Η New Star παρουσιάζει στους κινηματογράφους από τις 17 Σεπτεμβρίου 2015 το αριστούργημα του Ρομπέρτο Ροσελίνι «ΣΤΡΟΜΠΟΛΙ, ΓΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ» (STROMBOLI, TERRA DI DIO), με την Ίνγκριντ Μπέργκμαν.
Η πρώτη ταινία της θρυλικής συνεργασίας Μπέργκμαν – Ροσελίνι
Μια προσπάθεια χαρτογράφησης της αβύσσου της ανθρώπινης ψυχής
Γυρισμένη στο νησί Στρόμπολι, μας χαρίζει συγκλονιστικές σκηνές άγριας ομορφιάς που κόβουν την ανάσα
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
•Βραβείο καλύτερης ερμηνείας ξένης ηθοποιού σε ιταλική ταινία (Ασημένια Κορδέλα στην Ίνγκριντ Μπέργκμαν- 1951)
•Υποψηφιότητα για Χρυσό Λέοντα στο Φεστιβάλ της Βενετίας (για τον Ρομπέρτο Ροσελίνι – 1951)
Σκηνοθεσία: Ρομπέρτο Ροσελίνι
Σενάριο: Ρομπέρτο Ροσελίνι, Σέρτζιο Αμιντέι, Τζιαν Πάολο Καλεγκάρι, Άρτ Κόν, Ρένζο Κεζάνα
Πρωταγωνιστούν: Ίνγκριντ Μπέργκμαν, Μάριο Βιτάλε, Ρένζο Κεζάνα, Μάριο Σπόνζο
Μουσική: Ρένζο Ροσελίνι
Ιταλία, 1950, 107΄
ΣΥΝΟΨΗ
Μετά το τέλος του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου, η Καρίν, μια νεαρή Λιθουανή, βρίσκεται κλεισμένη σ’ ένα στρατόπεδο προσφύγων. Μην έχοντας άλλο τρόπο διαφυγής, αποφασίζει να δεχθεί την πρόταση γάμου του Αντόνιο, ενός νεαρού φύλακα του στρατοπέδου και τον ακολουθεί στον τόπο καταγωγής του, το νησί Στρόμπολι. Ωστόσο, η ζωή στο νησί δε διαφέρει και πολύ από τον προηγούμενο εγκλεισμό της. Η Καρίν αδυνατεί να προσαρμοστεί σ’ αυτό το αφιλόξενο φυσικό περιβάλλον και να γίνει αποδεκτή από τους στενόμυαλους κατοίκους του νησιού. Σταδιακά περιθωριοποιείται και αποξενώνεται ακόμη και από τον ίδιο της το σύζυγο. Είναι όμως αποφασισμένη πάση θυσία να δραπετεύσει…
Αγαπητέ κ. Ροσελίνι,
Έχω δει τις ταινίες σας Ρώμη, ανοχύρωτη πόλη και Πάιζα, και μου άρεσαν πολύ. Αν χρειάζεστε λοιπόν, μια σουηδέζα ηθοποιό που μιλάει πολύ καλά αγγλικά, που δεν έχει ξεχάσει τα γερμανικά , που τα γαλλικά της είναι μετά βίας κατανοητά και που στα ιταλικά ξέρει μόνο να λέει «ti amo», είμαι έτοιμη να έρθω να κάνω μια ταινία μαζί σας.
Ίνγκριντ Μπέργκμαν
Αυτή η επιστολή της Μπέργκμαν προς τον Ροσελίνι, στάθηκε η αφορμή μιας μοναδικής συνεργασίας και μιας θυελλώδους ερωτικής σχέσης.
