Με εντυπωσιακή γλωσσική αισθητική και στοχαστικό πλούτο κάνει την πρώτη του εκδοτική εμφάνιση ο Βαγγέλης Κουτσουράκης υπογράφοντας μια νουβέλα για τον διά βίου δεσμό του ανθρώπου με τις ρίζες του, με τη φύση και το συνθετικό της ρόλο στη ζωή του, επιλέγοντας ένα δέντρο, μια εκατοχρονίτικη κουκουναριά, για να τονίσει τον συμβολισμό της εξελικτικής πορείας του ανθρώπου. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, αφού, σύμφωνα με τον Καρλ Γιουνγκ ,το δέντρο είναι το διαχρονικό σύμβολο του εαυτού σε διαδικασία ανάπτυξης. Είναι το σύμβολο της ζωής που προχωρά προς την αυτοδιάθεση και την αυτογνωσία.
Ο Κουτσουράκης τα γνωρίζει όλα αυτά και έτσι, στη συγκεκριμένη νουβέλα ανασυστήνει την επαρχιακή κοινωνία ενός μικρού χωριού, στην οποία ένας άντρας και μια κουκουναριά γεννιούνται μαζί, μεγαλώνουν, συμβιώνουν, γεύονται τις χαρές και τις λύπες, την αγωνία και την πονετική που ενυπάρχει στη ζωή. Περήφανο και πελώριο το δέντρο γίνεται το σημείο αναφοράς στη ζωή του άντρα και παραμένει ένα κραταιό και φιλικό αντιστύλι, ένα τοπόσημο του χωριού αλλά και της ψυχής του, θυμητάρι ολόκληρης της περιοχής αλλά και της ιστορικής της μνήμης.
Το γεγονός της ανθρώπινης συγγένειας με τη φύση, η αέναη κυκλικότητα που ενέχει το πέρασμα του χρόνου, η υπαρκτική εξέλιξη σε έναν τόπο και η ανάγκη του ανθρώπου να απλώσει τις ρίζες του κάπου, να βλαστήσει, να ανθοφορήσει, να φέρει καρπούς και σταδιακά να γίνει άθυρμα στα τερτίπια του χρόνου και της αναπόφευκτης φθοράς, ώσπου να σταματήσει η ζωή είναι θέματα που απασχόλησαν τις θρησκείες και τη φιλοσοφία κάθε εποχής από την αρχαιότητα και ο συσχετισμός του ανθρώπου με το δέντρο έχει γίνει αγαπημένο αντικείμενο συμβολισμού στη λογοτεχνία αρκετές φορές. Ο Κουτσουράκης όμως το προσεγγίζει με μια βαθιά συναίσθηση πως ο χρόνος αγγίζει την ανθρώπινη υπόσταση συντελώντας στην αγαστή ισορροπία του με τη φύση και γι’ αυτό είναι σημαντικός, καθώς επιτρέπει την ανάπτυξη αυτής της σχέσης σε ένα αργοκύλισμα ζωής, ευχάριστο και ενίοτε οδυνηρό, ωστόσο πολύτιμο.
Τι γίνεται, όμως, όταν αυτή η ισορροπία πρέπει να ανατραπεί; Όταν ο χρόνος φέρει άλλα, αναπότρεπτα, πιθανώς, δεδομένα και η νέα εποχή αδιαφορεί για όσα το παρελθόν έχει θεσπίσει ως σύμβολο ολοκλήρωσης και εξατομίκευσης; Επειδή κάθε δέντρο αυτό συμβολίζει. Και κανένα δεν μοιάζει με κάποιο άλλο. Όπως και οι άνθρωποι. Και, εν τέλει, πώς μπορεί ένας άνθρωπος να αντέξει αυτή την ανατροπή; Να τη βιώσει ως μοιραίο φτάσιμο της μοίρας και να μπορέσει να αφομοιωθεί σε αυτή;
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Ο παππούς στη νουβέλα του Κουτσουράκη αγαπά και ξεχωρίζει την κουκουναριά του, οι ρίζες του είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τις δικές της, ο πόνος της γίνεται και δικός του πόνος, καθώς, «Τα πόναγε ο συγχωρεμένος ο παππούς τα δέντρα. Όσα χρόνια τον θυμάμαι, ποτές μου δεν τον είδα να τσακίσει ένα κλαρί, ν’ αφήσει απότιστη μια ρίζα. Μα καλλωπιστικά, μα καρπερά, τα περιποιότανε όπως τις λαγωνίκες του, με μια φροντίδα που ξεπέρναε το στενόκαρδο συμφέρον». Η άρνησή του στην ανατροπή αυτής της ισορροπίας είναι αναμενόμενη, αφού αυτό θα σήμαινε και το δικό του, αναπότρεπτο, τέλος. «Α, είναι σκληρό πράμα να βλέπεις ένα περήφανο δεντρί, ανίκανο να διαφεντέψει τον εαυτό του, να κουτσουρεύεται άσπλαχνα, με δίχως σεβασμό, από το κρύο τσεκούρι του λοτόμου. Να υπομένει ασάλευτο τον εξευτελισμό, την υβρισιά και τ’ αναγέλασμα του ξένου, σαν πομπεμένο θηλυκό που του ψαλίδισαν την μεταξένια κόμη του, θυσιάζοντάς την στη ζηλοφθονία του κόσμου…».
Αυτό που κάνει σημαντικό αυτό το βιβλίο είναι η σμιλεμένη, καλοδουλεμένη γλώσσα του. Ο Κουτσουράκης δίνει φωνή σε μια πλούσια εικονοπλαστική γλωσσική εκφραστική που αν και κάποιες φορές μπορεί να φανεί υπερβολική, επί της ουσίας γίνεται η αφορμή για ένα υψηλής αισθητικής ταξίδι στην ελληνική γλώσσα. Χάρη στη γλωσσοπλαστική ικανότητά του και στο θησαύρισμα λέξεων που, όπως φαίνεται, εκτός του ότι πρέπει να αποτελεί μια σημαντική λογοτεχνική άποψη για τον ίδιο, καταφέρνει να δημιουργήσει μια υπερρεαλιστική, ενίοτε ονειρική ατμόσφαιρα στην οποία ο αναγνώστης εντάσσεται και ανακαλύπτει τους κρυμμένους υπαινιγμούς του συγγραφέα, τη ρευστότητα των ιδεών του και τους συμβολισμούς του. Η αφήγησή του ωθεί τον αναγνώστη στον στοχασμό, τον προβληματίζει και ταυτόχρονα διευρύνει τους συλλογισμούς του σχετικά με τις νέες προοπτικές μιας αναπόφευκτης πραγματικότητας.
Το βιβλίο συμπεριλήφθηκε στη Βραχεία λίστα για το Κρατικό Βραβείο Νουβέλας/Διηγήματος 2023.
Διαβάστε επίσης:
Βαγγέλης Κουτσουράκης – Το δέντρο: Ένα βιβλίο συναρπαστικό δείγμα νεοελληνικής λογοτεχνίας