Από την Σόνια Ζαχαράτου

Έχω τη μεγάλη τύχη και την τιμή —και τον παρακαλώ να μου επιτρέψει να το κοινοποιήσω— να είμαστε φίλοι με τον διεθνή σκηνοθέτη Θεόδωρο Τερζόπουλο. Η γνωριμία μας βαστά από παλιά, όταν, κάποιες δεκαετίες πριν, με κομμένη την ανάσα παρακολουθούσα, για πρώτη φορά, ένα θέατρο διαφορετικό από αυτό που γνώριζα ίσαμε τότε. Ένιωθα, στη θέασή του, να συνταράσσομαι από πρωτόγνωρα συναισθήματα, να με συνεπαίρνουν οι ήχοι, οι εκφράσεις των προσώπων, η εκφορά του λόγου, οι σιωπές, η αυστηρότητα και ακρίβεια της σκηνοθετικής φόρμας, η οικονομία στις κινήσεις και η ακινησία των ηθοποιών, οι ανάσες τους, ο κλαυσίγελός τους.

Ο Θεόδωρος Τερζόπουλος έγινε, με τον καιρό, φίλος και αυτό είναι για μένα ένα δώρο ζωής. Τον νιώθω ως δάσκαλό μου και ας μην είμαι ηθοποιός· γιατί είναι ο άνθρωπος που, μέσα από τις συζητήσεις μας, με έμαθε να βλέπω με μια οπτική αποστασιοποιημένη τα συναισθήματά μου αλλά συγχρόνως να εισχωρώ το δυνατόν βαθύτερα σε αυτά, να επικεντρώνομαι στις λεπτές αποχρώσεις τους, να δίνω νέες διαστάσεις —κάποιες φορές ανατρεπτικές— σε υπαρξιακά ζητήματα που απασχολούν όλους μας.

Συχνά συγκλονισμένη, αφηνόμουν στα υψηλής αισθητικής θεάματά του, θεάματα που παρά τα χρόνια που έχουν περάσει, δεν έχω λησμονήσει. Γιατί από τις παραστάσεις του πώς να φύγει κανείς χωρίς να πάρει μαζί του ενέργεια, ερωτήματα, αμφισβητήσεις και αναστοχασμούς, χωρίς να στοιχειώνεται από μια κραυγή απελπισίας ηθοποιού, χωρίς να επανεξετάζει το οποιοδήποτε ζήτημα από άλλη σκοπιά, καθώς ο σκηνοθέτης, με μιαν έμμεση προτροπή, το ανάγει από προσωπικό σε πανανθρώπινο και συμπαντικό;  Γιατί ο Θεόδωρος Τερζόπουλος δεν διαμορφώνει μόνο τη σκέψη και τη στάση ζωής των ηθοποιών του —όπως οι ίδιοι άλλωστε παραδέχονται—, αλλά και των θεατών του. Γιατί ο Θόδωρος Τερζόπουλος, ως ον πολιτικό, ως ανήσυχος καλλιτέχνης που έχει συνεργαστεί με ηθοποιούς σχεδόν από όλο τον κόσμο, ως μέγας δάσκαλος καθώς η μέθοδός του διδάσκεται σε περισσότερες από δεκαπέντε χώρες, σε πανεπιστήμια και Ακαδημίες θεάτρου, ο Τερζόπουλος, ένας σαμάνος του καιρού μας, δεν μπορεί να περιοριστεί στη στενότητα των παθημάτων ενός ήρωα, αν αυτά τα παθήματα δεν έχουν μιαν εμβέλεια διαχρονική, παιδευτική, συλλογική.

Και οι ηθοποιοί του; Τι και πώς διδάσκονται; Τι ζητά από αυτούς; Σε μία από τις συνεντεύξεις που μου έχει παραχωρήσει, είχε απαντήσει: «Αυτοσυγκέντρωση, πειθαρχία, έλεγχο των εκφραστικών μέσων τους. Να γνωρίσουν τα ενεργειακά κέντρα τους και να αναπτύξουν τη φαντασία τους. Να μάθουν τη διαδικασία της αφαίρεσης, επειδή η τέχνη είναι σύμφυτη με την αφαίρεση. Να ερευνούν σε βάθος τον εαυτό τους. Και όταν πετύχουν όλα αυτά, ο πυρήνας τους θα εκραγεί και θα γεννηθεί η δική τους αλήθεια. Αυτός είναι ο δρόμος της βαθιάς μνήμης. Της κυτταρικής μνήμης». Και όλα αυτά, ο σπουδαίος δάσκαλος τα διδάσκει και τα ζητά μέσα σε μιαν απόλυτη ηρεμία.

Αυτή τη συλλογική, κυτταρική μνήμη, του έρωτα, της καταστροφής, του πένθους, του θανάτου, της εκδίκησης, της προσφυγιάς και όλων των δεινών ενός πολέμου, τόσο επίκαιρων και στην εποχή μας, επανέφερε ο Τερζόπουλος με τις Τρωάδες του Ευριπίδη, στο αρχαίο θέατρο του 4ου αιώνα π.Χ. των Δελφών, μέσα στο μαγικό τοπίο, την ώρα που κόντευε να δύσει ο ήλιος και βάθαιναν τα χρώματα στα γύρω βουνά. Φυσικό σκηνικό που δεν θα μπορούσε να βρεθεί καταλληλότερο, φυσικός φωτισμός, φυσικοί ήχοι, καθώς τζιτζίκια και διάφορα έντομα έδιναν το δικό τους στίγμα.