Ανάλυση Ταινίας
Η ταινία Στρόμπολι, η γη του Θεού, είναι η πρώτη από μια σειρά ταινιών που θα γυρίσουν μαζί. Είναι επίσης η πρώτη τόσο «εσωτερική» και «μυστικιστική» ταινία του Ροσελίνι που έδωσε στην Μπέργκμαν την ευκαιρία να δοκιμάσει τις δυνάμεις της και σε μια «νατουραλιστική» ερμηνεία, τόσο διαφορετική από τους έως τότε ρόλους της στο Χόλυγουντ.
Η ταινία είναι μια αλληγορική εκδοχή του μεταπολεμικού κόσμου που είναι γεμάτος από αδιέξοδα και συνεχείς ματαιώσεις. Ο Ροσελίνι κινηματογραφεί στο φυσικό περιβάλλον του νησιού, στου πρόποδες του ηφαιστείου που σαν συμβολισμός εμπεριέχει ταυτόχρονα τις έννοιες της καταστροφής και της αναγέννησης.
Η ταινία επίσης θίγει το θέμα της διαφορετικότητας και της δυσκολίας αποδοχής του διαφορετικού, ιδίως σε μια μικρή και κλειστή κοινωνία όπως αυτή του νησιού Στρόμπολι. Η πρωταγωνίστρια αντιμετωπίζεται ως εισβολέας και ως απειλή για τα πατροπαράδοτα ήθη και έθιμα. Οι κάτοικοι αποφεύγουν κάθε επαφή μαζί της, φοβούμενοι τη δική τους αλλοίωση από την επιρροή της, οδηγώντας την έτσι στην απόλυτη απομόνωση.
Το συγκεκριμένο μήνυμα, το θέμα δηλαδή της διαφορετικότητας και της δαιμονοποίησης του διαφορετικού, είναι στις μέρες μας – με τους χιλιάδες πρόσφυγες και οικονομικούς μετανάστες που φθάνουν καθημερινά στη χώρα μας από την Ασία και την Αφρική ζητώντας πολιτικό άσυλο, ή μια καλύτερη ζωή – περισσότερο επίκαιρο από ποτέ. Στην καλύτερη των περιπτώσεων οι άνθρωποι αυτοί, αντιμετωπίζονται με καχυποψία και επιφυλακτικότητα, χωρίς να λείπουν και περιπτώσεις βίαιης και απάνθρωπης μεταχείρισής τους από τους γηγενείς πληθυσμούς. Από ακραίες εθνικιστικές ομάδες διατυπώνονται φόβοι, για αλλοίωση της εθνικής συνοχής και των πατροπαράδοτων αξιών και ιδανικών. Με αποτέλεσμα οι μετανάστες να τίθενται στο περιθώριο και να γκετοποιούνται με αρνητικές συνέπειες τόσο για τους ίδιους όσο και για την τοπική κοινωνία.
Ωστόσο, στην ταινία, δεν είναι μόνο οι κάτοικοι αυτοί που αρνούνται να δεχθούν τη διαφορετικότητα της Καρίν. Είναι και η ίδια αρνητική εξ αρχής σε κάθε προσπάθεια προσέγγισης αυτού του διαφορετικού τόπου και τρόπου ζωής. Ακολουθώντας τη συμβουλή του ιερέα του νησιού, δίνει μια ευκαιρία στο γάμο της και ξεκινά αναμορφώνοντας το χώρο του σπιτιού «για να είναι όμορφο για τον άντρα της». Ωστόσο, σε αυτή της την προσπάθεια δεν φροντίζει να διατηρήσει τίποτε από τα αντικείμενα που έχουν συναισθηματική αξία για το σύζυγό της, που τον συνδέουν με την παράδοση και τις αξίες του. Εισάγει στοιχεία εντελώς ξένα, όπως για παράδειγμα ο κάκτος που χρησιμοποιεί ως καλλωπιστικό φυτό στο σαλόνι, χωρίς να φροντίσει να τα «παντρέψει» με στοιχεία της ντόπιας κουλτούρας, ώστε να γίνουν πιο εύκολα αποδεκτά και αφομοιώσιμα και από τους κατοίκους του νησιού. Επίσης, η ενδυμασία που επιλέγει θα επικρινόταν ως άκρως προοδευτική ακόμη και σε πιο μεγάλες πόλεις εκείνη την εποχή, πόσο μάλλον σε μια τόσο μικρή κοινωνία.
