Έναν αριστουργηματικό διάλογο μεταξύ βιολιού και βιόλας, παρουσιάζει η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών. Ο λόγος, για την αξεπέραστη Συμφωνία κοντσερτάντε για βιολί, βιόλα και ορχήστρα του Μότσαρτ. Ένα έργο πιθανότατα επηρεασμένο από τη διαμονή του συνθέτη στο Παρίσι, όπου ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με το είδος της συμφωνίας κοντσερτάντε. Η βαρύνουσα σημασία του αποδεικνύεται από τους ποικίλους τρόπους με τους οποίους χρησιμοποιούνται θέματά του ακόμα και σήμερα. Η συναυλία, θα μεταδοθεί από το κανάλι Youtube και το Facebook της Ορχήστρας, στις 25 Μαρτίου, ανήμερα της εθνικής επετείου. Σολίστ, ο εξάρχων της Ορχήστρας, Φαίδων Μηλιάδης και ο Κορυφαίος Α’ στις βιόλες, Ηλίας Λιβιεράτος. Διευθύνει, ο διεθνώς καταξιωμένος Άλκης Μπαλτάς.
Το πρόγραμμα με μια ματιά
ΒΟΛΦΓΚΑΝΓΚ ΑΜΑΝΤΕΟΥΣ ΜΟΤΣΑΡΤ (1756 – 1791)
Συμφωνία κοντσερτάντε για βιολί, βιόλα και ορχήστρα σε μι ύφεση μείζονα, K. 364
Φαίδων Μηλιάδης, βιολί
Ηλίας Λιβιεράτος, βιόλα
Άλκης Μπαλτάς, μουσική διεύθυνση
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Το σχόλιο του Φαίδωνα Μηλιάδη
Είναι μεγάλη μου χαρά η σύμπραξη με την ΚΟΑ, τον Ηλία Λιβιεράτο και τον Άλκη Μπαλτά. Νιώθω τυχερός που καταπιάστηκα με ένα τέτοιο αριστούργημα όπως η Συμφωνία Κοντσερτάντε του Μότσαρτ, είναι μία συναυλία που θα μου μείνει αξέχαστη.
Το σχόλιο του Ηλία Λιβιεράτου
Είμαι ενθουσιασμένος που θα προβληθεί από την ΚΟΑ ένα από τα αριστουργήματα του Μότσαρτ, η Συμφωνία Κοντσερτάντε για βιολί και βιόλα. Ένα «πειραματικό» έργο για τα δεδομένα του Μότσαρτ, επηρεασμένο από τα ταξίδια του στο Παρίσι και το Μάνχαϊμ, με ένα σπάνιας ομορφιάς δεύτερο μέρος, που πιθανότατα ήταν εμπνευσμένο από τον πρόσφατο θάνατο της μητέρας του.
Για την ιστορία…
ΒΟΛΦΓΚΑΝΓΚ ΑΜΑΝΤΕΟΥΣ ΜΟΤΣΑΡΤ (1756 – 1791)
Συμφωνία κοντσερτάντε για βιολί, βιόλα και ορχήστρα σε μι ύφεση μείζονα, K. 364
Allegro maestoso
Andante
Presto
Η «Συμφωνία κοντσερτάντε» είναι ένας ιδιαίτερος τύπος μουσικού έργου, που γνώρισε -πρωτίστως στη Γαλλία- μεγάλη απήχηση ανάμεσα στα 1770 και 1830, ως απόρροια των κοινωνικών αλλαγών της εποχής και δη της ανάπτυξης της αστικής τάξης. Η εδραίωση του θεσμού των δημόσιων συναυλιών και η στροφή της επιθυμίας του κοινού προς τη δεξιοτεχνική επίδειξη και την πληθωρική μελωδικότητα ώθησαν πολλούς συνθέτες στην ενασχόληση με το νεοεμφανισθέν είδος. Η Συμφωνία κοντσερτάντε δομικά βρίσκεται κοντά στο κλασικό κοντσέρτο, αναθέτοντας πρωταγωνιστικό ρόλο στους σολίστ, οι οποίοι εκθέτουν και αναπτύσσουν διαφορετικό (μέχρις ενός σημείου) θεματικό υλικό από αυτό των ορχηστρικών tutti. Στιλιστικά, η συμφωνία κοντσερτάντε διακρίνεται για τη μελωδική της ποικιλία και μία ανάλαφρη, αισιόδοξη διάθεση.
