Από τα πρώτα κιόλας χρόνια, μετά την Ελληνική Επανάστασητου 1821, η πανούκλα, όπως και πολλές άλλες μεταδοτικές ασθένειες, εκδηλώθηκαν σποραδικά, με τη μορφή επιδημίας, κυρίως σε λιμάνια κοντά στις πόλεις, και στα νησιά της Ελλάδας που είχαν συμμετάσχει στον πόλεμο, εξ αιτίας της συρροής πολυάριθμων ελληνικών και συμμαχικών πλοίων.
Πρωταρχικός ήταν ο ρόλος των καταστημάτων, των λοιμοκαθαρτηρίων, που ιδρύθηκαν και προορίζονταν για την πρακτική της καραντίνας των πλοίων, των ταξιδιωτών και των πληρωμάτων, όπως και για την κάθαρση των εμπορευμάτων. Ήταν ήδη γνωστά στην Ευρώπη αιώνες πριν, και αποτέλεσαν, όπως παρατηρεί ο Daniel Panzac, «τον ακρογωνιαίο λίθο του αμυντικού συστήματος της Ευρώπης εναντίον της πανούκλας».
Το μεγαλύτερο και σημαντικότερο λαζαρέτο της χώρας ιδρύεται στο λιμάνι της Ερμούπολης, στη Σύρο. Από το 1827 η Ερμούπολη αναπτύσσεται τόσο, ώστε να γίνει ένας από τους πιο σημαντικούς ενδιάμεσους εμπορικούς σταθμούς της aνατολικής Μεσογείου.
Η πρακτική της καραντίνας στο πλαίσιο του λοιμοκαθαρτηρίου παρουσιάζει ενδιαφέρον όχι μόνο για την υγειονομική πρόληψη και τον περιορισμό της πανούκλας πίσω από τους τοίχους του καταστήματος, αλλά και για τον ρόλο που διαδραματίζει στην κυκλοφορία των ελληνικών και ξένων πλοίων και στην ομαλή πορεία του διαμετακομιστικού εμπορίου που αποτελούσε την κύρια πηγή της οικονομίας αυτού του νησιού. Η μελέτη βασίζεται σ’ αυτόν τον διπλό προσανατολισμό και επιχειρεί να κατατάξει τη Σύρο και το λοιμοκαθαρτήριό της στο γενικό πλαίσιο της λιμενικής υγειονομικής άμυνας της Ελλάδας εκείνη την εποχή.
Από τα προλογικά σημειώματα της έκδοσης:
Νομίζω ότι πλουτίζεται η γνώση μας τόσο για την τοπική ιστορία της Ερμούπολης, την πρώτη πόλη της ελληνικής επανάστασης, όσο και για τους υγειονομικούς και λιμενικούς θεσμούς του πρώιμου ελληνικού κράτους. Αλλά και δίνεται και μια συνδρομή στις όποιες ευαισθησίες της σημερινής ελληνικής κοινωνίας για να γίνει δυνατή η διάσωση του αρχιτεκτονήματος, του κτιρίου του λοιμοκαθαρτηρίου, που στέκει ακόμη, σε πείσμα των καιρών, κουφάρι ανήμπορο στην είσοδο του λιμανιού της Σύρου. Μπορεί να πηγαίνουμε αργά, αλλά προχωράμε. Ιούνιος 2019
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Θωμάς Δρίκος
Δικηγόρος, Ιστορικός
Το ανά χείρας έργο εξετάζει περίπτωση τόσο τοπικά (Σύρα κατά την τότε ονομασία), περίοδο (πρώιμο και μέσο 19ο αιώνα) και δράση (αποφυγή πανώλης), μελετώντας ιδιαίτερα τις εκθέσεις ενός –όπως θα λέγαμε σήμερα- ‘τεχνοκράτη-συμβούλου και ελεγκτή’. Έχει όμως το πλεονέκτημα ότι ξεπερνά το στενό πλαίσιο καθώς εντάσσει στην προβληματική και θέματα εμπορίου και μετακινήσεων, υποκινώντας την σκέψη τού αναγνώστη προς την κατεύθυνση της σύγκρουσης ή και του συγκερασμού απόψεων και συμφερόντων διαφορε-τικών ομάδων ώστε να ληφθεί μία τελική προς ‘εφαρμογήν απόφασις’. Με την λογική αυτή το βιβλίο δεν είναι μόνον ιστορικό αλλά ανήκει επίσης στην ενότητα συγκρότησης δημοσίων πολιτικών (αυτό που στα αγγλικά θα βρούμε ως politics for the making of public policy) και πολιτικών υγειονομικής προστασίας έναντι πολιτικών εμπορίου (και ταξιδιωτικών μετακινήσεων).
Κώστας Δικαίος
Επικ. Καθηγητής ‘Πολιτικής και Ιστορίας των Υπηρεσιών Υγειονομικής Φροντίδας’
Τμήμα Κοινωνικής διοίκησης και Πολιτικής Επιστήμης ΔΠΙΘ
Βιογραφικό
Ο Θράσος Καμινάκης γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε στην Νομική της Σχολή. Στο Παρίσι μπλέχτηκε στους κύκλους της Εγκληματολογίας, που άφησε μαζί με ένα διδακτορικό που ολοκλήρωσε πάνω στην Ιστορική Νοσολογία για να ασχοληθεί με τον Κινηματογράφο, το Θέατρο και τη Στιχουργική Τέχνη. Από νωρίς, στα φοιτητικά του χρόνια, απέσπασε το 1ο βραβείο στον μεγάλο Λογο- τεχνικό διαγωνισμό της Εφημερίδας «ΤΑ ΝΕΑ» και έκτοτε δεν εγκαταλείπει ποτέ το χούι της αφήγησης. Εργάζεται ως ανταποκριτής κινηματογράφου σε διεθνή φεστιβάλ και ως σκηνοθέτης και κειμενογράφος, όταν επιστρέφει στην Ελλάδα. Παραμύθια του (Lost love stories), τραγούδια και θεατρικά του έργα («Ένα κομμάτι θάνατο όλοι παίρνουν μαζί τους για το δρόμο», «Φεγγαροβδομάδα», «Blitz», «Αποσπάσμα τα βουλιμικού λόγου», «Οι γυναίκες που οι άντρες τους λείπουν», «Τα πρόσωπα της πείνας», «Dreamstreet») βλέπουν σποραδικά το φως της δημοσιότητας. Ίδρυσε το Μικρό Πολυτεχνείο πριν 18 χρόνια και διδάσκει στίχο, αυτόματη γραφή και μυθοπλασία μικρής φόρμας (Το αφήγημα Μπονζάι).