Στην ταινία είναι εμφανής η έλλειψη διάθεσης για προσέγγιση με το «διαφορετικό» και από τις δύο πλευρές. Είναι πιθανότατα η καχυποψία και ο φόβος αλλοίωσης από την πλευρά των κατοίκων (χαρακτηριστικό γνώρισμα όλων των μικρών κοινωνιών) και η υπεροψία από την πλευρά της Κατρίν, η απαξίωση του τρόπου ζωής των κατοίκων ως εντελώς οπισθοδρομικού και αναχρονιστικού. Κάθε πραγματική γνωριμία όμως μεταξύ δύο διαφορετικών πολιτισμικών φορέων προϋποθέτει το μεταξύ τους «διάλογο», χωρίς προκαταλήψεις και αβάσιμους φόβους. Γιατί από κάθε επαφή μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών, αποκομίζουν νέα ερεθίσματα και νέες εμπειρίες και οι δύο πλευρές, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στη συνέχεια αυτούσια ή αφομοιωμένα κατά τα εκάστοτε πρότυπα για να εμπλουτίσουν και να αναζωογονήσουν με νέα στοιχεία το εκατέροθεν πολιτισμικό σύστημα.
Γνωρίζατε ότι:
•Ο ρόλος της Καρίν προοριζόταν αρχικά για την Άννα Μανιάνι, ερωμένης του Ροσελίνι πριν μπει στη ζωή του η Ίνγκριντ Μπέργκμαν.
•Στα γυρίσματα της ταινίας, ξεκίνησε ένας θυελλώδης έρωτας μεταξύ του σκηνοθέτη και της πρωταγωνίστριάς του. Το σκάνδαλο που ακολούθησε το νέο της εξωσυζυγικής τους σχέσης και της εγκυμοσύνη της ηθοποιού, πήρε τέτοιες διαστάσεις που έφτασε ως τη Γερουσία των ΗΠΑ. Οι πόρτες των αμερικανικών στούντιο έκλεισαν για την Μπέργκμαν και χαρακτηρίστηκε ως ανήθικη και μια πολύ αρνητική επιρροή τόσο από το πολιτικό όσο και το θρησκευτικό κατεστημένο της Αμερικής.
Το σκάνδαλο του Στρόμπολι
Γιατί άραγε αυτός ο δεσμός μεταξύ Μπέργκμαν και Ροσελίνι που ξεκίνησε με αφορμή την επαγγελματική τους συνεργασία για την ταινία Στρόμπολι εξελίχθηκε σε τόσο μεγάλο σκάνδαλο για την εποχή εκείνη και έχει λάβει διαστάσεις ενός κινηματογραφικού μύθου που φθάνει ως τις μέρες μας;
Σύμφωνα με τον κριτικό κινηματογράφου Φρανσουά – Γκιγιώμ Λορέν, αυτό οφείλεται στο παράδοξο της σχέσης. Πρόκειται πραγματικά για τη συνάντηση δύο εντελώς διαφορετικών κόσμων, με ελάχιστες πιθανότητες να συναντηθούν μεταξύ τους. Από τη μια η σταρ των Χολιγουντιανών παραγωγών και από την άλλη ο κατεξοχήν εκπρόσωπος του νεορεαλιστικού κινηματογράφου….
Η Αμερική αυτή την πρώτη μεταπολεμική περίοδο υιοθετεί μια στάση απομονωτισμού ως προς την εξωτερική πολιτική της και αναδίπλωση στις εσωτερικές της υποθέσεις. Στην κοινωνία επικρατούν πουριτανικές απόψεις. Επίσης είναι η περίοδος του Ψυχρού Πολέμου. Ο Ροσελίνι παρουσιάζεται (λανθασμένα) ως ο εχθρός- αριστερών πολιτικών φρονημάτων και η Μπέργκμαν ως η ξένη που πρόδωσε τα αμερικανικά ιδεώδη και την αμερικανική κοινωνία που την δέχθηκε με τόση αγάπη.