Κι εμείς, οι θεατές, μια μεγάλη πομπή, σαν έτοιμοι να παρακολουθήσουμε μιαν ιεροτελεστία, φτάσαμε εκεί περνώντας ανάμεσα από τους αρχαίους θησαυρούς –αφιερώματα στον ιερό αυτόν τόπο, σκυφτοί, λαχανιασμένοι για να κοινωνήσουμε τον θρήνο των γυναικών της τραγωδίας, της μάνας βασίλισσας Εκάβης, της Ανδρομάχης, της Κασσάνδρας, να κλάψουμε για τη θυσία της Πολυξένης πάνω στο μνήμα του Αχιλλέα, να πενθήσουμε για τον μικρό Αστυάνακτα, γιο της Ανδρομάχης και του Έκτορα που οι Έλληνες τον γκρέμισαν από τα τείχη, να μάθουμε για την τύχη που περίμενε αυτές τις γυναίκες, να ακούσουμε για τη σωριασμένη και καμένη Τροία.

Υπάρχουν πάρα πολλές αλησμόνητες σκηνές που καταγράφηκαν στη μνήμη των θεατών. Άκουγες να τις κουβεντιάζουν μετά το ηχηρό και πολύωρο χειροκρότημα και τις επευφημίες, γιατί πώς να ξεχάσεις την Εκάβη της Δέσποινας Μπεμπεδέλη με τον βουβό σπαραγμό, την εκρηκτική και δόλια Ελένη της Σοφίας Χιλλ, το τούρκικο μοιρολόι που μας υποδέχτηκε από τον ωραίο τουρκοκύπριο Ερντογάν Καβάζ, κορυφαίο του χορού, τον αναποφάσιστο Μενέλαο του Σάββα Στρούμπου, την θρηνούσα Ανδρομάχη της Νιόβης Χαραλάμπους που φιλούσε τα στρατιωτικά άρβυλα του αδικοσκοτωμένου Έκτορα, την Κασσάνδρα που την απέδωσαν πέντε γυναίκες, δίνοντας ρεσιτάλ ηθοποιίας, από την Ελλάδα, την Συρία και τις διχοτομημένες πόλεις Λευκωσία, Μόσταρ και Ιερουσαλήμ; Και πώς να μην σε ακολουθεί, τις επόμενες ημέρες, το αντιλάλημα στα γύρω βουνά των κραυγών «Δία-Άδη» ή «Θα ‘ρθει μια μέρα» και… είθε να έρθει μια μέρα…

Η σκηνοθεσία των Τρωάδων έδειξε για ακόμη μια φορά την πολυπολιτισμική ματιά του Θεόδωρου Τερζόπουλου, τη θέση του για ένα θέατρο του κόσμου, καθώς πάντα εντρυφεί πάνω στο συλλογικό ασυνείδητο που διαπερνά φυλές, παραδόσεις και θρησκείες. Κι ένα τέτοιο εμβληματικό έργο με τη συγκεκριμένη προσέγγιση δεν θα μπορούσε να ανεβεί παρά σε αυτό το θέατρο, το οποίο είχε να λειτουργήσει από την εποχή που ο Άγγελος Σικελιανός μαζί με την Εύα Πάλμερ θέλησαν να αναβιώσουν την Δελφική Ιδέα, με δύο παραστάσεις αρχαίου δράματος (1927 και 1930). Εδώ, στους Δελφούς, ήταν επίσης που ο Τερζόπουλος διετέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής των Διεθνών Συναντήσεων Αρχαίου Δράματος (1984-85), αποφασίζοντας να ασχοληθεί με την τραγωδία και ανεβάζοντας, στο αρχαίο στάδιο, τις Βάκχες.

Οι Τρωάδες ήταν μια παραγωγή του Οργανισμού «Πάφος-2017 – Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης» κι έκανε πρεμιέρα, πριν ένα χρόνο, στο Αρχαίο Ωδείο της κυπριακής πόλης. Φέτος, εντάχθηκε στο μεγάλο Αφιέρωμα που, με τίτλο «Η Επιστροφή του Διονύσου», τιμούσε τον Θεόδωρο Τερζόπουλο. Ένα Διεθνές Συμπόσιο για τη δουλειά του και τη μέθοδο διδασκαλίας του, για το οποίο ήρθαν διάσημα ονόματα να μιλήσουν από τις τέσσερις γωνιές του πλανήτη, ένα Συμπόσιο με πολλές παράλληλες δράσεις, μια διοργάνωση του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου Δελφών σε συνεργασία με το Ίδρυμα Ωνάση (5 ως 8 Ιουλίου).