Το ταξίδι του Μότσαρτ (Σεπτέμβριος 1777 – Ιανουάριος 1779) σε πόλεις, όπως το Μάνχαϊμ, το Μόναχο και το Παρίσι, επηρέασε την εξέλιξη και ωρίμασή του. Στο Παρίσι, όπου έμεινε την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1778, ήρθε σε επαφή με το δημοφιλές είδος της συμφωνίας κοντσερτάντε. Ήδη τον Απρίλιο του 1778 συνέθεσε στη γαλλική πρωτεύουσα το Κοντσέρτο για φλάουτο και άρπα και ενδεχομένως τη Συμφωνία κοντσερτάντε για όμποε, κλαρινέτο, φαγκότο και κόρνο K.297b, που είναι ωστόσο έργο αμφισβητούμενης γνησιότητας. Με την επιστροφή του στο Ζάλτσμπουργκ συνέθεσε το Κοντσέρτο για δύο πιάνα σε μι ύφεση μείζονα, K.365 (χειμώνας 1779) και τη Συμφωνία κοντσερτάντε για βιολί και βιόλα, το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς. Όσον αφορά στο μέρος της βιόλας, ο Μότσαρτ έκανε χρήση της scordatura, τεχνικής κατά την οποία οι χορδές χορδίζονται σε διαφορετικό τονικό ύψος από το συνηθισμένο. Έτσι, το μέρος της βιόλας γράφτηκε σε ρε μείζονα με την οδηγία όλες οι χορδές να χορδιστούν ένα ημιτόνιο ψηλότερα από το κανονικό, ώστε το μέρος να ηχεί στη μι ύφεση. Με αυτή την τεχνική ο Μότσαρτ αποσκοπούσε να αποσπάσει μεγαλύτερη ηχητική λάμψη και όγκο από τη βιόλα, καθιστώντας τη «ίσο συνομιλητή» με το σόλο βιολί.
Καθώς ολοκληρώνεται η χωρίς πομπώδη διάθεση εισαγωγή της ορχήστρας, οι δύο σολίστ «αναδύονται» για να εκθέσουν ένα εντελώς διαφορετικό θεματικό υλικό συνδιαλεγόμενοι μεταξύ τους με αβρότητα. Παρά τον πλούτο των θεμάτων, η συνολική δομή παραμένει καθ’ όλη τη διάρκεια του μέρους διαυγής επιτυγχάνοντας μία λειτουργική ισορροπία ανάμεσα στις σολιστικές και ορχηστρικές ενότητες αλλά και ηχητική ισορροπία ανάμεσα στους δύο σολίστ. Η καντέντσα, γραμμένη από τον ίδιο τον Μότσαρτ, επικεντρώνεται στη συνύφανση δύο μονολόγων, άρρηκτα συνδεδεμένων με ό, τι έχει προηγηθεί. Το αργό μέρος σε ντο ελάσσονα, ένα από τα πλέον αισθαντικά και εκφραστικά αργά μέρη του Μότσαρτ, βασίζεται σε δύο θέματα, που αφού παρουσιαστούν πρώτα από την ορχήστρα, περνούν διαδοχικά σε κάθε έναν από τους δύο σολίστ, για να αναπτυχθούν στη συνέχεια με πολυφωνικό και έντονα συγκινησιακό τρόπο. Ο γαλλικής προέλευσης χορός contredanse υπήρξε ένας από τους πιο δημοφιλείς χορούς του 18ου αιώνα. Αυτός ενέπνευσε τον συνθέτη στο φινάλε, ένα ζωηρό και χορευτικό ροντό. Κατά τα πρότυπα του contredanse το μέρος σχεδόν εξ ολοκλήρου απαρτίζεται από οκτάμετρες φράσεις που διαδέχονται η μία την άλλη με φυσικό τρόπο. Σίγουρα είναι το πλέον εξωστρεφές και δεξιοτεχνικό για τους δύο σολίστες μέρος της Συμφωνίας.