Η Μπέργκμαν βιώνει την περίοδο αυτή μια ψυχολογική κατάσταση παραπλήσια με αυτή της ηρωίδας που ενσαρκώνει. Τα γυρίσματα του Στρόμπολι δεν έχουν καμιά σχέση με τα γυρίσματα στα κινηματογραφικά στούντιο του Χόλιγουντ. Σενάριο δεν υπάρχει πάντα και οι ηθοποιοί καλούνται συχνά να αυτοσχεδιάσουν. Η έλλειψη αυστηρού επαγγελματισμού είναι εμφανής σε όλους τους τομείς. Η Μπέργκμαν επίσης δε μιλάει τη γλώσσα και αυτό την αποξενώνει από τους υπόλοιπους συντελεστές της ταινίας. Το σκάνδαλο που ξεσπάει όταν διαρρέει το νέο της σχέσης της με τον Ροσελίνι, οι φίλοι που της γυρίζουν την πλάτη, η διεθνής κατακραυγή και η απαξίωση από τους θαυμαστές της… Βλέποντας την ταινία, μπορεί κανείς να αντιληφθεί τον πόνο όχι μόνο της ηρωίδας αλλά και της ίδιας της Μπέργκμαν.
Ίνγκριντ Μπέργκμαν
29/08/1915 – 29/08/1982
Στα τέλη του προηγούμενου μήνα συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από τη γέννηση της αξεπέραστης Ίνγκριντ Μπέργκμαν. Η ηθοποιός γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Σουηδία. Έχασε τη μητέρα της σε πολύ νεαρή ηλικία –ήταν μόλις 3 ετών. Μεγάλωσε με τον πατέρα της, τον οποίο και λάτρευε. Ωστόσο θα χάσει και των πατέρα της σε ηλικία 13 ετών και έκτοτε αφοσιώνεται στο όνειρό της να γίνει ηθοποιός.
Σπούδασε στη Βασιλική δραματική Σχολή της Στοκχόλμης και ως φοιτήτρια ακόμη εμφανίσθηκε στο θέατρο κατακτώντας αμέσως τη συμπάθεια του κοινού. Λαμβάνοντας το 1938 το δίπλωμά της άρχισε να παίζει και στον κινηματογράφο και πρωταγωνίστησε σε πολλές ταινίες στην Ευρώπη.
Πριν ακόμη αποφοιτήσει, σε ηλικία 21 ετών, είχε γνωρίσει και παντρευτεί τον Πίτερ Λίντστρομ, έναν οδοντίατρο 9 χρόνια μεγαλύτερό της. Η Μπέργκμαν παραδέχτηκε αργότερα σε συνέντευξή της ότι άθελά της έψαχνε ένα πατρικό σύμβολο στον σοβαρό σύζυγό της. Το ζευγάρι είχε ήδη αποκτήσει μία κόρη, την Πία, όταν ένας Αμερικάνος παραγωγός ανακάλυψε το νέο ανερχόμενο αστέρι από τη Σουηδία.
Στην Αμερική συστήθηκε στο κινηματογραφικό κοινό μ’ ένα ρομαντικό ρόλο, στο Ιντερμέτζο, ριμέικ της σουηδικής ταινίας στην οποία πρωταγωνιστούσε η ίδια. Μερικούς από τους κυριότερους πρωταγωνιστικούς της ρόλους εκείνη την περίοδο, ήταν στις ταινίες: Για ποιον χτυπά η καμπάνα, Εφιάλτης (για το οποίο τιμήθηκε με Όσκαρ), Οι καμπάνες της Αγίας Μαρίας, Ιωάννα της Λωραίνης αλλά και στις ταινίες του Χίτσκοκ Υπόθεση Νοτόριους, Νύχτα αγωνίας και Στον αστερισμό του Αιγόκερου.
