drum machines και πλήκτρα σαν να μην υπάρχει αύριο. Δουλεύουμε αναλογικά και ψηφιακά, μέχρι να βρούμε τον ιδανικό συνδυασμό. Στη συνέχεια γυρίζουμε σπίτι και το πρωί ξυπνάμε με  τον Αριστομένη να μας έχει στείλει 2-3 νέες εκδοχές με ιδέες που του ήρθαν αφότου φύγαμε.

Στο τέλος μπαίνουμε στο Top Floor Studio με τον παραγωγό μας, Πάνο Τσεκούρα, με τον οποίο γυαλίζουμε το ήδη υπάρχον υλικό. Ο Πάνος είναι ένας εξίσου σημαντικός κρίκος του ήχου μας και σε αυτό παίζει μεγάλο ρόλο το γεγονός ότι είναι παραγωγός με όλη τη σημασία της λέξης. Θα ξεψαχνισει τους ήχους, θα προτείνει εναλλακτικές και θα έχει ιδέες για την εκμοντερνοποίηση του ήχου. Γνωρίζει πολύ καλά τα θέλω μας και συνήθως οι προτάσεις του μας ξεμπλοκάρουν.

Έτσι δουλέψαμε και το “Murder To A Beat”, για το οποίο ηχογραφήσαμε εννιά τραγούδια και τελικά καταλήξαμε στα οκτώ που βρίσκει κανείς στον δίσκο. Εκτός έμεινε ένα instrumental κομμάτι με τίτλο “UFO – 66”, που, κάποια στιγμή θα κυκλοφορήσει και αυτό. Ήμασταν αυστηροί με τους εαυτούς μας και γι’αυτό αποφασίσαμε να μην κάνουμε οτιδήποτε θα μπορούσε να διαταράξει την πλοκή που ξετυλίγεται -αν θελήσει ο ακροατής φυσικά- στους στίχους των τραγουδιών. Τα αντιμετωπήσαμε περισσότερο ως μικρές ηχητικές ταινίες τρόμου και μυστηρίου και πιστεύω ότι μπορεί κάποιος να το καταλάβει αυτό ακούγοντας το υλικό.

Όταν πήρα τα τελικά master στα χέρια μου, «έκαψα» ένα cd και πέρασα ένα καλοκαίρι (το φετινό) ακούγοντας το υλικό σε κάθε πιθανό μέρος. Οδηγώντας νύχτα σε ερημικούς επαρχιακούς δρόμους, παραλιακά σε νησιώτικες διαδρομές αλλά και στον περιφερειακό Υμηττού -που του ταιριάζει αρκετά. Είναι κάτι που προσπαθώ να κάνω κάθε φορά που έχω νέα κομμάτια, να τα ακούω στο αυτοκίνητο σε κάθε πιθανό location. Βοηθάει πολύ στην κατανόηση του album.

Πλέον, το “Murder To A Beat” έχει περάσει στα χέρια του κοινού και ελπίζω όσοι το αποκτήσουν ή το stream-άρουν, να δημιουργήσουν δυνατές αναμνήσεις ακούγοντάς το. Ήταν ένα όμορφο μουσικό ταξίδι για εμάς και ανυπομονούμε να το επικοινωνήσουμε, όταν κάτι τέτοιο θα είναι εφικτό, και ζωντανά.


Διαβάστε επίσης:

Murder To A Beat: Νέο άλμπουμ από τους Strawberry Pills