Στη διάρκεια του τετραήμερου αφιερώματος, ιδιαίτερη αίσθηση προκάλεσε η παρουσίαση της μεθόδου του από τον ίδιο τον σκηνοθέτη, τον στενό συνεργάτη του Σάββα Στρούμπο και 13 δασκάλους, που έφτασαν από χώρες της Νότιας Αμερικής, της Ασίας και της Ευρώπης. Εντυπωσιακός και ο αριθμός των ομιλητών, καθώς σκηνοθέτες, ηθοποιοί, διευθυντές θεάτρων και καθηγητές πανεπιστημίων, θεατρολόγοι, γλωσσολόγοι, ψυχαναλυτές, εικαστικοί, Έλληνες και ξένοι, κατέθεσαν τις απόψεις τους για το έργο του Τερζόπουλου.

Συγκινητικές ομιλίες, ουσιαστικές αναλύσεις από ονόματα μεγαλόσχημα, όπως του Ανατόλι Βασίλιεφ, του Φρέντι Ντεκρέους, του Εουτζένιο Μπάρμπα, του Χανς Λήμαν, του Ντάνιελ Βέτζελ των Ρίμινι Πρωτοκολ, του Γιαροσλάβ Φρετ του θεάτρου Γκροτόφσκι, της Ελένης Βαροπούλου, του Δημήτρη Τσατσούλη, του Γιώργου Σαμπατακάκη, της Μαρίκας Θωμαδάκη, του Βασίλη Παπαβασιλείου και της Καλλιόπης Λεμού.

Εκτός από τη θεατρική παράσταση, την επίδειξη της μεθόδου του και τις ομιλίες, το Συμπόσιο περιλάμβανε και παράλληλες δράσεις:

* Προβολές μαγνητοσκοπημένων έργων του, κι ένα οδοιπορικό ντοκουμέντο, που με τίτλο «Στα ίχνη των Αργοναυτών» ο Τερζόπουλος περιδιάβαινε με τον θίασό του τις μικρές πατρίδες του Πόντου.

* Έκθεση φωτογραφίας της Γιοχάνα Βέμπερ, από τις παραστάσεις του, ασπρόμαυρες αλλά και έγχρωμες, φωτογραφίες καθηλωτικές, αποδομημένες εικαστικά από τον Αλέξανδρο Κόκκινο, ένα γεγονός μέσα στο γεγονός των ημερών, με τίτλο «Ο διαμελισμός του Διονύσου».

* Ηχητική εγκατάσταση του συνθέτη Παναγιώτη Βελιανίτη, μια δουλειά που συνάρπαζε, καθώς η μουσική, άλλοτε βίαιη και επιθετική κι άλλοτε γαλήνια, απλωνόταν στο μικρό δάσος έξω από το Συνεδριακό Κέντρο και σε ακολουθούσε στις βόλτες στα μονοπάτια. Ήταν στιγμές που θαρρούσες ότι πραγματικά κατηφόριζε το βουνό ο Διόνυσος με τη συνοδεία του και θα είχες την τύχη να τον συναντήσεις.

* Και το τελευταίο βράδυ, η ομορφιά μιας άλλης μουσικής, μια περφόρμανς του σπουδαίου διεθνή βαρύτονου Δημήτρη Τηλιακού, με τίτλο «Ο Οδοιπόρος και η σκιά του», που κατέληξε σε ένα συγκινητικό θρακιώτικο μοιρολόι, κλείνοντας το τετραήμερο Συμπόσιο.

Τελευταία αναφορά, στον λόγο του ίδιου του σκηνοθέτη και στις ευχαριστίες του στους ηθοποιούς του, χωρίς να ξεχάσει κανέναν από το ξεκίνημα των παραστάσεών του ως σήμερα, με ιδιαίτερες σημειώσεις στους πρωτεργάτες του, ως ιστορικά πρόσωπα του θεάτρου Άττις, Σοφία Μιχοπούλου και Τάσο Δήμα, στον συνεργάτη του Σάββα Στρούμπο, στην Σοφία Χιλλ, στον Αντώνη Μυριαγκό, στην Αγλαΐα Παππά. «Όλοι αυτοί οι ηθοποιοί αποτελούν την οικογένειά μου», θα πει. Κι εμείς θα πούμε: Να, που επέστρεψε ο Διόνυσος, καθώς το όνομα Άττις του θεάτρου του, δεν είναι παρά το όνομα του Διονύσου της Φρυγίας.

Χαίρε Θεόδωρε Τερζόπουλε, που το ελληνικό κράτος έχει ξεχάσει να σε τιμήσει, αδιαφορώντας για το αν είσαι πρέσβης του ελληνικού πολιτισμού στα πέρατα της Γης… Ευτυχώς που υπάρχουν και οι ιδιωτικοί φορείς…

Έχετε κάνει 2.100 παραστάσεις σε 32 χρόνια σε όλο τον κόσμο.

Φωτογραφίες: ©Ανδρέας Σιμόπουλος


Διαβάστε επίσης:

Η επιστροφή του Διόνυσου: Αφιέρωμα στον Θεόδωρο Τερζόπουλο στους Δελφούς