Στη δεκαετία του ’50, έχοντας απολαύσει μία περίοδο εκπληκτικής δραστηριότητας στο Χόλιγουντ, η Μπέργκμαν τους εκπλήσσει όλους πρωταγωνιστώντας στο Ιταλικό δράμα Στρόμπολι του Ρομπέρτο Ροσελίνι, με τον οποίο ξεκίνησε μια θυελλώδη σχέση (καρπός του έρωτα τους η επίσης πανέμορφη ηθοποιός, Ιζαμπέλα Ροσελίνι). Παρέμεινε στην Ευρώπη και γύρισε μια σειρά ταινιών με τον Ροσελίνι, από τις οποίες ξεχώριζαν το Ταξίδι στην Ιταλία, και Ο φόβος ενώ μετά το χωρισμό τους πρωταγωνίστησε στο αριστούργημα του Ζαν Ρενουάρ, Η Έλενα και οι άντρες της.
Επιστρέφει στο Χόλιγουντ με την ταινία Αναστασία, όπου υποδύεται τη χαμένη κόρη των Ρομανόφ. Ερμηνεία για την οποία τιμήθηκε με το δεύτερο Όσκαρ της καριέρας της. Τη Μπέργκμαν τη θυμόμαστε επίσης από την κομψή κομεντί Αδιακρισίες, δίπλα στον Κάρι Γκραντ, τη δεκαετία του ’50, Το Αγκάθι, Αντίο για Πάντα και Η Κίτρινη Ρολς-Ρόις τη δεκαετία του ’60. Ακολουθούν δύο επίσης σημαντικοί ρόλοι τη δεκαετία του ’70, το Έγκλημα στο Οριάν Εξπρές, που της χάρισε το τρίτο της Όσκαρ και βέβαια η συγκλονιστική ερμηνεία της στην ταινία του συμπατριώτη της, Ίγκμαρ Μπέργκμαν, Φθινοπωρινή Σονάτα.
Ρομπέρτο Ροσελίνι
08/05/1906 – 03/06/1977
Ο Ρομπέρτο Ροσελίνι, υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες στην ιστορία του ιταλικού, αλλά και το του παγκόσμιου κινηματογράφου. Επηρέασε καθοριστικά την εξέλιξη της Έβδομης Τέχνης, ενώ παράλληλα διέδωσε με τον καλύτερο τρόπο το Ιταλικό Σινεμά σε όλο τον κόσμο, μέσα από τα μοναδικά του έργα. Χαρισματικός στην παραγωγή εκπληκτικών ταινιών, ξεκινώντας συχνά από σχεδόν ανύπαρκτα σενάρια, ο Ροσελίνι δεν είχε πάντα σύμμαχο την κριτική και τον Τύπο που δεν τον δικαίωσαν ποτέ απόλυτα κατατάσσοντάς τον συχνά στο περιθώριο του λεγόμενου κατεστημένου κινηματογράφου.
Ο Ρομπέρτο Ροσελίνι (Roberto Gastone Zeffiro Rossellini, γεννήθηκε στις 08 Μαΐου 1906 στη Ρώμη. Η μητέρα του, Ηλέτρα , γαλλικής καταγωγής, ήταν νοικοκυρά και ανήκε στους μετανάστες που έφτασαν στην Ιταλία κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντειων πολέμων. Ο πατέρας του, Αντζιόλο Τζουζέπε «Μπεπίνο» Ροσελίνι, είχε κατασκευαστική εταιρεία και αργότερα κατασκεύασε το πρώτο κινηματογράφο στη Ρώμη, χορηγώντας στον γιο του εντελώς δωρεάν, μία κάρτα απεριόριστης διαρκείας. Ο νεαρός Ροσελίνι πηγαίνει συχνά στον κινηματογράφο. Όταν πέθανε ο πατέρας του, εργάστηκε ως ηχολήπτης για ταινίες και σταδιακά πέρασε από όλες τις θέσεις που σχετίζονται με την δημιουργία ενός κινηματογραφικού έργου, αποκτώντας πολύτιμη εμπειρία για τη μετέπειτα καριέρα του.
Στις 26 Σεπτεμβρίου του 1936 (30 ετών), παντρεύτηκε την Μαρτσέλα Ντε Μάρκις, σχεδιάστρια κοστουμιών και απέκτησαν δυο γιους. Οι δυο τους χώρισαν το 1950.
Το 1937, ο Ροσελίνι έκανε το πρώτο του ντοκιμαντέρ, Prélude à l’après-midi d’un faune.
Η La nave Bianca (1942), η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, χρηματοδοτήθηκε από το οπτικοακουστικό κέντρο προπαγάνδας του Τμήματος Ναυτικού και είναι η πρώτη ταινία της «Φασιστικής Τριλογίας» του Ροσελίνι, μαζί με την Un pilota ritorna (1942) και την Uomo dalla Croce (1943). Στην περίοδο αυτή ανήκει η φιλία και συνεργασία του με τους Φεντερίκο Φελίνι και Αλντό Φαμπρίτσι. Το φασιστικό καθεστώς κατέρρευσε το 1943 και μόλις δύο μήνες μετά την απελευθέρωση της Ρώμης (4 Ιουνίου, 1944), ο Ροσελίνι ετοίμαζε ήδη την αντιφασιστική ταινία Roma Città aperta (Ρώμη, Ανοχύρωτη Πόλη, 1945). Ο Φελίνι βοήθησε στο σενάριο και ο Φαμπρίτσι έπαιξε το ρόλο του ιερέα, ενώ παραγωγός ήταν ο ίδιος ο Ροσελίνι. Η δραματική ταινία έγινε απευθείας επιτυχία. Ο Ροσελίνι είχε αρχίσει τώρα τη λεγόμενη «Νεορεαλιστική τριλογία» του, ο δεύτερος τίτλος της οποίας ήταν Paisà (1946), με μη επαγγελματίες ηθοποιούς, και η τρίτη, Germany, Year Zero (1948), χρηματοδοτούμενη από έναν Γάλλο παραγωγό, γυρίστηκε στο γαλλικό τομέα του Βερολίνου.
Μετά την «Νεορεαλιστική Τριλογία» του, ο Ροσελίνι έγινε παραγωγός δύο ταινιών οι οποίες τώρα κατατάσσονται ως «Μεταβατικές ταινίες»: L’Amore (1948), με την Άννα Μανιάνι και La macchina ammazzacattivi (1952), πάνω στην ικανότητα του κινηματογράφου να απεικονίζει την πραγματικότητα και την αλήθεια (ανακαλώντας την Commedia dell’Arte).
Το 1948 λαμβάνει μια επιστολή από την ηθοποιό Ίνγκριντ Μπέργκμαν για προτεινόμενη συνεργασία. Με την επιστολή αυτή άρχισε μια από τις πιο γνωστές ιστορίες αγάπης στην ιστορία του κινηματογράφου, με την Μπέργκμαν και τον Ροσελίνι στο απόγειο της καριέρας τους. Η πρώτη συνεργασία τους ήταν η ταινία Στρόμπολι (1950) (στο ομώνυμο νησί, του οποίου το ηφαίστειο εξερράγη και κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων). Η σχέση μεταξύ τους προκάλεσε μεγάλο σκάνδαλο (η Μπέργκμαν και ο Ροσελίνι ήταν και οι δύο παντρεμένοι). Το σκάνδαλο εντάθηκε όταν η Μπέργκμαν έμεινε έγκυος με το παιδί του. Οι δυό τους απέκτησαν άλλα δύο παιδιά, την Ιζαμπέλα Ροσελίνι (ηθοποιός και μοντέλο) και τη δίδυμή της, Ίνγκριντ Ιζότα. Ευρώπη ’51 (1952), Εμείς οι γυναίκες (1953), Ταξίδι στην Ιταλία (1953), Ο φόβος (1954) και Ιωάννα της Λωρραίνης (1954) ήταν οι υπόλοιπες ταινίες που γύρισαν μαζί.
Το 1957, ο Τζαβαχάρλαλ Νέρου, ο Ινδός πρωθυπουργός εκείνης της εποχής, τον προσκάλεσε στην Ινδία για να κάνει το ντοκιμαντέρ Ινδία και να προσδώσει κάποια πνοή στο παραδαρμένο Ινδικό Τμήμα Ταινιών. Αν και παντρεμένος με την Μπέργκμαν, προχώρησε σε σχέση με την Σονάλι Ντας Γκούπτα, σεναριογράφο, η οποία συμμετείχε στη δημιουργία της ταινίας. Δεδομένου του κλίματος της δεκαετίας του 1950, το γεγονός αυτό οδήγησε σε τεράστιο σκάνδαλο τόσο στην Ινδία όσο και το Χόλυγουντ. Ο Νέρου αναγκάστηκε να ζητήσει στον Ροσελίνι να φύγει. Μετά απ’ αυτό, Μπέργκμαν και Ροσελίνι χωρίζουν.
Ο Ροσελίνι παντρεύτηκε με τη Σονάλι το 1957 και απέκτησαν μαζί μια κόρη, τη Ραφαέλα Ροσελίνι (γεν. 1958).
Το 1961 ο Ροσελίνι επισκέφθηκε την Αθήνα για να προλογίσει την ταινία του Ινδία στο πλαίσιο του Διεθνούς Φεστιβάλ Εθνογραφικού και Κοινωνιολογικού Κινηματογράφου.
Το 1971, το Πανεπιστήμιο Ράις στο Χιούστον, Τέξας, τον καλεί να συμβάλει στη δημιουργία ενός Κέντρου πολυμέσων. Το 1973, προσκαλείται να διδάξει στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ στο Νιου Χέιβεν, Κονέκτικατ, όπου δίδαξε για ένα εξάμηνο το μάθημα με τίτλο «Η θεμελιώδης εικόνα». Απεβίωσε σε ηλικία 71 ετών (1977).
Οι ταινίες του Ροσελίνι μετά τις νεορεαλιστικές δημιουργίες του- ιδιαίτερα αυτές με την Ίνγκριντ Μπέργκμαν – ήταν εμπορικά ανεπιτυχείς. Για τους κριτικούς των Cahiers du Cinema γενικότερα και του Αντρέ Μπαζέν, τον Φρανσουά Τριφό και του Ζαν-Λικ Γκοντάρ, ειδικότερα, η επιρροή του Ροσελίνι στη Γαλλία ήταν καθοριστική για τη δημιουργία της Νουβέλ Βαγκ (Nouvelle Vague) ώστε να θεωρείται «ο πατέρας του γαλλικού Νέου Κύματος».
Ο Φρανσουά Τριφό είχε πει για εκείνον:
«Ο Ρομπέρτο μου δίδαξε πως η υπόθεση ενός έργου είναι σημαντικότερη από την πρωτοτυπία του τίτλου, ότι ένα καλό σενάριο πρέπει να μην ξεπερνάει τις δώδεκα σελίδες, πως πρέπει να κινηματογραφούμε τα μικρά παιδιά με μεγαλύτερο σεβασμό από οτιδήποτε άλλο, ότι η κάμερα δεν είναι πιο σημαντική από ένα πιρούνι και ότι θα πρέπει να μπορούμε να πούμε στον εαυτό μας πριν από κάθε γύρισμα: ‘ή κάνω αυτή την ταινία ή πεθαίνω’».